Εκτός από τις πιό άμεσα στρατιωτικές του διαστάσεις, ο πόλεμος που εκτυλίσσεται με επίκεντρο την Ουκρανία, προσλαμβάνει ολοένα νέες οικονομικές διαστάσεις, εξίσου βίαιες και «πολεμικές» με τις πρώτες. Και σίγουρα με την ίδια σαφή τάση διεύρυνσης των εμπλεκόμενων μερών. Πλευρές αυτής της πολυπαραγοντικής σχέσης πολέμου-οικονομίας θα θίξουμε σ’ αυτό το σημείωμα.
Τα όσα εξελίσσονται σήμερα, αυξάνουν την ήδη προ του πολέμου, τεράστια πολυπλοκότητα του παγκόσμιου συστήματος. Εμπρόθετοι σχεδιασμοί (από πλευράς πολυάριθμων κέντρων ισχύος) διαπλέκονται μέσα από πλήθος αντιφάσεων, με τη χαρακτηριστική χαοτική αναρχία των ανταγωνισμών των καπιταλιστικών σχέσεων που κυριαρχούν σήμερα παγκόσμια.
Συστημική πολυοργανική κρίση, κρίση ηγεμονίας και πόλεμος
Υπάρχουν δύο αξεχώριστες και αλληλοτροφοδοτούμενες όψεις μιας ενιαίας διαδικασίας. Από τη μια είναι οι συγκρούσεις για την παγκόσμια ηγεμονία. Από την άλλη, οι επιθετικές κινήσεις του κόσμου του κεφαλαίου για το ξεπέρασμα της σοβούσας επί δεκαετίες συστημικής κρίσης. Οι αλληλοσυγκρουόμενες αλλά εν τέλει όμοιας υφής συμπεριφορές, των διαφόρων προσωποποιήσεών του (μεγαλοκρατικοί δρώντες, υπερεθνικοί οργανισμοί και ολοκληρώσεις, μεγάλοι εταιρικοί πολυεθνικοί όμιλοι). Και οι δύο αυτές πλευρές «παράγουν πόλεμο». Δεν έχουν πάψει να τον παράγουν τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό που αλλάζει τώρα είναι ότι ο πόλεμος γίνεται πιό άμεσος, ανάμεσα σε κοσμοκρατορικά μπλόκ (Δύση / ΗΠΑ, Κίνα-Ρωσία), δοκιμάζει τη συνοχή τους, τη φέρνει στα όριά της. Η σύγκρουση αποκτά μετωπικότερα χαρακτηριστικά. Έχει βγει από τα όρια προηγούμενων «τυπικών» (και σε μεγάλο βαθμό απομακρυσμένων αν όχι αόρατων για τις κοινωνίες των καπιταλιστικών κέντρων – της Ευρώπης ειδικότερα), περιφερειακών δι’ αντιπροσώπων συγκρούσεων.
Επιπλέον η τωρινή πολιτική φάση πολέμου έρχεται να διαδεχθεί μια προηγούμενη φάση «πανδημίας» που είχε παραγάγει τους δικούς της όρους επιβολής μεγάλων αναδιααρθρωτικών αποκρίσεων του κεφαλαίου απέναντι στη συστημική κρίση. Από μέρους των δυτικών αλλά και των ευρασιατικών (κυρίως της κινεζικής) προσωποποιήσεών του. Σε ένα πρώτο όροφο επιβολής βαθύτατης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης όλης της κοινωνικής ζωής (στην κατεύθυνση της «Μεγάλης Επανεκκίνησης»), με εργαλείο τη «φυσική αναγκαιότητα» απέναντι σε υγειονομικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, τώρα έρχεται πανωσήκωμα ένας παλαιότερος ιστορικός γνώριμος – η «πολεμική οικονομία». Για να γίνει όχημα ενίσχυσης με πολιτικοοικονομικούς όρους της ίδιας αναδιαρθρωτικής κατεύθυνσης.
Μιλώντας για την προώθηση αναδιαρθρώσεων ως απόκριση του κεφαλαίου στη συστημική κρίση, πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτές σχετίζονται άμεσα με τις όλο και εμφανέστερες ωθήσεις για την αναδόμηση του διεθνούς καθεστώτος της παγκοσμιοποίησης. Δηλαδή εκείνου του τρόπου οργάνωσης του παγκόσμιου συστήματος που προέκυψε από τις διεργασίες της αμέσως προηγούμενης ιστορικής φάσης αποκρίσεων υπό αμερικανική ηγεμονία, απέναντι στη συστημική κρίση του κεφαλαίου (χοντρικά την περίοδο από το 1990 έως το 2008).
