Το κείμενο βασίζεται σε ομιλία που έγινε σε εκδήλωση με θέμα τον εθνοκεντρισμό στην Αριστερά, στο ελεύθερο αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο Εμπρός, στου Ψυρρή, στα πλαίσια του Αντιφασιστικού Φεστιβάλ Παραστατικών Τεχνών, στις 26 Μαρτίου 2015

 

Ο εθνικισμός είναι μια «αρρώστια», μία σοβαρή πάθηση, πολιτική, ιδεολογική, οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική και βαθιά ψυχολογική, συχνά ανίατη και επιδημική, ατομική και μαζική. Τα συμπτώματά της είναι κόμπλεξ ανωτερότητας, ρατσισμός, μίσος, ανασφάλεια, άγνοια, αλαζονεία, επιθετικότητα. Αλλά και με την ιδιαιτερότητα, την παραδοξότητα, να εκλαμβάνεται από τους «πάσχοντες» ως έκφραση υπέρτατης υγείας. Συνήθως εκδηλώνεται με την υποτίμηση των ξένων πολιτισμών, φυλών, εθνών και κρατών. Και κατά κανόνα αξιοποιείται για τη διεξαγωγή πολέμων και εν γένει βάρβαρων ενεργειών σε βάρος τρίτων, άλλου χρώματος, θρησκείας, γλώσσας, υπηκοότητας και κάθε άλλου χαρακτηριστικού που διαφοροποιεί τους ανθρώπους ιστορικά, πολιτισμικά, κοινωνικά, εμφανισιακά κ.λπ. Και πάντα κρύβεται πίσω από υπαρκτά ή τεχνητά προβλήματα στις σχέσεις των ανθρώπων, των λαών και των κρατών ή πίσω από ιστορικές και ψευδοϊστορικές εκκρεμότητες ή πίσω από θέσεις περί ανωτερότητας και κατωτερότητας με βάση αναπόδεικτες θεωρίες και ανυπόστατα ευρήματα ανθρωπολογικά, βιολογικά κ.λπ.

Στο όνομα του εθνικισμού έχουν διαπραχθεί εξωφρενικά μαζικά εγκλήματα. Όπως και στο όνομα του θεού. Και, δυστυχώς, στο όνομα του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού επίσης. Και τώρα βιώνουμε τα εγκλήματα που διαπράττονται στο όνομα της δημοκρατίας. Στο σύστημα του ταξικού διαχωρισμού και της εκμετάλλευσής των ανθρώπων, κάθε τι καλό, θετικό ή δημιουργικό μετατρέπεται στο αντίθετό του. Και το έθνος και η δημοκρατία και ο σοσιαλισμός. Στον καπιταλισμό, η ανάγκη της συλλογικής ταυτότητας διολισθαίνει στον εθνικισμό. Γι’ αυτό, μόνο με την κατάργηση των τάξεων, με την ανεξαρτησία, την ειρήνη, την ισότητα, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη, θα γίνει μπορετό να λειτουργήσουν δημιουργικά το έθνος, η δημοκρατία και ο σοσιαλισμός.

Σε εποχές σοβαρών κρίσεων του καπιταλισμού, ο εθνικισμός καλλιεργείται προσφέροντας μια ευκολοχώνευτη παραπλανητική ερμηνεία για τα αίτια και τους υπεύθυνους των κρίσεων. Κατά κόρον, ο εθνικισμός χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει τις αποικιοκρατικές τυραννίες και τις ιμπεριαλιστικές επιδρομές, υποδουλώσεις, γενοκτονίες και λεηλασίες σε βάρος των πιο αδύναμων ή εναντίον άλλων ανταγωνιστικών της εξουσίας και της ολιγαρχίας δυνάμεων.

Αλλά υπάρχουν παρενέργειες και από την αντίδραση στον εθνικισμό. Κι αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά την Αριστερά. Που ο αντιεθνικισμός της, σε μερικές περιπτώσεις, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ αυτά που προσπαθεί να επιλύσει. Και δυσχεραίνει τη σωστή και έγκαιρη κατανόηση των φαινομένων και των εξελίξεων. Γιατί όσο δογματικός είναι ο εθνικισμός, άλλο τόσο δογματικός μπορεί να είναι ο αντιεθνικισμός. Και ο δογματισμός μπλοκάρει την ευθυκρισία, άνευ της οποίας κάθε σκέψη και κάθε πράξη εκτροχιάζεται.

