Το αφιέρωμα του Δρόμου στο ελληνικό ποδόσφαιρο συνεχίζεται. Στο σημερινό τρίτο μέρος συζητάμε με τον Νίκο Μάλλιαρη κυρίως για τον ΠΣΑΠ, το σωματείο των ποδοσφαιριστών. Τα αιτήματα, οι διεκδικήσεις, οι μεγάλες απεργίες της μεταπολίτευσης. Αλλά και οι αστυνομικοί σκύλοι και γιατί δεν μπήκαν ποτέ στα γήπεδα! Ο Χατζηπαναγής και τα άλλα παιδιά από τις ανατολικές χώρες. Ο ρόλος του ομίλου Βαρδινογιάννη, η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και πώς επέδρασε στο ποδόσφαιρο, αλλά και στο εσωτερικό του ΠΣΑΠ.
Ο Νίκος Μάλλιαρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954. Από το 1971 έπαιζε ποδόσφαιρο ερασιτεχνικά (Π.Ο. Ψυχικού) κι έπειτα ως επαγγελματίας (Εθνικός Αστέρας Καισαριανής, Προοδευτική). Υπήρξε ο άνθρωπος που όργωσε τα αποδυτήρια για να φτιαχτεί το σωματείο των ποδοσφαιριστών. Στο Δ.Σ. του ΠΣΑΠ από το 1977 έως το 1985. Έχει αναλάβει πολλές πρωτοβουλίες στον χώρο του αθλητισμού συμμετέχοντας ενεργά στην ίδρυση αθλητικών σωματείων, συλλόγων με κοινωνικό και πολιτιστικό χαρακτήρα και κινήσεων αλληλεγγύης.

 Διαβάστε τα προηγούμενα Μέρος Α’, Μέρος Β΄

Πότε έγινε η πρώτη μεγάλη απεργία των ποδοσφαιριστών;

Στη συνεδρίαση του Δ.Σ. τον Δεκέμβριο του 1977 επί προεδρίας Δομάζου, χωρίς να προεδρεύει ο ίδιος, παίρνουμε απόφαση για την πρώτη πανελλαδική απεργία των ποδοσφαιριστών. Όταν τελειώνει η συνεδρίαση φεύγουν για τα σπίτια τους οι υπόλοιποι και εγώ με τον Λεβέντη πάμε να συναντήσουμε τον πρόεδρό μας που είναι στον Ζυγό στην Πλάκα, ιδιοκτήτης του μαγαζιού και τραγουδάει η γυναίκα του η Μοσχολιού. Ώστε να τον ενημερώσουμε για τη λήψη της απόφασης και να μην αιφνιδιαστεί από δημοσιογράφους ή οποιονδήποτε. Μας λέει καλωσήρθατε, μας βάζει να κάτσουμε σε ένα τραπέζι, θα έρθω να μου πείτε. Έρχεται κάποια στιγμή τελικά ο Δομάζος να του πούμε για την απεργία και ξεκινάμε εμείς τα εισαγωγικά. Μας λέει ρε αφήστε τα αυτά, ξέρω ποιοι είστε οι δυο σας, μη μου λέτε ιστορίες, πάμε να τους φάμε. Πάω εγώ να του πω κάποια επιχειρήματα, μου λέει άστα ρε Μάλλιαρη αυτά, όταν εγώ έμενα στην παράγκα απέναντι από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, η μάνα μου χώριζε την παράγκα με ένα σεντόνι. Στη μια μεριά κοιμόμουν εγώ με τη μάνα μου, και στην άλλη έκρυβε αντάρτες, άσε με. Ένας άνθρωπος που μπορεί να μην μιλούσε κλασικά πολιτικά κ.λπ. αλλά έκανε πολιτική και καταλάβαινε.

Μίμης Δομάζος και Νίκος Μάλλιαρης με την ομάδα του ΠΣΑΠ

Είχε επιτυχία η πρώτη αυτή απεργία;

Απολύτως. Κανείς επαγγελματίας δεν αγωνίστηκε στο πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής και οι ομάδες αναγκάστηκαν να παίξουν αποκλειστικά με ερασιτέχνες για να μην  ακυρωθούν οι αγώνες που είχαν συμπεριληφθεί στο δελτίο του ΠΡΟΠΟ. Εκατό εκατομμύρια δραχμές ζημιά υπέστη ο κρατικός τότε ΟΠΑΠ από τη μείωση του στοιχηματισμού.

