Οι καθημερινές, μεγάλες ανατιμήσεις σε είδη πλατιάς, βασικής, λαϊκής κατανάλωσης, έχουν γίνει ο εφιάλτης για κάθε οικογένεια. Αυτή η διαδικασία της αύξησης των τιμών έχει αποδοθεί με τον όρο πληθωρισμός.
Εκτίναξη πληθωρισμού και παρουσίασή του ως «φυσικό φαινόμενο»
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση των τιμών τον Δεκέμβριο 2021 συγκριτικά με τον ίδιο μήνα του 2020 ήταν 5,1%. Ύψος ρεκόρ για μία δεκαετία καθώς αντίστοιχο ποσοστό αύξησης είχαμε να δούμε από τον Ιανουάριο 2011. Οι τιμές από το χαμηλότερο σημείο, στο τέλος του 2020 όταν ο πληθωρισμός ήταν αρνητικός (-2,3%), έχουν ξεκινήσει από τον Ιανουάριο 2021 να αυξάνονται συνεχώς. Το Μάιο, ο δείκτης σταμάτησε να είναι αρνητικός και σταδιακά έφτασε στο 5,1% στο τέλος του έτους.
Σε μια προσπάθεια να μετριαστούν οι εντυπώσεις από τη ραγδαία άνοδο των τιμών, γίνονται αναφορές ότι τον Δεκέμβριο 2020 ήταν το χαμηλότερο σημείο και ο πληθωρισμός ήταν αρνητικός. Όμως μια προσεκτική ματιά στη μηνιαία εξέλιξη καταγράφει τη σημαντική αύξηση των τιμών τόσο το Δεκέμβρη 2021 όσο και τους προηγούμενους μήνες. Αυτή ξεπερνά κατά πολύ τις αντίστοιχες μεταβολές των προηγούμενων ετών (2017-2019) μετά την «απορρόφηση» του αρχικού σοκ στην κατανάλωση, λόγω της δραστικής φτωχοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού από το τρίτο μνημόνιο. Σε όλη αυτή την περίοδο η μέγιστη αύξηση, σε δωδεκάμηνη βάση, ήταν 1,8% και αυτό μόνο μία φορά. Τώρα, από τον Αύγουστο και μετά, η αύξηση των τιμών κινείται πάνω από αυτό το επίπεδο και κάθε μήνα αυξάνεται. Εάν μάλιστα αγνοήσουμε τον Δεκέμβριο 2020 και συγκρίνουμε τις τιμές Δεκεμβρίου 2021 με τον αντίστοιχο μήνα 2019 η αύξηση είναι 2,7%. Συνεπώς η αύξηση δεν είναι συγκυριακή λόγω ομαλοποίησης της κατάστασης μετά την μείωση τιμών το 2020, λόγω της περιορισμένης κατανάλωσης από την πανδημία.
Κάποιοι προσπαθούν να εστιάσουν το πρόβλημα στην αύξηση του ενεργειακού κόστους. Είναι σαφές ότι οι πρώτες μεγάλες αυξήσεις εμφανίστηκαν στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και στη συνέχεια στο ηλεκτρικό ρεύμα. Όμως από την ανάλυση των στοιχείων του Δεκεμβρίου 2021, όπου υπήρξε μερική υποχώρηση των τιμών στο φυσικό αέριο και στο πετρέλαιο, συγκριτικά με τον προηγούμενο μήνα, διαπιστώνεται ότι η αύξηση έχει περάσει πλέον γενικά στα είδη διατροφής και συνεχίζει στο ηλεκτρικό. Συνεπώς και από εδώ τα μηνύματα είναι άκρως ανησυχητικά.
