«Θα μπούμε μπροστά για την άμεση στήριξη των φτωχών λαϊκών στρωμάτων… θα παλέψουμε να δοθούν πίσω στους δήμους τα δισ. ευρώ που έχουν παρακρατηθεί από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ.». «Προτεραιότητα είναι οι θέσεις εργασίας… αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τις αρμοδιότητες του αυτοδιοικητικού νόμου… και να μην υπήρχε αυτό θα ήταν αδύνατο να υπάρξει πρόγραμμα κατά της ανεργίας από μια αυτοδιοίκηση χωρίς πόρους. Ο μόνος δρόμος είναι σύγκρουση με την κεντρική εξουσία».
Και τα δύο αποσπάσματα είναι από τοποθετήσεις υποψηφίων σε καθημερινή εφημερίδα πάνω σε ένα θέμα, αυτό των πόρων και πώς θα τους εξασφαλίσουν. Πού διαφέρουν; Πού συμπίπτουν; Ποιος λογικός άνθρωπος θα έλεγε ότι είναι εκ διαμέτρου αντίθετες; Ότι η μια είναι στη λογική των συμφερόντων των μονοπωλίων και η άλλη σε σύγκρουση μ’ αυτά;
Αλλά ας πάμε και στην ευρύτερη λογική, με ορισμένες πινελιές, και μόνο, σε παρόμοια θέματα. «Το χρέος δεν είναι του λαού και δεν πρέπει να το πληρώσει… Aπαίτηση για κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας, πλήρης απόρριψη κάθε επιλογής που εντάσσεται στη νεοφιλελεύθερη στρατηγική… ανοικοδόμηση του κοινωνικού κράτους… αναδιανομή του πλούτου υπέρ των φτωχών… Οικολογική και περιβαλλοντική αντίληψη για τους ελεύθερους χώρους …με μοχλό τις ανάγκες και απαιτήσεις των κατοίκων και όχι τα κέρδη των πολυεθνικών εταιριών». «Οι εργαζόμενοι δεν είναι συνυπεύθυνοι [για το χρέος] και δεν πρέπει να πληρώσουν… Να κατευθύνουν τα κονδύλια που διατίθενται παρά και ενάντια στον Καλλικράτη, στην πολιτική της κυβέρνησης και της Ε.Ε. προς τις κοινωνικές ανάγκες. Η ίδια η ιστορική εξέλιξη και διαμόρφωση της Αττικής υπογραμμίζει ότι η ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών προϋποθέτει την κατάργηση του δρόμου ανάπτυξης με γνώμονα το κέρδος… προϋποθέτει την κοινωνικοποίηση…». Φυσικά, υπάρχουν διαφορές, ουσίας και εκφοράς του λόγου, αλλά τέτοιες που να θεωρούνται εχθρικές δυνάμεις οι φορείς τους; Και αν είναι έτσι, προς τι η κατασκευή αντιπάλων; Για τις ψήφους; Για μια εγωιστική λογική του «εγώ είμαι ο πιο επαναστάτης»; Ας δεχτούμε ότι ο ένας είναι ο πιο επαναστάτης. Τι θα όφειλε να κάνει; Να ελκύσει τον λιγότερο επαναστάτη σε πιο ριζοσπαστικές θέσεις, να αξιοποιήσει τις ατελείς «αντιμονοπωλιακές» του θέσεις για την ανάπτυξη των αγώνων, στην προκειμένη περίπτωση για την αντίσταση στις κεντρικές πολιτικές επιλογές μέσω της τοπικής διοίκησης, για να μη γίνουν, φερ’ ειπείν, ακόμη πιο φορομπηχτικοί μηχανισμοί υπέρ των μονοπωλίων οι τοπικοί θεσμοί, και να αποδείξει τη δική του συνέπεια. Ίσως είναι τετριμμένο να επαναλάβουμε αυτό που έλεγε ο Μαρξ: «Κάθε βήμα του πραγματικού κινήματος αξίζει όσο μια δωδεκάδα προγράμματα», αλλά εξαιρετικά επίκαιρο, γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι ακόμη και τα πιο επαναστατικά προγράμματα δεν εμπόδισαν στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν να γίνουν οι πιο μεγάλοι πρακτικοί συμβιβασμοί.
Κρατάμε λοιπόν μικρό καλάθι στην πολύ επαναστατική ρητορική και κρίνουμε από την πράξη. Και στην προκειμένη περίπτωση πράξη δεν σημαίνει τι θα κάνει κανείς στη «λαϊκή εξουσία», όταν με το καλό θα έλθει, αλλά πώς αντιστέκεται τώρα αποτελεσματικά ενάντια στην τωρινή εξουσία, για ν ανοίξει το δρόμο…
Μ.Σ.