Πολιτική θεολογία χωρίς θεό
ΑΦΙΕΡΩΜΑ – “Να τελειώνουμε με το πένθος της ήττας!” – Ολόκληρη η συζήτηση για...
Υποκείμενα και «φανταστικά λουλούδια»…
Φεμινισμός είναι η πράξη
Τον 19ο αιώνα και μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού, η ελάχιστη δικαιοσύνη ήταν η πολιτική χειραφέτηση. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας της ψήφου προέκυψε από τον εξευτελισμό του αποκλεισμού. Όταν το 1846, στο 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο κατά της Δουλείας στο Λονδίνο, απαγορεύτηκε στις γυναίκες αντιπροσώπους των ΗΠΑ να συμμετάσχουν στις διαδικασίες, έγινε ολοφάνερο πως ήταν ειρωνικά μάταιο να αγωνίζονται (παίρνοντας αδιανόητα ρίσκα) για την ελευθερία των άλλων, την στιγμή που οι ίδιες δεν είχαν το στοιχειώδες δικαίωμα της συμμετοχής. Αλλά η διεκδίκηση συμμετοχής στα πολιτικά δικαιώματα πολύ γρήγορα έγινε διεκδίκηση συμμετοχής στην εκπαίδευση, την οικονομική ανεξαρτησία, τον λόγο, την πράξη. Και, χωρίς ακόμα να λέγεται εντελώς καθαρά, διεκδίκηση αυτονομίας και αυτοπροσδιορισμού, άρα δικαίωμα αυτονομίας του γυναικείου σώματος. Το σώμα μας, ο εαυτός μας – από τότε.
Το σώμα δέχεται πρώτο αυτό την ταπείνωση και την καταπίεση του ετεροπροσδιορισμού. Δέχεται πρώτο την επιβολή. Και προσχωρεί πρώτο στην πράξη της επανάστασης. Κι ας μοιάζει σαν οι διεκδικήσεις που αφορούν την ανεξαρτησία του γυναικείου σώματος να ήρθαν, ιστορικά μιλώντας, τελευταίες (με το δεύτερο κύμα του φεμινισμού, δηλαδή μετά το 1965). Γιατί όταν οι γυναίκες «βγήκαν», μεταφορικά, αλλά κυρίως κυριολεκτικά, από τον ιδιωτικό χώρο και διεκδίκησαν τον δημόσιο, αυτό που, μεταφορικά αλλά κυρίως κυριολεκτικά, βγήκε προς τα έξω για να διεκδικήσει και να εκτεθεί, ήταν το σώμα τους.
Η γυναικεία πράξη και, πολύ περισσότερο, η φεμινιστική πράξη είναι, σχεδόν εξ ορισμού, καταρχήν σωματική.
Ίσως γι’ αυτό οι γυναίκες εφηύραν ως πολιτικό όπλο την απεργία πείνας (το 1909). Η απεργία πείνας μεταφέρει την πολιτική διεκδίκηση στο επίπεδο του σώματος. Στο κοινωνικό επίπεδο, οι γυναίκες σιτίζονταν πάντα και σε κάθε κοινωνία λιγότερο καλά από τους άντρες. Στο ψυχικό επίπεδο, η οικειοθελής στέρηση της τροφής, σήμερα γνωστή ως νευρική ανορεξία, ήταν ένας τρόπος να δηλωθεί το χάσμα ανάμεσα στην αναπόδραστη καταπίεση και την επιθυμία της διαφυγής. Οι γυναίκες που δεν άντεχαν τη βιαιότητα της αντρικής εξουσίας στα σπίτια τους, έπαυαν να τρώνε. Οι γυναίκες που βρέθηκαν αντιμέτωπες με την κρατική εξουσία στις φυλακές ανακάλυψαν ως όπλο την απεργία πείνας. Οι περιγραφές της βίαιης σίτισης (με ένα σωλήνα που, περνώντας από τα ρουθούνια