Μεγάλες οι κυβερνητικές ευθύνες για την αντιμετώπιση της ρύπανσης

 

Ανεξέλεγκτες διαστάσεις διαστάσεις τείνει να πάρει τα ναυτικό «ατύχημα» που σημειώθηκε στη Σαλαμίνα την περασμένη Κυριακή. Ήδη η ρύπανση εξαπλώνεται με απρόβλεπτη ταχύτητα σε ολόκληρο το Σαρωνικό απειλώντας με καταστροφή ολόκληρο το παραλιακό μέτωπο της Αττικής.

Σοβαρά ερωτηματικά υπάρχουν για τις συνθήκες του ναυαγίου και πιο ειδικά τις ευθύνες της πλοιοκτήτριας εταιρείας.

Έγινε γνωστό ότι το πλοίο, παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις διέθετε όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά, είχε ηλικία μεγαλύτερη από 45 χρόνια, υπήρχαν πρόχειρες επιδιορθώσεις ρηγμάτων στο μηχανοστάσιο ενώ ήταν παροπλισμένα και αγκυροβολημένο στα ανοικτά της Σαλαμίνας τα τελευταία 8 χρόνια. Ακόμα, παρά το γεγονός ότι ήταν φορτωμένο με 3.000 τόνους καύσιμων, διέθετε μόλις 2 μέλη πληρώματος από τους 11 που προβλέπει η νομοθεσία.

Σοβαρότατες είναι οι ευθύνες της κυβέρνησης και των αρμόδιων φορέων όσο άφορα το χρόνο ανταπόκρισης τους και στη διαχείριση του προβλήματος. Ο υπουργός Ναυτιλίας Π. Κουρουπλής, που απουσίαζε στο εξωτερικό, έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα τη στιγμή που η πετρελαιοκηλίδα είχε φθάσει στη Γλυφάδα και τη Βούλα. Αδιαφορώντας πλήρως για την έλλειψη κάθε μηχανισμού προστασίας από παρόμοια περιστατικά διασκέδασε τις εντυπώσεις μιλώντας για «παραίτηση», γεγονός που έσπευσε να απορρίψει το Μαξίμου. Την ίδια στιγμή ο υπουργός Τσιρώνης, ακραιφνής «οικολόγος» δήλωνε ότι φταίει η κοινωνία (!) και το διεθνές πετρελαϊκό λόμπι.

Η τεράστιας έκτασης ρύπανση του Σαρωνικού αντιμετωπίζεται με ένα τυπικό της κεντροαριστερής διαχείρισης τρόπο. Κλείσιμο του ματιού στα επιχειρηματικά συμφέροντα, έλλειψη κάθε ελέγχου της κερδοσκοπίας και άφθονα κροκοδείλια δάκρυα περιβαλλοντικής ευαισθησίας με την βεβαιότητα ότι όλα σύντομα θα ξεχαστούν.

 

 

 Αγία Ζώνη ΙΙ: Ένα πλοίο ταξιδέβον

 του Γιάννη Σχίζα

 

«Ένα πλοίο ταξιδέβον – με υπέροχων καιρών – εφνιδίως εξοκείλει – ανοιχτά των Αζορόν – κι ένας νέος με μια νέα – οραιώτατα παιδιά- φτάνουν κολυμβών γενέως – εις πλησίων αμμουδιά – ζόντες βίον πρωτογόνου – και ο νέος με την κόρη – κοίταζαν και κάπου – κάπου εάν έρχετε βαπόρι»

 

Οι στίχοι του Μέντη Μποσταντζόγλου στο γνωστό τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη –με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση– σαρκάζουν τον γλωσσικό καθωσπρεπισμό εκείνης της εποχής, σαρκάζουν μια βύθιση πλοίου λογικώς παράλογη, ακόμη σαρκάζουν την «αρπαχτή» έστω και σε προβληματικές συνθήκες…

Εξήντα χρόνια μετά η Μποσταντζόγλια διακωμώδηση επαναλαμβάνεται ως τραγωδία: Το πλοίο ήταν «ταξιδέβον» από το 1972, είχε δηλαδή κλείσει κανονική 45ετία (!) παρά το γεγονός ότι όφειλε να πάψει να είναι «ταξιδέβον» από το 2003… Το πλοίο βίωνε τις πλέον υπέροχες συνθήκες, δηλαδή ήταν ελλιμενισμένο και μάλιστα στις ιδιαίτερες συνθήκες ηρεμίας που πλειοψηφούν το καλοκαίρι στις ελληνικές θάλασσες…

