Μόλις πριν λίγους μήνες είχα αφιερώσει αυτή εδώ τη στήλη στο βιβλίο του Μίλαν Κούντερα «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης» (edromos.gr/o-akrotiriasmos-tis-dysis-i-i-tragodia-tis-kentrikis-eyropis)

Σήμερα, το να γράψω για τον Μίλαν Κούντερα είναι για μένα σχεδόν αδύνατον. Με τον θάνατό του είναι σαν να έφυγε κι ένα κομμάτι της δικής μου ζωής. Αν ήθελα πραγματικά να εκφράσω όλα όσα σημαίνουν για μένα τα βιβλία του θα χρειαζόμουν μάλλον όλες τις σελίδες της εφημερίδας.

Και πάλι θα έλειπε κάτι…

Προσπαθώ να θυμηθώ πως ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία. Έχω την εντύπωση πως διάβασα πρώτα το «Η ζωή είναι αλλού», μετά «Το βαλς του αποχαιρετισμού» και στη συνέχεια το «Αστείο». Πάντως μέσα σε λίγα χρόνια στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όποιο βιβλίο του κυκλοφορούσε έσπευδα αν το αγοράσω. «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης», «Γελοίοι έρωτες». Πλην του «Αστείου» όλα είχαν κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Οδυσσέας.

Ακολούθησε η «Αβάσταχτη Ελαφρότητα του είναι», που έμελλε να γίνει ένα είδος «Ευαγγέλιου» για μένα και η «Αθανασία» (ποτέ δεν κατάλαβα γιατί μεταφράστηκαν ξανά παρά το ότι κυκλοφόρησαν με τη θαυμάσια μετάφραση της Κατερίνας Δασκαλάκη από τον ίδιο εκδοτικό οίκο – την «Εστία»).

Διάβασα δοκίμια, αλλά και τα πιο πρόσφατα έργα του καθώς και το μαγικό «Πράγα, ένα ποίημα που χάνεται», το οποίο είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό «Ο Πολίτης». Κείμενο που φωτοτύπησα και πήρα μαζί σε ένα ταξίδι στην Πράγα ακολουθώντας γραμμή τη γραμμή, σελίδα τη σελίδα ό,τι έγραφε…

Τις μέρες που έφυγε από τη ζωή ο Κούντερα έτυχε να διαβάζω τη «Γη της μεγάλης επαγγελίας» του Μεξικανού συγγραφέα και δημοσιογράφου Χουάν Βιγιόρο (Καστανιώτης)

Και να που συνέβη μια από αυτές τις συμπτώσεις που μάγευαν τον Κούντερα. Από το είδος εκείνο που κάνει κι έναν έρωτα αξέχαστο:

Ο συγγραφέας όχι μόνο αναφέρεται στην «Αβάσταχτη Ελαφρότητα του είναι» αλλά είναι σαφές πως και το ίδιο το βιβλίο του έχει οφειλές τόσο στη φιλοσοφία, όσο και στη συγγραφική οπτική του Κούντερα. Δεν το κρύβει άλλωστε.

Υπενθυμίζει πως ο μεγάλος Τσέχος συγγραφέας είχε γράψει για την ηρωίδα του τη Σαμπίνα που εναντιωνόταν στην απώλεια της ιδιωτικότητας:

«…Απ’ τη στιγμή που υπάρχει ένας μάρτυρας των πράξεών μας, προσαρμοζόμαστε, θέλουμε δεν θέλουμε στα μάτια που μας παρατηρούν και τίποτα πια απ’ ό,τι κάνουμε δεν είναι αληθινό…»

Όπως σωστά επισημαίνει ο Βιγιόρο, όλα όσα γράφει ο Κούντερα προοιωνίζονταν «την κόλαση των κοινωνικών δικτύων».

Με αυτή τη διεισδυτική του ματιά είχε συλλάβει το φαινόμενο εν τη γενέσει του…

Ο Κούντερα επίσης ήταν από τους πρώτους που ασχολήθηκαν με το κιτς και μάλιστα στην πολιτική του διάσταση. Τα όσα κάποτε έγραψε για το θέμα επιβεβαιώνονταν κι επιβεβαιώνονται δραματικά, μέρα με τη μέρα.