Αυτή η φάση αναδιαρθρωτικής κοινωνικής επιθετικότητας του κεφαλαίου που άνοιξε με την «πανδημία» και τώρα συνεχίζεται με τον «πόλεμο» εκδηλώνεται και πάει να πνίξει «στην κούνια του» έναν ήδη προϋπάρχοντα συσσωρευόμενο «παθητικό» κλονισμό της πολιτικής συναίνεσης από μεριάς των υποτελών τάξεων
Η παγκοσμιοποίηση σε κρίση και σε φάση αναδόμησης
Η βάση αυτής της κρίσης είναι οι δομικές δυσκολίες της συσσώρευσης του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα. Δομικές δυσκολίες με πολλαπλές συνέπειες: Ανισομετρίες (εμπορικές και κεφαλαιακές) ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα, εντάσεις ανάμεσα σε διαφορετικούς κλάδους και μορφές κεφαλαίου που έχουν γεννήσει πολλαπλές ενδορρήξεις. Εντός ΗΠΑ, εντός Ε.Ε., ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ε.Ε. Για να μείνουμε στις πιό ευδιάκριτες.
Μια πρώτη επισήμανση. Η κατάσταση αυτή απειλεί διαρκώς να οδηγήσει σε κράχ παγκόσμιας κλίμακας. Τόσο η φάση «πανδημία» όσο και η τωρινή του «πολέμου» έχουν προς ώρας μεταθέσει την ανοιχτή εκδήλωση τέτοιων επεισοδίων παγκόσμιας οικονομικής κατάρρευσης. Αυξάνοντας όμως δραματικά την παγκόσμια αστάθεια. Οι τρέχουσες εξελίξεις μεγάλων απωλειών στα χρηματιστήρια, συνδυασμένες με απότομες νομισματικές διαταραχές (η πρόσφατη μεγάλη πτώση του ευρώ ως προς το δολάριο), μαζί με έναν πληθωρισμό ανεξέλεγκτης εξέλιξης, είναι τα προμηνύματα ότι μπαίνουμε σε απρόβλεπτης έντασης και διάρκειας φάση ύφεσης.
Αν η πανδημία, έγινε ο καταλύτης για την πυροδότηση διαδικασιών αναδόμησης και «κλαδέματος» των εφοδιαστικών αλυσίδων και επιβολής περιχαρακωτικών κινήσεων απέναντι στην Κίνα, η τωρινή προμελετημένη εξώθηση στον «πόλεμο» μαντρώνει την Ευρώπη υψώνοντας φράχτη απέναντι στην Ευρασία. Οδηγώντας σε παροξυσμό τις ενδορρήξεις στο εσωτερικό της Ευρώπης. Όλη η, χωρίς τέλος, διαπάλη με επίκεντρο το θέμα της προμήθειας των υδρογονανθράκων είναι μόνο μια ουσιώδης πτυχή αυτού του θέματος. Αλλά σε ένα άλλο επίπεδο επανέρχονται και οι δομικές εντάσεις εντός του αμερικανικού πολιτικού συστήματος ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του προσεχούς Νοεμβρίου που έχουν ανακόψει τα πρόσφατα σχέδια Μπάιντεν φαραωνικής δημοσιονομικής επέκτασης (πόσο γίνεται λόγος γι’ αυτά και τους πρόσφατους διθυραμβικούς τόνους που τα συνόδευσαν;).
Επιχειρείται έξοδος από την κρίση μέσω επιβολής πολεμικής οικονομίας
Κατ’ αρχάς στον πυρήνα της βρίσκεται η δραματική αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών και η απόπειρα εξόδου απο τον κύκλο της κρίσης με την επιβολή ενός νέου γύρου «στρατιωτικής» καπιταλιστικής συσσώρευσης. Με δεδομένο ότι η παραγωγή όπλων ως εμπόρευμα, οδηγεί σε μια καταβόθρα που αφαιρεί πόρους από τη αναπαραγωγή της υλικής βάσης της κοινωνικής ζωής, «κέρδος» μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με την επίθεση σε βάρος του μεριδίου της εργασίας στο εθνκό εισόδημα, στο ενδοκρατικό επίπεδο και με τη διαρκή συντήρηση της ροπής προς τον πόλεμο και την ιμπεριαλιστική επέκταση, στο διακρατικό, διεθνές επίπεδο. Επιπλέον στη βάση των απανωτών αποτυχιών των ΗΠΑ και τώρα και της Ρωσίας να προωθήσουν τις επεκτατικές τους βλέψεις με την ισχύ τους σε συμβατικό επίπεδο, αυξάνεται η δυναμική που όλο και περισσότερο επικαλείται το πυρηνικό επίπεδο ισχύος.
