Όλα πλέον είναι διαφορετικά. Από δω και πέρα θα ζήσουμε αναγκαστικά χωρίς την ευγενική του ύπαρξη να μας περιμένει πάντα με πλατιά χαμόγελα και ανοιχτόκαρδα καλωσορίσματα στο μικρό αγροτικό του σπιτάκι, ένα από τα τελευταία ανηφορίζοντας στην πλαγιά του Υμηττού από την πλευρά των Γλυκών Νερών. Θα ζήσουμε εφεξής χωρίς ένα σπάνιο φίλο κι έναν από τους σπουδαιότερους ανθρώπους που πέρασαν απ’ αυτό τον τόπο.
Μαζί με την οικογένεια του, εμείς, η παρέα μας, ο Σήφης, ο Κώστας, ο Θανάσης, ο Γιώργος και άλλοι που τον γνώρισαν και τον αγάπησαν, είμαστε πλέον χωρίς τον Αλέξη Πάρνη, τον άνθρωπο που επιβεβαίωσε με τη ζωή του, διάρκειας ενός αιώνα παρά ένα χρόνο, ότι μπορεί ένας απλός άνθρωπος –και μάλιστα για τόσο πολύ καιρό- να αγωνίζεται, να μην προδίδει τους φίλους και τους συντρόφους του, να μην παραδίδεται στο σύστημα, να μην απαρνείται τα υψηλά του ιδανικά, να πέφτει και να σηκώνεται ξανά και ξανά, να κάνει οικογένεια με παιδιά, να ζει λιτά και λιτοδίαιτα, να είναι στην πόλη και να σέβεται τη φύση, να είναι γενναιόδωρος, να είναι κομμουνιστής και να πιστεύει στο θεό, να μην κλαίγεται και να δημιουργεί αφενός φυτεύοντας μαρούλια στην αυλή του και πικροδάφνες στο πεζοδρόμιο και αφετέρου μεταφράζοντας τον Πούσκιν και τον Μαγιακόφσκι από το πρωτότυπο και γράφοντας ποιήματα για τον Μπελογιάννη. Για να μην ξεχάσουμε κάθε άνθρωπο που θυσιάστηκε για την πατρίδα, για την ισότητα, την ανεξαρτησία, το σοσιαλισμό, την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Ήταν ένας ευτυχισμένος άνθρωπος με τη συνείδησή του ήσυχη γιατί δεν έγινε του συρμού και υπηρέτησε τις επιλογές του με αφοσίωση και αγάπη.
Ο Αλέξης έζησε όλα τα μεγάλα δράματα της εποχής του, από πολύ νέος, συμμετέχοντας ενεργητικά με τη φυσική του παρουσία και την κοφτερή και γλαφυρή του πένα. Είτε σαν μαχητής της Εθνικής Αντίστασης με τον ΕΛΑΣ, είτε σαν δημοσιογράφος του Δημοκρατικού Στρατού, είτε σαν λογοτέχνης σε ξένο τόπο. Και ήταν τόσο μεγάλη η δύναμή του που κατάφερε σε μια πολύ μεγάλη χώρα, μια αυτοκρατορία ουσιαστικά, να διακριθεί και να τιμηθεί όσο κανένας άλλος Έλληνας εκείνα τα δύσκολα χρόνια, με το πατριωτικό του έργο για τον αγώνα του αδελφού κυπριακού λαού, «Το νησί της Αφροδίτης», να παίζεται ταυτόχρονα σε 175 θέατρα από τη Μόσχα και το Κίεβο μέχρι το Βλαδιβοστόκ στις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού. Και είναι ίσως το μεγαλύτερο βραβείο που του απονέμει η ιστορία το γεγονός ότι ούτε αυτή η τεράστια απήχηση του έργου του ούτε η ευγνωμοσύνη που αισθανόταν για τη φιλοξενία της Σοβιετικής Ένωσης, για τις σπουδές του στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Μαξίμ Γκόρκι και την καταξίωσή του ως συγγραφέα, δεν τον δελέασε για να κάνει συμβιβασμούς που θα ακύρωναν την ηθική του υπόσταση.
Το τελευταίο βράδυ που είχε διαύγεια, ακινητοποιημένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου, σκυμμένοι με τον Κώστα από πάνω του ακούγαμε και διαβάζαμε στα χείλη του τα τελευταία του λόγια: έμεινα πιστός, μας είπε για πολλοστή φορά, σ’ αυτό που έγραψε μέσα από τη φυλακή ο Νίκος Ζαχαριάδης καλώντας τον ελληνικό λαό το 1940 να αγωνιστεί «για μια Ελλάδα της λευτεριάς, της δουλειάς, απαλλαγμένης από κάθε ξένη εξάρτηση». Σ’ αυτό το φιλελεύθερο πατριωτικό μήνυμα στήριξε ο Αλέξης Πάρνης την κοσμοθεωρία του.
Ο Αλέξης, βαφτισμένος Σωτήρης, έγραφε από πολύ νέος. Άρθρα, πολεμικές ανταποκρίσεις, διηγήματα, ποιήματα και θεατρικά έργα. Έγραψε και «Το φως του αυγερινού», ένα από τα καλύτερα σίριαλ που επηρέασαν την ποιότητα της κρατικής τηλεόρασης από το ξεκίνημά της.
