Η Μέρκελ στις ΗΠΑ, όταν τα θαύματα για τη Δύση έχουν τελειώσει.
Στο φόντο του πιο φονικού βομβαρδισμού της Τρίπολης στη Λιβύη, η επίσκεψη της Α. Μέρκελ στις ΗΠΑ (6-7/6), μαζί με όλο το βαρύ πυροβολικό της γερμανικής κυβέρνησης, οι φιλοφρονήσεις, οι έπαινοι και το μετάλλιο της ελευθερίας που της απένειμε ο Μπ. Ομπάμα -ανώτατη κρατική διάκριση για πολίτες- προβάλλουν ακόμη πιο απεχθή και εμετικά. Την Τρίτη το βράδυ προς Τετάρτη πρωί, το 1,7 εκατομμύριο κατοίκων της Τρίπολης δέχθηκε 62 κύματα αεροπορικών βομβαρδισμών: 31 νεκροί, σχολεία, σπίτια και νοσοκομεία ερείπια. Και στην Ουάσιγκτον διαπραγματεύονταν τη μοιρασιά της λείας.
Περίσσεψαν οι κολακείες του Ομπάμα προς τη Μέρκελ και οι έπαινοι που μια πρώην Ανατολικογερμανίδα αναρριχήθηκε στη θέση του ισχυρότερου προσώπου στην Ευρώπη και σε μία από τις ισχυρότερες θέσεις στον κόσμο. Όπως πολύ σωστά επισημαίνουν οι γερμανικές εφημερίδες οι έπαινοι δεν λέγονταν στο βρόντο, αλλά με την προσδοκία ορισμένων ανταλλαγμάτων, ενώ έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τη χαμηλότατη δημοφιλία της κ. Μέρκελ στην πατρίδα της.
Στο τραπέζι τέθηκαν τα πιεστικά προβλήματα που απασχολούν τις ΗΠΑ και στα οποία θα ήθελαν να ευθυγραμμιστεί η γερμανική πολιτική ηγεσία με τις αμερικανικές προτεραιότητες. Πρώτα απ’ όλα, το ενδιαφέρον του Αμερικανού προέδρου ήταν στραμμένο στην οικονομία, σε μια περίοδο που τα στοιχεία για την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας δεν είναι καθόλου ευοίωνα. Η προστασία του διεθνούς τραπεζικού συστήματος είναι αυτό που απασχολεί τον κ. Ομπάμα. «Ενώ η κρίση χρέους της Ελλάδας αποτελεί πρώτιστη ανησυχία, απειλεί επίσης να αποσταθεροποιήσει την εύθραυστη αμερικανική οικονομία και η γερμανική “ηγεσία” στην επίλυση των προβλημάτων είναι ουσιώδης», ανέφερε ο Ομπάμα (Spiegel online 6/6). Το δεύτερο, η σταθεροποίηση του προγεφυρώματος που αποκτούν οι δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στη Λιβύη, μέσα στην καρδιά της αραβικής εξέγερσης και ο ρόλος που επιθυμούν να παίξει η Δύση για την ενσωμάτωση του αραβικού κόσμου στη «μεταδεσποτική» εποχή. Οι πιέσεις από τον Ρ. Γκέιτς, υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, και τον Ράσμουνσεν, γ.γ. του ΝΑΤΟ, για συμμετοχή και άλλων χωρών (Γερμανίας, Ισπανίας, Τουρκίας) του επιθετικού οργανισμού στους βομβαρδισμούς συμβαδίζουν με το δέλεαρ της συμμετοχής στην «ανοικοδόμηση» κατά τη «μετά-Καντάφι εποχή» και με τις παραινέσεις να συμβάλει η οικονομικά ισχυρή Γερμανία, με το αζημίωτο, κυρίως στην Αίγυπτο, η οποία ενδιαφέρει κυρίως τους Αμερικανούς, αλλά και στη Μέση Ανατολή και στο Αφγανιστάν, όπου η απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων δεν φαίνεται να έχει ορατό τέλος, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις και τα χρονοδιαγράμματα.
