Μοναδικές τοιχογραφίες σε ένα αξέχαστο ιστορικό ταξίδι
Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο
Κρατάω στα χέρια μου το βιβλίο του Τούντορ Ντίνου, Οι Φαναριώτες στη Βλαχία και τη Μολδαβία – Μία Ιστορία μέσω των εκκλησιαστικών προσωπογραφιών, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πορφύρα και δεν μπορώ παρά να θυμηθώ την τεράστια εντύπωση που μου είχε κάνει μια τέτοια εικόνα, σαν αυτές που περιλαμβάνονται στην έκδοση: Η Αναθηματική τοιχογραφία που είχα δει στην εκκλησία της Σταυρουπόλεως στο Βουκουρέστι την περασμένη άνοιξη, η οποία απεικόνιζε τον βοεβόδα Νικόλαο Μαυροκορδάτο.
Μια εικόνα που με παρακίνησε να ερευνήσω και οδήγησε και μένα στο να γράψω ένα μυθιστόρημα για νέους που σχετίζεται με την οικογένεια Μαυροκορδάτου η οποία έπαιξε σημαντικό όσο και αντιφατικό ρόλο στην αφύπνιση του Ελληνισμού αλλά και στην Επανάσταση του ’21.
Ο Τούντορ Ντίνου, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, όπου διδάσκει ελληνική λογοτεχνία, ιστορία και πολιτισμό, διασώζει με το βιβλίο του ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας και της τέχνης.
Όπως γράφει στον πρόλογο του βιβλίου, μετά την πτώση του Τσαουσέσκου, η αναζωπύρωση των θρησκευτικών εκδηλώσεων συνοδεύτηκε σε πολλές περιοχές της Ρουμανίας στην καταστροφή σημαντικών τοιχογραφιών.
Από τη μια η έλλειψη διάθεσης πόρων για τον πολιτισμό, από την άλλη η χαλάρωση ως και «πλήρης απουσία κάθε ελέγχου από τις κρατικές αρχές των διαχειριστών θρησκευτικών μνημείων στην ύπαιθρο», αλλά και η διάθεση των χωρικών να διακοσμήσουν τις εκκλησίες με μια νέα εορταστική επένδυση, οδήγησε αντί της αποκατάστασης των τοιχογραφιών από επαγγελματίες, στην εικονογράφηση των παλιών ναών από «καλλιτέχνες», «οι οποίοι επιθυμούσαν να δοκιμάσουν το ταλέντο τους για μερικές δεκάρες και καθημερινή προμήθεια κολατσιού και αλκοολούχων ποτών. Η κατάληξη ήταν, με τη σιωπηρή συμφωνία των ανώτερων εκκλησιαστικών αρχών, να αντικατασταθούν πλήρως πάνω από είκοσι σύνολα τοιχογραφιών της εποχής των Φαναριωτών… ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός έργων τέχνης στρεβλώθηκε ανεπανόρθωτα κατά το πρόσφατο ή προγενέστερο παρελθόν, από άτσαλα ρετουσαρίσματα που αλλοίωσαν τον χαρακτήρα τους και τους αφαίρεσαν κάθε σαγήνη…»
Οι τοιχογραφίες που σώζονται –πέρα από την καλλιτεχνική τους αξία– μας δίνουν πλήθος πληροφοριών για τις συνήθειες, την ιδεολογία, την ενδυμασία, τις οικογενειακές σχέσεις, για τις διάφορες επαγγελματικές τάξεις.
Βλέπουμε –ίσως για πρώτη φορά– τα πρόσωπα κάποιων εκ των πρωταγωνιστών της ιστορίας (ηγεμόνες, μεγάλοι βογιάροι, αρχιερείς), αλλά και μικροάρχοντες, στρατιώτες, εμπόρους, μάστορες και μικροκτήμονες, βοσκούς και κληρικούς κατώτερης βαθμίδας. Έτσι αποκτάμε μια ολοκληρωμένη εικόνα της κοινωνίας του 18ου αιώνα, μέσα από τις δράσεις και την καθημερινότητά τους.
Το βιβλίο είναι μια πραγματική πανδαισία εικόνων, που βήμα-βήμα ξετυλίγει μια συναρπαστική, και εν πολλοίς άγνωστη σε μας, ιστορία.
