Του Γιώργου Θεοδωρόπουλου.

Ορεινή Αρκαδία. Υψόμετρο πάνω από τα 1000μ. Ο Κολοκοτρώνης παντού, στα αγάλματα και βαθιά στην καρδιά των «νεαρών» 80άρηδων, που απόμειναν να κοιτάνε τα έλατα του Μαίναλου.

Πέτρινα σπίτια όρθια, πέτρινα ερείπια, πέτρινες ψυχές. Χωριά που στα παιδικά μου χρόνια ήταν γεμάτα ζωή με θέρους και τρύγους, απόμειναν με χορταριασμένα και ξεπλάκωτα αλώνια. Πουθενά δεν ακούς γκάρισμα γαϊδάρου ή λάλημα πετεινού. Τα σχολεία έκλεισαν από τη δεκαετία του ’80 και έγιναν «πολιτιστικά κέντρα».
Παπάς μια φορά το μήνα και στις κηδείες. Γάμοι γίνονται σπάνια, εδώ και δεκαετίες. Είμαι κοντά 50 χρόνων και στο χωριό μου δεν είδα γάμο. Μόνο τώρα τελευταία μαθαίνω ότι κάτι νεόπλουτοι Αθηναίοι κάνουν «εναλλακτικούς» γάμους με υπαίθρια catering στην πλατεία. Σύλλογοι «των εν Αθήναις…» διοργανώνουν εκδηλώσεις τον Αύγουστο για να νεκραναστήσουν το χωριό και για να παραγοντίσουν κάποιοι.
Παιδικοί ποδοσφαιρικοί αγώνες στήνονται με τις ομάδες των διπλανών χωριών, μόνο που τα χωριά εδώ και χρόνια δεν έχουν παιδιά! Το προαύλιο του σχολείου έγινε γκαράζ, για τους επισκέπτες του Πάσχα και του Δεκαπενταύγουστου. Κάτοικοι, από Σεπτέμβρη, 10 έως 50. Συγκοινωνία μια φορά τη βδομάδα, αγροτικός γιατρός δύο φορές για να «γράφει τα φάρμακα». Κάποτε η πλατεία είχε τέσσερα οινοπαντοπωλεία. Τώρα μόνο ένα, με πελάτες από το Σεπτέμβρη πάντα τους ίδιους τρεις έως πέντε «νεαρούς» ογδοντάρηδες, να παίζουν δηλωτή με έπαθλο «πορτοκαλάδα στα τέσσερα», σε κρασοπότηρο. Πού και πού περνάει και κανένας αργόσχολος δασοφύλακας ή και ο ταχυδρόμος, για να φέρει τη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ και τις αγροτικές συντάξεις. Ο τόπος γέμισε αγριογούρουνα και αδέσποτα σκυλιά, που τα παρατάνε οι απανταχού κυνηγοί που εξορμούν από Σεπτέμβρη. Γερακίσια μάτια γιαγιάδων και παππούδων, των γονιών μας, ατενίζουν με απροσδιόριστο βλέμμα τους όγκους του Μαίναλου και δεν ξέρεις αν συλλογιούνται το παρελθόν ή προβληματίζονται για το χειμώνα που έρχεται και θα μείνουν ηρωικά μόνοι μέχρι να ξαναπάμε εμείς το Πάσχα.
– Τι θα γίνει πατέρα με τον «Καλλικράτη»;
– Δεν τον ξέρω παιδί μου. Δεν πρέπει να είναι απ’ τα δικά μας χωριά.
Προσπαθώ να του εξηγήσω, ενώ στην ανοιχτή τηλεόραση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναλύει το «σχέδιο ανάπτυξης». Ανοίγει και τις δύο παλάμες του, τις απανωτίζει και «χαιρετάει» την τηλεόραση! Βγάζει την οργή που κρυβόταν πιο πριν μέσα στο γερακίσιο βλέμμα που ατένιζε την κορυφή του Μαίναλου. «Μούτζω τους! Γαμώ τη φάρα τους.» Ήταν μια μούτζα που χρόνια είχα να τη δω.
– Και άμα ο «Καλλικράτης» μας ενώσει με την Τρίπολη, θα πληρώνουμε δημοτικά τέλη σαν τους Τριπολιτσιώτες; Πόσες φορές τη βδομάδα θα έρχεται το λεωφορείο; Θα καταργήσουν το αγροτικό ιατρείο;

Τα ορεινά χωριά της Αρκαδίας –όπως και όλης της πατρίδας μας– σε λίγο θα ερημώσουν τελείως, όταν οι «νεαροί» ογδοντάρηδες μας φύγουν. Οι πατημασιές, όμως, του Κολοκοτρώνη και του Βελουχιώτη είναι ανεξίτηλες σε κάθε πέτρα και λιθάρι. Σε κάθε μονοπάτι. Στα ίδια βαθύσκιωτα έλατα που ξεκουράστηκαν οι σύντροφοί τους, στις ίδιες πατημασιές, πάτησαν οι γονείς μας και εμείς. Δεν ερχόμαστε λοιπόν απ’ το πουθενά. Στην ύπαιθρο της πατρίδας μας, έχουν γραφτεί ηρωικές και τραγικές στιγμές της ιστορίας μας. Κανένα σχέδιο «Καλλικράτης» και κανένα μνημόνιο των Τροϊκανών, δεν θα τα καταφέρουν, αν συναντηθούν οι μούτζες μας και η αποφασιστικότητα του μεγάλου Κλέφτη. «…Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους…». Αυτό ας γίνει το σύνθημά μας!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!