και ξεσκίζοντας τον οισοφάγο, άδειαζε υγρή τροφή στα στομάχια των κρατούμενων γυναικών) μοιάζουν με περιγραφές βιασμού. Αλλά αν ο πραγματικός βιασμός είναι το απόλυτο όπλο στον ακήρυχτο πόλεμο κατά των γυναικών, ο μεταφορικός βιασμός της βίαιης σίτισης αποδείχθηκε ανεπαρκής. Γιατί οι γυναίκες που την υπέστησαν δεν κάμφθηκαν. Ακόμα χειρότερα, δημοσιοποίησαν τη φρίκη. Και η δημοσιοποίηση, η δημόσια έκθεση του σώματος και του λόγου τους, ήταν τελικά η αποτελεσματικότερη φεμινιστική πράξη σε ένα αγώνα που δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Όταν, μισό αιώνα αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, μια άλλη γενιά γυναικών ξανάπιασε το κομμένο νήμα του φεμινισμού, ήταν λογικό το γυναικείο σώμα να βρεθεί στο επίκεντρο των διεκδικήσεων και να γίνει το επίκεντρο της φεμινιστικής πράξης. Ο αγώνας για γυναικείο έλεγχο της μητρότητας και των αναπαραγωγικών λειτουργιών, ο αγώνας για ελεύθερη ασφαλή αντισύλληψη και ελεύθερη ασφαλή έκτρωση, ο αγώνας κατά του βιασμού, κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης, κατά της πορνογραφίας, ήταν τα επιμέρους κεφάλαια ενός ενιαίου αγώνα για το δικαίωμα των γυναικών να κατέχουν, αυτές και μόνον αυτές, επιτέλους, το ίδιο τους το σώμα.
Στην «Τζέιν», την Παράνομη Υπηρεσία Εκτρώσεων, που ιδρύθηκε το 1969 στο Σικάγο, συμμετείχαν πάνω από 3.000 νέες γυναίκες και ώς το 1973, όταν νομιμοποιήθηκαν οι εκτρώσεις στις ΗΠΑ, έκαναν πάνω από 12.000 παράνομες εκτρώσεις. Στην αρχή απλώς βοηθούσαν τις γυναίκες να βρουν γιατρό και πρόσφεραν ψυχολογική και πρακτική στήριξη, μετά επέβαλαν στους γιατρούς τους δικούς οικονομικούς και δεοντολογικούς όρους, μετά έγιναν παραϊατρικοί βοηθοί στις επεμβάσεις, μετά έμαθαν να προκαλούν ασφαλείς αποβολές σε γυναίκες που είχαν περάσει το πρώτο τρίμηνο εγκυμοσύνης, και στο τέλος έμαθαν να κάνουν οι ίδιες τις αποξέσεις. 12.000 παράνομες, αλλά εντελώς ασφαλείς εκτρώσεις, μέσα σε ανθρώπινες συνθήκες. Kάνοντας πράξη (και μάλιστα άκρως παράνομη) τη φεμινιστική διεκδίκηση, η «Τζέιν» εντάχθηκε σε μία πανάρχαια γυναικεία παράδοση μαιευτικής. Πολύ περισσότερο, έδωσε ένα νέο νόημα σ’ αυτήν την παράδοση, το νόημα της συνειδητής στάσης και του δικαιώματος στην ελεύθερη επιλογή για όποιο θέμα αφορά το σώμα μας. Δηλαδή, τον εαυτό μας.
Η φεμινιστική πράξη είναι πάντα προκλητική. Κυρίως εξαιτίας της άκρας σωματικότητάς της. Κυρίως επειδή εκθέτει το γυναικείο σώμα διεκδικώντας την απελευθέρωσή του από τους έξωθεν προσδιορισμούς. Κυρίως γιατί θυμίζει πως είμαστε το σώμα μας και πως η ελευθερία είναι πρώτ’ απ’ όλα ελευθερία του σώματος.
