Για τον πρόσφατο θόρυβο με τους διορισμούς μετακλητών

Του Γιώργου Παπαϊωάννου

 

Αναμφίβολα, η πρόσφατη ιστορία με τους μετακλητούς υπαλλήλους και συγγενείς του γραμματέα της Nεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με μερικές ακόμα περιπτώσεις διορισμών συγγενών κομματικών στελεχών που δημοσιοποιήθηκαν, συζητήθηκε και απασχόλησε αρκετά την κοινωνία και όχι μόνο τους ασχολούμενους με την πολιτική και τα κόμματα.

Για όποιον θέλει να δικαιολογήσει την κυβέρνηση, μπορούν αρκετά επιχειρήματα να κατασκευαστούν στο πόδι. Έτσι, το όλο θέμα μετατρέπεται σε «προπαγάνδα του εχθρού»… Κάθε κριτική της συμπεριφοράς του ΣΥΡΙΖΑ και των στελεχών του βαφτίζεται αναπαραγωγή όσων λέει το Πρώτο Θέμα και με ευκολία εντάσσεται στο σχέδιο κάποιων να αποδείξουν ότι «όλοι είναι ίδιοι».

Πρόκειται φυσικά για αντιστροφή της πραγματικότητας. Ποιος φταίει που οι πολίτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όλοι είναι ίδιοι; Εκείνος που αφού ανέλαβε την εξουσία ξέχασε όλες τις υποσχέσεις του και συμπεριφέρεται σαν τους άλλους ή όποιος το επισημαίνει; Ο λαός, οι πολίτες στη μεγάλη πλειοψηφία τους, έχουν αποδείξει ότι καταλαβαίνουν αρκετά και κανείς δεν θα τους έπειθε ότι «όλοι είναι ίδιοι» αν έβλεπαν μια διαφορετική συμπεριφορά και αντιμετώπιση όλων των θεμάτων. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συμβαίνει.

Τα μνημόνια όχι απλά δεν «σκίστηκαν» αλλά μέσα από μια συγκεκριμένη διαδρομή, η κυβέρνηση οδηγήθηκε στην υπογραφή του τρίτου και επαχθέστερου. Πέρα όμως από την μνημονιακή συνέχεια, στα θέματα της πολιτικής συμπεριφοράς στο εσωτερικό, της αντιμετώπισης του πολιτικού συστήματος και του κράτους έχουμε και εκεί μια λογική συνέχειας όσων συνέβαιναν μέχρι τώρα.

Ακόμα και αν η κοινωνία δικαιολογούσε μια υποχωρητικότητα απέναντι στην ισχυρή ευρωκρατία και την τρόικα (φυσικά, δεν μιλάμε για απλή υποχωρητικότητα αλλά για κάτι πολύ περισσότερο), αδυνατεί να δικαιολογήσει την πλήρη συνθηκολόγηση με το «παλιό» στο εσωτερικό. Και παλιό δεν είναι μόνο το πολιτικό προσωπικό, τα ισχυρά συμφέροντα και τα ΜΜΕ που ενώ ήταν στο καναβάτσο το βράδυ του δημοψηφίσματος, αναστήθηκαν την επόμενη μέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Παλιός είναι και ο τρόπος που το (μεταλλαγμένο πλέον) κόμμα αντιλαμβάνεται τη σχέση του με το κράτος και τους μηχανισμούς του, αλλά και με τους πολίτες.

Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι μια ολόκληρη οικογένεια είναι διορισμένη σε καλά αμειβόμενες θέσεις του κόμματος και του κράτους είναι κάτι απωθητικό για τους περισσότερους. Όσα «επιχειρήματα» και να πέσουν στο τραπέζι, κανείς δεν πρόκειται να πειστεί για το αντίθετο.

Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, εκείνο που εξόργισε περισσότερο ήταν ο τρόπος που ο γραμματέας της Nεολαίας επέλεξε να απαντήσει σε όσα του καταμαρτυρήθηκαν. Η εμπλοκή στη συζήτηση των αγωνιστικών παραδόσεων της οικογένειας, των παππούδων που ήταν στο βουνό και τόσων άλλων που διαβάσαμε, για να δικαιολογηθεί ένα τέτοιο θέμα, αποτέλεσε αναμφίβολα πρόκληση. Τσάντισε πολύ κόσμο, για να το πούμε απλούστερα.

Δεν ήταν όμως μόνο αυτά. Η επίκληση της υπερκόπωσης από την συμμετοχή στην… κατάληψη της σχολής δείχνει και κάτι άλλο: Μια απίστευτη άγνοια (ή αδιαφορία;) για την κατάσταση την οποία σήμερα βιώνει η κοινωνία, ο κόσμος που εργάζεται ή είναι άνεργος, οι νέοι. Οποιοσδήποτε είχε την παραμικρή επαφή με αυτή την πραγματικότητα θα δίσταζε να προφέρει ένα τέτοιο «επιχείρημα».