Ωστόσο, οι προοπτικές συμφωνίας μεταξύ αμερικανικής και γερμανικής πολιτικής ηγεσίας, επί όλων αυτών των θεμάτων, δεν είναι και τόσο ευοίωνες, παρά τις αμοιβαίες φιλοφρονήσεις και εναγκαλισμούς. «Απόκλιση συμφερόντων» διαπιστώνει η γερμανική Die Tageszeitung, με αφορμή την επίσκεψη Μέρκελ στις ΗΠΑ. Οι σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας δεν είναι οι ίδιες, όπως στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό έγινε εμφανές στην περίπτωση της Λιβύης , όπου η Γερμανία συντάχθηκε εν πολλοίς με τη Ρωσία, κρατώντας αποστάσεις από το ΝΑΤΟ, αλλά και στην «ελληνική κρίση χρέους όπου η αναδιάρθρωση με συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών (που υποστηρίζει η Γερμανία) απειλεί τις αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες». Επίσης, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι τα συμφέροντα των γερμανικών ελίτ συμπίπτουν με τις θελήσεις των Αμερικανών που θέλουν να παίξει η Γερμανία το ρόλο του χρηματοδότη στον αραβικό κόσμο, να σταθεροποιήσει το ευρώ και να αναλάβει βαρύ πολιτικό φορτίο στη Μέση Ανατολή (Handelsblatt).
«Η διατλαντική σχέση έχει χάσει τον συναισθηματικό πυρήνα της», γράφει η International Herald Tribune (6/6). Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ο «συναισθηματικός πυρήνας» ήταν ο αντικομμουνισμός και οι κρατικά θεσπισμένες ως εχθροί χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Ελλείψει αυτής της κοινής βάσης, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν ενδιαφέρεται πολύ για την Ευρώπη παρά μόνο για τις χώρες που υπάρχουν εκλογικά ακροατήρια (Ιρλανδία-Πολωνία) τα οποία θα επηρεάσουν τις προεδρικές εκλογές του 2012 και έλκεται προς την περιοχή του Ειρηνικού, από όπου αντλεί τη χρηματοδότηση των τεράστιων αμερικανικών ελλειμμάτων. Η δε Γερμανία, για την οποία κάποτε η Ευρώπη ήταν το αγκυροβόλιό της, αλλά τώρα πηγή μεγάλης ανησυχίας με τις παραπαίουσες οικονομίες της περιφέρειας, στρέφει επίσης την προσοχή της προς τις (ικανές να καταναλώσουν μεγάλες ποσότητες γερμανικών προϊόντων) χώρες της Ανατολικής Ασίας με τις εύρωστες μεσαίες τάξεις.
Έτσι, η τοποθέτηση του γηραιού Χέλμουτ Κολ «Το μέλλον της Γερμανίας είναι μαζί με τους γείτονές της, τους εταίρους μας στην Ε.Ε., στεκόμαστε στο πλευρό του ελληνικού λαού. Αυτό είναι το σημαντικότερο πράγμα» (Αμερικανική Ακαδημία Βερολίνου, IHT 6/6) φαίνεται να έρχεται από μια άλλη εποχή, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ παρά μόνο στις φαντασιώσεις και την πολιτική ρητορεία…
Περίσσεψαν οι κολακείες του Ομπάμα προς τη Μέρκελ και οι έπαινοι που μια πρώην Ανατολικογερμανίδα αναρριχήθηκε στη θέση του ισχυρότερου προσώπου στην Ευρώπη και σε μία από τις ισχυρότερες θέσεις στον κόσμο. Όπως πολύ σωστά επισημαίνουν οι γερμανικές εφημερίδες οι έπαινοι δεν λέγονταν στο βρόντο, αλλά με την προσδοκία ορισμένων ανταλλαγμάτων, ενώ έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τη χαμηλότατη δημοφιλία της κ. Μέρκελ στην πατρίδα της.