Αφιέρωμα: Μήνυμα του αντιπροέδρου της Βολιβίας, Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα στην ευρωπαϊκή Αριστερά
Να αγωνιστούμε για μια νέα κοινή λογική: προοδευτική, επαναστατική και οικουμενική
Δεκάδες αντιπροσωπείες, πολιτικοί ηγέτες και προσωπικότητες απ’ όλο τον κόσμο παραβρέθηκαν στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη από τις 13 ως τις 15 Δεκεμβρίου 2013, και απηύθυναν χαιρετισμό. Κατά κοινή ομολογία, ένας από τους ομιλητές ξεχώρισε: ο Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα, Αντιπρόεδρος του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας.
Διόλου τυπικός, με συντροφική ειλικρίνεια και με φανερή την έγνοια του για μια επιτυχή πορεία της Αριστεράς στην Ευρώπη, ο εκπρόσωπος αυτής της «μακρινής» χώρας κατάφερε να μιλήσει με ουσιαστικό τρόπο στην καρδιά και το νου των συνέδρων και του κοινού. Μεταφέροντας πλούσιες θεωρητικές επεξεργασίες, μα και την εμπειρία από την έμπρακτη δοκιμασία τους στο «εργαστήρι» της Λατινικής Αμερικής, η μισάωρη ομιλία του αποτέλεσε πραγματικά τροφή για σκέψη.
Όλη η ομιλία του Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα: Μήνυμα στην ευρωπαϊκή Αριστερά
Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα: Βασικός νους του βολιβιάνικου πειράματος
Αφιέρωμα: Πώς μπορούμε να φτάσουμε σε ένα ξέφωτο μετά την τρόικα
Υπό τον τίτλο Πώς μπορούμε να φτάσουμε σε ένα ξέφωτο μετά την τρόικα, πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Δευτέρας στο αμφιθέατρο της Τεχνόπολις, στο Γκάζι, πολιτική εκδήλωση που διοργάνωσε η Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας (ΚΟΕ).
Η μεγάλη προσέλευση κόσμου έδειξε ότι το θέμα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, καθώς είναι διάχυτος ο προβληματισμός και η αγωνία για τις προοπτικές του αγώνα που δίνει ο ελληνικός λαός εδώ και δυόμισι χρόνια, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να κινηθεί μια αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα προκειμένου να δοθεί διέξοδος. Τα ζητήματα πλέον έχουν βγει από το πλαίσιο της φωτογραφικής αποτύπωσης της κατάστασης, αφού είναι σαφές σε όλους ότι η χώρα έχει μπει σε μια πορεία καταστροφής σε όλα τα επίπεδα. Οι προϋποθέσεις, οι συμμαχίες, οι πιθανοί δρόμοι, οι δυσκολίες, αλλά και η αντίληψη με βάση την οποία χρειάζεται να βαδίσει η Αριστερά σε μια κατεύθυνση διεξόδου και μετάβασης της χώρας σε ένα άλλο τοπίο, ήταν μερικά από τα ζητήματα με τα οποία καταπιάστηκαν οι βασικοί ομιλητές της εκδήλωσης: ο Λαοκράτης Βάσσης, ο Γιάννης Δραγασάκης, η Νάντια Βαλαβάνη και ο Ρούντι Ρινάλντι.
Αρκετές ακόμη πλευρές του θέματος ανέδειξαν με τις παρεμβάσεις τους ο Δημήτρης Αρβανίτης (εικαστικός), ο Χρήστος Καπάταης (περιφερειακός σύμβουλος Αττικής), η Νίνα Κασιμάτη (κίνηση Νέος Αγωνιστής), ο Σωκράτης Μαντζουράνης (ΚΕΔΑ) και ο Βασίλης Ξυδιάς (Πρωτοβουλία για Ριζική Συνταγματική Αλλαγή), αλλά και εκπρόσωπος της Kίνησης Αλληλεγγύης Κατοίκων & Εργαζομένων Δήμου Φυλής.