Ο… πολύς Ηλίας Κανέλλης έγραψε πως τον Κούντερα τον κυνήγησε ο «κομμουνισμός» και λοιδορεί όσους αριστερούς δεν αναφέρονται στο θέμα. Ηθελημένα αγνοεί ότι ο Κούντερα ήταν από τους διανοούμενους της Άνοιξης της Πράγας που όχι μόνο ονειρεύτηκαν, αλλά αγωνίστηκαν για μια άλλη πορεία.

Φυσικά στάθηκε κριτικός και επικριτικός απέναντι στην εξουσία και στον σταλινισμό. Και φυσικά στην εισβολή που έγινε στη χώρα του και την έζησε δραματικά.

Με τον καιρό ίσως να στράφηκε σε πιο συντηρητικές θέσεις, έχοντας όμως τα μάτια ανοικτά και χωρίς παρωπίδες.

Ο Κούντερα, ο Χάκκας, ο Τσίρκας ήταν για μένα (ή να πω για μας – μιλώντας για μια μερίδα της αριστεράς;) οι λογοτέχνες εκείνοι που τόλμησαν να θίξουν τα «κακώς κείμενα» και μας αφύπνισαν κριτικά και απέναντι στους κομματικούς μηχανισμούς περισσότερο από διάφορους θεωρητικούς του μαρξισμού.

Ένα μεγάλο κύμα αμφισβήτησης που διαπέρασε μικρά και μεγάλα κόμματα της αριστεράς στη δεκαετία του ’80 έχει τις ρίζες του και στη λογοτεχνική προσέγγιση με καθοριστικό σημείο αναφοράς το έργο του Μίλαν Κούντερα.

Από τότε που τον πρωτοδιάβασα μέχρι σήμερα, πέρα από το γεγονός ότι συχνά ανατρέχω στις σελίδες του, ξαναδιαβάζω κάθε δεκαετία τα βασικά του έργα και νιώθω πως πάντα κάτι καινούργιο έχουν να μου που υπό το βάρος και την οπτική των σύγχρονων εξελίξεων.

Και φυσικά όχι μόνο για την πολιτική.

Η σύλληψή του για την «αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» μένει μοναδική, όταν πάω να σκεφτώ οτιδήποτε που έχει να κάνει με τη δική μου ζωή. Και νιώθω συχνά πως πράγματι η ζωή του καθενός μας είναι η πρόβα ενός έργου που δεν θα παιχτεί ποτέ.

Όσο για την «Αθανασία» του είναι πολύ σημαντικά τα όσα γράφει και για τα Μέσα Ενημέρωσης, τη Διαφήμιση, τους «εικονολόγους» και όλα όσα τελικά διαστρέφουν το νόημα των πραγμάτων.

Σκεφτείτε τι σημειώνει ήδη από το 1990: «…Η εικονολογία έχει καταφέρει κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, μια ιστορική νίκη επί της ιδεολογίας… Η πραγματικότητα ήταν πιο δυνατή από την ιδεολογία. Και είναι ακριβώς με αυτή την έννοια που η εικονολογία την ξεπέρασε: Η εικονολογία είναι πιο δυνατή από την πραγματικότητα… Οι σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης είναι το αποφασιστικό όργανο της εικονολογικής εξουσίας, στην οποία επιτρέπουν να ζει σε τέλεια αρμονία με τον λαό… η σφυγμομέτρηση έχει γίνει ένα είδος υπέρτατης πραγματικότητας. ¨Η για να το πούμε διαφορετικά, έχει γίνει η αλήθεια…»

Προσπαθώ όπως βλέπετε να μοιραστώ μερικά θραύσματα σκέψεων, αλλά νιώθω πως ματαιοπονώ.

Ίσως το μόνο που έχει ουσία είναι να σας παρακινήσω να ανακαλύψετε πάλι ή και για πρώτη φορά το έργο του. Που ανοίγει, αλλά δεν κλείνει δρόμους για σκέψη.

Ακόμη και στα τελευταία έργα του που ίσως δεν στέκονται στο ίδιο ύψος με τα προηγούμενα αν και σε αυτά ανακαλύπτεις πράγματα σημαντικά για τη ζωή, όπως την αξία της βραδύτητας. Που χάνεται σε έναν κόσμο που τρέχει. Χωρίς νόημα!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!