Μέρος Α’

 

του Θανάση Μουσόπουλου

 

Έχουν γραφεί πολλά βιβλία για τον Κωστή Παλαμά και το πολύπλευρο και πολύτιμο έργο του. Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος ήταν συμπατριώτης του Παλαμά, τον γνώριζε και έγραψε πολλά βιβλία και άρθρα για το έργο του και όσο ζούσε. Το 1944, μετά το θάνατό του έγραψε το βραβευμένο βιβλίο «Κωστής Παλαμάς», που κυκλοφόρησε το 1981 από τις Εκδόσεις των Φίλων σε τρίτη έκδοση, σελ. 374. Στο κείμενό μας αυτό ερευνούμε τη σχέση του Παλαμά με το Βυζάντιο, με τη βοήθεια του Ι.Μ.Π. Στο κεφάλαιο για τη «Φλογέρα του Βασιλιά» διαβάζουμε:

«Στο Βυζάντιο έβρισκε ο Παλαμάς, καθώς είναι πολύ φυσικό, τη χριστιανική του ψυχή, τον τρόμο του σαρκικού αμαρτήματος, τη συνείδηση της “μυστικής“ ύπαρξής του στα τυπικότερά της φανερώματα, γιατί κάτεχε και μιαν άλλη, την ορφική, ριζωμένη τούτη στην άμεση επαφή με το πνεύμα της γης του και με την πανθεϊστική του διάθεση, καθώς παραστατικότατα μας αφήκε να το νοήσουμε στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου». Έτσι, ο ποιητής, δεν ανάσανε τη βυζαντινή ατμόσφαιρα επεισοδιακά και σαν από ρομαντική μονάχα κινημένος διάθεση».

 

ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ της καθηγήτριας νεοελληνικής λογοτεχνίας στο ΑΠΘ Βενετίας Αποστολίδου «Ο Κωστής Παλαμάς ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας» (Θεμέλιο, 1992, σελ. 478), προσεγγίζουμε τον Κ. Παλαμά ως γραμματολόγο. Οι απαρχές της λογοτεχνίας βρίσκονται στην καρδιά της «βυζαντινής οικουμένης». Σημειώνει σχετικά η συγγραφέας: «Ο Παλαμάς θεωρεί πως η νεοελληνική ποίηση αρχίζει με τα βυζαντινά δημώδη άσματα και συνεχίζεται με τα ακριτικά τραγούδια». Σε άλλο σημείο του ίδιου κεφαλαίου διαβάζουμε: «Το ενδιαφέρον του Παλαμά για το Βυζάντιο και τη βυζαντινή λογοτεχνία είναι περιορισμένο […] Η Ιστορία της βυζαντινής λογοτεχνίας (ενν. του Καρλ Κρουμπάχερ, που στα ελληνικά κυκλοφόρησε σε τρεις τόμους 1897 – 1900) θα επηρεάσει αποφασιστικά τις απόψεις του τόσο για τη βυζαντινή λογοτεχνία όσο και για τις αρχές της νεοελληνικής […] Τώρα διαιρεί τη βυζαντινή ποίηση σε τρεις, διαφορετικές, κατηγορίες: (α) αρχαϊκή (β) θρησκευτική (γ) δημοτική».

Θεωρούμε χρήσιμο, με βάση το άρθρο του Δ. Σ. Μπαλάνου (στον αφιερωματικό τόμο της Νέας Εστίας του 1943) «Αι θρησκευτικαί αντιλήψεις του Κωστή Παλαμά» (σελ. 198 – 207) να υπενθυμίσουμε ότι ο ποιητής διακρίνει τη θρησκεία από την εκκλησία: «Η πρώτη κοινωνική πολιτική δύναμη∙ η δεύτερη ορμή ψυχοφυσιολογική […] Η εκκλησία εξουσία∙ η θρησκεία ποίηση. Μα μη ξεχνάς πως χωρίς τη βοήθεια και τον αγώνα της εκκλησίας καμιά θρησκεία δεν θα είχε ιστορική πραγματικότητα» (Κ. Παλαμάς, Πεζοί δρόμοι, Α΄ , 1929, σελ. 129).

Στο βιβλίο του Θ. Ξύδη, που αναφέραμε στην προηγούμενη ενότητα για τη σχέση του Παλαμά με τους αρχαίους, διαβάζουμε: «Ο συνθετικός πόθος σε όλη την ποιητική πορεία του Κωστή Παλαμά ήταν να περιλάβει και να συνοψίσει ολόκληρη την πνευματική παράδοση του έθνους. Γι’ αυτό διαρκώς συγκεντρώνει στο έργο του λογής νύξεις και κάποτε συμπλέκει αντιφάσεις και αντινομίες, που είναι φυσικό να υπάρχουν στ μακρότατη διαδρομή της παραδόσεως αυτής. όπως εστράφηκε προς την Αρχαία Ελλάδα και αντίκρισε τους παντοειδείς δημιουργούς της, όμοια πορεύθηκε και στα χρόνια του Βυζαντίου, όπου κυριαρχεί ο Χριστιανισμός».