Αλλά, παρά τη σπουδαία προσφορά του, η ζωή του είχε πολλά σκαμπανεβάσματα και σοβαρά εμπόδια από ανθρώπους μεροληπτικούς. Και καμία αναγνώριση από το ελληνικό κράτος. Όμως, εκείνος, με συγκατάβαση τα αντιμετώπιζε όλα. Χωρίς να ξεχνάει αυτούς που τον βοήθησαν, τον κρατούσε η πίστη του στα ιερά και τα όσια και δεν το έβαζε κάτω. Γι’ αυτό διάνυσε μια τόσο πλούσια ζωή με τόσο μικρές υλικές ανταμοιβές. Όπως είπε στη δημοσιογράφο Έφη Μαρίνου «ο Πλάτωνας έλεγε ότι όποιος έχει ταλέντο, μια θεϊκή δωρεά, πρέπει να πληρώνεται λιγότερο από τον απλοϊκό, τον ατάλαντο».
Γι’ αυτό, με μια πενιχρή σύνταξη, στο τελευταίο κομμάτι της ζωής του, ξεπέρασε ακόμα και τις καλύτερες προηγούμενες επιδόσεις του με το μνημειώδες μυθιστόρημά του «Η Οδύσσεια των διδύμων», που κυκλοφόρησε το 2009, βασισμένο στην πραγματική ιστορία της αντίστασης και σε ό,τι επακολούθησε. Και από τότε, όντας ήδη 85 ετών, μέχρι τη μέρα που συνέβη το μοιραίο ατύχημα, έγραψε τρία καινούργια βιβλία και μετέφρασε άλλα τρία με ποίηση, τα οποία μαζί με την «Οδύσσεια» φτάνουν τις δυόμιση χιλιάδες σελίδες! Και παράλληλα μετέφρασε το μεγαλύτερο μάλλον μέρος των ποιημάτων που έχουν γράψει 8 από τους σημαντικότερους Ρώσους κλασικούς ποιητές∙ 10 τόμοι από 200 μέχρι 400 σελίδες ο καθένας, οι οποίοι πρέπει κάποια στιγμή να εκδοθούν: Μαγιακόβσκι, Πάστερνακ, Αχμάτοβα, Τσβετάγιεβα, Γιεσένιν, Μπριούσοφ, Τβαρντόφσκι και σχεδόν όλος ο Πούσκιν! Μοναδικό έργο, ανεπανάληπτο. Δηλαδή, μέσα σε 14 χρόνια, από τα 85 μέχρι τα 99 του χρόνια, έγραψε ή μετέφρασε 16 βιβλία, που το καθένα ήθελε πάρα πολλή δουλειά! Ενώ στην ίδια περίοδο, επανακυκλοφόρησαν σε ηλεκτρονική μορφή τα παλαιότερα βιβλία του: «Ο Διορθωτής», η «Λεωφόρος Πάστερνακ» και «Μια Πράγα για τον καθένα».
Αν τώρα προσπαθούσα να συνοψίσω τη φιλοσοφία του για τη ζωή, για τη φύση, για το σύμπαν, θα επαναλάμβανα αυτό που διατρέχει το βίο του και το έργο του, αυτό που πολύ συχνά μας επισήμαινε: υπάρχει παντού και σε όλα, από τα πιο μικρά ως τα πιο μεγάλα, ο ρυθμός του κόσμου. Και όλα πρέπει να βρίσκονται σε αρμονία μ’ αυτό το ρυθμό. Και στην ποίηση, όταν μεταφράζω, έλεγε, τα ποιήματα των σπουδαίων ποιητών, πρέπει να βρω το ρυθμό των ποιημάτων και να αποδώσω την αρμονία του στίχου. Αυτό είναι η ποίηση. Κι έτσι πρέπει ο καθένας να αναζητεί την αρμονία στη ζωή του, να είναι συντονισμένος με το ρυθμό του σύμπαντος.
Ο Αλέξης μιλούσε με σεβασμό για τους γονείς του και τρυφερά για τη Χαρίκλεια, την σύντροφό του, για τον δικό της παράλληλο αγώνα, για τις δικές της ανείπωτες απώλειες∙ μιλούσε για την κόρη του, τη Στέλλα, την οποία υπεραγαπούσε, περήφανος για την ευαισθησία, την ποιότητα και το ταλέντο της∙ μιλούσε για τον Γιώργο, που εκτιμούσε την αξία του παππού του, εκθειάζοντας τον καλοσυνάτο και δημιουργικό χαρακτήρα του εγγονού του.
Αυτός ο μικρόσωμος, ο μια σταλιά άνθρωπος, είχε μια εσωτερική πυρηνική ενέργεια που αυτοαναπαραγόταν επί έναν ολόκληρο αιώνα, γεννώντας αδιάκοπα, δουλεύοντας κριτικά πάνω στην ιστορία, αφηγούμενος νηφάλια και διεισδυτικά τα ανθρώπινα πεπραγμένα, υπερασπίζοντας την καλαισθησία, επιμένοντας σταθερά -χωρίς κανένα αίσθημα ματαιότητας- στο φλερτ με την ουτοπία. Η τελευταία φράση που του είπα, φεύγοντας από το νοσοκομείο, την παραμονή, ήταν «Αλέξη, σ’ ευχαριστούμε για ό,τι έκανες για μας και μας άλλαξες σαν ανθρώπους». Και τώρα συμπληρώνω τη φράση μου. Άνθρωποι σαν και σένα πρέπει να μένουν αθάνατοι, γιατί προάγουν την αρμονία στον ανισόρροπο κόσμο που ζούμε. Θα σε τιμούμε με αγάπη, Αλέξη μας.
(Εκφωνήθηκε στον Ιερό Ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, στα Γλυκά Νερά, στις 13 Μαρτίου 2023)