Και φυσικά δεν πρόκειται για ατομικό θέμα ή πρόβλημα του «γραμματέα». Τα όσα ειπώθηκαν, ο αχταρμάς ιστορικών αναφορών, κομματικού πατριωτισμού, στερεοτύπων και συνδικαλιστικών «επιχειρημάτων» μαζί με την πλήρη έλλειψη συναίσθησης και σεμνότητας και με μια, ας πούμε, «αριστερή μαγκιά» που διαπνέει το εν λόγω κείμενο, δεν αποτελούν εξαίρεση. Χαρακτηρίζουν δυστυχώς τη στρεβλή πολιτικοποίηση ενός κομματικού χώρου ή και γενικότερα της υπαρκτής «Αριστεράς» σε μεγάλο βαθμό (φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις). Αλλά και μιας μικρής ή μεγαλύτερης «φουρνιάς» νέων ανθρώπων και αυτό είναι επίσης σημαντικό. Μεγάλη συζήτηση που θα μπορούσε να ανοίξει.

Πέρα, όμως, από όσα είπε ο γραμματέας της νεολαίας, το κύριο επιχείρημα του κυβερνητικού κόμματος είναι ότι οι μετακλητοί υπάλληλοι πρέπει να είναι πολιτικά στελέχη και να υποστηρίζουν την πολιτική κατεύθυνση της κυβέρνησης, για αυτό και επιλέγονται από τις τάξεις του κόμματος.

Κι αυτό το επιχείρημα όμως μπάζει από παντού. Πρώτα από όλα γιατί όποιος γνωρίζει, έστω και λίγο, πρόσωπα και καταστάσεις, θα διαπιστώσει ότι ανάμεσα σε όσους διορίστηκαν σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων, υπάρχουν περιπτώσεις ακόμα και ανθρώπων που καμιά σχέση δεν είχαν με τον ΣΥΡΙΖΑ πέρα από τη συγγένειά τους με στελέχη του κόμματος.

Πέρα, όμως, από αυτό, είναι προφανές ότι δεν ήταν μονόδρομος μια τέτοια αντιμετώπιση του κρατικού μηχανισμού. Σε κεντρική εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015 λίγο πριν τις εκλογές, παρουσιάζοντας τις θέσεις για τον Δημόσιο Τομέα και καταχειροκροτούμενος, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωνε:

«Αποσυμφορούμε το δημόσιο τομέα από τις στρατιές των συμβούλων και των μετακλητών υπαλλήλων και προωθούμε την στελέχωση των γραφείων υπουργών, γενικών γραμματέων και διοικητών από τις τάξεις των δημόσιων υπαλλήλων, της Δημόσιας Διοίκησης. Ερχόμαστε για να εμπιστευθούμε τη Δημόσια Διοίκηση, ανεξάρτητα από το σε ποιο κόμμα ανήκουν».

Η πρόταση αυτή, προφανώς, είχε διπλή σημασία. Από τη μια σήμαινε έναν σημαντικό περιορισμό εξόδων αφού οι συγκεκριμένες θέσεις θα καλύπτονταν από υπαλλήλους που έτσι κι αλλιώς πληρώνονται από το Δημόσιο. Από την άλλη, θα έδειχνε ένα διαφορετικό πνεύμα αξιοποιώντας ικανούς και τίμιους ανθρώπους, ανεξάρτητα από την κομματική τους ταυτότητα.

Δεν είναι η μοναδική διακήρυξη που ξεχάστηκε φυσικά. Ένα χρόνο μετά, θεωρείται αυτονόητο ότι τα γραφεία υπουργών, γραμματέων και διοικητών θα πρέπει να στελεχώνονται με μοναδικό κριτήριο την πολιτική ή… φυσική συγγένεια με το κόμμα, ενώ κάθε δημόσιος υπάλληλος που θα μπορούσε να καλύψει τις συγκεκριμένες θέσεις, βαφτίζεται από τα non-paper και τους διακινητές τους, «άνθρωπος του Σαμαρά»…

Υπάρχει βεβαίως ένα ακόμα θέμα, καθόλου δευτερεύον. Ποια είναι η κυβερνητική κατεύθυνση που καλούνται να υπηρετήσουν κομματικά στελέχη και μετακλητοί υπάλληλοι; Γιατί πολλοί -και όχι μόνο ο γραμματέας της Νεολαίας- μιλούν σαν να πρόκειται για …επαγγελματίες επαναστάτες που επιστρατεύονται για να προωθήσουν την υπόθεση της κοινωνικής αλλαγής.

Εκεί πλέον έχουμε τελείως ξεφύγει από την πραγματικότητα και ίσως πρέπει να τη φρεσκάρουμε γιατί κινδυνεύει κανείς να νομίσει ότι ζει σε μια άλλη χώρα. Το κυβερνητικό κόμμα εφαρμόζει το 3ο Μνημόνιο, παίρνει μέτρα καταστροφής της κοινωνίας και βαθαίνει το νεοαποικιακό καθεστώς και τη μεταδημοκρατία. Τουλάχιστον, λοιπόν, λιγότερα μεγάλα λόγια, θα ήταν κι αυτό ένα βήμα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!