 

Αριστερή αμηχανία

Τρία διαφορετικά μεταξύ τους παραδείγματα σύγχυσης:

1. Ο Χίτης Γρίβας υπερκέρασε την κυπριακή Αριστερά και την άφησε έξω από την ένοπλη αντίσταση στην αγγλική κατοχή. Η αμηχανία της Αριστεράς μπροστά στον αγώνα της ΕΟΚΑ ήταν τεράστια. Η δια των όπλων επιδίωξη της ένωσης με την Ελλάδα, θέση που υποστηριζόταν σχεδόν από το σύνολο του κυπριακού και ελλαδικού Ελληνισμού, μπλόκαρε την κυπριακή Αριστερά. Δεν ήταν αυτός ο μόνος λόγος, αλλά ήταν αρκετά καθοριστικός στη μονοπώληση του μαχητικού αντιαποικιακού αγώνα των Κυπρίων απ’ αυτούς που εμπίπτουν στην κατηγορία του εθνικισμού.

2. Οι εθνικόφρονες της δικτατορίας των συνταγματαρχών, 1967-1974, επένδυσαν προπαγανδιστικά στις «ρίζες», στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και στο δημοτικό τραγούδι, γεγονός που προκάλεσε στους αριστερούς μια αντίθεση ή αποστροφή και για τα δύο.

3. Η ελληνική σημαία είναι ένα σύμβολο αγώνων και ένα σύμβολο της κρατικής οντότητας. Ένα κομμάτι της κοινωνίας τη συνδέει με την εθνικοφροσύνη και τον αντικομμουνισμό, αλλά στη συλλογική μνήμη είναι βαθύτερα εδραιωμένη σαν σύμβολο της εθνικής κυριαρχίας, της αποτίναξης της ξένης κατοχής, της αντίστασης στην επιδρομή των δυνάμεων του ιταλικού φασιστικού καθεστώτος και των Γερμανών ναζί. Και στις μέρες μας, στο Πολυτεχνείο, το 1973, κάποια νέα παιδιά, αυθόρμητα, πάνω στα κάγκελα της πύλης ελληνικές σημαίες κρατούσαν χωρίς κανένας να τους αποδοκιμάζει ως εθνικιστές. Για τον πολίτη, που δεν είναι ακροδεξιός, για την πλειονότητα του ελληνικού λαού, η σημαία ενσωματώνει ό,τι πιο ευγενικό, ενωτικό, αντιστασιακό και ηρωικό έχει ο τόπος τα τελευταία διακόσια χρόνια.

Τι κάνουμε, λοιπόν;

Χορεύουμε τσάμικο και καλαματιανό; Η απάντηση δεν δίνεται με χονδροειδείς αναπαραστάσεις στο Σύνταγμα. Η απάντηση δόθηκε στη μεταπολίτευση από μια μερίδα διανοουμένων και καλλιτεχνών που συσπειρώθηκαν στο περιοδικό ντέφι και πήγαν κόντρα στο ρεύμα που θεωρούσε αυτή τη μουσική αναχρονιστική ή χουντική. Και η απάντηση συνεχίζει να δίνεται με τον καλύτερο τρόπο από τα χιλιάδες παιδιά στα μουσικά σχολεία σε όλη την Ελλάδα που από επιλογή τους έπιασαν τις λύρες, τα κλαρίνα και τα λαούτα στα χέρια τους.

Υπήρχαν αρκετοί στην Αριστερά, θυμάμαι και γραπτά σχόλιά τους σε διάφορα έντυπα, όπως στο Σχολιαστή, τη δεκαετία του 1980, που μας κατηγορούσαν για εθνικισμό επειδή υποστηρίζαμε και αναδεικνύαμε το λαϊκό, το ρεμπέτικο και το παραδοσιακό τραγούδι. Από κοντά και οι συντηρητικοί του ΚΚΕ, οι νεόκοποι Ευρωπαϊστές και οι ακραιφνείς εθνικόφρονες που απέρριπταν το ρεμπέτικο τραγούδι ως τούρκικο και λούμπεν. Κι αυτούς, τους παρέκαμψε η κοινωνία.

