Πριν προλάβει να κοπάσει το σοκ απ’ τον αποκεφαλισμό του εκπαιδευτικού Σαμουέλ Πατί στο Παρίσι, ένα νέο κύμα τζιχαντιστικών επιθέσεων έλαβε χώρα στη Γαλλία. Σε μια ακόμη απάνθρωπη τρομοκρατική επίθεση, σε εκκλησία στη Νίκαια αυτή τη φορά, είχαμε τρεις νεκρούς και αρκετούς τραυματίες, ενώ την ίδια στιγμή, ομάδες Τουρκοαζέρων όλη την προηγούμενη βδομάδα εξαπέλυαν πογκρόμ εναντίον Αρμενίων σε διάφορες περιοχές της Γαλλίας.
Όλα αυτά εν μέσω νέων «βλάσφημων» σκίτσων του Σαρλί Εμπντό, απειλών του Ερντογάν απέναντι στη Γαλλία και τον Μακρόν προσωπικά, και ανταπαντήσεις της Γαλλίας για έναν νέο «πόλεμο» απέναντι στο ακραίο Ισλάμ. Η αντιπαράθεση Τουρκίας-Γαλλίας, μετά τη Λιβύη, τη Συρία, τον Λίβανο, την Αρμενία, τη Ν.Α. Μεσόγειο, μεταφέρεται και στο έδαφος της Γαλλίας, ντυμένη αυτή τη φορά με το μανδύα του φονταμενταλισμού και της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας.
Η θρησκευτικοπολιτισμική διάσταση μετατρέπεται σε σημαντικό γεωπολιτικό παράγοντα, με μια ιδιότυπη γεωθρησκεία να αναδύεται, επαναχαράσσοντας διαχωριστικές γραμμές, αναδιατάσσοντας συμμαχίες, κινητοποιώντας πληθυσμούς, υπερκαθορίζοντας πολιτικές ταυτότητες κ.ο.κ. Η εποχή μας, αδυνατώντας να παράξει απαντήσεις στα προβλήματα που της τίθενται, εξελίσσεται σε έναν ιδιότυπο Μεσαίωνα, στον οποίο συνυπάρχουν «προωθημένες» μετανεωτερικές και «πρωτόγονες» προνεωτερικές εκφράσεις, με τις κατακερματισμένες κοινωνίες να εκφράζονται σε διάφορες περιπτώσεις μέσω φονταμενταλισμών και σκληρών θρησκευτικών ταυτοτήτων, όπως συμβαίνει με το Ισλάμ στον μουσουλμανικό κόσμο, αλλά και με τα διάφορα πρόσωπα του χριστιανικού συντηρητισμού των τηλεευαγγελιστών στις ΗΠΑ και τη Λ. Αμερική (βλέπε πραξικόπημα στη Βολιβία). Στο έδαφος αυτό, θρησκευτικές ελίτ μετατρέπονται σε ενεργούς παίκτες της πλανητικής σκακιέρας. Όπως π.χ. το Βατικανό που διεκδικεί ρόλο ιδεολογικού εκπροσώπου των «προοδευτικών» ιδεών της παγκοσμιοποίησης, η διαμάχη μεταξύ των ορθόδοξων πατριαρχείων Κωνσταντινούπολης και Μόσχας, το κήρυγμα ενός θρησκευτικού ηγέτη που μπορεί να προκαλέσει αιματοκύλισμα σε κάποια ευρωπαϊκή πόλη ή η ανάδυση του ινδουιστικού εθνικισμού σαν βασικού πυλώνα καταπίεσης των λαών του ινδικού κράτους. Όλα τα παραπάνω χρειάζεται να ειδωθούν και υπό το πρίσμα της μελέτης του παρελθόντος που ασκεί ένα συσσωρευμένο βάρος στις πρόσφατες εξελίξεις και που για προφανείς λόγους απουσιάζει από τη συζήτηση που διεξάγεται στη δημόσια σφαίρα.
