Λίγο μετά τις εκλογές, η δύσκολη αποτίμηση των αποτελεσμάτων γίνεται πιο εφικτή. Τα αδιαμφισβήτητα ξεκαθαρίζουν, δεν επαρκούν όμως να δώσουν ερμηνεία. Οι αποτιμήσεις προϋποθέτουν επίγνωση για τις προτεραιότητες της εκάστοτε οπτικής και, κυρίως, επίγνωση των κομματικών σχεδίων.
Στις εκλογές είχαμε από μια Κυριακή για τον καθένα (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ.), αντιμνημονιακή ψήφο, δειλή στροφή στ’ αριστερά και, κυρίως, αιχμηρή απόρριψη του πολιτικού συστήματος μέσα από λευκό-άκυρο-αποχή. Στο δεύτερο γύρο η Ν.Δ. έχασε την ευκαιρία. Η ηγεσία της πρόβαλλε την «ολική επαναφορά» (ώστε να κόψει τη φόρα της Ντόρας), ζήτησε στην ουσία ψήφο κομματικής υποστήριξης, εγκατέλειψε την αντιμνημονιακή γραμμή και τιμωρήθηκε. Το ΠΑΣΟΚ απέδειξε ότι έχει εφεδρείες προσώπων με διείσδυση σε χώρους στήριξης, πέραν αυτού. Έχει τη δυνατότητα να μεταμφιέζεται και να κάνει πιο εύληπτη την πολιτική του. Η συνταγή πέτυχε και θα συνεχιστεί.
Στον επαναληπτικό γύρο των εκλογών, που έτσι κι αλλιώς πρυτανεύουν τακτικές, δεύτερες σκέψεις κ.λπ., αποκαλύπτονται με διαύγεια δουλείες που από την επικέντρωση στο αριθμητικό ισοζύγιο των ψήφων της πρώτης Κυριακής συγκαλύπτονταν. Μιλάμε για πράγματα που θα γίνουν ακόμα πιο φανερά το αμέσως επόμενο διάστημα.
Η εκλογικά επικυρωμένη αμφισβήτηση παραμένει η κυρίαρχη κοινωνική, πολιτική διαδικασία. Διαρκώς ανιούσα τα τελευταία χρόνια επισφραγίζει τις μετεκλογικές πολιτικές εξελίξεις. Εκφράζεται αυτόνομα αλλά και μέσα από κόμματα, παράγει αντιθέσεις, κατασκευάζει «Δημαράδες», δίνει τροφή στη συνειδητοποίηση και τις ουσιαστικές προσεγγίσεις. Μαζικά αναγνωρίσιμη, αδιαμεσολάβητη, πανταχού παρούσα, αυτόνομη από την Αριστερά αλλά και σε συμπόρευση ενίοτε μαζί της, η αμφισβήτηση μετουσιώνεται σε ριζοσπαστισμό. Αποδιαρθρώνει το πολιτικό σύστημα και το υποχρεώνει σε αναδιπλώσεις επιβίωσης. Ο Παπανδρέου το παραδέχτηκε με δυο λόγια: Απαιτούνται συναινέσεις. Δηλαδή, μονοκομματισμοί τέλος, μέτρησαν την αποτελεσματικότητά τους και αποσύρονται.
Εφόσον η απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος δεν ανακόπτεται, εξετάζονται διάφορες εναλλακτικές λύσεις, των οποίων οι προϋποθέσεις είναι συμβατές μεταξύ τους και είναι δυνατόν να προωθηθούν ως ένα σημείο από κοινού. Έτσι έχουμε:
Πλάνο Α’: Το ΠΑΣΟΚ για να συνεχίσει να κυβερνά αναζητά δεκανίκια που του προσφέρονται. Ντόρα και ΔΑΡ προαλείφονται. Το ΛΑΟΣ είναι πρόθυμο και χρειαζούμενο, εφόσον οι κοινωνικές εξελίξεις εξαναγκάσουν σ’ επιστράτευση των απανταχού οπαδών του Μνημονίου. Ο ΣΥΝ μέσα από το άνοιγμά του στο σοσιαλιστικό χώρο αξιολογείται ως οιωνεί διαχειρίσιμος.