 

Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ επηρεάστηκε από την Αγία Γραφή. Από την Παλαιά Διαθήκη, πρώτα πρώτα, όχι θρησκευτικά όσο φιλολογικά. Από τους Ψαλμούς δανείστηκε την αίνεση, την ευχαριστία, το λυρισμό των αναβαθμών: ανοίγεται η καρδιά μου και σκορπάει / θυμίαμα την προσευχή – Από τη Γένεση: Είναι το Γενηθήτω φως της νίκης το προμήνυμα. Από το Άσμα Ασμάτων: Θυγατέρες Σιών, μοίρες ισάγγελες. Από τον Ησαΐα: Για να προσμένουμε άγρυπνοι / στην νύχτα, να προβάλει / του όρθρου το γέλιο πάλι / που προμηνάει το φως.

Από την Καινή Διαθήκη, από όλα τα βιβλία, τα Ευαγγέλια: Ανοίγονται κι οι εφτά ουρανοί με μια Δόξα εν υψίστοις – Και θα ψέλνει ο ποιητής: /Δόξα, ειρήνη κι ευδοκία!

«Το όραμα της Παναγίας αντικατοπτρίζεται στον Παλαμά ιδίως καθώς συνενώνει τον θρησκευτικό ευαγγελισμό του Βυζαντίου με την προσήλωση στην ελληνική ιθαγένεια».

Ο Ακάθιστος Ύμνος μεταπλάθεται στην παλαμική ποίηση, στη Φλογέρα του Βασιλιά και αλλού: Ω Στρατηλάτισσα Κυρά, σ’ εσέ τα νικητήρια – Σκέπη του κόσμου πιο πλατιά απ’ τον κόσμο, στο σκοτάδι / πύρινε στύλε οδηγητή, και της ψυχής λιμάνι, / και ποταμέ που μας κυλάς το μέλι και το γάλα.

Επίσης ο Παλαμάς μεταπλάθει ποιητικά στοιχεία από τους Παρακλητικούς κανόνες και άλλα λειτουργικά κείμενα. Ιδιαίτερα ασχολήθηκε με το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής, που μετέφρασε ελεύθερα: Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά, / πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου, / Μα, ω Κύριε, πώς η θεότη σου μιλά / μες στην καρδιά μου! Στη μετάφραση του Παλαμά βλέπουμε τη σύνδεση της βυζαντινής με τη νεοελληνική ποίηση.

Ο Κωστής Παλαμάς επίσης αξιοποίησε και χρησιμοποίησε πολλά στοιχεία από τη θεία λειτουργία. Ο Θ. Ξύδης παρατηρεί ότι ο ποιητής διατηρεί πολλές λέξεις αρχαίες στις μεταφράσεις και μεταπλάσεις του και συμπληρώνει: «Άλλωστε τα εκκλησιαστικά βιβλία επλούτισαν κατά ένα τρόπο το λεκτικό του λαού μας και κατά τη βυζαντινή περίοδο και κατά τους μεταγενέστερους χρόνους».

 

ΑΛΛΑ ΚΑΙ στο πεζογραφικό του έργο ο Παλαμάς αφιέρωσε πολλά άρθρα σε θεολογικά και θρησκευτικά θέματα. Μίλησε για το Χριστό, την Παναγία, τον Ακάθιστο Ύμνο, τα Ευαγγέλια, τους Τρεις Ιεράρχες, αγίους, την Εκκλησιαστική Υμνολογία, τη Βυζαντινή Μουσική, τον Ρωμανό τον Μελωδό.

Από τη «Φλογέρα του Βασιλιά» μερικοί στίχοι για την Κωνσταντινούπολη:

 

ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ

Ο Ρήγας της Ανατολής, της Πόλης κληρονόμος,
ξεκάμπισε και τέντωσε στου Γαλατά το κάστρο,
κι η τέντα του άσπρη, πλουμιστή με κόκκινα αΐτοπούλια.
Στενά τριγύρω και νησιά, σκάλες, χωριά και χώρες
τον ξέρουν, τόνε μελετάν και τόνε καρτεράνε· [10]
κι η Ευρώπη μ΄όλα τ΄άρματα κι η Ασία μ΄ όλα τα κάστρα,
με τ΄ όνομά του πέτονται, με τ΄όνομά του τρέμουν,
όσο να ’ρθει η τρανή στιγμή να το βροντοτινάξουν
αστροπελέκι, τ’όνομα και Ανατολής και Δύσης:
Παλαιολόγος, εδώ, εκεί, παντού Παλαιολόγος.

 

Κλείνουμε με ένα απόσπασμα για την Άλωση της Πόλης, από τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου», Λόγος Η:

Ο δικέφαλος αητός σου νά! μακριά / μακριά πέταξε με τ’ άξια και με τ’ άγια / και θα ισκιώσουν τα τετράπλατα φτερά / λαούς άλλους, κορφές άλλες, άλλα πλάγια. / Προς τη Δύση και προς το Βοριά / την κορώνα φέρνει, και κρατά / –και τα νύχια του είν’ αρπάγια– / και τη δόξα και τη δύναμη κρατά˙ / και το γέλιο, και το ψέμα το Βασίλειο / που γεννήθηκε από σένα μες στον ήλιο, / κοίτα, Θεέ! θα σέρνεται μπροστά / σα μπαλσαμωμένη κουκουβάγια.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!