Οι σκοπιμότητες πίσω από τις καταγγελίες για νοθεία. Της Αριάδνης Αλαβάνου
Είναι αλήθεια ότι πρέπει να δείξει κανείς κατανόηση προς τους Δυτικούς ηγέτες, σχολιογράφους καθώς και τα γιγαντιαία Μέσα Επικοινωνίας που ελέγχουν, για το φθόνο που ασφαλώς νιώθουν με το 63,6% που πήρε ο Β. Πούτιν στις εκλογές. Τέτοια ποσοστά αποτελούν όνειρο θερινής νυκτός για τους περισσότερους απ’ αυτούς και θέτουν τη βάση για ευθεία σύγκριση με τις δύο άλλες σημαντικές προεδρικές εκλογές της χρονιάς: στη Γαλλία, μετά από ένα μήνα και στις ΗΠΑ, το Νοέμβριο. Η νοθεία, για την οποία μιλούν σύσσωμα τα δυτικά ΜΜΕ, δεν αλλάζει τα πράγματα, αν κανείς αναλογιστεί πώς, π.χ., αναδείχθηκε πρόεδρος ο Τζ. Μπους στη δεύτερη θητεία του, όπου στη Φλόριντα, κυβερνήτης της οποίας ήταν ο αδελφός του, αλλοιώθηκαν οι ψήφοι πολλών πολιτών και χρειάστηκαν επανειλημμένες καταμετρήσεις αμφίβολης αντικειμενικότητας ή τις εκατοντάδες προσφυγές που κατατίθενται στα εκλογοδικεία μετά από κοινοβουλευτικές εκλογές σε πολλές χώρες. Οι ίδιοι οι Αμερικανοί σχολιαστές μιλούν για το διεφθαρμένο εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ, για τους χρηματιζόμενους πολιτικούς, για τον ελεγχόμενο από τις επιχειρήσεις Τύπο και πλείστα όσα παρόμοια, για να μην αναφερθούμε στη συστηματική τρομοκρατία και την πολιτική χειραγώγηση των ψηφοφόρων, ιδίως των φτωχών στρωμάτων. Είναι ειρωνικό το γεγονός πως στις 7 Μαρτίου δημοσιεύτηκε άρθρο («Suppressing the vote», Counterpunch) του αιδεσιμότατου Τζέσε Τζάκσον που καταγγέλλει «τη συντονισμένη προσπάθεια σε ολόκληρη τη χώρα να καταστεί πιο δύσκολο για τους φτωχούς, τους ηλικιωμένους και τις μειονότητες να ψηφίσουν», υπολογίζοντας ότι η αφαίρεση του εκλογικού δικαιώματος, μέσω διαφόρων νομικών τεχνασμάτων για την ταυτότητα, αφορά 5 εκατ. άτομα (προς το παρόν) και επιχειρείται και από τα δύο κόμματα. Αν, λοιπόν, το κριτήριο είναι οι δυτικού τύπου δημοκρατίες, δεν πρέπει να απέχει και πολύ απ’ αυτές η κατάσταση στη Ρωσία· άντε να είναι κατά τι χειρότερη.
Μάλιστα, στις εκλογές της 4ης Μαρτίου, το Κρεμλίνο, έχοντας ήδη αντιμετωπίσει τις κατηγορίες για νοθεία στις εκλογές της Δούμας προ ολίγων μηνών, πήρε τα μέτρα του: εγκατέστησε σε όλα τα εκλογικά τμήματα κάμερες που προέβαλλαν απευθείας στο Διαδίκτυο όλη τη διαδικασία της ψηφοφορίας, κάτι που γίνεται παγκοσμίως για πρώτη φορά. Μέσω αυτών παρακολούθησαν τη διεξαγωγή της περίπου 2,5 εκατομμύρια Ρώσοι. Ταυτόχρονα, πολλοί διαπιστευμένοι διεθνείς παρατηρητές με δηλώσεις τους βεβαίωσαν ότι, παρ’ όλο που σημειώθηκαν παρατυπίες, πουθενά δεν διαπίστωσαν εκλογική απάτη. Και η εθνική τους προέλευση δεν δηλώνει πολλή αγάπη για τη Ρωσία: Πολωνός, Ιταλός, Βούλγαρος κ.ά. Πιθανώς, οι Ρώσοι ιθύνοντες πόνταραν πολύ στο να δείξουν ότι ο Πούτιν αναδείχθηκε από αδιάβλητες εκλογές και ίσως αυτό δεν είναι άσχετο με την αναμέτρηση που σήμερα διεξάγεται σε πολλά μέτωπα μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης.
