Του Μάρκου Δεληγιάννη

 

Είναι μακρύς ο δρόμος, φίλε μου. Απίστευτα μακρύς μέχρι το φτάσιμο στην κοιλάδα της ειρήνης. Και να πεις ότι διεκδίκησες παλάτια χρυσοποίκιλτα απ’ της γης τις τράπεζες; Όχι. Τίποτα απ’ όλα αυτά. Μόνο της φύσης τα χαρίσματα, που τόσο αφειδώλευτα αυτή προσφέρει, λαχτάρισες. Ένα ηλιοβασίλεμα στου ορίζοντα το βάθος να χαρείς. Το κορμί σου στην καλοκαιρινή αγκάλη της θάλασσας να παραδώσεις. Του έρωτα τη φλόγα στην καρδιά σου να δωρίσεις κι έναν ουρανό, εκεί μέσα, η ματιά σου, στων σύννεφων τις μεταμορφώσεις να περιπλανηθεί. Αυτά τα τόσο λίγα, μα τόσο αρκετά για άνθρωπο γήινο, ήθελες. Κι όμως στα στέρησαν. Ποιοι; Αυτοί που τις ζωές μας ηγεμονεύουν. Αυτοί, που με μια αράδα λέξεις βαρύγδουπες, σπείρουν φόβο στις γειτονιές και στις πλατείες, μολύνουν την ατμόσφαιρα με μίσος. Κι ύστερα, νιώθουν το ναρκισσισμό τους να ίπταται στα ουράνια και παράλληλα τους τραπεζικούς λογαριασμούς ολοένα ν’ αποκτούν και περισσότερο ενδιαφέρον. Κι εμείς, χωμένοι στου φόβου το λαγούμι, δεήσεις πραγματοποιούμε, η θύελλα της κρίσης να διαβεί. Ω, πόσο αφελείς είμαστε. Αν απ’ του φόβου το κοστούμι δεν απαλλαγούμε, πάντα με καταιγίδες θα συγκατοικούμε.

Καιρός την κοινωνική μας κατάσταση με σοβαρότητα να σταθμίσουμε. Ας αντιληφθούμε, επιτέλους, στην κατρακύλα που η διεθνής τον τοκογλύφων μας ώθησε. Καιρός, ο εμπαιγμός να σταματήσει πια. Το κλίμα μιας πλασματικής τρομοκρατίας που οι κυβερνώντες τον τόπο αυτό, προσπάθησαν να δημιουργήσουν, τις τελευταίες μέρες, ισχυριζόμενοι με τρόπο ιλαρό, ότι σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ανέλθει, τότε η χώρα σε περιπέτειες ανήκουστες θα εισέλθει. Οι τράπεζες τα χρήματα του κόσμου θα δεσμεύσουν, οι αγορές θα κλείσουν, το χρηματιστήριο θα κατρακυλήσει παρέα με την αξιοπρέπειά μας στο δάπεδο. Κι όλα αυτά γιατί; Μα, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ διατυμπανίζει διά στόματος του προέδρου του, πως καμιά συμφωνία μνημονιακή δεν θ’ αναγνωρίσει.

Μύρια όσα θα μηχανεύονται, όσο των εκλογών η μέρα πλησιάζει. Τίποτα δεν γίνεται στην τύχη. Τίποτα απολύτως. Όλα αποβλέπουν στην επόμενη μέρα. Την κυβέρνηση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς να σπρώξουν σε λάκκο βαθύ, σκαμμένο απ’ τις αξίνες τις δικές τους. Σε μας, φίλε μου, πέφτει το καθήκον η λαϊκή ρήση -όποιος σκάβει τον τάφο του άλλου πέφτει ο ίδιος μέσα- εφαρμογή να’ χει. Καιρός απ’ τα ενδιαιτήματα της απραξίας να βγούμε. Καιρός με την καθημερινότητα να συνευρεθούμε. Οι διαπιστώσεις περισσεύουν. Φτάνει πια. Δράση! Στους χώρους δουλειάς, είτε είναι εργοστάσιο, είτε γραφείο, ή είναι έδρα διδακτική, πρέπει και πάλι η φωνή της διεκδίκησης ν’ ακουστεί, του δίκαιου η προάσπιση. Οι συνδικαλιστικοί φορείς και πάλι πρέπει να πάρουν τη θέση που τους πρέπει στην κοινωνία. Εκεί κάτω, δίπλα στο μόχθο, πλάι στην αγωνία, εκεί που η αγανάκτηση γίνεται κραυγή, εκεί, ο αριστερός συνδικαλιστής πρέπει να ξαναχτίσει το κατεδαφισμένο και κατασυκοφαντημένο συνδικάτο.

Αλήθεια, φίλε μου, αναρωτήθηκες ποτέ, πως με 6500 αυτοκτονίες, με ανεργία, με πείνα, με άστεγους, με μετανάστευση, με εξαθλίωση, με περίθαλψη κατεδαφισμένη, με σχολείο παραδομένο στα χέρια των επιχειρηματιών, αλήθεια, πώς τα καταφέρνουν και τους συνδικαλιστικούς φορείς οι κυβερνώντες να ελέγχουν; Η απάντηση σκέψη πολύ δεν θέλει. Μα, η απουσία η δική μας φταίει. Όλο το γήπεδο δικό τους είναι. Καιρός την απραξία να διαγράψουμε απ’ το σημειωματάριό μας και στη μάχη αυτή να μπούμε.

Φίλε μου, λόγος πολύς γίνεται για συμμαχίες προεκλογικές, μετεκλογικές, για ψήφους ανοχής, συμπορεύσεις και διάφορα τέτοια. Αλλά, αγαπητέ μου, σου διαφεύγει πάλι κάτι πολύ σημαντικό και συνάμα τόσο απλό: Οι συμμαχίες χτίζονται πρώτα στη βάση, πρώτα στη δουλειά. Εκεί ζυμώνονται, εκεί πλάθονται, με υλικό τον ιδρώτα και το αίμα του εργαζόμενου κι ύστερα επιβάλλονται και στις κορυφές. Το αντίστροφο, ναυάγιο είναι αναπόφευκτο. Ο εφησυχασμός δεν βοηθάει, φίλε. Ηρεμία μόνο στους τάφους συναντάει κανείς. Περιμένεις της κυβέρνησης η πτώση να ‘ναι σαν κι αυτήν του ώριμου φρούτου, όμως όταν αυτό απ’ το κλαδί που το συγκρατεί αποσπαστεί, γρήγορα σαπίζει και το στομάχι ταλαιπωρεί. Ύστερα προσδοκάς, φίλε, το μάννα απ’ την ΑΔΕΔΥ κι απ’ τη ΓΣΕΕ να έλθει. Δεν την έμαθες χρόνια τώρα τη δουλειά. Μια μέρα απεργίας, για των όπλων την τιμή και οψόμεθα. Όχι. Καιρός ρότα ν’ αλλάξουμε. Οι διεκδικήσεις με όποια μορφή κι αν γίνονται -απεργίες, στάσεις εργασίας κ.λπ.- να είναι πολιτικές. Πώς θα γίνει αυτό; Θα τους πιέσεις, σύντροφε, μέσα απ’ τα εργατικά κέντρα. Τα ξέχασες αυτά; Μόνο έτσι η μέρα η επόμενη σίγουρη θα ’ναι.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!