Του Θεόδωρου Τσελεπή. Γεννήθηκα το 1970. Έτσι, όταν η χούντα κατέρρευσε ήμουν μόλις 4 ετών.

Δεν έχουν καταγραφεί μνήμες από εκείνη την εποχή, παρά ελάχιστες, από τις μέρες της επιστράτευσης και του διαφαινόμενου πολέμου με την Τουρκία εξαιτίας της εισβολής στην Κύπρο. Τη χούντα, το Πολυτεχνείο, τον Παναγούλη, την Dewche Welle, τη Γυάρο και τους εξόριστους τα γνώρισα από τα βιβλία της ιστορίας και τις περιγραφές των μεγαλύτερων. Αυτό, ίσως, θα δικαιολογούσε από μέρους μου, σε κάποιο βαθμό, το χαρακτηρισμό της σημερινής πολιτικής κατάστασης ως χούντα. Θα ήταν όμως τελείως ανιστόρητο και προσβλητικό για όσους βίωσαν τη χούντα, την κουλτούρα της, τη βία της, τους φόνους της. Προσβλητικό για όσους πάλεψαν ενάντια στη χούντα, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν .
Για μένα αποκτά πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η απάντηση στη «χούντα» που βιώνουμε σήμερα, από όσους την επικαλούνται, και ο τρόπος αντιμετώπισής της. Προτείνουν, δηλαδή, η Αριστερά να μη μας αφήνει ακάλυπτους και απροστάτευτους, αλλά να δρούμε συνωμοτικά και εκτός νόμου και να προετοιμαζόμαστε για δυναμικές δράσεις εναντίον της;
Όμως, αν δεν είναι χούντα, είναι δημοκρατία αυτό που ζούμε σήμερα;
Δημοκρατία με ατιμωρησία όσων δημιούργησαν την κλεπτοκρατία στη χώρα μας, με κυβέρνηση που νομοθετεί με Προεδρικά Διατάγματα, με πρωθυπουργό που δεν απαντά σε καμιά ερώτηση και δεν εμφανίζεται καν στη Βουλή, με Υπουργικό Συμβούλιο που δεν συνεδριάζει ποτέ, με αστυνομική βία σε τρομακτικό βαθμό, με επιστρατεύσεις απεργών, με διώξεις και φυλακίσεις όσων αντιδρούν στην Χαλκιδική, μόνο Δημοκρατία δεν θα τη θεωρούσαμε.
Αν θέλαμε όμως -εντελώς αυθαίρετα- να τη συγκρίνουμε με το παρελθόν, θυμίζει την εποχή πριν τη χούντα. Οι ομοιότητες είναι αρκετές και ανατριχιαστικές πολλές φορές. Έχουμε την πλήρη απαξίωση της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Αυτής της λειψής, της αστικής, της ταξικής κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, που όμως δεν μας χαρίστηκε, αλλά ήταν αποτέλεσμα αγώνων και θυσιών, γενιών και γενιών. Έχουμε δράση του παρακράτους όπως και τότε και πολιτικές δολοφονίες, όπως αυτή του Φύσσα που δικαιολογημένα θύμισε τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Και, κυρίως, έχουμε πάλι τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Η θεωρία των δύο άκρων είναι η συνέχεια των εκβιασμών πριν από τις εκλογές. Με την απίστευτη χυδαιότητα που διαστρεβλώνονταν οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Με την καταστροφολογία για πιθανή άνοδό του στην εξουσία και με την ανατριχίλα που προκαλούσε ένα τέτοιο ενδεχόμενο στα ΜΜΕ που από την «ενημέρωση» πέρασαν πολύ γρήγορα και απροκάλυπτα στην καθαρή προπαγάνδα.
Αυτό που λείπει, όμως, από τη σημερινή κατάσταση είναι η ελπίδα που γέννησε εκείνη η εποχή. Ήταν η εποχή της πολιτιστικής επανάστασης. Η εποχή των μεγάλων δημιουργών. Η εποχή των Λαμπράκηδων που έφεραν ένα άλλο πολιτισμό, μια άλλη κουλτούρα. Η ποίηση που μπήκε στα λαϊκά σπίτια, με τα τραγούδια του Θεοδωράκη. Οι λέσχες των Λαμπράκηδων που συσπείρωναν τη νεολαία. Και βέβαια, οι αγώνες για τη Δημοκρατία. Για περισσότερη Δημοκρατία, για ουσιαστικότερη Δημοκρατία.
Η Ιστορία δεν αντιγράφεται, αλλά διδάσκει. Αν θέλουμε να βγούμε από το σκοτάδι που μας έχουν βυθίσει, ο στόχος μας θα πρέπει να είναι η υπεράσπιση της Δημοκρατίας, το βάθεμά της αλλά κι ένας νέος πολιτισμός, μια νέα κουλτούρα που θα φέρει στη καθημερινή ζωή μας η Αριστερά παράλληλα με το φρένο στη εξόντωση του λαού μας από την οικονομική καταστροφή που μας έφεραν τα μνημόνια.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!