Ανεξάρτητα από την τροπή που θα πάρουν τα σχέδια του ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτεται για μια ακόμη φορά ότι το κεντροαριστερό ιδεολόγημα είναι αυτό που αναπαράγει την ηγεμονία και του δίνει τις δυνατότητες. Η κεντροαριστερή εκδοχή εξακολουθεί για χρόνια να είναι ο στρατηγικός, προεξάρχων πυλώνας του πολιτικού συστήματος. Ταυτισμένος απόλυτα με το πολιτικό σύστημα διαχειρίζεται τη συγκρότηση και τη μακροημέρευσή του. Το ΠΑΣΟΚ μεταμφιεσμένο σε κεντροαριστερά, με αιχμή την αντιδεξιά ρητορεία, διεισδύει για χρόνια στην Αριστερά, την παγιδεύει, την αποπροσανατολίζει και εξασφαλίζει τις προοπτικές του. Ενδεικτικό είναι ότι τη δεύτερη Κυριακή η διείσδυση του ΠΑΣΟΚ στο χώρο της Αριστεράς ήταν καθολική, με την έννοια ότι ο διεμβολισμός του έφτασε κλιμακωτά ως την ακροαριστερά και ακόμα παρά πέρα. Αποδεικνύεται έτσι, για μια ακόμη φορά, ότι οι αριστεροί χώροι δεν θωρακίζονται με ιδεολογικούς αφορισμούς, αλλά με στοχευμένη πολιτικοποίηση.
Πλάνο Β’: Πάμε για κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Τη μόνη ικανή να διαχειριστεί την κρίση, μαζί με το μεθοδευόμενο εθνικό ακρωτηριασμό στο Αιγαίο. Άνθρωποι του πολιτικού κατεστημένου την υποστηρίζουν ανοιχτά, π.χ. βουλευτές της Ν.Δ. θυμίζουν σε πόσα έχουν συναινέσει και ζητούν ν’ ανασταλούν οι εξεταστικές ώστε ν’ ανοίξει δρόμος για συναίνεση. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται συγκροτήματα και εξωθεσμικοί παράγοντες.
Τα σενάρια προϋποθέτουν να ευθυγραμμιστεί ο Σαμαράς. Ν’ αφήσει τα αντιμνημονιακά και να συναινέσει στα εθνικά, τα οποία επιμελώς μέχρι τώρα δεν έχει ανοίξει, αποφεύγοντας τις δυσκολίες ενός δεύτερου μετώπου. Θα πρέπει, επίσης, ο Παπανδρέου να παραιτηθεί από τα αντιδεξιά του -και τα συνακόλουθα- οφέλη για τη συνοχή και την απήχηση του ΠΑΣΟΚ. Πράγματα δύσκολα μεν αλλά όχι ακατόρθωτα. Απέναντι σ’ όλα αυτά υπάρχει και ο αντίποδας. Η αμφισβήτηση με το δικό της τρόπο είναι πάντα εδώ.
Στον επαναληπτικό γύρο των εκλογών, που έτσι κι αλλιώς πρυτανεύουν τακτικές, δεύτερες σκέψεις κ.λπ., αποκαλύπτονται με διαύγεια δουλείες που από την επικέντρωση στο αριθμητικό ισοζύγιο των ψήφων της πρώτης Κυριακής συγκαλύπτονταν. Μιλάμε για πράγματα που θα γίνουν ακόμα πιο φανερά το αμέσως επόμενο διάστημα.
Η εκλογικά επικυρωμένη αμφισβήτηση παραμένει η κυρίαρχη κοινωνική, πολιτική διαδικασία. Διαρκώς ανιούσα τα τελευταία χρόνια επισφραγίζει τις μετεκλογικές πολιτικές εξελίξεις. Εκφράζεται αυτόνομα αλλά και μέσα από κόμματα, παράγει αντιθέσεις, κατασκευάζει «Δημαράδες», δίνει τροφή στη συνειδητοποίηση και τις ουσιαστικές προσεγγίσεις. Μαζικά αναγνωρίσιμη, αδιαμεσολάβητη, πανταχού παρούσα, αυτόνομη από την Αριστερά αλλά και σε συμπόρευση ενίοτε μαζί της, η αμφισβήτηση μετουσιώνεται σε ριζοσπαστισμό. Αποδιαρθρώνει το πολιτικό σύστημα και το υποχρεώνει σε αναδιπλώσεις επιβίωσης. Ο Παπανδρέου το παραδέχτηκε με δυο λόγια: Απαιτούνται συναινέσεις. Δηλαδή, μονοκομματισμοί τέλος, μέτρησαν την αποτελεσματικότητά τους και αποσύρονται.
