Η Αριστερά έκανε μια σταθερή και συνεχή αντιπολίτευση, επί δεκαετίες, χωρίς, όμως, να μπαίνει στα βαθιά. Γι’ αυτό, ίσως, δεν είχε προβλέψει την κρίση που ερχόταν. Παρ’ όλο που διανοητές σαν τη Ναόμι Κλάιν είχαν έγκαιρα δώσει καινούργια εργαλεία σκέψης, αλλά και γιατί τα στοιχεία μιλούσαν. Ίσως και να φώναζαν ότι οδηγούμαστε σε γκρεμό, αλλά εάν δεν έχεις εξασκήσει τα αφτιά σου για να ακούς, ακόμα και τα μπουμπουνητά μπορεί να σου φαίνονται κροτίδες. Όλοι οι βουλευτές και όλοι οι οικονομολόγοι ήξεραν ή όφειλαν να ξέρουν ότι η Ελλάδα, ιδίως την τελευταία προ της κρίσης δεκαετία, δανειζόταν ασύστολα. Είναι υποχρέωσή τους να ξέρουν. Σε κάθε προϋπολογισμό, το χρέος δηλωνόταν. Κανένας, όμως, πέρα από τις συνηθισμένες -και γι’ αυτό άσφαιρες- επισημάνσεις ρουτίνας, δεν έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου με χέρια και με πόδια, δεν ξεφώνιζε, δεν τράβαγε τα μαλλιά του για να προσέξουμε ότι έρχεται τσουνάμι όχι από κάποια υπόγεια και αθέατη κίνηση των τεκτονικών πλακών, αλλά από την υπέρμετρη αύξηση του εξωτερικού χρέους του κράτους που ούτε υπόγεια ούτε αθέατη ήταν και με μαθηματική ακρίβεια θα μας καθιστούσε αιχμαλώτους στα νύχια των τοκογλύφων. Εάν οι δεξιοί πολιτικοί και οικονομολόγοι είχαν συμφέρον από την αποσιώπηση, οι αριστεροί πολιτικοί και οικονομολόγοι έβλεπαν το δέντρο, αλλά δεν έβλεπαν το δάσος. Έτσι, πέσαμε κι εμείς από τα σύννεφα, όπως λέει ο κάθε πολίτης που ερωτάται από τους ρεπόρτερ για κάτι αποκρουστικό που συνέβαινε δίπλα του χωρίς να το έχει αντιληφθεί.
Αυτό σημαίνει ότι δεν είχαμε καλούς βουλευτές και καλούς οικονομολόγους; Σίγουρα σημαίνει ότι δεν είχαμε αντιληπτική επάρκεια. Ότι δεν είχαμε μία άλλη θέαση των πραγμάτων. Ότι αδυνατούσαμε να βγάλουμε το σωστό συμπέρασμα από το υλικό που είχαμε στη διάθεσή μας. Ότι υποτιμούσαμε τα ζητήματα που ανέκυπταν. Ότι επικεντρώναμε την προσοχή μας σε ορισμένα θέματα και μας διέφευγαν άλλα πιο σημαντικά. Ότι δεν εξελισσόμασταν. Ότι ακολουθούσαμε και σχολιάζαμε την ατζέντα όπως την καθόριζαν οι αντίπαλοί μας. Ότι, ότι, ότι…
Και, βέβαια, υπάρχουν ελαφρυντικά. Εδώ, ούτε οι Αμερικάνοι μπόρεσαν να προβλέψουν την κρίση που τους έκανε άνω-κάτω συμπαρασύροντας τον κόσμο ολόκληρο, με τη στεγαστική φούσκα, την κατάρρευση κολοσσών όπως η Lehman Brothers, η AIG και η Enron. Ούτε οι Ευρωπαίοι, δεξιοί και αριστεροί, την παρατεταμένη κρίση που μαστίζει μικρές και μεγάλες οικονομίες, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Ισλανδία, Ουγγαρία, Βουλγαρία, Λετονία κ.λπ., και κρατάει τη Γαλλία και τη Γερμανία στα ίσια με σιδηρά πειθαρχία και δεκαετή μισθολογική καθήλωση των εργαζομένων. Αλλά υπάρχουν και αντεπιχειρήματα στα πάσης φύσεως δικαιολογητικά και ελαφρυντικά. Όπως, για παράδειγμα, η κριτική ότι οι αριστεροί πολιτικοί και οικονομολόγοι από θέση οφείλουν να βλέπουν και να αξιολογούν τα οικονομικά στοιχεία με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τους καπιταλιστές και δη τους νεοφιλελεύθερους που επιρρίπτουν τα βάρη των πολιτικών τους στις πλάτες των εργαζομένων, κερδίζοντας, οι ολιγάρχες, ακόμα κι από τις συνέπειες της κρίσης που οι ίδιοι έχουν προκαλέσει.