Έγιναν στη συνέχεια κι άλλες απεργίες;

Ναι. Μια δεύτερη απεργία έγινε με μεγάλη επιτυχία τον Δεκέμβριο του 1979. Άλλη μια απεργία είχε προκηρυχθεί τον Σεπτέμβριο του 1980. Ασκήθηκαν όμως έντονες πιέσεις από την κυβέρνηση και τους μεγαλοπαράγοντες προς τους ποδοσφαιριστές, πολλοί από τους οποίους υπηρετούσαν σε δημόσιες επιχειρήσεις και σώματα ασφαλείας. Έτσι, αναγκαστήκαμε να αποφασίσουμε την αναστολή της απεργίας για να αποφύγουμε ενδεχόμενη διάσπασή μας.

Υπήρχε λοιπόν μεγάλη κόντρα με τους παράγοντες…

Όπως σου είπα, η γενιά αυτή των ποδοσφαιριστών είχε ζήσει άσχημες καταστάσεις με τους παράγοντες και τη διαφθορά που υπήρχε. Είχαν λοιπόν αρνητική άποψη για αυτούς. Όπως επίσης δεν ήθελαν τους πολιτικάντηδες που πήγαιναν να φωτογραφηθούν δίπλα τους και ρωτούσαν, έχεις καμιά ανάγκη; Να σου κάνουμε κάνα ρουσφέτι κ.λπ. Τους είδαν τί ασυνεπείς και ψεύτες ήταν. Τα ίδια και με αρκετούς δημοσιογράφους, που έγραφαν κατ’ εντολή παραγόντων. Οι παράγοντες πολλές φορές έσταζαν δηλητήριο. Μπες στο γήπεδο και βρίσε τη μάνα του αντιπάλου, σπάστου τα πόδια και πόσα άλλα δεν έλεγαν.

Τι θέματα πρόβαλε το σωματείο των ποδοσφαιριστών;

Κυρίως ζητούσαμε τον εκδημοκρατισμό του χώρου, την εξυγίανση του ποδοσφαίρου. Αρχίσαμε να αποκαλύπτουμε απόπειρες δωροδοκιών και όλο το βρώμικο σύστημα που διαμορφωνόταν. Κάναμε αγώνα να σταματήσουν οι βιαιότητες. Καλούσαμε σε απολογία τα λεγόμενα δρεπάνια, που δεν δίσταζαν να σου δώσουν τα πόδια στο χέρι ή βρίζανε. Θέλαμε να διαπαιδαγωγήσουμε σε ένα άλλο κλίμα, πιο ανθρώπινο και φίλαθλο. Καταφέραμε να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις βιαιότητες εντός του αγωνιστικού χώρου και να βελτιωθούν πολύ οι σχέσεις ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές.

Και για τα φαινόμενα οπαδικής βίας που ήδη είχαν κάνει την εμφάνισή τους;

Πράγματι είχαν ξεκινήσει τα φαινόμενα αυτά, αν και σε ήπια θα λέγαμε μορφή σε σχέση με τα μαχαιρώματα και τις δολοφονίες που βλέπουμε σήμερα. Πήραμε σημαντικές πρωτοβουλίες. Το 1981 φτιάξαμε, μαζί με εκπροσώπους κι άλλων φορέων, την Επιτροπή Καλλιέργειας Αθλητικού Πνεύματος. Μελετήθηκε το θέμα αλλά και κατατέθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπισή του. Βέβαια καμιά κυβέρνηση δεν τις έλαβε υπόψιν της.

