«Τι κάνουμε; Η παλιά ερώτηση του Λένιν. Μοιραζόμαστε κοινές οπτικές για το τι δεν πάει καλά, γι’ αυτά που αλλάζουν στον κόσμο και απέναντι σ’ αυτές τις αλλαγές δεν μπορούμε να απαντήσουμε – ή, σωστότερα, οι απαντήσεις που είχαμε παλαιότερα είναι ανεπαρκείς. Αλλιώς δεν θα κυβερνούσε η δεξιά στην Ευρώπη. Κάτι έλειπε και λείπει στις απαντήσεις μας, στις προτάσεις μας.

Επιτρέψτε μου, παρακαλώ, με κάθε σεμνότητα, να σας υποβάλω πέντε σκέψεις γι’ αυτή τη συλλογική αναζήτηση του αύριο που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά.

Η Ευρωπαϊκή Αριστερά δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένη μόνο με τη διάγνωση και την καταγγελία της κατάστασης. Η διάγνωση και η καταγγελία χρησιμεύουν βέβαια στην πρόκληση ηθικής αγανάκτησης. Και είναι σημαντική η εξάπλωση της ηθικής αγανάκτησης – αλλά δεν δημιουργεί βούληση για εξουσία. Η καταγγελία δεν σημαίνει βούληση για εξουσία. Μπορεί να είναι ο προθάλαμος, αλλά όχι αυτή η καθαυτή η βούληση για εξουσία. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά, η παγκόσμια Αριστερά, μπροστά σ’ αυτή την αρπακτική για τη φύση και τον άνθρωπο δίνη που προωθεί ο σύγχρονος καπιταλισμός, πρέπει να εμφανιστούν με προτάσεις, με πρωτοβουλίες.

Η Ευρωπαϊκή Αριστερά και οι Αριστερές σε όλα τα μέρη του κόσμου πρέπει να οικοδομήσουμε μια νέα κοινή λογική. Κατά βάθος ο πολιτικός αγώνας είναι ένας αγώνας για την κοινή λογική, για το σύνολο των κριτηρίων και των προκαταλήψεων, για το πώς με απλό τρόπο ο κόσμος, ο νεαρός φοιτητής, ο επαγγελματίας, η πωλήτρια, ο μισθωτός, ο εργάτης τακτοποιεί τον κόσμο. Αυτή είναι η κοινή λογική, η βαθιά σύλληψη του κόσμου με την οποία τακτοποιούμε την καθημερινή ζωή, το πώς αξιολογούμε το δίκαιο και το άδικο, το επιθυμητό και το εφικτό, το ανέφικτο και το πιθανό. Η παγκόσμια Αριστερά, η Ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει κατ’ ανάγκη να αγωνιστούν για μια νέα κοινή λογική: προοδευτική, επαναστατική, οικουμενική».

(Απόσπασμα από τον χαιρετισμό του αντιπροέδρου της Βολιβίας, Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα, στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που έγινε στην Ισπανία, στις 13 Δεκεμβρίου 2013. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο Κράτος, Επανάσταση και Ηγεμονία, Eκδόσεις Α/συνέχεια)

 

Τι είδους Αριστερά;

Ξέρω πάρα πολλούς στην Αριστερά που δυσκολεύονται ή αρνούνται να καταλάβουν πόσο ισχυρή είναι η επίδραση της κυρίαρχης κουλτούρας πάνω μας. Ότι το ένδοξο αγωνιστικό μας παρελθόν και η εγκυκλοπαιδική επίκληση του Μαρξ, του Λένιν, του Τρότσκι, του Γκράμσι, του Μάο ή του Μπακούνιν, δεν αντισταθμίζουν την πολιτισμική και πολιτική μας ανεπάρκεια. Όταν υπήρχε το σοσιαλιστικό μπλοκ, η σύνδεση και η αναφορά σ’ αυτό ήταν αρκετή και χειροπιαστή για να τροφοδοτεί και να εφησυχάζει ένα μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς. Όπως αρκετή και χειροπιαστή για να εφησυχάζει ένα άλλο κομμάτι της Αριστεράς ήταν και η κριτική στο σοσιαλιστικό μπλοκ. Γι’ αυτό, όταν το σοσιαλιστικό μπλοκ εξέπνευσε, φάνηκε η πολιτική ανεπάρκεια αμφοτέρων. Έτσι, πολύ γρήγορα, σχεδόν ακαριαία, τα κόμματα της Αριστεράς μαράζωσαν, τόσο οι «μεν» όσο και οι «δε».