Τιμούμε τον Καραολή, τον Δημητρίου και τον Παλληκαρίδη που κάηκαν ζωντανοί, τουφεκίστηκαν ή κρεμάστηκαν από τους Άγγλους κατακτητές αποικιοκράτες; Η απάντηση έχει επίσης δοθεί σιωπηρά από το πώς καταγράφηκε αυτό μέσα στη συλλογική μνήμη. Ήρωες θεωρούνται και ο ένοπλος αγώνας για την αποτίναξη της αγγλοκρατίας από την Κύπρο εντάσσεται στους αγώνες όλων των λαών της εποχής για ανεξαρτησία και απελευθέρωση, από τη Μοζαμβίκη ως το Βιετνάμ.

Σεβόμαστε τη σημαία, σαν σύμβολο; Ή απορρίπτουμε όλα τα σύμβολα;

Δεν έχει ο επαναστατημένος άνθρωπος σύμβολα; Δεν είναι σύμβολο το αστέρι και το σφυροδρέπανο, κάτω από τα οποία και με τα οποία χιλιάδες άνθρωποι, αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για ένα καλύτερο κόσμο; Δεν καθιερώθηκαν στη συλλογική συνείδηση εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων, τόσο το ένα όσο και το άλλο, σαν σύμβολα όχι μόνο της κοινωνικής αλλαγής, αλλά και της υπεράσπισης της πατρίδας από τους ξένους εισβολής, στη Σοβιετική Ένωση, την Κίνα, το Βιετνάμ και την Κούβα; Κι έτσι θεωρούνται μέχρι σήμερα από τους αριστερούς, παρ’ όλο που κακοποιήθηκαν, προδόθηκαν και δυσφημίστηκαν από μεταλλαγμένα και αυταρχικά καθεστώτα ή από ξενέρωτους και εκφυλισμένους συνοδοιπόρους του καπιταλιστικού συστήματος.

Όσο κι αν ακούγεται αντιφατικό και παράδοξο, ο τσάμικος, το ρεμπέτικο, ο Καραολής , η σημαία και ο μαίανδρος είναι θύματα τόσο του εθνικισμού όσο και του αντιεθνικισμού. Αλλού τα έχει τοποθετημένα η συλλογική κοινωνική συνείδηση κι αλλού προσπαθούσαν να τα τοποθετήσουν, για να στηρίξουν τις θέσεις τους, οι αντιμαχόμενες πλευρές του εθνικισμού και του αντιεθνικισμού. Όχι πως κάθε θετικό στοιχείο δεν έχει την αρνητική του πλευρά. Ασφαλώς και την έχει και κατά εποχές μπορεί να υπερτερεί κιόλας. Όπως έγινε με το σοσιαλισμό. Όπως έγινε με την επανάσταση, τη γαλλική ή τη μπολσεβίκικη. Αλλά, η αποσαφήνιση και το ξεκαθάρισμα είναι άλλο πράγμα από την απόρριψη και το χάρισμα στον αντίπαλο των στοιχείων και των συμβόλων του αγώνα και της προόδου στην πολιτική και τον πολιτισμό.

 

Η πατρίδα

Αυτό που έχει κάθε φορά σημασία στην προσέγγιση των επίμαχων ζητημάτων είναι από ποια οπτική γωνία τα βλέπεις. Από πάνω, όπως οι εξουσιαστές και συχνά οι διανοούμενοι, ή από κάτω, από το κοινωνικό σώμα;

Ο κάθε άνθρωπος έχει την ανάγκη να υπερασπίζεται τον εαυτό του, το φυσικό του περιβάλλον, το σπίτι του, την περιουσία του, τον συνάνθρωπό του, την οικογένειά του, την κουλτούρα του, την υγεία του, τη γλώσσα του, τα δικαιώματά του, τις ιδέες του, την ιστορία, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμά του και την πολιτισμική κληρονομιά του, οτιδήποτε τον αφορά άμεσα και έμμεσα, υλικό και άυλο. Η εθνότητα είναι συστατικό στοιχείο της ταυτότητας του ανθρώπου και της κοινότητάς του. Το να αγνοήσεις ή να υποτιμήσεις την υπόσταση του έθνους είναι εθελοτυφλία και πολιτικά θανάσιμο λάθος. Όχι μόνο δίνεις το πλεονέκτημα στον εχθρό, αλλά χάνεις και τα κοινωνικά σου ερείσματα. Ο λαός αγαπάει το έθνος του και την πατρίδα του, τα οποία συνήθως ταυτίζονται στη συνείδησή του.