Πώς αντιμετώπιζαν δηλαδή οι τότε κυβερνήσεις αυτό το θέμα;

Επί της ουσίας δεν το αντιμετώπιζαν, ή το έκαναν προσχηματικά έχοντας άλλες επιδιώξεις. Όπως κάνουν και σήμερα. Να σου φέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το 1979-80 ο στρατηγός Μπάλκος, υπουργός Δημόσιας Τάξης τότε της κυβέρνησης της Ν.Δ., έφερε ένα νομοσχέδιο για την καθιέρωση υπηρεσίας αστυνομικών σκύλων που θα έμπαιναν στα γήπεδα. Αντιδράσαμε έντονα, είπαμε ότι δεν αντιμετωπίζεται έτσι η βία και ότι τα γήπεδα θα ήταν ο προθάλαμος για να το δεχτεί πιο εύκολα η κοινωνία και να τα πάνε μετά στις διαδηλώσεις. Πετύχαμε λοιπόν και δεν πέρασε τότε το νομοσχέδιο αυτό, αποσύρθηκε. Η αντίδρασή μας ήταν πιο αποτελεσματική από αυτές των κομμάτων.

Κατσιφάρας, Κουλούρης και Βαρδινογιάννης στο γήπεδο του Παναθηναϊκού το 1982

Υπήρχαν κι άλλα τέτοια πολιτικά θέματα στα οποία παρεμβαίνατε αποτελεσματικά;

Άλλο ένα παράδειγμα: Οι παράγοντες είχαν ανακαλύψει μια νέα πηγή ταλέντων, τις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Είχε έρθει τότε ο Χατζηπαναγής στον Ηρακλή, στον ΠΑΟΚ έπαιζε ο Κερμανίδης, ο Ζήνδρος στον Άρη, ο Καλτσάς που έπαιξε σε Ολυμπιακό και Πανιώνιο, ο Νίκος ο Καραμανλής στον Παναθηναϊκό. Κι άλλοι, πολλοί. Νέα παιδιά που όμως δεν μπορούσαν να έρθουν οι γονείς τους μαζί, γιατί ήταν πολιτικοί πρόσφυγες και απαγορευόταν ο επαναπατρισμός τους. Έρχονταν ορισμένοι με το σταγονόμετρο. Εμείς θέσαμε το θέμα από την ανθρωπιστική πλευρά, ότι δεν μπορούν να έρχονται παιδιά μόνα τους χωρίς τους γονείς σε ένα ξένο γι αυτά περιβάλλον. Ζητούσαμε τον ελεύθερο και χωρίς όρους επαναπατρισμό των πολιτικών προσφύγων. Σε αυτά τα θέματα ήμασταν όλοι ενωμένοι.

Με τους φιλάθλους και τους οπαδούς, πώς τα πηγαίνατε;

Είχαμε καλές σχέσεις. Είχαν οργανωθεί τότε ήδη οι σύνδεσμοι οπαδών. Κάναμε πολλές συναντήσεις. Βοηθούσαμε να βελτιωθεί η κατάσταση, αλλά κι εκείνοι μας στήριζαν. Υποστήριζαν τις απεργίες μας, έρχονταν σε απεργιακές συνελεύσεις που κάναμε, έβγαζαν ανακοινώσεις. Επίσης, να σου πω ότι είχαμε αναδείξει το θέμα νεοφασιστικών μικροομάδων, που βέβαια τότε είχαν μια πολύ περιθωριακή παρουσία, δεν είχαν ξεφύγει όπως έγινε τα τελευταία χρόνια.

Με τους πολιτικούς και τους κυβερνώντες, ποια ήταν η σχέση του ΠΣΑΠ;

Την περίοδο εκείνη, με τα θέματα του αθλητισμού ασχολιόταν ο υφυπουργός Προεδρίας, που ήταν ο Αχιλλέας Καραμανλής. Εκείνος δεν ήθελε διάλογο μαζί μας. Υπήρχε τότε ένα πνεύμα που είχε καλλιεργηθεί από τη χούντα, να μην μπλέκει υποτίθεται η πολιτική με τον αθλητισμό. Εμείς λέγαμε ότι δεν στέκει αυτό, όταν υπάρχει υπουργείο που ασχολείται με τον αθλητισμό, όταν νομοσχέδια σχετικά με τον χώρο μας πηγαίνουν για συζήτηση στη Βουλή. Άρα πώς δεν μπλέκει η πολιτική;