Στο τραπέζι τέθηκαν τα πιεστικά προβλήματα που απασχολούν τις ΗΠΑ και στα οποία θα ήθελαν να ευθυγραμμιστεί η γερμανική πολιτική ηγεσία με τις αμερικανικές προτεραιότητες. Πρώτα απ’ όλα, το ενδιαφέρον του Αμερικανού προέδρου ήταν στραμμένο στην οικονομία, σε μια περίοδο που τα στοιχεία για την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας δεν είναι καθόλου ευοίωνα. Η προστασία του διεθνούς τραπεζικού συστήματος είναι αυτό που απασχολεί τον κ. Ομπάμα. «Ενώ η κρίση χρέους της Ελλάδας αποτελεί πρώτιστη ανησυχία, απειλεί επίσης να αποσταθεροποιήσει την εύθραυστη αμερικανική οικονομία και η γερμανική “ηγεσία” στην επίλυση των προβλημάτων είναι ουσιώδης», ανέφερε ο Ομπάμα (Spiegel online 6/6). Το δεύτερο, η σταθεροποίηση του προγεφυρώματος που αποκτούν οι δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στη Λιβύη, μέσα στην καρδιά της αραβικής εξέγερσης και ο ρόλος που επιθυμούν να παίξει η Δύση για την ενσωμάτωση του αραβικού κόσμου στη «μεταδεσποτική» εποχή. Οι πιέσεις από τον Ρ. Γκέιτς, υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, και τον Ράσμουνσεν, γ.γ. του ΝΑΤΟ, για συμμετοχή και άλλων χωρών (Γερμανίας, Ισπανίας, Τουρκίας) του επιθετικού οργανισμού στους βομβαρδισμούς συμβαδίζουν με το δέλεαρ της συμμετοχής στην «ανοικοδόμηση» κατά τη «μετά-Καντάφι εποχή» και με τις παραινέσεις να συμβάλει η οικονομικά ισχυρή Γερμανία, με το αζημίωτο, κυρίως στην Αίγυπτο, η οποία ενδιαφέρει κυρίως τους Αμερικανούς, αλλά και στη Μέση Ανατολή και στο Αφγανιστάν, όπου η απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων δεν φαίνεται να έχει ορατό τέλος, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις και τα χρονοδιαγράμματα.
Ωστόσο, οι προοπτικές συμφωνίας μεταξύ αμερικανικής και γερμανικής πολιτικής ηγεσίας, επί όλων αυτών των θεμάτων, δεν είναι και τόσο ευοίωνες, παρά τις αμοιβαίες φιλοφρονήσεις και εναγκαλισμούς. «Απόκλιση συμφερόντων» διαπιστώνει η γερμανική Die Tageszeitung, με αφορμή την επίσκεψη Μέρκελ στις ΗΠΑ. Οι σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας δεν είναι οι ίδιες, όπως στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό έγινε εμφανές στην περίπτωση της Λιβύης , όπου η Γερμανία συντάχθηκε εν πολλοίς με τη Ρωσία, κρατώντας αποστάσεις από το ΝΑΤΟ, αλλά και στην «ελληνική κρίση χρέους όπου η αναδιάρθρωση με συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών (που υποστηρίζει η Γερμανία) απειλεί τις αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες». Επίσης, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι τα συμφέροντα των γερμανικών ελίτ συμπίπτουν με τις θελήσεις των Αμερικανών που θέλουν να παίξει η Γερμανία το ρόλο του χρηματοδότη στον αραβικό κόσμο, να σταθεροποιήσει το ευρώ και να αναλάβει βαρύ πολιτικό φορτίο στη Μέση Ανατολή (Handelsblatt).
«Η διατλαντική σχέση έχει χάσει τον συναισθηματικό πυρήνα της», γράφει η International Herald Tribune (6/6). Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ο «συναισθηματικός πυρήνας» ήταν ο αντικομμουνισμός και οι κρατικά θεσπισμένες ως εχθροί χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Ελλείψει αυτής της κοινής βάσης, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν ενδιαφέρεται πολύ για την Ευρώπη παρά μόνο για τις χώρες που υπάρχουν εκλογικά ακροατήρια (Ιρλανδία-Πολωνία) τα οποία θα επηρεάσουν τις προεδρικές εκλογές του 2012 και έλκεται προς την περιοχή του Ειρηνικού, από όπου αντλεί τη χρηματοδότηση των τεράστιων αμερικανικών ελλειμμάτων. Η δε Γερμανία, για την οποία κάποτε η Ευρώπη ήταν το αγκυροβόλιό της, αλλά τώρα πηγή μεγάλης ανησυχίας με τις παραπαίουσες οικονομίες της περιφέρειας, στρέφει επίσης την προσοχή της προς τις (ικανές να καταναλώσουν μεγάλες ποσότητες γερμανικών προϊόντων) χώρες της Ανατολικής Ασίας με τις εύρωστες μεσαίες τάξεις.
Έτσι, η τοποθέτηση του γηραιού Χέλμουτ Κολ «Το μέλλον της Γερμανίας είναι μαζί με τους γείτονές της, τους εταίρους μας στην Ε.Ε., στεκόμαστε στο πλευρό του ελληνικού λαού. Αυτό είναι το σημαντικότερο πράγμα» (Αμερικανική Ακαδημία Βερολίνου, IHT 6/6) φαίνεται να έρχεται από μια άλλη εποχή, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ παρά μόνο στις φαντασιώσεις και την πολιτική ρητορεία…
Αριάδνη Αλαβάνου
Σχόλια