Γαλλία και Τουρκία
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ο Ερντογάν επιχειρεί να «καβαλήσει» ένα ογκούμενο ισλαμιστικό κύμα και να παρουσιαστεί σαν πολιτικός εκπρόσωπος ενός σημαντικού τμήματος του σουνιτικού κόσμου, οριοθετώντας έτσι ένα διακριτό μπλόκ έναντι άλλων πλευρών. Εμφανίζεται σαν ο προστάτης των μουσουλμάνων στη Γαλλία και την Ευρώπη, καλύπτει και ενισχύει όχι μόνο τα δίκτυα υποστήριξης των τζιχαντιστών αλλά ακόμη και τις τζιχαντιστικές επιθέσεις, πυροδοτεί ξεσηκωμό χιλιάδων ανθρώπων σε διάφορες χώρες του μουσουλμανικού κόσμου εναντίον της Γαλλίας και εξαναγκάζει διάφορες χώρες (όχι μόνο σουνίτικες και συμμαχικές αλλά και το σιιτικό Ιράν) να ακολουθήσουν τη ρητορική του ή να αναπροσαρμόσουν την πολιτική τους. Η τζιχαντιστική τρομοκρατία, όχι μόνο με τη μορφή των μισθοφόρων στη Συρία και τη Λιβύη, αλλά και με τη μορφή των επιθέσεων στο έδαφος χωρών της Δύσης, γίνεται όπλο πολλαπλών χρήσεων στα χέρια του τούρκικου επεκτατισμού – ένα όπλο που πρέπει να απασχολήσει κι εμάς σαν χώρα.
Η Γαλλία δείχνει για ακόμη μια φορά απρόθυμη να αποδεχτεί την επέκταση της τουρκικής επιρροής. Όχι μόνο γιατί έρχεται κόντρα στα συμφέροντά της σε διάφορες χώρες (Β. Αφρική, Λίβανος), αλλά επειδή πλέον δημιουργεί γεγονότα και στο εσωτερικό της, μέσω της εκτεταμένης διείσδυσης της Τουρκίας στα ισλαμικά δίκτυα που δρουν στη Γαλλία, σε φορείς όπως η «Ένωση κατά της ισλαμοφοβίας στη Γαλλία» (τη νομιμότητά της την αμφισβητεί το γαλλικό κράτος) και μέσω αυτών σε μουσουλμάνους, Γάλλους πολίτες ή και μετανάστες. Εν μέσω μιας συνεχιζόμενης πολιτικής κρίσης στη Γαλλία, του ανοιχτού τραύματος από τις τζιχαντιστικές επιθέσεις των τελευταίων ετών αλλά και της πίεσης που ασκεί η Λεπέν για το θέμα, ο έλεγχος στο «γαλλικό Ισλάμ» αποτελεί ένα αγκάθι της πολιτικής Μακρόν. Οι τελευταίες επιθέσεις, και ειδικά ο αποκεφαλισμός του καθηγητή, φαίνεται να επιταχύνουν αυτές τις εξελίξεις, με τον Γάλλο πρόεδρο, να γίνεται εκφραστής ενός «πολέμου των πολιτισμών» με έντονο άρωμα μιας σύγχρονης δυτικής σταυροφορίας απέναντι στο Ισλάμ.
Σύμφωνα με τη γαλλική ρητορική, ένα τείχος όλων των δυνάμεων της Δύσης είναι απαραίτητο να στηθεί κόντρα στη σύγχρονη φονταμενταλιστική απειλή. Μια τέτοια πολιτική πρόταση όμως μοιάζει να απέχει πολύ από την πραγματικότητα, αντανακλώντας και την κρίση προσανατολισμού του δυτικού κόσμου. Ο βασικός ευρωπαίος εταίρος της Γαλλίας, η Γερμανία, μοιάζει να έχει άλλες γεωπολιτικές προτεραιότητες, ενισχύοντας τους δεσμούς με την Τουρκία και έχοντας μια ανοιχτά φιλοτουρκική στάση σε μια σειρά ζητήματα. Οι ΗΠΑ, ο βασικός εκφραστής των «σταυροφοριών» της Δύσης τις προηγούμενες δεκαετίες, που έπαιξε το χαρτί ενός «πολέμου πολιτισμών» ως βασικό συστατικό της εξωτερικής της πολιτικής, μοιάζουν βυθισμένες στις δικές τους αντιφάσεις. Η Ρωσία τέλος, ακροβατεί μεταξύ της συμμαχίας της με τον Ερντογάν και της απειλής που αποτελεί γι’ αυτήν ο ισλαμικός ριζοσπαστισμός στο μαλακό της υπογάστριο, στην περιοχή του Καυκάσου (ο δράστης της επίθεσης στο Παρίσι ήταν τσετσένικης καταγωγής).