Πώς αντιμετωπίσατε αυτή την άρνηση;

Αφού εκείνος δεν μας δεχόταν, αρχίσαμε να πηγαίνουμε σε όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα και να δίνουμε τα υπομνήματά μας για να κάνουν πολιτική πάνω στα θέματά μας. Σπάσαμε λοιπόν αυτό το κλίμα. Επιπλέον αποφασίσαμε ότι δεν θα πηγαίνουμε σαν φτωχοί συγγενείς στα κόμματα, να δούμε κάποιον βουλευτή που είχαν ορίσει υπεύθυνο αθλητικών θεμάτων. Στο κάτω – κάτω, εμείς ήμασταν πιο διαχρονικοί και κοινώς αποδεκτοί, αυτή η γενιά ειδικά ποδοσφαιριστών ήταν αγαπητή από όλο τον κόσμο. Κάναμε λοιπόν συναντήσεις με τους αρχηγούς όλων των κομμάτων.

Από τη δεκαετία του 80 έχουμε την κυριαρχία Βαρδινογιάννη στο ποδόσφαιρο, αλλά και το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση. Πώς διαμορφώνεται το τοπίο;

Το 1979 ιδρύονται οι Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες. Την ίδια χρονιά ο Γιώργος Βαρδινογιάννης αναλαμβάνει πρόεδρος της ΠΑΕ Παναθηναϊκός. Ο όμιλος Βαρδινογιάννη επέλεξε να στηρίξει το ΠΑΣΟΚ όταν ήρθε στην εξουσία, και να καταλάβει τον επιχειρηματικό χώρο που άφηναν τα παλιά τζάκια. Μποδοσάκης, Ανδρεάδης, διάφοροι. Στον χώρο του αθλητισμού επεδίωξε να ελέγχει την ΕΠΟ, την ΕΠΑΕ, αλλά και τον ΣΕΓΑΣ. Πρώτος υπουργός Αθλητισμού επί ΠΑΣΟΚ ήταν ο Κατσιφάρας με γραμματέα τον Κουλούρη. Μετά ο Λαλιώτης υπουργός Αθλητισμού και Νέας Γενιάς, με τον Κουλούρη πάλι γενικό γραμματέα. Πήγαιναν στις συνελεύσεις των ενώσεων των ποδοσφαιρικών σωματείων, αλλά και στις αρχαιρεσίες ομοσπονδιών διάφορων αθλημάτων, αγκαζέ ο Βαρδινογιάννης με τον Κουλούρη. Έδιναν έτσι γραμμή σε όλους ποιος έχει το πάνω χέρι.

Νίκος Μάλλιαρης και Κώστας Λεβέντης στο εδώλιο του κατηγορουμένου γιατί μίλησαν για «βαρδινογιαννισμό» και «κουλουρισμό» στο ποδόσφαιρο. Τελικά αθωώθηκαν…

Το ΠΑΣΟΚ πώς αντιμετωπίζει τις ΠΑΕ;

Πριν γίνει κυβέρνηση έλεγε ότι θα καταργήσει τον νόμο του 1979 που όριζε ότι τα ποδοσφαιρικά τμήματα των σωματείων έπρεπε να μετατραπούν σε Ανώνυμες Εταιρίες για να συμμετέχουν στα επαγγελματικά πρωταθλήματα. Φυσικά, όπως και σε άλλα θέματα, δεν τήρησε τις δεσμεύσεις του. Ακόμα χειρότερα, άρχισε το κράτος να χρηματοδοτεί τις ΠΑΕ, ενώ ο νόμος έλεγε ότι θα λειτουργούν με όρους ελεύθερης αγοράς. Τότε αρχίζουν κι οι φορολογικές απαλλαγές για χρήματα τα οποία από άλλους τομείς της οικονομίας μεταφέρονταν στις ΠΑΕ. Οι ιδιοκτήτες άρχισαν να αναπτύσσουν σχέσεις εξάρτησης με την πολιτική εξουσία και από κάποια στιγμή και μετά, άρχισαν να αισθάνονται ισχυρότεροι από αυτήν.