Ο Δρόμος στις επόμενες σελίδες δημοσιεύει τις τοποθετήσεις των ομιλητών, ως μία συμβολή στη μεγάλη συζήτηση που οφείλει να ανοίξει στην Αριστερά και στην κοινωνία. Το βίντεο της εκδήλωσης, με τις παρεμβάσεις των καλεσμένων, τις ερωτήσεις που απευθύνθηκαν στους ομιλητές αλλά και τις δευτερομιλίες των τελευταίων, θα αναρτηθεί τις επόμενες ημέρες στην ιστοσελίδα της εφημερίδας.
Γιάννης Δραγασάκης:
Βρισκόμαστε στον πρόλογο ενός νέου κύκλου ανατροπών και ρήξεων
Νάντια Βαλαβάνη:
Ακύρωση της καταστροφικής πορείας και στροφή στην ανασυγκρότηση
Ρούντι Ρινάλντι:
Η ανάγκη για ένα δυναμικό πολιτικό ρεύμα αριστερής διεξόδου της χώρας
Λαοκράτης Βάσσης:
Από τον δημοκρατικό πατριωτισμό του Ρήγα σε μια νέα εθνική αφήγηση
Η Αριστερά μπροστά στη νέα δεκαετία
Η κοινωνική κατάσταση του τελευταίου χρόνου λογικά ήταν η «ώρα της Αριστεράς», αλλά αυτή βρέθηκε να παραδέρνει με κίνδυνο να αποτελέσει ένα από τα μεγάλα θύματα της κρίσης. Οι αιτίες πολλές και η κάθε παρέμβαση αναλύει ορισμένες από τις πτυχές τους.
Η Αριστερά δίνει μάχες, αλλά το ζήτημα είναι να κερδίσει τον πόλεμο. Κοινή η εκτίμηση ότι χρειάζεται η δημιουργία ενός ευρέος μετώπου κοινωνικών δυνάμεων που να αγγίζει τη λαϊκή πλειοψηφία.
Χρειάζεται στρατηγική αγώνων, ώστε να μην εγκαταλειφθούν τα κοινωνικά και εργατικά κινήματα στην τύχη τους, και να καλυφθεί το χάσμα κοινωνικής διαμαρτυρίας και πολιτικής πάλης. Αυτό είναι κρίσιμο για να μη βιώσουμε ως κοινωνία μια επανάληψη της κρίσης του 1930, όταν οι θεωρητικο-πολιτικές και πρακτικές ολιγωρίες του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος άφησαν ανοικτή δίοδο στο φασισμό.
Χρειάζεται να ξεπεράσει η ίδια την εσωτερικευμένη «συστημικότητά» της, να τολμήσει να σκεφθεί και να πράξει έξω από τη «γωνία», επεξεργαζόμενη μια εναλλακτική πολιτική πρόταση που θα προσιδιάζει στο στρατηγικό πεδίο πάλης όπως διαμορφώνεται σήμερα. Το ζήτημα του χρέους και πώς θα λυθεί υπέρ των λαϊκών στρωμάτων είναι ένα από τα κομβικά σημεία. Και ως προς αυτό η πρόταση για τη συγκρότηση μιας πλατιάς Επιτροπής Ελέγχου του Χρέους μπορεί να γίνει το όχημα για τη συσπείρωση πολλών δυνάμεων.
Η αξιοπιστία της εναλλακτικής πρότασης, όμως, θα εξαρτηθεί από αν γύρω απ’ αυτήν θα συγκροτηθεί ένας ενωτικός πολιτικός φορέας της ριζοσπαστικής Αριστεράς, πράγμα που βάζει επί τάπητος ζητήματα ανακατατάξεων και ανασύνθεσης της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ως προς αυτό, κύριο ρόλο παίζει η πολιτική βούληση, ο συγχρονισμός με τις ανάγκες της εποχής, η αναβάπτιση στον επαναστατικό λόγο.
Τέλος, στο αφιέρωμα φιλοξενείται και ένα επίκαιρο άρθρο του Χρ. Καραμάνου για το περιβόητο ευρωομόλογο και τη στάση που επιβάλλεται να έχει γύρω από το ζήτημα η Αριστερά.