Το αποτέλεσμα: Μια μονομαχία της ερντογανικής Τουρκίας εναντίον της μακρονικής Γαλλίας, που με τη μορφή που παίρνει αυτή τη στιγμή και στις δεδομένες συνθήκες φαίνεται να ευνοεί περισσότερο τον Ερντογάν στο να «μαζεύει» διάφορες δυνάμεις γύρω του.
Το Ισλάμ στον πολυπολικό κόσμο
Το Ισλάμ εκτείνεται σε μια περιοχή από την Ν.Α. Ασία μέχρι τις χώρες του Μαγκρέμπ, από την υποσαχάρια Αφρική μέχρι την Κεντρική Ασία, ενώ έχει ισχυρή παρουσία και στην Ευρώπη. Παρά τις διαιρέσεις (Σουνίτες και Σιίτες, Άραβες, Τουρκογενείς, Πέρσες κ.ά.) ένα κοινό νήμα συνδέει τους πληθυσμούς στις περιοχές αυτές: Η ενσωμάτωσή τους στο παγκόσμιο σύστημα και τα κύματα προλεταριοποίησης «πέταξαν» εκτεταμένα κομμάτια στη διαχρονική περιθωριοποίηση. Η συνθήκη αυτή οδηγεί σε αντίστοιχα κύματα ριζοσπαστικοποίησης, που σε άλλες περιόδους, με άλλους συσχετισμούς δύναμης παγκοσμίως, γέννησαν κινήματα που παρά την ισλαμική τους φύση, έκαναν κοσμικές υπερβάσεις (παναραβισμός, Μπάαθ) και συνδέθηκαν με αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες.
Η Δύση, για να χειριστεί και να υποτάξει τους πληθυσμούς αυτούς και τη ριζοσπαστικοποίησή τους, προχώρησε στην υιοθέτηση μιας σειράς ακραίων και σκοταδιστικών φονταμενταλιστικών στοιχείων στο εσωτερικό των χωρών αυτών, γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα –υλική και πολιτική− σε αυτές τις στις θρησκευτικές, πολιτικές και οικονομικές ελίτ να εκσυγχρονίσουν την ιδέα ενός χαλιφάτου και ενός νέου τζιχάντ, τον οποίο εξαπολύουν ακόμη και εναντίον των παλιότερων ευεργετών τους.
Εικόνα αυτών είναι και η ριζοσπαστικοποίηση μουσουλμανικών πληθυσμών (αποτέλεσμα της αποικιοποίησης/αποαποικιοποίησης ή της σύγχρονης μετανάστευσης) στην Ευρώπη. Πατώντας πάνω στην αποτυχία της πολυδιαφημισμένης ενσωμάτωσης και στη γκετοποίηση τους, τόσο η Τουρκία όσο και οι πετρομοναρχίες του Κόλπου, έστησαν κρατικά ελεγχόμενα δίκτυα θρησκευτικής επιρροής στις χώρες της Ευρώπης. Στα πλαίσια του σουνίτικου Ισλάμ γεννιέται και μια νέα μορφή τζιχαντισμού, οι διάφοροι «μοναχικοί λύκοι», άλλοτε σε άμεση σχέση με ακραίες ομάδες, άλλοτε απλά εμπνεόμενοι από το έργο του ISIS, ή κάποιον ακραίο ιμάμη – όπως βλέπουμε και πρόσφατα στη Γαλλία.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η Τουρκία προσπαθεί να οικοδομήσει την πολιτική της ηγεμονία στο μουσουλμανικό κόσμο και ιδιαίτερα τον σουνίτικο. Κάθε προκλητική κίνηση του Ερντογάν (επίθεση στην Αρμενία, μετατροπή της Αγ.Σοφίας σε τζαμί, απειλές κατά του Μακρόν) συνοδεύεται από δηλώσεις στήριξης διαφόρων κρατών –όχι απαραίτητα συμμαχικών−, αλλά και από κινητοποίηση μουσουλμανικών πληθυσμών σε Ασία, Αφρική και Ευρώπη, εξαναγκάζοντας ακόμη και τους ανταγωνιστές του (Σ. Αραβία, Ιράν κ.ά.) να αναπροσαρμόσουν αναλόγως την πολιτική τους.