Τα τελευταία χρόνια, η τεράστια επίθεση που δέχονται οι κοινωνίες από τη σύγχρονη ολιγαρχία, αυτό που ονομάζουν κρίση, αύξησε τόσο πολύ τις εσωτερικές τριβές που η ανάγκη για μια νέα Αριστερά βγήκε στο προσκήνιο επιτακτικά. Αλλά τι είδους Αριστερά, με δεδομένο ότι στις μνήμες από την κατάρρευση του σοσιαλιστικού μπλοκ, που είναι ακόμα ζωντανές, προστέθηκαν οι εμπειρίες από τη μετάλλαξη της Σοσιαλδημοκρατίας, με κορυφαίες αυτές της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Βρετανίας. Και στα δικά μας, του ΠΑΣΟΚ που εκφυλίστηκε εκ θεμελίων. Οι δε Πράσινοι, οι οποίοι αποτέλεσαν κάτι καινούργιο, ενσωματώθηκαν και αρκετοί αποχρωματίστηκαν σε σημείο να υποστηρίζουν τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, όπως ο Γερμανός Γιόσκα Φίσερ και ο Γάλλος Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, ενώ, από την άλλη, τα κινήματα τύπου Γένοβας ξέσπασαν αυθόρμητα, αλλά ξεφούσκωσαν γρήγορα καθώς ξεπήδησαν μέσα από μια νεανική οργή, μια πρόσκαιρη αφύπνιση, αλλά δεν ρίζωσαν στο πλατύ κοινωνικό σώμα των εργαζομένων ούτε διαμόρφωσαν μία επαρκή εφαρμόσιμη πολιτική πλατφόρμα.

 

Τι είδους, λοιπόν, Αριστερά;

Την Αριστερά του 21ου αιώνα πρέπει να την ανακαλύψουμε, αν όχι να την δημιουργήσουμε. Αλλά πώς; Σίγουρα όχι με επιφοίτηση. Νομίζω ότι ένας δρόμος είναι ο δρόμος της μελέτης και αξιοποίησης κάθε θετικής και αρνητικής εμπειρίας από όπου κι αν αυτή προέρχεται. Όχι, όμως, επιπόλαια και επιφανειακά. Με εμβάθυνση και τεκμηρίωση. Πόσοι αριστεροί στην Ελλάδα ξέρουν καλά τι αλλαγές έχει κάνει ο Τσάβες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ή στον έλεγχο των ολιγοπωλίων και τι είδους και μεγέθους προβλήματα αντιμετώπισε; Ποιος έχει ζωντανή επαφή με τον Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα στη Βολιβία; Πόσοι αριστεροί στην Ελλάδα ξέρουν σε βάθος τι άλλες σημαντικές εναλλακτικές εφαρμογές στην πολιτική και την οικονομία δοκιμάζονται, και με πιο κόστος και ποιο αποτέλεσμα, στη Βραζιλία, το Εκουαδόρ, τη Χιλή ή την Αργεντινή; Πόσοι ξέρουν καλά τις θεμελιώδεις μεταβλητές του σκανδιναβικού σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου τα τελευταία χρόνια; Πόσοι ξέρουν γιατί απέτυχε παταγωδώς η προσπάθεια κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης των επαναστατών κομμουνιστών στο Νεπάλ; Ποιος ξέρει πολύ καλά την έκταση, την ποιότητα και τη σημασία των εκατοντάδων χιλιάδων συνεταιρισμών στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Κίνα; Ποιος έχει ερευνήσει και ξεχωρίσει τα χρυσά, τα αργυρά και τα χάλκινα επιτεύγματα του σοσιαλιστικού μπλοκ, που ανήκουν σε ένα πελώριο θησαυροφυλάκιο εμπειριών, θετικών και αρνητικών, από την κατάργηση της ιδιοκτησίας μέχρι τη διόγκωση της κρατικής γραφειοκρατίας; Και δεκάδες άλλα ποιος, πώς και τι.

