Η πρόσφατη έκθεση του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών για την «επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου» από την Ελλάδα αποτελεί μια μικρή ένδειξη ότι η γερμανική ηγεσία ίσως επιδείξει κάποια πολιτική ελαστικότητα για τις καυτές πατάτες που πρέπει να διαχειριστεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής επιτήρησης. Και κυρίως για το θέμα της περικοπής των συντάξεων από το 2019.
Τυπικά, ο χρόνος λήψης απόφασης για το επίμαχο –πολιτικά και εκλογικά– θέμα φτάνει μέχρι τις 3 Δεκεμβρίου, στην αντίστοιχη συνεδρίαση του Eurogroup. Ωστόσο, επειδή η κατάθεση του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού θα έχει προηγηθεί και ενδεχόμενη πρόβλεψη των περικοπών στις συντάξεις θα προκαλέσει αναταραχή, η κυβέρνηση ενδιαφέρεται να έχει νωρίτερα το πράσινο φως των δανειστών. Η Κομισιόν εμφανίζεται και αυτή ελαστική, αλλά την εικόνα χαλάει το ΔΝΤ που –και επίσημα, δια του εκπροσώπου του– επιμένει στην εφαρμογή της συμφωνηθείσας περικοπής. Εμμέσως, και η ΕΚΤ φαίνεται διατεθειμένη να επιδείξει ελαστικότητα, κυρίως για να αμφισβητήσει τις μεθόδους του ΔΝΤ στις δημοσιονομικές προβλέψεις –όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλη την Ευρωζώνη– όπως φάνηκε σε πρόσφατη μελέτη ερευνητών της ΕΚΤ, που υπενθυμίζει εμφατικά «τα λάθη του ΔΝΤ με τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές».
Αυτός είναι κι ο λόγος που η κυβέρνηση επιμένει στο επιχείρημα ότι οι περικοπές στις συντάξεις και η μείωση του αφορολογήτου θεσπίστηκαν υπό την πίεση του ΔΝΤ «όχι ως διαρθρωτικά μέτρα, αλλά για να διασφαλιστεί το απαιτούμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα», δηλαδή τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, επιδιώκει να δείξει ότι επιτυγχάνει τόσο υψηλό πλεόνασμα που οι περικοπές είναι περιττές, και σ’ αυτό φαίνεται ότι εκφράστηκε μια γενική συμφωνία στο τελευταίο EuroWorkingGroup. Η κυβερνητική προσδοκία είναι βάσιμη, λοιπόν, στον βαθμό που αυτό το παζάρι είναι πράγματι υπόθεση πειθούς. Πράγμα που δεν ισχύει. Σε τελική ανάλυση είναι υπόθεση συσχετισμών στο Eurogroup, των πολιτικών υπολογισμών των κυβερνήσεων και ιδίως της γερμανικής, που πρέπει να αποφασίσει αν η επίδειξη κάποιας διαλλακτικότητας έναντι της Ελλάδας βοηθά ή όχι την επιβίωσή της στις εκλογικές (Βαυαρία) και άλλες πολιτικές προκλήσεις που έχει μπροστά της.