Πώς σταθήκατε εσείς απέναντι στη νέα αυτή κατάσταση;

Ο ΠΣΑΠ είχε από την ίδρυσή του, μια κατεύθυνση ανεξαρτησίας από τους παράγοντες και την εξουσία. Η γενιά όμως των παικτών που λέγαμε πριν, άρχισε να αποσύρεται από το ποδόσφαιρο. Το 1983 έχουμε πλέον μείνει λίγοι από την παλιά φρουρά του ΠΣΑΠ. Δεν είναι πλέον στο Δ.Σ. οι Δομάζος, Παπαϊωάννου, Κούδας, Αποστολίδης, Νικολάου, Δεληκάρης, Χρηστίδης. Άλλοι έγιναν προπονητές, άλλοι ασχολήθηκαν με επαγγελματικές ή επιχειρηματικές δραστηριότητες. Τον Μάρτη του 1983 παραιτείται ο πρόεδρος του ΠΣΑΠ Αντώνης Αντωνιάδης για να εργαστεί επαγγελματικά στον Παναθηναϊκό. Εκεί εμφανίζεται ο Γιάννης Γούναρης, ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού και αρκετά φιλόδοξο άτομο. Αναλαμβάνει πρόεδρος του ΠΣΑΠ από τον Απρίλιο του 1983.

Πώς αλλάζουν τα πράγματα με την εξέλιξη αυτή;

Ξεκίνησε να ανατρέπεται η παραδοσιακή λειτουργία του ΠΣΑΠ, η ανεξάρτητη και συλλογική διοίκηση. Ο νέος πρόεδρος άρχισε να κινείται ατομικά, να έχει συναντήσεις με παράγοντες κι όχι μόνο. Εμφανίζονται στον Σύνδεσμό και ορισμένοι γύρω από το ΠΑΣΟΚ, διορισμένοι στο δημόσιο, καταλαβαίνεις. Η εξάρτηση του Συνδέσμου από την πολιτική ηγεσία ήταν πλήρης. Έφτασε στο σημείο ο νέος πρόεδρος να διαβάζει λόγους που γράφονταν στο υφυπουργείο Αθλητισμού… Εμένα βέβαια προσπαθούσαν να με παραγκωνίσουν. Εκ των πραγμάτων, άρχισα πλέον να λειτουργώ ως αντιπολίτευση, παρότι ήταν κάτι που δεν ήθελα.

Πώς τελειώνει η περίοδος Γούναρη στον ΠΣΑΠ;

Σύντομα οι παλιοί ποδοσφαιριστές Κούδας, Λεβέντης, Αποστολίδης, αλλά και ο Αντωνιάδης που στο μεταξύ είχε αποχωρήσει από τον Παναθηναϊκό, συμφώνησαν και προκηρύχθηκαν εκλογές, που έγιναν στις αρχές του 1984. Επανέρχονται όλοι αυτοί ως υποψήφιοι για τη διοίκηση. Στις εκλογές κινητοποιήθηκε έντονα το πολιτικό και ποδοσφαιρικό κατεστημένο, οι μηχανισμοί του υφυπουργείου πήραν φωτιά. Ενδεικτικό είναι ότι τα 270 από τα 718 ψηφοδέλτια που έφτασαν στον Σύνδεσμο είχαν τα ίδια ακριβώς πρόσωπα σταυρωμένα.

Τι σκοπό είχαν αυτές οι παρεμβάσεις;

Έβγαλαν την πλειοψηφία της αρεσκείας τους, πέταξαν εκτός Δ.Σ. τον Κούλη Αποστολίδη αλλά δεν κατάφεραν να κάνουν το ίδιο με τον Κούδα, τον Λεβέντη κι εμένα. Η διοίκηση συγκροτήθηκε σε σώμα, πρόεδρος εκλέχτηκε ο Αντωνιάδης. Στη συνέχεια παραιτήθηκε ο Γιώργος Κούδας, που είχε εκλεγεί αντιπρόεδρος, για να εργαστεί στον ΠΑΟΚ. Μείναμε ο Λεβέντης κι εγώ να υποστηρίζουμε την ταυτότητα που είχε πριν ο ΠΣΑΠ. Γιατί η πολιτική που ακολούθησε η νέα διοίκηση, δυστυχώς δεν διέφερε από την πολιτική της διοίκησης Γούναρη.

