του Μάριου Μαθιού Ιωσηφίδη
Τον τελευταίο καιρό η Γεωργία μαστίζεται από μαζικές διαδηλώσεις πολιτών ενάντια στον νέο επονομαζόμενο «νόμο των ξένων πρακτόρων». Ο νόμος αυτός προβλέπει πως απαγορεύεται στα κόμματα, στους πολιτικούς, στους δημοσιογράφους, στις ΜΚΟ και σε επαγγελματίες άλλων κλάδων να έχουν ως εισόδημα από το εξωτερικό, ποσά που αποτελούν περισσότερο από το 20% του συνολικού τους εισοδήματος.
Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση πως ο νόμος αυτός, αποτελεί φωτογραφική αντιγραφή παρόμοιου νόμου που ισχύει στη Ρωσία από το 2012. Την ίδια στιγμή η πρώτη αφήνει υπόνοιες πως η κυβέρνηση, αντίθετα με τις διακηρύξεις της είναι φιλορωσική. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
1 Το κόμμα «Γεωργιανό Όραμα» είναι στην κυβέρνηση από 2012. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για φιλορωσικό κόμμα. Έχει κύριο στόχο την είσοδο της Γεωργίας στην Ε.Ε. και σε δεύτερη φάση και στο ΝΑΤΟ. Δεν έχουμε λοιπόν μια φιλορωσική κυβέρνηση. Ο κυβερνητικός εταίρος του «Γεωργιανού Οράματος», η επονομαζόμενη «Λαϊκή Δύναμη» (η οποία εισήγαγε το νομοσχέδιο των «ξένων πρακτόρων») δεν είναι ούτε φιλοευρωπαϊκή, ούτε φιλοατλαντική αλλά αποτελεί το μοναδικό κόμμα στο γεωργιανό κοινοβούλιο που αντιτίθεται στην πορεία ενσωμάτωσης της χώρας στη Δύση. Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η δύναμη του τελευταίου, στο κοινοβούλιο κατέχει μόλις 9 σε σύνολο 150 εδρών. Τα κόμματα που καταλαμβάνουν τις υπόλοιπες 141 έδρες είναι από μετριοπαθή ως ακραιφνή φιλοδυτικά.
Καμία σχέση λοιπόν με τις περιπτώσεις της Ουκρανίας στην πορτοκαλί «επανάσταση» του 2004 και στο Μεϊντάν το 2013-2014, όπου στην κυβέρνηση βρισκόταν ένα φιλορωσικό κόμμα. Ακόμα και από την «επανάσταση» των τριαντάφυλλων το 2003 στην Γεωργία, η κατάσταση είναι διαφορετική αφού τότε κυβερνούσε το κόμμα του Σεβαρντνάντζε ο οποίος έστω και συγκρατημένα ήταν φίλα προσκείμενος στη Μόσχα.
2 Για όποιον είχε την τύχη να περάσει κάποιο καιρό στην Τιφλίδα την πρωτεύουσα της Γεωργίας, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός, πως σε κεντρικά σημεία και σε καλές κτηριακές υποδομές στεγάζονται πολλές ΜΚΟ που λειτουργούν είτε ανοιχτά υπέρ, είτε απλώς χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Δεν γνωρίζω αν συμβαίνει κάτι ανάλογο σε κάποια άλλη πρώην Σοβιετική Δημοκρατία αλλά το γεγονός αυτό προξενεί μεγάλη εντύπωση. Όλα αυτά τα χρόνια έχουν πέσει πολλά λεφτά για να πειστούν οι Γεωργιανοί πως η ευρωατλαντική πορεία της χώρας τους αποτελεί μονόδρομο.
Τον Οκτώβριο του 2022 οι τιμές στα τρόφιμα, στη Γεωργία, αυξήθηκαν κατά 21% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2019 και το κόστος των ενοικίων στην Τιφλίδα εκτοξεύθηκε κατά 210% τη στιγμή που οι μισθοί των Γεωργιανών έμειναν στάσιμοι ή αυξήθηκαν ελάχιστα
3 Όσοι αναφέρονται στα γεγονότα που διαδραματίζονται τις τελευταίες μέρες στην πρωτεύουσα της Γεωργίας αλλά και σε άλλες πόλεις αποφεύγουν να αναφέρουν την οικονομική κατάσταση στη χώρα. Η παγκόσμια υγειονομική κρίση, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η φυγή δεκάδων χιλιάδων Ρώσων (που προέρχονται κυρίως από τα μεσαία και άνω κοινωνικά στρώματα) αλλά και μερικών Λευκορώσων είχαν ως αποτέλεσμα οι τιμές σε πολλά προϊόντα στη χώρα να εκτιναχθούν. Σύμφωνα με τη Geostat, τον Οκτώβριο του 2022 οι τιμές στα τρόφιμα αυξήθηκαν κατά 21% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2019. Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως σε σχέση με έναν χρόνο πριν τον πόλεμο το κόστος των ενοικίων στην Τιφλίδα, εκτοξεύθηκε κατά 210% τη στιγμή που οι μισθοί των Γεωργιανών έμειναν στάσιμοι ή αυξήθηκαν ελάχιστα σε σχέση με τις ανατιμήσεις και το απαγορευτικό κόστος ενοικίασης κατοικίας.
***
Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό πως δεν έχουμε να κάνουμε με μια προσπάθεια της Δύσης για ανατροπή της υπάρχουσας κυβέρνησης. Η σύγκρουση μεταξύ του «Γεωργιανού Οράματος» και του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης «Ενωμένο Εθνικό Μέτωπο» είναι αποτέλεσμα της διαμάχης που ξεκίνησε την τελευταία περίοδο του Σαακασβίλι και δυνάμωσε περισσότερο με την κακή οικονομική κατάσταση, τα 10 χρόνια εξουσίας των κυβερνόντων που φαίνεται πως τους έχουν φθείρει και στο γεγονός πως οι ΜΚΟ που δρούνε τόσα χρόνια στη χώρα έχουν πείσει το μεγαλύτερο μέρος των Γεωργιανών πως η λύση στα προβλήματά τους περνάει μόνο μέσα από την πρόσδεσή τους με τη Δύση – ασκώντας με αυτό τον τρόπο και τις ανάλογες πιέσεις όταν θεωρούν πως η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να δώσει περισσότερα όσον αφορά τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό της.