Μια σύγκριση της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank (Μάρτιος 2023) και της αντίστοιχης της Lehman Brothers {Σεπτέμβριος 2008) δείχνει δύο ενδιαφέροντα στοιχεία: στην χρηματοοικονομική κρίση το 2008 κατέρρευσαν 25 τραπεζικά ιδρύματα με σύνολο ενεργητικού 373 δισ. δολάρια. Στην πρόσφατη περίπτωση δύο τραπεζικά ιδρύματα κατέρρευσαν (Silicon Valley Bank και Signature Bank), με σύνολο ενεργητικού 319 δισ. δολάρια. Στη νέα χιλιετία πάνω από 560 τραπεζικά ιδρύματα έχουν πτωχεύσει στις ΗΠΑ. Συνεπώς δεν αποτελεί κάτι το καινούργιο. Ίσως το ότι τα τελευταία σχεδόν τρία χρόνια δεν είχε συμβεί κάτι το παρόμοιο είχε δημιουργήσει εφησυχασμό σε όσους από τους ασχολούμενους με τα τραπεζικά ζητήματα έχουν κοντή μνήμη.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ λησμονούν είναι το γεγονός ότι ο ύστερος καπιταλισμός κυριαρχούμενος από την εξάπλωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όχι μόνο τείνει συνεχώς και αδιαλείπτως σε έντονες ανισορροπίες, αλλά και ότι το κύριο μέσο ώθησης του –το χρήμα– δεν είναι τίποτε άλλο από ένα πλασματικό είδος που όλο και περισσότερο γίνεται αυτοαναφορικό με αποτέλεσμα την έντονη ευθραυστότητα των φορέων που το διακινούν, με αποτέλεσμα αλλεπάλληλες κρίσεις. Κρίσεις βαθιές και επαναλαμβανόμενες σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτά αποδεικνύονται με την προσεχτική μελέτη της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πραγματικότητας των τελευταίων 40 χρόνων.
ΚΑΤΑΒΑΛΛΕΤΑΙ προσπάθεια από πολλούς αναλυτές να αναφερθούν ομοιότητες και διαφορές μεταξύ του 2008 και του σήμερα. Σημειώνεται ότι και στις δύο τις περιπτώσεις ήταν η κρίση ρευστότητας που οδήγησε στη κατάρρευση των δύο τραπεζών. Προσωπικά δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλος τρόπος για να πτωχεύσει μια τράπεζα εκτός από την κρίση ρευστότητας, δεδομένου ότι όλες οι υπόλοιπες κρίσεις, φερεγγυότητας, επιτοκίου, αγοράς καταλήγουν στην κρίση ρευστότητας. Όλοι γνωρίζουμε ότι η ρευστότητα για τα τραπεζικά ιδρύματα είναι όπως το οξυγόνο για τον άνθρωπο. Το τι οδηγεί στην τελική φάση της κρίσης ρευστότητας είναι το θέμα που έχει σημασία να διερευνηθεί.
ΤΟ 2008 κατέρρευσε η τέταρτη τράπεζα της χώρας, σήμερα η 16η. Το 2008 βρέθηκαν εμπλεκόμενες όλες οι μεγάλες τράπεζες. Τώρα εμπλέκονται οι περιφερειακές. Ακριβώς όλες εκείνες που δεν υφίστανται τον σκληρό έλεγχο που επιφυλάσσεται στις λεγόμενες συστημικές από τις αρμόδιες αρχές. Σε αυτό συνέβαλε η απόφαση του προέδρου Τραμπ να πενταπλασιάσει το όριο της αξίας του ενεργητικού, από 50 δισ. δολάρια σε 250 δισ. δολάρια, πάνω από το οποίο μία τράπεζα θεωρείται συστημική και επομένως καλύτερα ελεγχόμενη. Παράλληλα ο μη χαρακτηρισμός της ως συστημική απαγόρευσε στην Silicon Valley Bank να προσφύγει στη ρευστότητα της Ομοσπονδιακή τράπεζα (FED) προκειμένου να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις των καταθετών της. Εξαναγκάστηκε να προχώρησε σε πώληση ομολόγων ύψους 21 δισ. δολαρίων του αμερικανικού δημοσίου με αποτέλεσμα να υποστεί ζημιές ύψους 1,8 δισ. δολαρίων λόγω της εν τω μεταξύ αύξησης των επιτοκίων από την FED και της μείωσης της τρέχουσας αξίας τους. Η ανάγκη να αναπληρώσει τις απώλειες με έξοδο στις αγορές και αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου κατά 2 δισ. δολάρια δεν καρποφόρησε με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στο γνωστό αδιέξοδο. Σημειώνω στο σημείο αυτό, ότι η Fed θα αρχίσει να δανείζει τις τράπεζες έναντι ορισμένων επενδύσεων που κατέχουν, αλλά με βάση την ονομαστική αξία των τίτλων και όχι τις τιμές αγοράς τους. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες που πρέπει να αντλήσουν μετρητά δεν θα χρειαστεί να πωλήσουν ομόλογα ή τίτλους με κρατική εγγύηση έχοντας ζημία, όπως έκανε η SVB, εφόσον βρίσκονται σε μια λογική κατάσταση.