Η συζήτηση με τον καθηγητή Τούντορ Ντίνου σημειώνω ότι έγινε στα ελληνικά:
Γιατί ένα βιβλίο για το θέμα αυτό σήμερα;
Πιστεύω ότι οποιαδήποτε στιγμή είναι κατάλληλη για τον ερευνητή προκειμένου να καλύψει ένα κενό της ιστορικής έρευνας. Από την άλλη, όμως, η προσπάθειά μου ξεκίνησε το έτος 2015, όταν συμπληρώθηκαν ακριβώς 300 χρόνια από τον διορισμό του πρώτου Φαναριώτη ηγεμόνα (του Νικόλαου Μαυροκορδάτου) στον θρόνο του Βουκουρεστίου. Και το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε τότε στη Ρουμανία θα συνεχίζεται αναμφίβολα έως το 2021 όταν συμπληρωθούν διακόσια χρόνια από την απομάκρυνση των Φαναριωτών κατόπιν της ελληνικής επανάστασης. Ευελπιστώ το βιβλίο μου να συμβάλει στην αφύπνιση και στην Ελλάδα παρόμοιου ενδιαφέροντος γι’ αυτούς τους ανθρώπους που έχουν προετοιμάσει το έδαφος για την ελληνική επανάσταση.
Τι μας μαθαίνουν για τους Φαναριώτες αυτές οι εκκλησιαστικές προσωπογραφίες;
Σε αντίθεση με τα έγγραφα που μας πληροφορούν για τις πράξεις των Φαναριωτών, οι εκκλησιαστικές προσωπογραφίες μάς αποκαλύπτουν την εμφάνιση αυτών των ανθρώπων με τις πιο όμορφες φορεσιές, κοσμήματα, όπλα, ακόμα και κομμώσεις τους.
Ποιες είναι για σας οι πιο σημαντικές εικόνες;
Για μένα είναι πολύ σημαντικές όχι μόνο οι προσωπογραφίες των ηγεμόνων, αλλά και των απλών ανθρώπων του 18ου αιώνα (στρατιωτικοί, έμποροι, χωρικοί, βοσκοί, ζωγράφοι, τεχνίτες, μοναχοί, παπάδες και διάκονοι της επαρχίας), η εμφάνιση των οποίων μας ήταν, πριν από αυτήν την έρευνα, εντελώς άγνωστη. Επίσης πολύ ενδιαφέρουσες είναι οι εικόνες που αποδεικνύουν την υιοθέτηση της δυτικής μόδας από τις κομψές Φαναριώτισσες της Βλαχίας στις αρχές του 19ου αιώνα.
Πώς νιώθει κανείς ανακαλύπτοντας μια κρυμμένη τοιχογραφία;
Η χαρά της ανακάλυψης είναι απερίγραπτη και σε κάνει να ξεχνάς τα πολλά εμπόδια που αντιμετώπισες πριν εισέλθεις στον ναό – ο λασπώδης χωματόδρομος, η δυσκολία εντόπισης της εκκλησίας και εύρεσης του προσώπου που κρατά τα κλειδιά, η αρχική του άρνηση να σου επιτρέψει την είσοδο και τη φωτογράφιση κτλ.
Υπάρχουν ακόμη τοιχογραφίες που περιμένουν να τις ανακαλύψουμε;
Μετά τη συγγραφή του βιβλίου έχω ανακαλύψει άλλες δύο τοιχογραφημένες εκκλησίες της Φαναριώτικης εποχής, οι οποίες βρίσκονται σε δυσπρόσιτες τοποθεσίες και δεν υπάρχουν σε κανέναν κατάλογο των ιστορικών μνημείων της Ρουμανίας που ανανεώνεται ετησίως από τις αρμόδιες αρχές της χώρας. Οπότε η Βλαχία κρύβει ακόμα πολλούς άγνωστους θησαυρούς…
Λαμβάνονται σήμερα κάποια μέτρα για την προστασία τους; Πώς θα μπορούσαν να αναδειχθούν καλύτερα;
Τα τελευταία χρόνια άρχισαν να αναστηλώνονται μερικά σύνολα τοιχογραφιών χάρη κυρίως στα ευρωπαϊκά κονδύλια. Πρέπει όμως να καταβληθούν ακόμα πολλές προσπάθειες προκειμένου να πειστούν οι αρμόδιοι ευρωπαίοι υπάλληλοι για τη σημασία αυτών των μνημείων.
Μια λύση ανάδειξης θα ήταν η δημιουργία ενός τουριστικού γύρου, ο οποίος να συμπεριλαμβάνει τις ωραιότερες εκκλησίες του 18ου αιώνα και να προβάλλεται από το Υπουργείου Τουρισμού της Ρουμανίας τόσο σε εσωτερικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο.
INFO
Το βιβλίο του Τούντορ Ντίνου, Οι Φαναριώτες στη Βλαχία και τη Μολδαβία – Μία Ιστορία μέσω των εκκλησιαστικών προσωπογραφιών, θα παρουσιαστεί με παρόντα τον συγγραφέα, την Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου, στις 19:00, στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας (Φραγκούδη 11 & Αλεξάνδρου Πάντου, Καλλιθέα)