Ποια ήταν αυτή η πολιτική; Ανάλυσέ το μας λίγο περισσότερο.

Ήταν η στενή συνεργασία με τους παράγοντες, κυρίως με τους διοικούντες τον Παναθηναϊκό, και με την κυβέρνηση. Ο Κουλούρης επιδίωκε πάντα παρασκηνιακά να πλήξει την ανεξάρτητη από κομματικές επιρροές λειτουργία του ΠΣΑΠ και να χειραγωγήσει κομματικά τον Σύνδεσμο. Ο ΠΣΑΠ σταμάτησε να παίζει τον ανεξάρτητο και δυναμικό ρόλο που έπαιζε ως τότε. Δεν πήγαινε πια κόντρα στις ορέξεις και τις αυθαιρεσίες των ιδιοκτητών. Παράλληλα, τα χρόνια εκείνα κατοχυρώνονται ορισμένα πράγματα για τους ποδοσφαιριστές, όπως η ασφάλιση και τα ελεύθερα συμβόλαια, αλλά εμφανίζονται και οι μάνατζερ που τους εκπροσωπούν και μεσολαβούν στη σχέση τους με τις ομάδες. Ο ρόλος του ΠΣΑΠ περιορίζεται πολύ, απλώς διοργανώνει κάποιες εκδηλώσεις, τη Γιορτή του Ποδοσφαιριστή κ.λπ. Από αγωνιστικός πόλος γίνεται θεσμικός φορέας με διακοσμητικό ρόλο. Πρόεδρος παραμένει ο Αντωνιάδης για πολλά χρόνια. Δεν αναδεικνύονται νέοι ποδοσφαιριστές με ενεργό ρόλο.

Πώς συνεχίσατε μέσα σε αυτό το περιβάλλον;

Μετά το 1984 προσπαθήσαμε μαζί με τον Κώστα Λεβέντη, να υπερασπίσουμε την ανεξάρτητη και ακηδεμόνευτη λειτουργία που είχε τα προηγούμενα χρόνια ο ΠΣΑΠ. Από την πλειοψηφία του Δ.Σ. που είχε προσχωρήσει στο σύστημα που διοικούσε το ποδόσφαιρο, δεχτήκαμε αρκετές επιθέσεις, μέχρι και διαγραφές και μηνύσεις. Δικαιωθήκαμε βέβαια στα δικαστήρια. Μέσα σε αυτό το κλίμα θελήσαμε να αποφύγουμε τη διάσπαση του Συνδέσμου, και έτσι από το 1988 αποχωρήσαμε οριστικά.

Δημόσια πώς εκφράστηκε αυτή η αντιπαράθεση;

Αρκετός κόσμος έβλεπε τι συμβαίνει και καταλάβαινε πού πάει το πράγμα. Όχι μόνο για τα δικά μας θέματα, αυτά ήταν ένα κομμάτι του παζλ που λέγεται ποδόσφαιρο στην Ελλάδα και διαχείρισή του. Τον Οκτώβριο του 1985 δώσαμε μάλιστα μια συνέντευξη Τύπου για να εκθέσουμε την αντίρρησή μας στις παραβιάσεις του καταστατικού και του χαρακτήρα του ΠΣΑΠ. Τότε χρησιμοποιήσαμε για πρώτη φορά τους όρους «βαρδινογιαννισμός» και «κουλουρισμός», εξηγώντας ότι σηματοδοτούν την προσπάθεια της πολιτικής και παραγοντικής εξουσίας να ελέγξει ασφυκτικά το ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό γενικότερα. Άνοιξε εκείνη την εποχή ο δρόμος για την απόλυτη ισχυροποίηση των παραγόντων. Ο έλεγχος χάθηκε, το παιχνίδι χόντρυνε, και το αγαπημένο λαϊκό άθλημα άρχισε όλο και περισσότερο να αναδεικνύει νικητές παρασκηνιακά.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!