Η κυβέρνηση και το σύστημα των Μέσων Ενημέρωσης που τη στηρίζουν, αφού τους «φροντίζει με το αζημίωτο», προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι αυξήσεις είναι «φυσικό φαινόμενο» μιας και δεν καταγράφονται μόνο στην Ελλάδα αλλά αποτελούν παγκόσμια κατάσταση. Για μία ακόμα φορά επιστρατεύεται η λογική «φυσικό φαινόμενο», όπως έγινε με τις πυρκαγιές και στη συνέχεια με τις πλημμύρες, για να κρυφτεί η κυβερνητική ανικανότητα, αν όχι η έμμεση υπόθαλψη καταστάσεων που δημιουργούν αυτά τα «φυσικά φαινόμενα». Να σημειώσουμε όμως εδώ ότι συγκριτικά με τον υπόλοιπο κόσμο, ο ελληνικός λαός βρίσκεται σε πολύ μειονεκτική θέση. Έχει υποστεί τεράστιες μειώσεις στο εισόδημά του με τα μνημόνια και τώρα συνεχίζει να χάνει ό,τι του απέμεινε λόγω του πληθωρισμού. Την ίδια στιγμή το «φυσικό φαινόμενο» που αφορά τις αυξήσεις στην ενέργεια δεν είναι παγκόσμιο αλλά καθαρά ευρωπαϊκό και συνδέεται με συμφέροντα οικονομικά και γεωπολιτικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία δεν αναφέρει καθόλου την έκφραση «αύξηση ενεργειακού κόστους», όταν αυτό είναι μόνιμο στοιχείο δικαιολόγησης της κατάστασης στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση και το σύστημα των Μέσων Ενημέρωσης που τη στηρίζουν προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι αυξήσεις είναι «φυσικό φαινόμενο» μιας και δεν καταγράφονται μόνο στην Ελλάδα αλλά αποτελούν παγκόσμια κατάσταση
Αιτίες του πληθωρισμού στην παρούσα περίοδο
Στις αναλύσεις που παρουσιάζονται για το θέμα διεθνώς, γενικά υπερτονίζονται ορισμένες πλευρές και αποσιωπούνται κάποιες ιδιαίτερα σημαντικές. Συνοπτικά μπορούμε αναφέρουμε ως αιτίες:
1) Τα τεράστια ποσά ρευστότητας που έριξαν οι κεντρικές τράπεζες στις αγορές κεφαλαίου με τις αγορές τίτλων. Αυτά δημιούργησαν μεγάλη αύξηση τιμών χωρίς αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία (φούσκα) και έτσι πολλαπλασίασαν περιουσίες «από το πουθενά». Είναι φυσικό αυτός ο ανεξέλεγκτος πλουτισμός των ολίγων να τροφοδοτεί αυξήσεις στις τιμές και όχι φυσικά οι πλατιές λαϊκές μάζες που είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται με την πανδημία. Να σημειώσουμε εδώ ότι κάποιοι θεωρούν τις λαϊκές μάζες υπεύθυνες για τον πληθωρισμό διότι κατά την «εξήγησή» τους αποταμίευσαν στην περίοδο του lock down και μετά βγήκαν στην κατανάλωση όταν η παραγωγή δεν έχει ομαλοποιηθεί.
2) Την διεθνή κερδοσκοπία στον ενεργειακό τομέα με τα χρηματιστήρια ρύπων. Στην πράξη είναι ένας ακόμα μηχανισμός αφ’ ενός κερδοσκοπίας και αφετέρου μεγαλύτερης επιβάρυνσης των λαϊκών στρωμάτων. Η χρηματιστηριακή αύξηση στις τιμές των ρύπων επιβαρύνει το κόστος του ρεύματος που πληρώνουν οι λαοί. Σε συνδυασμό με αυτό θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τον τρόπο καθορισμού του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας που έχουν επιβάλει στην Ε.Ε. η Γερμανία και οι «δορυφόροι» της, που εξισώνει τις τιμές προς το υψηλότερο κόστος. Να σημειώσουμε ότι πρόσφατα έγινε προσπάθεια, με τη συμμετοχή και της Ελλάδας, να αλλάξει αυτό το καθεστώς αλλά δεν έγινε αποδεκτό από τη γερμανική Ευρώπη. Φυσικά για το θέμα δεν ανέβηκαν οι τόνοι ούτε λήφθηκαν μέτρα από τους προτείνοντες.