Οι εξηγήσεις που δόθηκαν μέχρι στιγμής γι αυτό το «τυχαίο ατύχημα» προκαλούν αρκετά ερωτηματικά. Το primum movens (πρώτο κινούν) της όλης περιβαλλοντο-φονικής διαδικασίας ήταν η κλίση που πήρε το πλοίο, με αποτέλεσμα να πάρει νερά στο μηχανοστάσιο και να βυθιστεί. Αλλά η κλίση θα μπορούσε να θεωρηθεί «ακατανόητη» έως «ύποπτη» μέσα στις συγκεκριμένες «λιμναίες» συνθήκες του χώρου ελλιμενισμού, εκτός εάν υιοθετούντο οι θεωρίες της βασκανίας. Ο πλοιοκτήτης και το υπουργείο έσπευσαν να δηλώσουν την ύπαρξη όλων των πιστοποιητικών αξιοπλοΐας, χωρίς όμως να πείσουν για τις πραγματικές δυνατότητες ενός σκάφους, που επί 8 χρόνια έμεινε παροπλισμένο.

 

Ο ρυπαντής, ο μικρός ο μέγας

Η κλίση που πήρε το πλοίο και όσα επακολούθησαν, διοχέτευσαν στον θαλάσσιο χώρο μια ποσότητα αργού πετρελαίου περίπου 2.500 τόνων, που ήταν ταυτόχρονα μικρή αλλά και μεγάλη. Μικρή όσον αφορά τα μεγάλα μεγέθη των διαρροών πετρελαίου σε διάφορα διεθνή περιστατικά – όπως ήταν στην περίπτωση του Amoco Haven στη Μεσόγειο το 1991 (διαρροή 1.600.000 τόνοι) ή του Irenes Serenade στην Νότια Πελοπόννησο το 1980 (730.000 τόνοι διαρροής). Πρόκειται για περιστατικά που επέβαλαν στις μεγάλες επιχειρήσεις μεταφοράς πετρελαίου να δημιουργήσουν ένα διεθνές κέντρο ελέγχου, για την αποτροπή συγκρούσεων τάνκερ – όπως αυτού που έγινε το 1979 στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο, με αποτέλεσμα την απώλεια-διαρροή 2.100.000 τόνων αργού. Όμως το συμβάν της «Αγίας Ζώνης ΙΙ» ήταν μεγάλο από μια άλλη σκοπιά, δεδομένου ότι διαδραματίσθηκε σε θαλάσσια περιοχή σχετικώς κλειστή και με μικρό βαθμό ανανέωσης των υδάτων μέσω θαλασσίων ρευμάτων. Ο Σαρωνικός στην ολότητά του είναι σχετικά μικρός, και μάλιστα όχι μόνο σε έκταση αλλά και σε βάθος, σε σύγκριση με τα 800 μέτρα βάθους του Κορινθιακού. Ο εσωτερικός του κόλπος (Φάληρο – Πειραιάς – Ανατολική Σαλαμίνα – Βόρεια Αίγινα) έχει μέγιστο βάθος 97 μέτρα, ενώ στον δυτικό κόλπο της Αίγινας και της Σαλαμίνας το μέγιστο βάθος είναι 172 μέτρα. Σε αυτό το σκηνικό οι ρυπαντικές επιπτώσεις του συγκεκριμένου ατυχήματος θα είναι σοβαρότερες και διαρκέστερες. Και ενώ η πλοηγησιμότητα του πλοίου, η υποχρέωση απόσυρσής του λόγω της περιορισμένης ασφάλειας του κύτους κ.λπ. μπαίνουν στον δημόσιο έλεγχο, το βέβαιο είναι ότι το πλοίο τη στιγμή του «ναυαγίου» είχε μόλις 2 άτομα σε υπηρεσία, από το συνολικό 11μελές πλήρωμα.

Σε ανακοίνωσή της η Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΝΕΝ) ανέφερε ότι «τις ημέρες της βύθισης του πλοίου και έως τις 12/9/17 ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας παρέμεινε ακλόνητος στο ταξίδι του στο Λονδίνο και στις συναντήσεις του με τους εκεί εκπροσώπους του εφοπλιστικού κεφαλαίου για να συζητάει μαζί τους την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών τους και περιχαρής δήλωνε από εκεί σε ραδιοφωνικούς σταθμούς ότι “το ΥΕΝ έδρασε άμεσα και αποτελεσματικά” και ότι “έχει ελεγχθεί κατά 90 έως 95% η πετρελαιοκηλίδα” ενώ μόλις σήμερα (13/9) ανακοινώθηκε ότι θα γίνει σύσκεψη με υπηρεσιακούς παράγοντες και άλλους φορείς, δηλαδή 4 μέρες μετά το τραγικό συμβάν […]» Η ίδια οργάνωση ζήτησε «να γίνει εξονυχιστικός έλεγχος από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες κυρίως για την κατάσταση στο πλοίο, τις συνθήκες και τα αίτια της βύθισής του καθώς και τους λόγους που ξέφυγε από κάθε έλεγχο η πετρελαιοκηλίδα.»