Οι δυτικές επικρίσεις, σχετικά με τη νοθεία, επικεντρώνονται κυρίως στις ψήφους των απόντων που ανέρχονται στο 5% του συνόλου. Όμως, ακόμη κι αν πράγματι έγινε εκτεταμένη νοθεία σ’ αυτές, δεν αλλάζει το συντριπτικό ποσοστό της εκλογικής υποστήριξης προς τον Πούτιν. Φυσικά εδώ δεν κρίνεται η ηθικο-πολιτική πλευρά του ζητήματος, μια και ως προς αυτή οι επικρίνοντες Δυτικοί δεν διαφέρουν από τους Ρώσους.
Μερικά στοιχεία της εκλογικής αναμέτρησης ίσως έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους. Η συμμετοχή έφτασε στο 63,3%, ο Γκ. Ζουγκάνοφ από το Κ.Κ. Ρωσίας διατήρησε το υψηλό ποσοστό που είχε λάβει το 2007 (17,2 έναντι 17,8), τρίτος ήρθε ο «ανεξάρτητος» πολυεκατομμυριούχος (τρίτος πλουσιότερος στη Ρωσία) Μ. Προχόροφ, που απορρόφησε τις ψήφους των νεοφιλελεύθερων, τέταρτος ο Βλ. Ζιρινόφσκι του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος με 6,2% και πέμπτος ο Σ. Μιρόνοφ (3,9%) του κόμματος Δίκαιη Ρωσία.
Ο Πούτιν έλαβε το χαμηλότερο ποσοστό στην περιφέρεια της Μόσχας (48%), όπου έλαβε το υψηλότερό του ο Προχόροφ (20%).
Όμως, το μεγαλύτερο ατού του Πούτιν, που δύσκολα μπορούν να διαχειριστούν οι Δυτικοί έναντι της ρωσικής κοινής γνώμης αλλά και στις εσωτερικές τους σχέσεις, είναι το ότι τερμάτισε τα παρακμιακά χρόνια της προεδρίας Γιέλτσιν, ανέκτησε την κρατική κυριαρχία στην ενέργεια (με την οποία τροφοδοτεί πλουσιοπάροχα τη Γερμανία και σωρεύει πλεονάσματα) και εκεί που ήταν έτοιμη η Ρωσία να προσχωρήσει στην αμερικανική πυραυλική ασπίδα ανάσχεσης της Κίνας, προσχώρησε στη συγκρότηση των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), μια οικονομική αλλά εσχάτως και πολιτική συνεργασία που καλύπτει τις τέσσερις ηπείρους.
Κανονικά, οι Δυτικοί δεν θα έπρεπε να «μιλούν για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου», εγκαλώντας τον Πούτιν για αντιδημοκρατικές πρακτικές, ιδίως μετά το λεγόμενο Πατριωτικό Νόμο στις ΗΠΑ και το στραγγαλισμό της δημοκρατίας, στο πλαίσιο της Ε.Ε. Όμως, αυτή είναι η μέθοδός τους για να αντιμετωπίσουν την «ατζέντα» Πούτιν, όπως οι «ανθρωπιστικοί πόλεμοι» είναι η μέθοδος για την αρπαγή πόρων και για τη διεξαγωγή του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Η ατζέντα Πούτιν βάζει φραγμούς στην παγκοσμιοποίηση που σφραγίζεται από τη βορειο-ατλαντική πολιτική: με το «όχι» στον πόλεμο κατά του Ιράν ή στην επέμβαση στη Συρία, με την απονομιμοποίηση των «μέσων ήπιας ισχύος», δηλαδή των μέσων παρέμβασης στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις και τη διακήρυξη ότι πυλώνας της διεθνούς τάξης πραγμάτων είναι η κρατική κυριαρχία. Ταυτόχρονα, η Ρωσία προβάλλει απειλητική στο χώρο στον οποίο μετατοπίζεται η καπιταλιστική οικονομική μεγέθυνση κατά κύριο λόγο, στην Ασία, και όπου μπορεί να βρει διέξοδο ο δοκιμαζόμενος από την κρίση δυτικός καπιταλισμός. Κατακτά θέσεις για τη ρωσική πολιτική εκεί, δηλαδή, που πιθανώς θα αναπτυχθεί ο πιο οξύς ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός στο άμεσο μέλλον.
Μάλιστα, στις εκλογές της 4ης Μαρτίου, το Κρεμλίνο, έχοντας ήδη αντιμετωπίσει τις κατηγορίες για νοθεία στις εκλογές της Δούμας προ ολίγων μηνών, πήρε τα μέτρα του: εγκατέστησε σε όλα τα εκλογικά τμήματα κάμερες που προέβαλλαν απευθείας στο Διαδίκτυο όλη τη διαδικασία της ψηφοφορίας, κάτι που γίνεται παγκοσμίως για πρώτη φορά. Μέσω αυτών παρακολούθησαν τη διεξαγωγή της περίπου 2,5 εκατομμύρια Ρώσοι. Ταυτόχρονα, πολλοί διαπιστευμένοι διεθνείς παρατηρητές με δηλώσεις τους βεβαίωσαν ότι, παρ’ όλο που σημειώθηκαν παρατυπίες, πουθενά δεν διαπίστωσαν εκλογική απάτη. Και η εθνική τους προέλευση δεν δηλώνει πολλή αγάπη για τη Ρωσία: Πολωνός, Ιταλός, Βούλγαρος κ.ά. Πιθανώς, οι Ρώσοι ιθύνοντες πόνταραν πολύ στο να δείξουν ότι ο Πούτιν αναδείχθηκε από αδιάβλητες εκλογές και ίσως αυτό δεν είναι άσχετο με την αναμέτρηση που σήμερα διεξάγεται σε πολλά μέτωπα μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης.