Η αιχμή του δόρατος της δυτικής οικονομίας, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά ευάλωτο και τρομερά επικίνδυνο για το σύνολο της ανθρωπότητας
Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ομοιότητα μεταξύ των δύο περιπτώσεων είναι ότι προκάλεσαν και οι δύο πανικό στις τραπεζικές αγορές, διαχύοντας το φόβο μεταξύ των καταθετών και των επενδυτών με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη των μετοχών σε σειρά από τραπεζικά ιδρύματα και τη δραστική μείωση των τιμών τους. Μάλιστα αυτό συνέβη κατά κόρον σε τραπεζικά ιδρύματα που είχαν εγνωσμένα προβλήματα όπως η Credit Suisse. Η κατάρρευση της συγκεκριμένης τράπεζας και η ζήτηση βοήθειας από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, κυριολεκτικά μέχρι αυτή τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο, έχει ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, πολλαπλασιάζοντας τους φόβους για μια επικείμενη νέα κρίση του τραπεζικού τομέα. Σίγουρα τα πράγματα έχουν δυσκολέψει και η αρχική «χαρωπή» αισιοδοξία ότι η κατάρρευση της Silicon Valley Bank αποτελεί ένα περιφερειακό πρόβλημα των ΗΠΑ φαίνεται ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
ΈΝΑΣ ΦΟΒΟΣ απλώνεται πάνω από τον πλανήτη. Η ταλάντωση του εκκρεμούς κινήθηκε γρήγορα πως τη μεριά του φόβου εγκαταλείποντας προσωρινά εκείνη της απληστίας. Η αιχμή του δόρατος της δυτικής οικονομίας, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά ευάλωτο και τρομερά επικίνδυνο για το σύνολο της ανθρωπότητας. Η εγγενής του απληστία, βασιζόμενη στο «πλασματικό» μέσο που διαχειρίζεται, το χρήμα, για λίγο καιρό σταματά αφού έχει δημιουργήσει καταστροφές και μετά ξαναρχίζει την πορεία του με μεγαλύτερη επιτάχυνση. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις που έχει δημιουργήσει στη προσπάθειά του να επιμηκύνει με κάθε τρόπο τη ζωή σε ένα σύστημα που έχει γεράσει –για να θυμηθούμε και τον Σαμίρ Αμίν–, δημιουργεί συνεχώς κόστη και θύματα σωρεύοντας πλούτη σε ελάχιστο ποσοστό της ανθρωπότητας.
Η ΑΠΟΨΗ ότι το ευρωπαϊκό σύστημα είναι ασφαλές είναι μια άποψη που κανείς δεν μπορεί να το υποστηρίξει με ασφάλεια. Και τα δικά τους κεφάλαια είναι επενδυμένα σε ομόλογα των οποίων οι τιμές έχουν μειωθεί. Μια μεγάλη φυγή καταθέσεων θα δημιουργήσει κι εδώ τα ίδια προβλήματα με εκείνα που παρατηρούμε στις ΗΠΑ. Ήδη η κατάρρευση της Credit Suisse το δείχνει με σαφήνεια. Ομιλούμε για μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες: με σύνολο ενεργητικού 755,8 δισεκατομμύρια CHF (2021), με 50.110 εργαζόμενους, με έσοδα 1,492 τρισεκατομμύρια CHF (2022) και με στοιχεία ενεργητικού υπό διαχείριση: 1,512 τρισεκατομμύρια CHF (2020). Κανείς δεν ξέρει πως θα εξελιχθεί το παγκόσμιο τραπεζικό σκηνικό και κατά συνέπεια και η παγκόσμια οικονομία αλλά κυρίως οι ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.