Είκοσι τρία χρόνια μετά την λειτουργία και την συνεισφορά του έργου της Ψυττάλειας στην απορρύπανση του Σαρωνικού, ο εφιάλτης επανέρχεται δριμύτερος και υπό νέα μορφή – απειλώντας όχι μόνο την κολύμβηση στις παράκτιες περιοχές αλλά και την έλξη του ευρύτερου χώρου στους τουρίστες. Η ανάκαμψη της θαλάσσιας και παράκτιας φύσης θα πάρει χρόνο – με ιδιαίτερο μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η διάλυση των κηλίδων γίνεται με τη χρήση απορρυπαντικών που έχουν δεχθεί κριτικές από διάφορους που ισχυρίζονται, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι η τέτοια αντιμετώπιση συνιστά ένα είδος (χημειο) θεραπείας της θαλάσσιας φύσης, χειρότερης από την ασθένεια…

 

 

 

Γιώργος Γαβρίλης, αντιπεριφερειάρχης Πειραιά

«Οι συνέπειες δεν προσδιορίζονται με ευκολία και δεν αίρονται σε λίγες βδομάδες ή μήνες»

 

«Το ατύχημα επιβεβαιώνει δραματικά ότι στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά έχουν συγκεντρωθεί χρήσεις και δραστηριότητες σε αριθμό, έκταση εγκαταστάσεων και κατηγορία επικινδυνότητας που συνιστούν μια διαρκή πηγή περιβαλλοντικών κινδύνων. Κι αυτό επιβάλλει σε όλους μας να σκεφτούμε πως πρέπει να επανασχεδιάσουμε για το λεκανοπέδιο συνολικά. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται ο καθορισμός «λιμένων καταφυγής» όπου πλοία με επικίνδυνα φορτία να παραμένουν με ασφάλεια, χωρίς να απειλείται με οικολογική καταστροφή ο Σαρωνικός». Την παραπάνω επισήμανση έκανε ο αντιπεριφερειάρχης Πειραιά και Νήσων, Γιώργος Γαβρίλης, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε μεταξύ εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ολόκληρου του παράκτιου μετώπου της Αττικής και του υπουργείου Ναυτιλίας την Πέμπτη 14/9, αναδεικνύοντας τα βαθύτερα αίτια του καταστροφικού ατυχήματος στο Σαρωνικό.

Αναφερόμενος στην έκταση των προβλημάτων από τη διαρροή πετρελαίου στη θάλασσα σημείωσε ότι « Πρόκειται για ένα σοβαρό, μείζονος σημασίας ναυτικό ατύχημα» που οι επιπτώσεις τους δεν μπορούν να περιγραφούν εύκολα με επίθετα. «Ήδη καταγράφονται σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε όλο το παράκτιο μέτωπο της Αττικής και προφανώς στο ευαίσθητο και περίπλοκο οικοσύστημα του Σαρωνικού» δήλωσε για να συμπληρώσει: «Δεν είναι μόνο θέμα της ποσότητας ή του είδους του καυσίμου που έπεσε στη θάλασσα. Η ίδια ποσότητα επιφέρει διαφορετικές συνέπειες στο περιβάλλον ενός ωκεανού και στο περιβάλλον του παράκτιου μετώπου, του Σαρωνικού. Το κόστος δεν προσδιορίζεται μόνο από τις εργασίες καθαρισμού της θάλασσας, αλλά κυρίως από τις “παράπλευρες συνέπειες” που έχει σ’ όλο το παράκτιο μέτωπο: παραλίες για λουόμενους καθίστανται ακατάλληλες, καταστήματα που προσφέρουν φαγητό ή αναψυχή και βρίσκονται στο παραλιακό μέτωπο παύουν να είναι ένα θελκτικός προορισμός, δραστηριότητες όπως η αλιεία και το εμπόριο νωπών θαλασσινών κ.λπ. Η βιοποικιλότητα (θαλάσσιοι οργανισμοί, πουλιά, ζώα) δέχεται ένα ισχυρό πλήγμα και θα χρειαστεί χρόνια για να ανακάμψει. Το συμπέρασμα από αυτά που αναφέρθηκαν επιγραμματικά είναι ότι οι συνέπειες δεν προσδιορίζονται με ευκολία και δεν αίρονται σε λίγες βδομάδες ή μήνες. Οι συνέπειες δεν αίρονται αν διαχειριστούμε την εικόνα»