Κι αυτή δεν είναι μόνο μια εκτίμηση που προκύπτει από την αδυναμία πρόβλεψης της καταστροφής. Είναι κι ένας φόβος που είναι διάχυτος στο κοινωνικό σώμα για τις δυνατότητες των πολιτικών και οικονομολόγων της Αριστεράς να προσεγγίσουν τα ζητήματα με μία διαφορετική από την πεπατημένη αντίληψη, και να επεξεργαστούν και να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση και ανασυγκρότησης που θα έχει περισσότερη πνοή και λιγότερα μπαλώματα.
Ένας φόβος που ενισχύεται, αντί να μετριάζεται, από δηλώσεις αποσπασματικές και αλληλοσυγκρουόμενες που δείχνουν προχειρότητα και αυτοσχεδιασμό. Που αποκαλύπτουν ασυνεννοησία και προσωπικές πολιτικές. Ένας φόβος που δεν διακατέχει μόνο τους απλούς ψηφοφόρους που κοιτούν προς την Αριστερά διστακτικά και επιφυλακτικά, που θέλουν να μας αγαπήσουν και να μας πιστέψουν, αλλά δεν τους αφήνουμε. Βασανίζει και απογοητεύει τους δραστήριους αριστερούς που τρομάζουν από τις δυσλειτουργίες, την εσωστρέφεια και τους αναχρονισμούς που σέρνει μαζί της η Αριστερά.
Η κοινωνία έχει ανάγκη από λύσεις, άμεσες. Δεν θέλει ούτε τις υπεκφυγές του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με μαξιμαλιστικούς στόχους του τύπου «η επανάσταση και ο σοσιαλισμός είναι η μόνη λύση», ούτε τους εξωραϊσμούς του Μνημονίου από τη ΔΗΜΑΡ. Η κοινωνία δεν περιμένει θαύματα, θέλει, όμως, ένα, δύο, τρία πράγματα ρεαλιστικά και ξεκάθαρα. Οι ασάφειες, οι ατάκτως ερριμμένες απόψεις και οι αστοχίες κλονίζουν την ελπίδα και την επιλογή του πολίτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει κατεπειγόντως να κάνει και να παρουσιάζει δουλειά με όλο και μεγαλύτερο βάθος. Και με συνοχή. Κάλιο λίγα και καλά. Μπορεί να είμαστε καλύτεροι απ’ ό,τι φαινόμαστε, αλλά πρέπει να το αποδείξουμε. Η καθημερινή ενασχόληση των στελεχών με την τηλεόραση και ο διαρκής εσωτερικός διαγκωνισμός των τάσεων και των προσώπων, κρατούν τον ΣΥΡΙΖΑ στα ρηχά, απογοητεύουν τους ελπίζοντες σ’ αυτόν και απομακρύνουν τις πιθανότητες επιτυχούς ανασυγκρότησης της Αριστεράς και διάσωσης της χώρας ολόκληρης. Ας αφήσουμε, επιτέλους, τα σαξόφωνα κι ας πιάσουμε τον ταύρο από τα κέρατα.
Συγχυσμένος,
Γκαούρ