Ακόμα και οι αστοί διανοούμενοι και τεχνοκράτες που προάγουν την πολιτική και οικονομική σκέψη, μας δίνουν υλικό πολύτιμο για σκέψη και επεξεργασία. Ο Τομά Πικετί, ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, ο Πoλ Κρούγκμαν και πολλοί άλλοι σκανάρουν, σε υψηλή… ανάλυση, το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα και συχνά καταλήγουν σε διαπιστώσεις και προτάσεις που φαίνονται ή είναι αριστερές ή θα μπορούσαν θαυμάσια να αξιοποιηθούν από την Αριστερά. Το ζήτημα της ανισότητας στο νεοφιλελευθερισμό κανένας άλλος δεν το έχει βάλει τόσο ολοκληρωμένα και αποδεδειγμένα, όσο ο Ρίτσαρντ Ουίλκινσον, η Κέιτ Πίκετ, ο Φέρντιναντ Μάουντ ή ο Όουεν Τζόουνς. Ο Πικετί έκανε μελέτες δεκαπέντε χρόνων σε πάνω από είκοσι χώρες για να ταρακουνήσει τα νερά στη Δύση. Γιατί οι Αριστεροί πλατσουρίζουν στα ρηχά και, ως συνέπεια, είτε αναμασούν τους κλασικούς είτε ενσωματώνονται στο σύστημα;

Η Αριστερά στην Ευρώπη ανεβαίνει σαν τρένο με κάρβουνο την ανηφόρα. Από τη μια οι μικροομάδες μιλάνε ανέξοδα για επανάσταση και κομμουνισμό κι απ’ την άλλη οι μεταρρυθμιστές είναι πολύ πίσω από τη σοσιαλδημοκρατία του 1980.

 

Μαζικό μούδιασμα

Παρ’ ολ’ αυτά, υπάρχει τεράστιος εμπειρικός πλούτος. Σημαντικά νέα κινήματα και νέες φωνές. Αναξιοποίητες δυνάμεις μέσα στην κοινωνία. Ένας ηθικά απαξιωμένος και πολιτικά υπό διάλυση αντίπαλος. Κι απ’ την άλλη, μια Αριστερά που προσπαθεί, αλλά τη βλέπουμε και να μπουσουλάει ανάμεσα σε ένα ριζοσπαστικό βερμπαλισμό και ένα μεταρρυθμιστικό συντηρητισμό.

Μ’ ένα μεγάλο κενό υποδείγματος. Ακόμα κι αυτοί που ισχυρίζονται ότι είναι μαρξιστές, αποφεύγουν συχνά την καταφυγή στην ουσία του μαρξισμού. Και οι επικριτές του λενινισμού απέτυχαν παταγωδώς στο φλερτ με την αστική δημοκρατία και στην αναζήτηση του δημοκρατικού δρόμου για το σοσιαλισμό με τελικό αποτέλεσμα την ενσωμάτωση και τον εκφυλισμό (π.χ. βλέπε Ιταλία).

Οι κοινωνίες βρίσκονται, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, σε μοιρολατρική αποδοχή της νέας αντικοινωνικής τροπής μέσα στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη της Δύσης των οποίων οι κυρίαρχες ολιγαρχίες είναι σε πολύ επιθετική φάση τόσο σε βάρος των υπηκόων τους όσο και σε βάρος των στρατιωτικά πιο ανίσχυρων τρίτων χωρών και λαών. Μπορεί να είναι πρόσκαιρο αυτό και να υποβόσκει μία ηφαιστειακή έκρηξη στα δυτικά κράτη, αλλά μέχρι στιγμής αυτή είναι η εικόνα της πραγματικότητας.

Οι πολίτες που έχουν ευεργετηθεί, λιγότερο ή περισσότερο, εντός του συστήματος, στην περίοδο της ευημερίας και ανάπτυξης, είναι μουδιασμένοι από την αναπάντεχη αρνητική εξέλιξη την οποία είτε θέλουν να πιστεύουν ότι είναι πρόσκαιρη είτε αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα και αγανακτούν, αλλά είναι όμηροι του συστήματος από την εποχή της ευημερίας με δάνεια, παροχές και άλλες εξαρτήσεις. Επιπροσθέτως, δεν έχουν ούτε τους προτείνεται ένα πειστικό εναλλακτικό μοντέλο. Το σοσιαλιστικό μοντέλο σοβιετικού τύπου είναι απαξιωμένο στη Δύση, το δε μοντέλο κινεζικού τύπου, που ονομάζεται «σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς», είναι άγνωστο, ξένο και ίσως ασύμβατο πολιτισμικά. Τα εγχειρήματα στη Λατινική Αμερική, από την Κούβα ώς τη Βενεζουέλα, στέλνουν κάποια εναλλακτικά μηνύματα, μερικές φορές πολύ ηχηρά, αλλά προσαρμοσμένα στα δεδομένα της Λατινικής Αμερικής και φτάνουν σε μας αποσπασματικά και ανολοκλήρωτα. Άρα η Ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει, ψάχνοντας, μαθαίνοντας και χτίζοντας, να βρει τον εαυτό της και να χαράξει το δικό της δρόμο.