Οι δυτικές επικρίσεις, σχετικά με τη νοθεία, επικεντρώνονται κυρίως στις ψήφους των απόντων που ανέρχονται στο 5% του συνόλου. Όμως, ακόμη κι αν πράγματι έγινε εκτεταμένη νοθεία σ’ αυτές, δεν αλλάζει το συντριπτικό ποσοστό της εκλογικής υποστήριξης προς τον Πούτιν. Φυσικά εδώ δεν κρίνεται η ηθικο-πολιτική πλευρά του ζητήματος, μια και ως προς αυτή οι επικρίνοντες Δυτικοί δεν διαφέρουν από τους Ρώσους.
Μερικά στοιχεία της εκλογικής αναμέτρησης ίσως έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους. Η συμμετοχή έφτασε στο 63,3%, ο Γκ. Ζουγκάνοφ από το Κ.Κ. Ρωσίας διατήρησε το υψηλό ποσοστό που είχε λάβει το 2007 (17,2 έναντι 17,8), τρίτος ήρθε ο «ανεξάρτητος» πολυεκατομμυριούχος (τρίτος πλουσιότερος στη Ρωσία) Μ. Προχόροφ, που απορρόφησε τις ψήφους των νεοφιλελεύθερων, τέταρτος ο Βλ. Ζιρινόφσκι του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος με 6,2% και πέμπτος ο Σ. Μιρόνοφ (3,9%) του κόμματος Δίκαιη Ρωσία.
Ο Πούτιν έλαβε το χαμηλότερο ποσοστό στην περιφέρεια της Μόσχας (48%), όπου έλαβε το υψηλότερό του ο Προχόροφ (20%).
Όμως, το μεγαλύτερο ατού του Πούτιν, που δύσκολα μπορούν να διαχειριστούν οι Δυτικοί έναντι της ρωσικής κοινής γνώμης αλλά και στις εσωτερικές τους σχέσεις, είναι το ότι τερμάτισε τα παρακμιακά χρόνια της προεδρίας Γιέλτσιν, ανέκτησε την κρατική κυριαρχία στην ενέργεια (με την οποία τροφοδοτεί πλουσιοπάροχα τη Γερμανία και σωρεύει πλεονάσματα) και εκεί που ήταν έτοιμη η Ρωσία να προσχωρήσει στην αμερικανική πυραυλική ασπίδα ανάσχεσης της Κίνας, προσχώρησε στη συγκρότηση των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), μια οικονομική αλλά εσχάτως και πολιτική συνεργασία που καλύπτει τις τέσσερις ηπείρους.
Κανονικά, οι Δυτικοί δεν θα έπρεπε να «μιλούν για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου», εγκαλώντας τον Πούτιν για αντιδημοκρατικές πρακτικές, ιδίως μετά το λεγόμενο Πατριωτικό Νόμο στις ΗΠΑ και το στραγγαλισμό της δημοκρατίας, στο πλαίσιο της Ε.Ε. Όμως, αυτή είναι η μέθοδός τους για να αντιμετωπίσουν την «ατζέντα» Πούτιν, όπως οι «ανθρωπιστικοί πόλεμοι» είναι η μέθοδος για την αρπαγή πόρων και για τη διεξαγωγή του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Η ατζέντα Πούτιν βάζει φραγμούς στην παγκοσμιοποίηση που σφραγίζεται από τη βορειο-ατλαντική πολιτική: με το «όχι» στον πόλεμο κατά του Ιράν ή στην επέμβαση στη Συρία, με την απονομιμοποίηση των «μέσων ήπιας ισχύος», δηλαδή των μέσων παρέμβασης στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις και τη διακήρυξη ότι πυλώνας της διεθνούς τάξης πραγμάτων είναι η κρατική κυριαρχία. Ταυτόχρονα, η Ρωσία προβάλλει απειλητική στο χώρο στον οποίο μετατοπίζεται η καπιταλιστική οικονομική μεγέθυνση κατά κύριο λόγο, στην Ασία, και όπου μπορεί να βρει διέξοδο ο δοκιμαζόμενος από την κρίση δυτικός καπιταλισμός. Κατακτά θέσεις για τη ρωσική πολιτική εκεί, δηλαδή, που πιθανώς θα αναπτυχθεί ο πιο οξύς ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός στο άμεσο μέλλον.
Σχόλια