Εφόσον η απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος δεν ανακόπτεται, εξετάζονται διάφορες εναλλακτικές λύσεις, των οποίων οι προϋποθέσεις είναι συμβατές μεταξύ τους και είναι δυνατόν να προωθηθούν ως ένα σημείο από κοινού. Έτσι έχουμε:
Πλάνο Α’: Το ΠΑΣΟΚ για να συνεχίσει να κυβερνά αναζητά δεκανίκια που του προσφέρονται. Ντόρα και ΔΑΡ προαλείφονται. Το ΛΑΟΣ είναι πρόθυμο και χρειαζούμενο, εφόσον οι κοινωνικές εξελίξεις εξαναγκάσουν σ’ επιστράτευση των απανταχού οπαδών του Μνημονίου. Ο ΣΥΝ μέσα από το άνοιγμά του στο σοσιαλιστικό χώρο αξιολογείται ως οιωνεί διαχειρίσιμος.
Ανεξάρτητα από την τροπή που θα πάρουν τα σχέδια του ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτεται για μια ακόμη φορά ότι το κεντροαριστερό ιδεολόγημα είναι αυτό που αναπαράγει την ηγεμονία και του δίνει τις δυνατότητες. Η κεντροαριστερή εκδοχή εξακολουθεί για χρόνια να είναι ο στρατηγικός, προεξάρχων πυλώνας του πολιτικού συστήματος. Ταυτισμένος απόλυτα με το πολιτικό σύστημα διαχειρίζεται τη συγκρότηση και τη μακροημέρευσή του. Το ΠΑΣΟΚ μεταμφιεσμένο σε κεντροαριστερά, με αιχμή την αντιδεξιά ρητορεία, διεισδύει για χρόνια στην Αριστερά, την παγιδεύει, την αποπροσανατολίζει και εξασφαλίζει τις προοπτικές του. Ενδεικτικό είναι ότι τη δεύτερη Κυριακή η διείσδυση του ΠΑΣΟΚ στο χώρο της Αριστεράς ήταν καθολική, με την έννοια ότι ο διεμβολισμός του έφτασε κλιμακωτά ως την ακροαριστερά και ακόμα παρά πέρα. Αποδεικνύεται έτσι, για μια ακόμη φορά, ότι οι αριστεροί χώροι δεν θωρακίζονται με ιδεολογικούς αφορισμούς, αλλά με στοχευμένη πολιτικοποίηση.
Πλάνο Β’: Πάμε για κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Τη μόνη ικανή να διαχειριστεί την κρίση, μαζί με το μεθοδευόμενο εθνικό ακρωτηριασμό στο Αιγαίο. Άνθρωποι του πολιτικού κατεστημένου την υποστηρίζουν ανοιχτά, π.χ. βουλευτές της Ν.Δ. θυμίζουν σε πόσα έχουν συναινέσει και ζητούν ν’ ανασταλούν οι εξεταστικές ώστε ν’ ανοίξει δρόμος για συναίνεση. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται συγκροτήματα και εξωθεσμικοί παράγοντες.
Τα σενάρια προϋποθέτουν να ευθυγραμμιστεί ο Σαμαράς. Ν’ αφήσει τα αντιμνημονιακά και να συναινέσει στα εθνικά, τα οποία επιμελώς μέχρι τώρα δεν έχει ανοίξει, αποφεύγοντας τις δυσκολίες ενός δεύτερου μετώπου. Θα πρέπει, επίσης, ο Παπανδρέου να παραιτηθεί από τα αντιδεξιά του -και τα συνακόλουθα- οφέλη για τη συνοχή και την απήχηση του ΠΑΣΟΚ. Πράγματα δύσκολα μεν αλλά όχι ακατόρθωτα. Απέναντι σ’ όλα αυτά υπάρχει και ο αντίποδας. Η αμφισβήτηση με το δικό της τρόπο είναι πάντα εδώ.
Κώστας Ανδριανόπουλος
Σχόλια