3) Τη διεθνή κερδοσκοπία στις πρώτες ύλες και τα αγροτικά προϊόντα μέσω των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων και των παραγώγων προϊόντων που έχουν σαν συνέπειες την εκτόξευση των τιμών και την πληρωμή με «ψίχουλα» στους πραγματικούς παραγωγούς. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο καφές και τα προβλήματα στην τροφοδοσία της παγκόσμιας αγοράς από τη Βραζιλία λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών.
4) Η συνεχής προσπάθεια μεγιστοποίησης του κέρδους των επιχειρήσεων με την έμμεση και άμεση αύξηση των τιμών. Εδώ οι προσπάθειες εστιάζονται στην μετακύλιση στον καταναλωτή της όποιας αύξησης του κόστους (έμμεση αύξηση) με την αύξηση των τιμών των προϊόντων αλλά συνήθως αυτή συνοδεύεται και με κάποιο ποσοστό επιπλέον που είναι καθαρή αύξηση κερδοφορίας (άμεση αύξηση). Είναι χαρακτηριστικό στην παρούσα περίοδο, ειδικά στην Ελλάδα όπου η κερδοσκοπία οργιάζει, να βλέπουμε αυξήσεις ακόμα και εκεί που δεν υπάρχει καμία άνοδος του κόστους.
5) Η πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα που λήφθηκαν παγκόσμια είχαν σαν συνέπεια να προκληθούν τεράστιες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα. Μια σειρά ημιέτοιμα προϊόντα, απαραίτητα για την ολοκλήρωση άλλων, δεν είναι διαθέσιμα, με πλέον χαρακτηριστική περίπτωση τα μικροτσίπ. Αυτό ως γεγονός αξιοποιείται, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των επιχειρήσεων, για την αύξηση των τιμών και κατ’ επέκταση των κερδών.
6) Οι προβληματικές καταστάσεις στις αγορές, ειδικά αν αυτές ελέγχονται από συγκεκριμένες επιχειρήσεις (μονοπώλια, ολιγοπώλια, καρτέλ κ.λπ.), και με την εκάστοτε κυβέρνηση να «σφυρίζει» αδιάφορα. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση τις μέρες μας, τα διαγνωστικά τεστ για τον κορωνοϊό και η στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Πρώτον, τα απαιτεί αλλά δεν τα συνταγογραφεί. Δημιούργησε συνεπώς μια τεράστια αγορά για τον ιδιωτικό τομέα της υγείας. Δεύτερον, δεν έβαλε κανόνες, κοινώς άφησε την συγκεκριμένη αγορά «ξέφραγο αμπέλι». Το μοριακό τεστ (PCR) ξεκίνησε από τα 120–100 ευρώ, στη συνέχεια έπεσε γύρω στα 60 και κάποια στιγμή αναγκάστηκε η κυβέρνηση να βάλει διατίμηση τα 47 ευρώ. Όμως Δήμοι και σωματεία έκαναν συμφωνίες με κόστος 27 και 25 ευρώ, και αυτό πλέον παίρνει μαζικές διαστάσεις εκθέτοντας την κυβέρνηση και τις απόψεις της για την αγορά και αποδεικνύοντας τα τεράστια κερδοσκοπικά παιχνίδια με τις τιμές. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ανθρώπων της αγοράς, αν η κυβέρνηση είχε κάνει κεντρική συμφωνία για τα τεστ, το κόστος θα ήταν 20 ευρώ ή και ακόμα μικρότερο. Αυτή η αισχροκέρδεια αποτελεί έναν από τους βασικούς γενεσιουργούς άξονες του πληθωρισμού.