Μεγάλη τράπεζα, δεν έχει σημασία ποια, θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε απ’ αυτές που έχουμε επανακεφαλαιοποιήσει τρεις φορές με το αιματάκι μας,

μεγάλη τράπεζα λοιπόν, εν προκειμένω η «Πειραιώς», διαφημίζεται κάνοντας εκστρατεία υπέρ της ισότητας των φύλων (και των άλλων γενών) στην εργασία (υποθέτω και στη ζωή εν γένει). Προς τούτο εκστρατεύει κατά των άρθρων. Κυρίως εναντίον του άρθρου «ο»! Μη λέμε δηλαδή «ο μηχανικός», «ο γιατρός», αλλά να λέμε «ο/η μηχανικός», πιθανόν και «το μηχανικό(ς)», προκειμένου η χρήση των άρθρων και των γενών να μην επιβεβαιώνει τα πατριαρχικά στερεότυπα.

Θα ήταν υστερικά κωμικό, αν δεν ήταν ακόμη πιο κωμικό, διότι η τράπεζα κάνει αυτήν την εκστρατεία και αγγλιστί! Μιξοαγγλιστί. Μιξοελληνιστί. Ένα μείγμα με τρισβάρβαρο αποτέλεσμα. Μια Βαβέλ.

Που όμως ακούγεται. Από κάποιους ίσως κι ευχάριστα. Όπως και σε μια άλλη διαφήμιση, όπου μια γυναίκα κάτι παθαίνει και σκούζει σπαρακτικά (αλλά με έναν εύθυμο τόνο) no mooore! no mooore!

………………

Τέτοια κι άλλα σαν αυτά κυριαρχούν στις διαφημίσεις αλλά και στην καθημερινή γλώσσα, αποδεικνύοντας ότι τα γκρήκλις (δεν ξέρω ούτε πώς να το γράψω) ήταν απλώς ένα «αθώο» πρελούδιο ενός Αρμαγεδδώνα «ρύθμισης της γλώσσας».

Η ρύθμιση της γλώσσας την καθιστά εργαλείο επιβολής της κυρίαρχης ιδεολογίας, όχι μόνον κατά τις έννοιες ή την ορολογία, αλλά για τη μετατροπή, τη δομική μετατροπή των πολιτών σε νομάδες ή κολλίγους

μέσα σε ένα επικίνδυνο χάος, όμως πιασάρικο.

Είναι αξιοπρόσεκτο ότι μόνον η ποίηση αντιστέκεται στη γλώσσα του Μεγάλου Αδελφού, ούτε η πολιτική, ούτε οι άλλες τέχνες, ούτε ο δημόσιος λόγος, ούτε οι επιστήμες κατά τη δημόσια χρήση τους.

………..

Το πρόβλημα δεν αναδεικνύει κάποιον γλωσσαμυντορισμό, ούτε αφορά μόνον στην ιδιότητα (και ικανότητα) της γλώσσας να διδάσκει τις έννοιες, αλλά σηματοδοτεί κάτι πολύ βαθύτερο – γνωστό από την εποχή του Θουκυδίδη. Ότι δηλαδή η ασυνεννοησία οδηγεί και δημιουργεί περίκλειστους ανθρώπους, μονοσήμαντους, «ιδιώτες», ανίκανους (ή αδιάφορους) να αντιληφθούν τι συμβαίνει στην κοινότητά τους, στην κοινωνία, ανθρώπους χωρίς ταυτότητα, εθνική, ταξική, πολιτική, πολιτισμική.

*** 

Σε μια εποχή που οι κυρίαρχες ελίτ, ανακαλούν τις ταυτότητες (που ταυτοχρόνως στρεβλώνουν) για να διαμορφώσουν τη γεωπολιτική, η Αριστερά, τα κινήματα, οι απλοί πολίτες έχουν εθιστεί στην αυτολογοκρισία περί τις ταυτότητές τους. Με έναν λόγο η λογοκρισία εξ ύψους γίνεται αυτολογοκρισία στη βάση. Με αποτέλεσμα το «γνώθι σαυτόν», και στην προσωπική και στην κοινωνική του διάσταση, να πηγαίνει περίπατο σκούζοντας «no moooreno mooore» ή «βρήκα τυρί σε προσφορά, κουφάλες!»

Κι έτσι ο βίος των πολλών γίνεται η χαρά του λέχριου (του λεχρίτη, στα αρχαία ελληνικά), που τροφοδοτώντας το ασήμαντο «εγώ» του καθενός δημιουργεί τη μάζα των ειλώτων που χρειάζεται ως χρηματομηχανές ή κρέας για τα κανόνια.

……………

Όταν λοιπόν στα σχολεία τα παιδιά μαθαίνουν (;) τη γλώσσα (και) από διαφημιστικά κείμενα ή συνταγές μαγειρικής (με ευθύνη και των «αριστερών» εκπαιδευτικών) έχουμε το πρόπλασμα της τραπ, την κυριαρχία της επιδοτούμενης τέχνης, την ταξική αφασία και την πολιτική χειραγώγηση που φθάνει να σε κάνει ακόμα και οπαδό των φόνων στην Παλαιστίνη ή αλλού.

Πλην όμως, η εξίσωση των γυναικών με τους άνδρες… επιτυγχάνεται με τον πόλεμο των άρθρων και των καταλήξεων, μάλιστα μέσα σε ένα πέλαγος μιξοαγγλικών ψιλοσουαχίλι.

ΣΤΑΘΗΣ Σ.
1•XI•2023

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!