Η συμφωνία για την τροποποίηση των όρων συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου (Η.Β.) στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) δεν ήταν παρά η αρχή μιας ακόμη διαδικασίας αμφισβήτησης της συνοχής της Ένωσης. Παρά το γεγονός ότι ικανοποιήθηκαν σε σημαντικό βαθμό οι απαιτήσεις της κυβέρνησης του Η.Β., κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου 2016. Τι περιλαμβάνει η συμφωνία; Τη μη συμμετοχή του Η.Β. σε διαδικασίες περαιτέρω πολιτικής ενοποίησης της Ε.Ε. Τη δυνατότητα μη παροχής, για χρονικό διάστημα επτά ετών, κοινωνικών επιδομάτων και στους μετανάστες που προέρχονται από την Ε.Ε. Την εξαίρεση του Η.Β. από τη χρηματοδότηση προγραμμάτων διάσωσης των χωρών της ευρωζώνης. Τη διασφάλιση ότι το City του Λονδίνου δεν θα υποχρεωθεί να εφαρμόσει το ρυθμιστικό πλαίσιο των τραπεζών που θα υιοθετήσει η Ε.Ε.
Όμως ο χρηματοπιστωτικός τομέας του Η.Β. είναι ο τομέας της βρετανικής οικονομίας που θα πληγεί περισσότερο σε περίπτωση εξόδου της χώρας από την Ε.Ε. καθώς το 30% του ετήσιου πλεονάσματος του ισοζυγίου χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που ανέρχεται σε 60 δισ. λίρες (77 δισ. ευρώ) προέρχεται από την Ε.Ε.
Παρά τα πλεονεκτήματα του City (γλώσσα, νομικό σύστημα, επαγγελματική εξειδίκευση), η έξοδος του Η.Β. θα στερήσει τη δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης στην αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών της Ε.Ε. Αυτός είναι ο λόγος που οι χρηματοπιστωτικές εταιρίες τάσσονται υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε. και είναι χαρακτηριστικό ότι η HSBC, η μεγαλύτερη βρετανική τράπεζα, ανακοίνωσε ότι, σε περίπτωση εξόδου, θα μεταφέρει το 20% των θέσεων εργασίας από το Λονδίνο στο Παρίσι.
Η σημασία του χρηματοπιστωτικού τομέα για τη βρετανική οικονομία είναι καθοριστική για την πορεία της και αυτό είναι αποτέλεσμα της απώλειας του παραγωγικού χαρακτήρα της και της μετατροπής της στο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα παρασιτικής οικονομίας. Το 1952, ο μεταποιητικός τομέας παρήγαγε το 33% του βρετανικού Α.Ε.Π., απασχολούσε το 40% του εργατικού δυναμικού και πραγματοποιούσε το 25% των παγκόσμιων εξαγωγών μεταποιητικών προϊόντων. Σήμερα, ο μεταποιητικός τομέας παράγει το 12% του Α.Ε.Π., απασχολεί το 8% του εργατικού δυναμικού και οι εξαγωγές αντιστοιχούν στο 2% των παγκόσμιων εξαγωγών. Παρά το γεγονός ότι ανάλογη μετατόπιση από τη μεταποίηση στις υπηρεσίες καταγράφεται σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες του πλανήτη, σε καμία άλλη χώρα η μεταβολή δεν ήταν τόσο δραστική. Για παράδειγμα, ο μεταποιητικός τομέας της Γερμανίας είναι σημαντικά μεγαλύτερος ενώ και η Γαλλία αποτελεί την έδρα μεταποιητικών επιχειρήσεων παγκοσμίου επιπέδου. Με δεδομένα τα ελλείμματα του παραγωγικού τομέα, η εισροή και διαχείριση κεφαλαίων από την Ε.Ε. και τις Η.Π.Α. είναι ζωτικής σημασίας για τη βρετανική οικονομία.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο χρηματοπιστωτικός τομέας του Η.Β. βρίσκεται στη δεύτερη θέση, μετά τις Η.Π.Α. και στην πρώτη όσον αφορά στη διαχείριση των τιμών των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Διαθέτει το δεύτερο υψηλότερο απόθεμα άμεσων ξένων επενδύσεων, περίπου 2,2 τρισεκατομμύρια ευρώ που αντιστοιχούν στο 30% του βρετανικού Α.Ε.Π. Οι βρετανικές τράπεζες κατέχουν περιουσιακά στοιχεία που είναι τέσσερις φορές το Α.Ε.Π. του Η.Β. (ο υψηλότερος παγκόσμιος δείκτης μετά τους φορολογικούς παραδείσους του Λουξεμβούργου και της Ελβετίας).
Επειδή, σύμφωνα με τις βρετανικές ελίτ, «ό,τι είναι καλό για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, είναι και καλό για τη βρετανική οικονομία», η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων του Η.Β. τάσσεται υπέρ της παραμονής της χώρας στην Ε.Ε. Εξαίρεση αποτελούν μειοψηφικά τμήματα των Συντηρητικών και των Εργατικών, το κόμμα της Ανεξαρτησίας του N. Farage και μικρές ομάδες της άκρας αριστεράς. Με τα παραπάνω δεδομένα, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου θα έπρεπε να έχει ήδη κριθεί υπέρ του ΝΑΙ στην Ε.Ε. Όμως, οι ελίτ σε Η.Β. και Ε.Ε. φοβούνται ότι οι λαοί του Η.Β. θα χρησιμοποιήσουν τη ψήφο τους ως όπλο ενάντιά τους και αυτό το γεγονός καθιστά αμφίρροπο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης
www.gtozidis.wordpress.com