Το θέμα είναι τώρα τι λες
Η επιδίωξη του διεθνούς και εγχώριου κεφαλαίου δεν είναι άλλη από τη μετατροπή της πλειοψηφίας του πληθυσμού σ’ ένα ηττοπαθές προσωπικό που θα υπηρετεί το νέο αφέντη, χωρίς να διεκδικεί τα μέχρι χθες αυτονόητα εργασιακά και πολιτικά του δικαιώματα.
Μεσαίωνας λοιπόν; Όχι ακριβώς, κάτι χειρότερο. Καπιταλισμός με χρηματοπιστωτική μορφή, τουτέστιν με νέα, πιο άγρια, έξυπνα και επιθετικά χαρακτηριστικά που μεταμορφώνουν το λαό σε δουλοπάροικο, μ’ ένα βουβό μηχανισμό, χωρίς δηλαδή να (δια)κηρύττουν ανοιχτά τον πόλεμο. Το ζήσαμε το «κόλπο» -χωρίς να πάρουμε χαμπάρι την απειλή του- τα τελευταία σαράντα χρόνια, τότε που θεωρούσαμε ότι ζούσαμε καλά, αν δεν... «ευτυχούσαμε» κιόλας. Για την ίδια συστημική αδικία, για τον ίδιο άπληστο πόλεμο επρόκειτο, αντεστραμμένο όμως, καθώς τότε διεξαγόταν με ελκτικά «καταναλωτικά» μέσα και άλλες «παροχές» ελπίδας.
Όμως, τώρα που οι άνθρωποι γίνονται αναλώσιμοι και πετιούνται στα σκουπίδια, τώρα που οι συνειδήσεις αντιλαμβάνονται το παιχνίδι και ωριμάζουν ραγδαία, τι λες; Ιδού το καίριο ερώτημα της κοινωνίας, ιδού η εναγώνια αναμονή της. «Επιστροφή δεν θα υπάρξει. Το καλύτερο που μπορούμε να ελπίσουμε είναι να μοιράσουμε δίκαια τη φτώχεια μας. Είναι η μεγαλύτερη, η ουσιαστική, επανάσταση που απαιτείται σήμερα από την όποια πραγματική ή δυνητική Αριστερά, η οποία οφείλει να προετοιμάσει τον κόσμο για τον κακοτράχαλο αλλά μοναδικό δρόμο που ανοίγεται μπροστά του…».
Αυτό το απόσπασμα από πρόσφατο κείμενο του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου στο περιοδικό Σημειώσεις υπήρξε η αφορμή για το ανά χείρας αφιέρωμα. Δεν απευθυνθήκαμε σε διανοούμενους που σιτίζονται ή χαριεντίζονται με το σύστημα και τις πρυτανείες του. Οι καιροί, άλλωστε, είναι επικίνδυνοι δεν συγχωρούν τερτίπια...
Όσο μεγεθύνεται η κρίση κι εξαθλιώνεται ο λαός, τα πολιτικά ερωτήματα πολλαπλασιάζονται, οι απαντήσεις επείγουν. Το πανικόβλητο σύστημα αμύνεται λυσσαλέα, επιστρατεύει «πρόθυμους» θεούς και δαίμονες, από το χώρο των ιδεών για να στιγματίσουν τα «άκρα» κι απ’ το χώρο του υποκόσμου για να τσακίσουν κεφάλια… Εμείς;
Στο σημερινό φύλλο γράφουν οι: Φώτης Τερζάκης, Γιώργος Μερτίκας, Δημήτρης Σεβαστάκης και Κώστας Δεσποινιάδης. Το αφιέρωμα θα ολοκληρωθεί στο προσεχές φύλλο του Δρόμου με κείμενα των Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, Γιώργου Λιερού, Θανάση Παπαθανασίου και Γιώργου Κοροπούλη.
Μιχάλης Σιάχος