Τα όσα συμβαίνουν με τις πρώτες ύλες και ειδκότερα με τα καύσιμα είναι ένας πρώτος γύρος επιβολής τεράστιων μεταφορών εισοδήματος, σε βάρος των εργαζομένων, με έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων. Αυτή η καταλήστευση της εργασίας βρίσκεται σε άμεση σχέση με τη χρηματοδότηση της δυσώνυμης πλέον «πράσινης» αναδιάρθρωσης και λειτουργεί παράλληλα με το άλλο μεγάλο πεδίο τέτοιων «ασκήσεων». Τον επισιτισμό και την κρίση στην οποία ταχύτατα περιέρχεται. Από όποια πλευρά και να εξεταστεί το θέμα (παραγωγή, μεταφορά, αποθεματοποίηση, αναδιαρθρώσεις) κραυγάζει ο ακραίος ανορθολογισμός (από την άποψη των ζωτικών συμφερόντων της συντριπτικής κοινωνικής πλειοψηφίας σε πλανητική κλίμακα) απέναντι στον «ορθολογισμό» που ορίζουν οι επιταγές της συσσώρευσης του κεφαλαίου και των ανταγωνισμών του.
Βεβαίως, η πολεμική οικονομία πάει να γίνει για άλλη μια φορά το όχημα για το πέρασμα μεγάλων ελέγχων πάνω στην οργάνωση των χρόνων και των χώρων των υποτελών τάξεων. Αν σε προηγούμενες φάσεις ο Α΄ και ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος εμπέδωσαν τους όρους κοινωνικού ελέγχου του ταιηλορικού μοντέλου μαζικής παραγωγής (και κατανάλωσης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο), σήμερα, στο πλαίσιο των αναδιαρθρώσεων της «Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης», επιχειρούνται πολύ ολιστικότεροι πανεποπτικού χαρακτήρα έλεγχοι, στο πλαίσιο των οποίων η «πολεμική οικονομία» γίνεται μοχλός για μια επίθεση ολοκληρωτικού τύπου (από ένα «ακραίο κέντρο» και όχι με τα ρούχα του φασισμού για την ώρα) απέναντι στη δημοκρατία.
Μια αναγκαία εκτίμηση
Αυτή η φάση αναδιαρθρωτικής κοινωνικής επιθετικότητας του κεφαλαίου που άνοιξε με την «πανδημία» και τώρα συνεχίζεται με τον «πόλεμο» εκδηλώνεται και πάει να πνίξει «στην κούνια του» (όχι χωρίς σημαντικές επιτυχίες η «πανδημία») έναν ήδη προϋπάρχοντα συσσωρευόμενο «παθητικό» κλονισμό της πολιτικής συναίνεσης από μεριάς των υποτελών τάξεων. «Παθητικός» κλονισμός γιατί είναι πολύ δυσμενείς οι τρέχοντες πολιτικοινωνικοί όροι για την ενεργοποίηση στην κατεύθυνση μιας μετάβασης πέραν του καπιταλιστικού κρισιακού φαύλου κύκλου. Μέσα στις συνθήκες μιας έκρηξης κοινωνικών εντάσεων που γεννούν οι σχεδιασμοί για την οργάνωση σκηνικού γενικευμένου πολέμου, παραμένει ανοιχτό και σε μεγάλο βαθμό αμφίβολο το αν θα καταφέρει ο κόσμος του κεφαλαίου να αποσπάσει την ενεργητική συναίνεση των «από κάτω». Ας μην μπερδευόμαστε για το «ποιός πολεμάει απέναντι σε ποιόν». Αν στρέψουμε την προσοχή μας στο πως συνδέονται άρρηκτα οι επεκτατικές συμπεριφορές όλων των πλευρών (μεγαλοκρατικών δρώντων) στο εξωτερικό, με την υφή της κρατικής τους εξουσίας και τα συμφέροντα που αυτή εκφράζει και συναρθρώνει στο εσωτερικό και στην ομοιότητα των κατά τα άλλα διαφορετικών τρόπων των διαφόρων προσωποποιήσεων του κεφαλαίου που κονταροχτυπιούνται, προκύπτει σαφώς η κύρια ανάγκη αυτής της ιστορικής περιόδου: Οργάνωση της αντίθεσης απέναντι στις στρατοπεδεύσεις τους και στην παγίδευση «στις θυσίες για την πολεμική προσπάθεια». Κατάκτηση βαθμών αυτονομίας για την οικοδόμηση μιας πολιτικής θέσης «από την πλευρά των υποτελών τάξεων».