«Αν η στρατηγική της “αμοιβής για τη νοικοκυρά” δεν προσφέρει και πολλά σε μια μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα της γυναικείας καταπίεσης, ούτε και με τη βαθιά δυσαρέσκεια της σύγχρονης νοικοκυράς ασχολείται ουσιαστικά. Πρόσφατες κοινωνιολογικές μελέτες έχουν αποκαλύψει ότι οι νοικοκυρές είναι σήμερα πιο απογοητευμένες απ’ τη ζωή τους απ’ ότι ήταν οποτεδήποτε άλλοτε. Όταν η Αν Οκλεϊ πήρε συνεντεύξεις για το βιβλίο της Η κοινωνιολογία του νοικοκυριού, ανακάλυψε ότι ακόμα και οι νοικοκυρές που αρχικά έμοιαζαν να μην ενοχλούνται από τις δουλειές του σπιτιού, τελικά έδειξαν μια πολύ βαθιά δυσαρέσκεια. Τα σχόλια που ακολουθούν προέρχονται από μια γυναίκα που δούλευε έξω απ’ το σπίτι σ’ ένα εργοστάσιο:
(Σας αρέσουν οι δουλειές του σπιτιού;) Δεν με πειράζουν… Υποθέτω ότι οι δουλειές του σπιτιού δεν με πειράζουν επειδή δεν ασχολούμαι μ’ αυτές όλη τη μέρα. Πάω στη δουλειά μου και ασχολούμαι με το νοικοκυριό μόνο τη μισή μέρα. Αν έκανα αυτές τις δουλειές όλη μέρα δεν θα μου άρεσε, οι δουλειές αυτές δεν τελειώνουν ποτέ, βρίσκεσαι διαρκώς στο πόδι, ακόμα και πριν να πέσεις για ύπνο υπάρχει κάτι που πρέπει να κάνεις, ν’ αδειάσεις τα τασάκια, να ξεπλύνεις μερικά φλιτζάνια. Εξακολουθείς να δουλεύεις. Και αυτό γίνεται κάθε μέρα. Δεν μπορείς να πεις, ας πούμε, “δεν το κάνω”, γιατί είσαι υποχρεωμένη να το κάνεις, ας πούμε το φαγητό: πρέπει να γίνει, γιατί, αν δεν το κάνεις, τα παιδιά δεν θα φάνε… Υποθέτω ότι στο τέλος σου γίνεται συνήθεια και το κάνεις αυτόματα… Είμαι πιο ευτυχισμένη στη δουλειά απ’ ότι είμαι στο σπίτι.
Η κατάργηση του νοικοκυριού σαν ιδιαίτερης ευθύνης της κάθε γυναίκας είναι σαφώς ένας στρατηγικός στόχος για τη γυναικεία απελευθέρωση. Αλλά η κοινωνικοποίηση του νοικοκυριού –συμπεριλαμβανομένης της ετοιμασίας του φαγητού και της φροντίδας των παιδιών– προϋποθέτει ένα τέλος της βασιλείας του κερδοσκοπισμού πάνω στην οικονομία
(Ποια θα λέγατε ότι είναι τα χειρότερα πράγματα για μια γυναίκα που ασχολείται με τα οικιακά;) Υποθέτω ότι είναι αυτές οι μέρες που νιώθεις ότι θα σηκωθείς και θα πρέπει να κάνεις πάλι τα ίδια πράγματα. Πλήττεις, είσαι προσκολλημένη στα ίδια και τα ίδια. Νομίζω πως οποιαδήποτε νοικοκυρά κι αν ρωτήσεις, αν είναι ειλικρινής θα σου πει ότι τις πιο πολλές φορές αισθάνεται σαν είλωτας. Όλες, το πρωί που σηκώνονται σκέπτονται: “για το θεό, τα ίδια πράγματα θα κάνω πάλι σήμερα μέχρι το βράδυ που θα κοιμηθώ”. Κάνεις συνεχώς τα ίδια πράγματα: πλήξη.
Μήπως ο μισθός θα λιγόστευε αυτή την ανία; Αυτή η γυναίκα σίγουρα θα απαντούσε όχι.
Η Οκλεϊ έφτασε στο συμπέρασμα πως οι δουλειές του σπιτιού –ιδιαίτερα όταν αποτελούν τη μόνη απασχόληση– εισχωρούν στη γυναικεία προσωπικότητα τόσο ολοκληρωτικά ώστε η νοικοκυρά να γίνεται αξεχώριστη από τη δουλειά της.
Η νοικοκυρά, κατά κάποιο τρόπο, είναι η δουλειά της: έτσι, ο διαχωρισμός ανάμεσα στο υποκειμενικό και το αντικειμενικό στοιχείο στην περίπτωση αυτή είναι ουσιαστικά δυσκολότερος.
Η ψυχολογική συνέπεια είναι συχνά μια τραγικά υπανάπτυκτη προσωπικότητα, κατατρεχόμενη από αισθήματα κατωτερότητας. Η ψυχολογική απελευθέρωση δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί απλά και μόνο με το να παίρνει η νοικοκυρά ένα μισθό.