Η ιδιαίτερη ελληνική ματιά
Πώς μπορεί να σταθεί η χώρα μας απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις; Η Ελλάδα έχει συμφέρον από την αποδυνάμωση της ερντογανικής Τουρκίας, η οποία ανοιχτά απειλεί την κυριαρχία της χώρας μας σε χρόνο ενεστώτα. Ως εκ τούτου η αντιπαράθεση Τουρκίας-Γαλλίας είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας. Συμφέρον όμως που πρέπει να συνοδευτεί και από μια δικιά μας ιδιαίτερη ματιά και στάση που δεν θα ταυτίζεται με τη ροπή των πραγμάτων, δηλαδή προς έναν «πόλεμο πολιτισμών».
Η Ελλάδα είναι μια χώρα συνδεδεμένη με τη Δύση αλλά συγχρόνως θρησκευτικά ανήκει στην Ορθοδοξία. Άρα είναι αντίθετο στη θρησκευτική της φυσιογνωμία να ταυτιστεί με το πνεύμα των «δυτικών σταυροφοριών», τόσο ιστορικά, καθώς οι «αυθεντικές» σταυροφορίες πέρασαν στην κυριολεξία από πάνω της, όσο και πολιτισμικά καθώς αυτές είναι γέννημα του καθολικού κόσμου και είναι πολύ μακριά από τη λογική της ορθόδοξης παράδοσης. Η ίδια η θέση της χώρας μας την καθιστά σύνορο των δύο κόσμων. Η Ελλάδα πιέζεται εξίσου και από δυτικά και από ανατολικά ενώ το προσφυγικό αποτελεί ένα ιδιαίτερο πρόβλημα μεταξύ Δύσης και Τουρκίας που επιλύεται συνεχώς εις βάρος της χώρας μας. Στις συνέπειες αυτού του προβλήματος περιλαμβάνεται και ο τζιχαντισμός. Επίσης, ο νεο-οθωμανισμός αποτελεί ανοιχτή απειλή για την επιβίωση του ελληνισμού και απαιτεί μια πολύ πιο σύνθετη πολιτική για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Σίγουρα μια πολιτική που βασικό στόχο θα είχε να απομονώσει πολιτικά, και όχι μόνο, την Τουρκία θα ήταν προτιμότερη. Αυτό όμως είναι ένα θέμα που θα χρειαστεί να επανέλθουμε.
Τελευταίο αλλά όχι μικρότερο σε σημασία είναι το γεγονός πως από την πλευρά μας η αντιπαράθεση με τον φονταμενταλισμό δεν μπορεί να ταυτίζεται με την ισοπέδωση του θρησκευτικού αισθήματος των ανθρώπων, δεν μπορεί να γίνεται εργαλείο στα χέρια της πολιτισμικής ισοπέδωσης που απειλεί και τη χώρα μας. Η ματιά μας δεν μπορεί παρά να υπερβαίνει τον ορίζοντα μιας τεχνοκρατικής, παγκοσμιοποιητικής στη ρίζα της κριτικής, που ντύνεται τον μανδύα του φιλελευθερισμού, αποθεώνοντας το άτομο, που εξαγγέλλει τον θάνατο του Θεού και δημιουργεί μια αβίωτη ζωή στο κατακερματισμένο έδαφος της οποίας νεκρανασταίνονται οι χειρότερες μορφές σκοταδισμού.