Όπως είναι γνωστό, ο «Κλεισθένης» προβλέπει χωριστές εκλογές για συμβούλια κοινοτήτων, ανεξάρτητα από τα ψηφοδέλτια που συμμετέχουν στις δημοτικές εκλογές (για εκλογή δήμαρχου και δημοτικού συμβουλίου). Έτσι, σε χωριά και μικρές πόλεις που ανήκουν σε ευρύτερους δήμους, θα στηθεί κάλπη με ψηφοδέλτια χωρίς επικεφαλής και θα εκλεγούν κοινοτικά συμβούλια. Αυτά, για χωριά μέχρι 300 κατοίκους, θα είναι μονομελή (δηλαδή δεν θα υπάρχει ουσιαστικά συμβούλιο αλλά μόνο πρόεδρος), μέχρι 2.000 κατοίκους θα είναι πενταμελή μέχρι 10.000 επταμελή. Τι σηματοδοτεί αυτή η εξέλιξη;
Καταρχάς, αυτή γίνεται πάνω στο ήδη υπάρχον καθεστώς «ετεροδιοίκησης» που έχει καταργήσει ουσιαστικά τους δήμους και τις κοινότητες, και φυσικά δεν το ανατρέπει. Τα χωριά και οι μικρές πόλεις δεν έχουν αυτοδιοίκηση, αφού η συγκεντροποίηση που έχει επιβληθεί, έχει οδηγήσει σε τεράστια δημοτικά συγκροτήματα που «καταπίνουν» τις μικρότερες πόλεις και τα χωριά. Ο τελευταίος νόμος δίνει τη δυνατότητα να εκλέγονται κοινοτικοί σύμβουλοι και πρόεδροι, ενώ πριν οι υποψήφιοι ορίζονταν από τον υποψήφιο δήμαρχο, χωρίς όμως να μεταφέρει πόρους και αρμοδιότητες προς τα «κάτω».
Θα έχουμε έτσι εκλεγμένα κοινοτικά συμβούλια, τα οποία δεν θα είναι αναγκαστικά «της αρεσκείας» του δήμαρχου, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Για τα θέματα της κοινότητας θα αποφασίζει το δημοτικό συμβούλιο, στο οποίο επίσης δεν θα έχει αναγκαστικά πλειοψηφία ο δήμαρχος με βάση τον νέο νόμο. Εύκολα καταλαβαίνουμε ότι αυτό θα σημαίνει μια γενική «μπαχαλοποίηση», η οποία επιδιώκεται συνειδητά, αλλά και συνεχείς ρευστοποιήσεις, ετερόκλητες συμμαχίες, μεταγραφές και εξαγορές.
Σε όλη την Ελλάδα, παρατηρείται το φαινόμενο συγκρότησης ανεξάρτητων ψηφοδελτίων για κοινοτικά συμβούλια. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτά συγκαλυμμένα «πρόσκεινται» σε κομματικές παρατάξεις του ευρύτερου δήμου ή είναι υπό την επιρροή και τον έλεγχο υποψηφίων δημάρχων. Σε πολλές περιπτώσεις, όμως, στον στίβο των εκλογών κατεβαίνουν ακηδεμόνευτοι συνδυασμοί πολιτών που νοιάζονται πραγματικά για τον τόπο τους
Στα κοινοτικά συμβούλια, «πετιούνται» κάποιες αρμοδιότητες (μέριμνα για παιδικές χαρές, πάρκα κ.λπ., επείγουσες ανάγκες συντήρησης κ.λπ.) χωρίς κανείς να εξασφαλίζει ότι αυτές θα μπορούν να εκτελεστούν. Η πρόσβαση σε πόρους θα είναι ελάχιστη και δεν φτάνει ούτε για τα στοιχειώδη. Ο πρόεδρος ενός χωριού θα συμμετέχει, για παράδειγμα, στο δημοτικό συμβούλιο, όταν συζητείται ένα θέμα που αφορά στο συγκεκριμένο χωριό, αλλά δεν θα αποφασίζει εκείνος και η κοινότητά του. Η δυνατότητα για δημοψηφίσματα κ.λπ. που δίνεται, δεν συνοδεύεται από δέσμευση ότι θα μπορεί να εφαρμόζονται οι όποιες αποφάσεις λαμβάνονται τοπικά.
Σε όλη την Ελλάδα, παρατηρείται το φαινόμενο συγκρότησης ανεξάρτητων ψηφοδελτίων για κοινοτικά συμβούλια. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτά συγκαλυμμένα «πρόσκεινται» σε κομματικές παρατάξεις του ευρύτερου δήμου ή είναι υπό την επιρροή και τον έλεγχο υποψηφίων δημάρχων. Σε πολλές περιπτώσεις, όμως, στον στίβο των εκλογών κατεβαίνουν ακηδεμόνευτοι συνδυασμοί πολιτών που νοιάζονται πραγματικά για τον τόπο τους. Αναζητούν λύσεις στα σοβαρά προβλήματα που γεννά η εγκατάλειψη από το κεντρικό κράτος, αλλά και από τον δήμο ο οποίος λειτουργεί σαν παράρτημά του και μηχανισμός μεταφοράς της κεντρικής εξουσίας και είσπραξης φόρων. Συχνά μάλιστα, στους συνδυασμούς αυτούς συμμετέχει αρκετός νέος κόσμος που θέλει να παλέψει, να διεκδικήσει, να βρει λύσεις. Μάλιστα, παρατηρείται και το φαινόμενο ανεξάρτητων συνδυασμών σε ολόκληρες δημοτικές ενότητες που συντονίζονται και αναζητούν νέες ενότητες κόντρα στην οριοθέτηση του «Καλλικράτη».
Έτσι, είναι σε εξέλιξη μια διπλή διαδικασία. Η τοπική κοινότητα θα είναι «ιμάντας» μεταφοράς της κομματικής εξουσίας και του πελατειακού κράτους ή κύτταρο τοπικότητας, συμμετοχής και διεκδίκησης; Είναι δεδομένο ότι και οι δύο διαδικασίες θα εκτυλιχτούν τα επόμενα χρόνια. Η ενίσχυση και ο συντονισμός υγιών τοπικών δυνάμεων σε μια γενικότερη αναγεννητική κατεύθυνση για παραμονή στον τόπο και καλύτερη ζωή, αναδεικνύεται ως σημαντική προτεραιότητα για όσους δεν εγκλωβίζονται στο ασφυκτικό κομματοκεντρικό πλαίσιο. Είναι δεδομένο ότι οι εξελίξεις και σε αυτό το πεδίο δεν θα είναι ευθύγραμμες και εύκολες, αλλά αντιφατικές, ίσως όμως αρκετά ενδιαφέρουσες.
Γ.Π.