 

Ερωτηματικά για το ναυάγιο και τους αρμόδιους φορείς

Ιδιαίτερη σημασία είχαν οι επισημάνσεις του Γ. Γαβρίλη σχετικά με τον τρόπο και τον χρόνο ανταπόκρισης των αρμόδιων φορέων. «Διαπιστώνουμε ότι οι μηχανισμοί που έχουν την ευθύνη για τον έλεγχο, την πρόληψη, τη εποπτεία και τη διαχείριση τέτοιων περιστατικών εμφανίζουν προβλήματα τόσο ως προς το χρόνο απόκρισής τους, όσο και ως προς τη διαχείριση των κρίσεων. Θα συμφωνήσουμε ότι οι υπηρεσίες αυτές χρήζουν κατά προτεραιότητα και πέραν μνημονιακών ή άλλων δημοσιοοικονομικών περιορισμών άμεσης ενίσχυσης σε προσωπικό, πόρους και μέσα». Για να συνεχίσει ότι «το γεγονός ότι το ναυάγιο έγινε με το πλοίο αραγμένο, σε συνθήκες νηνεμίας προκαλεί σοβαρά ερωτηματικά. Χρειάζεται να δοθούν πειστικές απαντήσεις, να μην αφήσουμε καμιά σκιά στο ζήτημα των συνθηκών του ναυαγίου»

Ολοκληρώνοντας την παρέμβαση του ο αντιπεριφερειάρχης Πειραιά σημείωσε: «Ο κίνδυνος και το σύνηθες στις περιπτώσεις αυτές είναι μετά από μερικές μέρες το θέμα να ξεχνιέται. Είναι σημαντικό να μην επαναληφθεί αυτό. Εξίσου σημαντικό είναι να αποφύγουμε τον πειρασμό να διαχειριστούμε την κρίση και τις συνέπειές της με όρους κάμερας».

 

 

 

Μια «μικρή νίκη» στο Κερατσίνι

Αναγκάστηκε να αναστείλει τη σκανδαλώδη αδειοδότηση της Oil One το υπουργείο Περιβάλλοντος

 

Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου, είχαμε αναφερθεί στην απόφαση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του υπουργού Γ. Σταθάκη, να παραχωρηθεί άδεια επέκτασης των δραστηριοτήτων της εταιρίας Oil One συμφερόντων Μελισσανίδη, στις εγκαταστάσεις της στο Κερατσίνι. Οι κυβερνητικοί υπολόγιζαν μάλλον να κάνουν τη «δουλειά» εν μέσω θέρους, χωρίς πολύ δημοσιότητα και το θέμα να προσπεραστεί εύκολα. Δεν λογάριασαν, όμως, ότι μια τέτοια προκλητική απόφαση θα σήμανε μεγάλες αντιδράσεις, αφού μιλάμε για μια επικίνδυνη εγκατάσταση που σύμφωνα με νόμο θα έπρεπε στο μέλλον να απομακρυνθεί, αντί να επεκταθούν οι δραστηριότητές της μέσα σε μια πολλαπλώς επιβαρυμένη περιβαλλοντικά περιοχή.

Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του δημοτικού συμβουλίου του δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας, σε μια αίθουσα κατάμεστη από πολίτες, ο εκπρόσωπος του υπουργείου δεσμεύτηκε τελικά για απόσυρση της σκανδαλώδους ρύθμισης. Ο δήμαρχος της πόλης Χρήστος Βρεττάκος, κάνει με δήλωσή του λόγο για μια «μικρή νίκη», τονίζοντας ότι ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί «ώστε να υπάρξει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα για την απομάκρυνση της Oil One, του τσιμεντάδικου και των δεξαμενών της εταιρείας “Ελληνικά Καύσιμα”». Ο Δήμος καλεί την ερχόμενη Τετάρτη τους πολίτες σε κινητοποίηση, ώστε να κατατεθεί στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η «πρόταση πνοής για μια πόλη ανθρώπινη, πρασίνου και βιώσιμης ανάπτυξης».

Γ.Π.

 

Φώτο : Μάριος Λώλος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!