του Γιάννη Σχίζα

Η απόφαση της κυβέρνησης να μεταφέρει τον Σταθμό Υπεραστικών Λεωφορείων στον Ελαιώνα δεν είναι άσχημη, όμως είναι ανακόλουθη με το πνεύμα που αποσκοπεί στη μεταφορά ορισμένων χρήσεων σε απόσταση από το κέντρο της Αθήνας: Εννοούμε εδώ την απομάκρυνση από το κέντρο της Αθήνας του Σταθμού Λεωφορείων της Ραφήνας, όπως επίσης την πολιτική προηγουμένων κυβερνήσεων για την «εκτόπιση» και άλλων Λεωφορείων της Ανατολικής Αττικής, π.χ. του Λεωφορείου της Σαρωνίδας. Κάθε τέτοια «αποστασιοποίηση» είναι αιτία της καταβολής πρόσθετου χρόνου από τη πλευρά των μετακινουμένων, αλλά αυτό πάλι είναι μικρό ζήτημα: Το μεγάλο ζήτημα που πρυτάνευσε στις συζητήσεις της δεκαετίας του ’90 ήταν η απομάκρυνση του αεροδρομίου, η μεταφορά του στα Σπάτα και η ακύρωση της πολιτικής «επιθαλάσσιας ανάπτυξης» του αεροδρομίου Ελληνικού, με τα σωρευτικά οφέλη που επρόκειτο να προσπορίσει στην ποιότητα ζωής των κατοίκων του λεκανοπεδίου. Καταθέτουμε ορισμένα από αυτά: Η αεροδρομιακή χρήση θα βρίσκονταν σε απόσταση 15 χιλιομέτρων από το κέντρο της Αθήνας, η μετάβαση σε αυτήν εύκολη, η προσέγγιση των άλλων πόλεων ή νησιών ευχερέστατη, ο χώρος των 6.200 στρεμμάτων του Ελληνικού διαθέσιμος στο μεγαλύτερό του μέρος για την αναψυχή και άλλες δραστηριότητες των πολιτών κ.λπ. Όμως οι κυβερνήσεις προτίμησαν τη λύση της αποστασιοποίησης που καταχρέωνε την ελληνική οικονομία σε γερμανικές και γαλλικές εταιρείες – ενώ παράλληλα διατηρούσε στην εκάστοτε κυβέρνηση τους εκάστοτε κομματικούς φίλους της αλλοδαπής…

Η χώρα χρειάζεται μια νέα χωροταξική πολιτική, που θα λαμβάνει υπόψη της τα νέα ενεργειακά και κυκλοφοριακά δεδομένα και θα τα συνδέει με τις χρήσεις γης

ΤΩΡΑ ΟΜΩΣ το θέμα είναι τι γίνεται… Οι εκπρόσωποι της «εγγείου ιδιοκτησίας» μετά μια πρώτη νότα που έδωσαν εναντίον της απομάκρυνσης του πρώην αεροδρομίου και κυρίως εναντίον του σχεδίου δημιουργίας ουρανοξυστών στοn παραλιακό χώρο –που θα ζημίωνε τα οικοπεδικά συμφέροντα που είχαν στον Υμηττό– ανέκρουσαν πρύμνα και συνεχίζουν ακάθεκτοι τις πωλήσεις γης στην ελληνική περιφέρεια. Δεν είναι καθόλου υπερβολή: Αν δεν υπήρχε η κρίση των μνημονίων και τα μετέπειτα αυτής, η δόμηση στον ελλαδικό χώρο δεν θα είχε αναχαιτισθεί και η Ελλάδα θα κινδύνευε να έχει την τύχη της Ισπανίας, μιας χώρας που έχει οικοδομημένο το 75% των ακτών, που έχει πλήρως οικοδομήσει τις μεσογειακές ακτές ενώ παράλληλα σχεδόν μισό εκατομμύριο κατοικίες είναι κενές και απλά και μόνο ενδεικτικές της ζήτησης γης. Στην Ελλάδα δεν έχουμε αυτή την εξωφρενική ζήτηση γης και μπορούμε να διατηρούμε τα 32,5 περίπου εκατομμύρια στρέμματα γης για αγροτικές χρήσεις (2018), όμως η ζήτηση για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών αυξάνεται συνεχώς και καταλαμβάνει συχνά εκτάσεις με μεγάλη γονιμότητα. Βέβαια, αυτό είναι «καλύτερο» από το να έχουμε τις τερατώδεις ανεμογεννήτριες στα βουνά μας, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και το καλυτερότερο, που είναι η σωστή χωροθέτηση των ΑΠΕ…

Στη δεκαετία του ’80 ο Αντώνης Τρίτσης έλεγε ότι θα ήταν προτιμότερη η εγκατάσταση των «εξοχικών» δίπλα σε υπάρχοντες οικισμούς της περιφέρειας (χωριά) παρά η διασπορά τους μέσα στον χώρο και κυρίως η άνθηση των συνεταιρισμών, που δημιούργησαν νέους και θνησιγενείς οικιστικούς πυρήνες . Όμως η κατεστημένη πολιτική ήθελε άλλο χειρισμό του εθνικού χώρου.

Η ΧΩΡΑ χρειάζεται μια νέα χωροταξική πολιτική, που θα λαμβάνει υπόψη της τα νέα ενεργειακά και κυκλοφοριακά δεδομένα και θα τα συνδέει με τις χρήσεις γης. Στη Γαλλία είναι ενδεικτική η τάση της κατάργησης των αεροπορικών συγκοινωνιών για αποστάσεις μικρότερες των 400 χιλιομέτρων και η αντικατάστασή τους από το τρένο. Κάπως ανάλογα, η Ελλάδα θα μπορούσε να βασισθεί στις χερσαίες ή θαλάσσιες μεταφορές για τη διεκπεραίωση του «εσωτερικού» συγκοινωνιακού έργου. Στο «Πράσινο βιβλίο για το αστικό περιβάλλον» το 1990, ο επίτροπος της ΕΟΚ Carlo Ripa di Meana και συνεργάτες έγραφε, σαν βασικό άξονα μιας πολιτικής για τον αστικό χώρο: «Να αποφευχθεί η παράκαμψη των προβλημάτων της πόλης με τη συνεχή επέκταση της περιφέρειάς της: Να επιλυθούν τα προβλήματα μέσα στα υπάρχοντα όριά της». Σήμερα, 32 χρόνια(!) μετά τη διατύπωση αυτού του πολεοδομικού αφορισμού, εξακολουθούμε να αναζητάμε τα ίδια και τα ίδια, ζώντας το χάος των αποστάσεων που διαρκώς γίνεται χαοτικότερο…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!