Όλοι οι πολιτικοί πρόσφυγες, οι μαχητές του ΕΛΑΣ και του Δημοκρατικού Στρατού, που γνώρισα στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Πολωνία και την Ελλάδα, το πρώτο πράγμα που μου έλεγαν ήταν ότι η μεγαλύτερη ευχή τους ήταν «και του χρόνου στην πατρίδα», δηλαδή η ανάγκη της πατρίδας ήταν πιο δυνατή κι από τη σοσιαλιστική χώρα για την οποία αισθάνονταν θαυμασμό για τα επιτεύγματά της και ευγνωμοσύνη που τους φιλοξενούσε γενναιόδωρα.

Είναι πιο δύσκολο να το καταλάβει αυτό κάποιος που μεγάλωσε στον τόπο του και δεν νιώθει αυτή την έλλειψη της πατρίδας που νιώθει ο μετανάστης κι ο πρόσφυγας. Γι’ αυτό, αυτός που δεν του λείπει η πατρίδα, κι όταν μάλιστα τη συνδέει με όλα τα αρνητικά που συμβαίνουν μέσα σ’ αυτή και στο όνομά της από τους πατριδοκάπηλους, ευκολότερα εξομοιώνει τον πατριωτισμό με τον εθνικισμό.

Μερικές φορές, ο άκρατος αντιεθνικισμός με τις καταχρήσεις και τις υπερβολές του, μπορεί να ενισχύει τον εθνικισμό μέσα στην κοινωνία αντί να τον περιορίζει. Η ίδια η Αριστερά που αντιμάχεται τον εθνικισμό δεν εκλαΐκευσε ούτε συστηματοποίησε την πολιτική της σε ποιότητα και σε βάθος χρόνου. Τι έκανε στα σχολεία, τι έκανε στις γειτονιές, τι έκανε στα συνδικάτα, τι έκανε στα ΜΜΕ; Ανέδειξε, για παράδειγμα, την αξία των άλλων πολιτισμών, ιδίως των γειτόνων, που επίμονα οι εθνικιστές υποβαθμίζουν για να στηρίξουν τις θεωρίες τους για ανωτερότητες και κατωτερότητες; Ανέδειξε τον αλληλοεπηρεασμό των πολιτισμών; Μεθοδικά όχι. Η μονομέρεια με την οποία η εναλλακτική αφήγηση της ιστορίας προσπαθεί να αντικρούσει τη μονομέρεια της εθνικιστικής αφήγησης, όπως ο «συνωστισμός» στην παραλία της Σμύρνης, ενισχύει αντί να αποδυναμώνει τον εθνικιστικό λόγο. Από τη μια έχουμε την υποβάθμιση των ιστορικών τραγωδιών, από πνεύμα αντιεθνικισμού, και ταυτόχρονα από την άλλη έχουμε την υποβάθμιση των γειτόνων από πνεύμα αλυτρωτισμού. Αντιεθνικισμός σε συνδυασμό με ρηχό διεθνισμό. Η τουρκοφαγία και η αλβανοφαγία στην Αριστερά δεν είναι καθόλου αμελητέες σε ποιότητα και ποσότητα. Πού είναι οι οργανώσεις της Αριστεράς και οι έμπρακτες πολιτικές για τη βαλκανική φιλία; Ποιες είναι οι σχέσεις των Ελλήνων διανοουμένων με τους Τούρκους και Βούλγαρους διανοούμενους; Η πολιτική της Αριστεράς, σε βαλκανικό επίπεδο, σε τι διαφέρει εμπράκτως από την επίσημη εθνικιστική εξωτερική πολιτική;

Πιστεύω, λοιπόν, ότι η προσπάθεια να εξουδετερώσουμε τον εθνικισμό αποδυναμώνεται όταν ευθυγραμμιζόμαστε με την εθνική γραμμή της εξουσίας, αλλά κι όταν χρησιμοποιούμε ένα στείρο αφ’ υψηλού λόγο και όταν αγνοούμε το λαϊκό αίσθημα που συνδέεται με μια ταυτότητα, με ένα πολιτισμό, με αγώνες και θυσίες που συνδέονται με την ύπαρξή μας.

 

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!