Άλλες κοινωνιολογικές μελέτες έχουν πιστοποιήσει την έντονη απογοήτευση από την οποία υποφέρουν οι σύγχρονες νοικοκυρές. Όταν η Μάιρα Φέρι πήρε συνέντευξη από πάνω από εκατό γυναίκες σε μια εργατική κοινότητα κοντά στη Βοστώνη, “ήταν σχεδόν διπλάσιες οι νοικοκυρές από τις εργαζόμενες συζύγους που είπαν ότι ήταν απογοητευμένες απ’ τη ζωή τους”. Είναι περιττό να πούμε ότι οι περισσότερες απ’ τις εργαζόμενες γυναίκες δεν είχαν και τόσο ικανοποιητικές δουλειές: ήταν σερβιτόρες, εργάτριες εργοστασίου, δακτυλογράφοι, υπάλληλοι σε σουπερμάρκετ και σε μεγάλα καταστήματα, κλπ. Ωστόσο η δυνατότητα που τους δινόταν να φεύγουν από την απομόνωση του σπιτιού τους, “να βγαίνουν έξω και να βλέπουν άλλους ανθρώπους”, είχε γι’ αυτές τόση σημασία όση και τα χρήματα που κέρδιζαν. Μήπως οι νοικοκυρές που αισθάνονταν ότι “κόντευαν να τρελαθούν μένοντας μέσα στο σπίτι” θα καλωσόριζαν την ιδέα ότι θα πληρώνονταν γι’ αυτό που τις τρελαίνει; Μια γυναίκα παραπονέθηκε ότι “το να μένει στο σπίτι όλη μέρα ισοδυναμούσε με φυλάκιση”. Τάχα ο μισθός θα γκρέμιζε τους τοίχους της φυλακής της; Ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος διαφυγής απ’ αυτή τη φυλακή είναι η αναζήτηση δουλειάς έξω απ’ το σπίτι.
Εκείνο που χρειάζεται, βέβαια, είναι να αναλάβουν νέοι κοινωνικοί θεσμοί την εκτέλεση ενός μεγάλου μέρους από τα παλιά καθήκοντα της νοικοκυράς. Αυτό είναι μια ανάγκη που πηγάζει από τις όλο και περισσότερο διογκούμενες τάξεις των εργαζόμενων γυναικών. Το αίτημα για ανοιχτούς σε όλους και επιδοτούμενους παιδικούς σταθμούς είναι άμεση συνέπεια του αυξανόμενου αριθμού των εργαζόμενων μητέρων. Και καθώς όλο και περισσότερες γυναίκες προβάλλουν οργανωμένα το αίτημα για περισσότερες δουλειές –για δουλειές πάνω στη βάση της πλήρους ισοτιμίας με τους άντρες– όλο και πιο σοβαρά θα εγείρεται το ερώτημα της μελλοντικής βιωσιμότητας των οικιακών καθηκόντων της γυναίκας. Μπορεί να είναι αλήθεια ότι “η υποδούλωση σε έναν ιμάντα συναρμολόγησης” δεν είναι από μόνη της “απελευθέρωση από το νεροχύτη”, αλλά, αναμφισβήτητα, ο ιμάντας συναρμολόγησης δίνει στις γυναίκες το πιο ισχυρό κίνητρο να απαιτήσουν την εξάλειψη της παμπάλαιης σκλαβιάς τους μέσα στο σπίτι.
Η κατάργηση του νοικοκυριού σαν ιδιαίτερης ευθύνης της κάθε γυναίκας είναι σαφώς ένας στρατηγικός στόχος για τη γυναικεία απελευθέρωση. Αλλά η κοινωνικοποίηση του νοικοκυριού –συμπεριλαμβανομένης της ετοιμασίας του φαγητού και της φροντίδας των παιδιών– προϋποθέτει ένα τέλος της βασιλείας του κερδοσκοπισμού πάνω στην οικονομία. Τα μόνα σημαντικά βήματα προς έναν τερματισμό της σκλαβιάς του νοικοκυριού έχουν πράγματι γίνει στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ως εκ τούτου, οι εργαζόμενες γυναίκες έχουν ένα ιδιαίτερο και ζωτικό ενδιαφέρον στον αγώνα για το σοσιαλισμό. Επιπλέον, κάτω απ’ τον καπιταλισμό, ο αγώνας για δουλειές σε βάση ισότητας με τους άντρες, συνδυασμένος με κινητοποιήσεις για θεσμούς όπως οι επιδοτούμενοι δημόσιοι παιδικοί σταθμοί, περιέχουν μια εκρηκτική επαναστατική δυνατότητα. Αυτή η στρατηγική θέτει υπό αμφισβήτηση το κύρος του μονοπωλιακού καπιταλισμού και πρέπει να έχει απώτερο στόχο προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού.»