 

Υπάρχει μοντέλο;

Φαίνεται ότι η ευρωπαϊκή σκέψη αργεί να ξεφύγει από τη φάση και να απαλλαγεί από τα κατάλοιπα της ήττας. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν κάθε τι καινούργιο, εναλλακτικό, στη θεωρία και την πράξη, έρχεται από τον εν ευρεία εννοία «τρίτο κόσμο». Αλλά, κατά κανόνα, δεν ταυτίζεται με τις ανάγκες και το στάτους του αναπτυγμένου κόσμου.

Η ευρωπαϊκή Αριστερά δεν έχει ακόμα μπορέσει να συγκροτήσει μια εναλλακτική πρόταση με πληρότητα και επάρκεια. Δεν έχει μπορέσει να εκσυγχρονίσει τον μαρξισμό που αχνά επικαλείται. Έχει κάνει, ατομικά και συλλογικά, σημαντικές εκπτώσεις στο ιδεολογικό πεδίο, έχει ρητά και σιωπηρά υποτονίσει τη μεγάλη αγωνιστική παράδοση και τα επιτεύγματά της, εμφανίζεται λειψή στις προτάσεις της και στερείται ελκυστικού οράματος. Συνήθως παλινδρομεί ανάμεσα στην προσκόλληση σε πεπερασμένες εφαρμογές του σοσιαλιστικού εγχειρήματος και στην ενσωμάτωση στις προδιαγραφές του συστήματος που αντιμάχεται.

Αφενός της λείπει το ανανεωμένο και αξιόπιστο μοντέλο του μελλοντικού κόσμου που επαγγέλλεται, ο δικός της παράδεισος είναι σε ένα ομιχλώδες τοπίο και, αφετέρου, παίζει πολύ με όρους συστήματος χάνοντας τα διακριτικά της γνωρίσματα.

Η έλλειψη ενός άλλου μοντέλου, βέβαια, μπορεί να σημαίνει ότι το παλιό μαρξιστικό μοντέλο είναι ακόμα ενεργό, γιατί η φάση στην οποία αναφέρεται είναι ακόμα σε εξέλιξη. Σ’ αυτή την περίπτωση, είναι φανερό ότι ούτε αυτό είναι διαχειρίσιμο από την Ευρωπαϊκή Αριστερά, που δυσκολεύεται να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι. Να ξεχωρίσει το «καθαρό» μοντέλο, να κρατήσει τις θετικές πλευρές των εφαρμογών του και να αναβαθμίσει τις προδιαγραφές του λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα νέα και ειδικά δεδομένα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπως είναι η κατάσταση της κουλτούρας των πολιτών στο βίαιο έμπα της «μετακαπιταλιστικής» πραγματικότητας, η δραματική επιδείνωση των περιβαλλοντικών συνθηκών από την υπερεκμετάλλευση της φύσης, η υπέρμετρη ανισότητα στο εσωτερικό των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών και ανάμεσα στα κράτη, η τεράστια διόγκωση και ο αυξημένος ρόλος των «υπερεθνικών» κεφαλαίων, οι «νέοι» πόλεμοι, οι αναδυόμενες δυνάμεις κ.ά.

Στα θετικά είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Podemos. Αγκομαχητά, αλλά όλο και πιο σταθερά, όλο και πιο εκτεταμένα, παρατηρείται μια θετική στροφή της κοινωνίας προς την Αριστερά, που υπόσχεται περισσότερα απ’ όσα φαίνεται ότι μπορεί, αλλά «ψήνεται». Και, επιπλέον, αποτελεί το αντίβαρο και το αντίδοτο στην άνοδο του ακροδεξιού φαινομένου που προηγήθηκε στην εσωτερικά κλονισμένη Ευρώπη. Αλλά αυτά τα θετικά χρειάζονται μια συνειδητή, ανυποχώρητη και επίπονη αναβάθμιση, διαρκή και μαχητική, σε όλα τα επίπεδα για να αποκτήσουν οι ισχυροποιούμενες αριστερές δυνάμεις ένα σώμα και ένα πνεύμα που θα νιώθει η κοινωνία ότι πράγματι αποτελούν την Αριστερά του 21ου αιώνα.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!