Του Ζαχαρία Ρουστάνη

Προσμένουνε την ώρα
Δεν κοιμούνται
Δεν πεθαίνουν
Προσμένουν να σημάνουν την Ανάσταση
Σ’ αυτό το χαμόγελο, σ’ αυτόν τον ουρανό, σ’ αυτό το χώμα που σκεπάζει τους ήρωες…

Κοιτάζω την υπογραφή του ποιητή της Ρωμιοσύνης, μόνη της στο λευκό τετράγωνο χαρτόνι, όπως την τοποθέτησε χαμογελώντας στα τρεμάμενα από τη συγκίνηση χέρια και στην καρδιά ενός δεκαεξάχρονου, στα χέρια και στις καρδιές εκατοντάδων «προσκυνητών» που τον «πολιορκήσαμε» σε κάποια επέτειο της μεγάλης εξέγερσης.
Κράτησα το πλατύ χαμόγελο μαζί και το βαθύ του βλέμμα.
Ζουμάρω στο χαμόγελο και συναντώ τα pixels μιας πατρίδας ναρκωμένης, στην κλίνη τη χειρουργική ενός θρασύτατου Προκρούστη, στον θάλαμο της αφαίμαξης και της μεθοδικής αφαίρεσης πολύτιμων και ζωτικών οργάνων.
Αγγίζω τις πληγές που αφήνει το νυστέρι -ποτάμι και η απουσία αυτών που δώσαν μόνοι τους το βιαστικό τους τέλος- γδαρμένοι από αξιοπρέπεια και περηφάνια συμπολίτες, ο θάνατος εδώ προσθέτει και ξαναπροσθέτει στο τεφτέρι του μακάβρια success stories.
Βυθίζομαι ξανά στο άχραντο χαμόγελο του ποιητή και συναντώ συντρόφους που αγάπησε και εμπιστεύτηκε ο λαός, ρήτορες και αγωνιστές που τράβηξαν μπροστά, που πήραν τις ευχές μας και τα βόλια μας και τις προσδοκίες μας και κίνησαν για τη μεγάλη μας υπόθεση, τη μάχη, μα χάθηκαν στης καριέρας τους τα καπηλειά και στων «σοφών και συνετών υπεκφυγών» τις ηδονές.
Τσαλαβουτάω στο χαμόγελο του ποιητή, μέσα στις λάσπες που μας πνίγουν σαν τα λόγια-λόγια του συνολικού πολιτικού ρεπερτορίου, και συναντώ ανθρώπους που δεν έχασαν την πίστη τους και την ψυχή τους.
Ανθρώπους που ονειρεύονται μια κοινωνία-κήπο και φυτώριο μαζί της τιμιότητας και της αδελφοσύνης.
Μ’ αυτούς θα κάνουμε χωριό, αυτούς μπορείς ανερυθρίαστα να πεις συντρόφους.  
Παραμερίζουμε τα λασπόνερα που μας χωρίζουν και προσμένουμε να σημάνουν οι καμπάνες. Κι ύστερα ίσως να ξανασημάνουν και να ξανασημάνουν…
Αυτό το χαμόγελο είναι του Γιάννη Ρίτσου και δικό μας.
Δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!