Ό,τι γνωρίζαμε ως Εργατικό Δίκαιο, όχι μόνο τα τελευταία 20 χρόνια, αλλά από το 1920 που εισήχθη στη χώρα μας η έννοια των συλλογικών διαπραγματεύσεων, διαγράφεται με ένα πολυνομοσχέδιο που εισάγεται στη Βουλή τη Δευτέρα και πρόκειται να ψηφιστεί την Τρίτη. Η έννοια της προστασίας της εργασίας, από υποχρέωση του κράτους μετατίθεται στην «ωριμότητα των κοινωνικών εταίρων» και στη «μαχητικότητα» των εργαζομένων, σύμφωνα με τις δηλώσεις της υπουργού Εργασίας. Μισθοί, απολύσεις, εργασιακός χρόνος, συνθήκες εργασίας ανατίθενται στην «ελεύθερη» διαπραγμάτευση των εργοδοτών με τους εργαζόμενους, σε επίπεδο επιχείρησης. Κι επιπλέον, γίνονται ακόμα πιο επαχθείς οι όροι εισαγωγής στην εργασία με τη θέσπιση της ετήσιας δοκιμασίας, ενώ οι επισφαλώς εργαζόμενοι, όπως οι «ενοικιαζόμενοι», απλά βλέπουν το άθλιο αυτό καθεστώς να παρατείνεται.
Όλα όσα γνωρίζαμε, μέχρι σήμερα, ως βασικές συμβατικές υποχρεώσεις του εργοδότη και ως μίνιμουμ προστασίας από την εργατική νομοθεσία, τίθενται σε αμφισβήτηση με ένα πολύ απλό τρόπο: Δεν καταργούνται οι κλαδικές συμβάσεις, δεν καταργείται η επέκτασή τους, δεν καταργείται η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, δεν αίρεται το πλαφόν των απολύσεων. Εφευρέθηκε μια νέα μορφή σύμβασης, η επονομαζόμενη «Ειδική Επιχειρησιακή», για την οποία, πολύ απλά, δεν ισχύει κανένας από τους παραπάνω περιορισμούς.
«Ελεύθερη» βούληση
Ο εργαζόμενος το 2011 θα καλείται πλέον να «συνομολογήσει» ελεύθερα σε περικοπή του μισθού του, ακόμη και μέχρι το κατώτερο όριο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης (739 ευρώ μεικτά).
Θα καλείται, επίσης, να συνυπογράψει απολύσεις άνευ ορίου, μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία, διαθεσιμότητες κ.λπ.
Αν δεν συμφωνήσει ή αν αρνηθεί να υπογράψει, ο εργοδότης του έχει πλέον το δικαίωμα να προσφεύγει μονομερώς στη μεσολάβηση ή τη διαιτησία, κι αν δεν ικανοποιηθεί από την απόφαση του διαιτητή, να προσφεύγει στα δικαστήρια.
Και φυσικά ό,τι «συνομολογηθεί» με αυτό τον… ελεύθερο τρόπο διαπραγμάτευσης, μπορεί να ανανεώνεται και για τα επόμενα έτη.
Κι ακόμα:
Ο νεοπροσλαμβανόμενος για ένα χρόνο θα εργάζεται δοκιμαστικά, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης, ενώ και μετά τον πρώτο χρόνο, μπορεί να απολύεται χωρίς αποζημίωση, αρκεί να προειδοποιείται πριν ένα μήνα.
Αν, βέβαια, είναι και νέος μέχρι 24 χρόνων θα εργάζεται με το μεικτό μισθό των 590 ευρώ (84% της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης).
Ο ελαστικά εργαζόμενος (με 4ωρο κ.λπ.) θα είναι υποχρεωμένος να παρατείνει το χρόνο εργασίας του όταν του ζητείται και πέραν του συμφωνημένου, χωρίς να αμείβεται με προσαύξηση για τις επιπλέον ώρες.
Όσο για τον εργαζόμενο με καθεστώς ενοικίασης θα μπορεί να απασχολείται μέχρι τρία χρόνια στον έμμεσο εργοδότη του, χωρίς να έχει δικαίωμα να προσληφθεί ως αορίστου χρόνου σε αυτόν.
Αν όλα αυτά δεν βοηθήσουν την… ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης, οι εργαζόμενοι μπορεί να απολυθούν ελεύθερα (και με μειωμένη κατά 50% αποζημίωση).
Η περιγραφή αυτή δεν είναι ένα κακό όνειρο, αλλά οι Ειδικές Επιχειρησιακές Συμβάσεις που θεσπίζονται με το νομοσχέδιο-σκούπα που ενέκρινε το Υπουργικό Συμβούλιο, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης. Οι συμβάσεις αυτές που εισάγονται ως «καινοτομία» στο θεσμικό πλαίσιο, μπορούν να συνάπτονται ανεξαρτήτως ειδικών συνθηκών, σε αντίθεση με ό,τι διέρρεε μέχρι σήμερα από το υπουργείο Εργασίας, ότι η συζήτηση με την τρόικα και τους εργοδότες αφορά επιχειρήσεις που έχουν οικονομικές δυσχέρειες. Επίσης, πάλι σε αντίθεση με όσα γράφονταν, η υπογραφή μιας Ειδικής Επιχειρησιακής ΣΣΕ δεν τίθεται σε εξάρτηση με τη διατήρηση ή όχι των θέσεων εργασίας.
Αλλαγές εφ’ όλης της ύλης
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, οι Ειδικές Επιχειρησιακές Συμβάσεις Εργασίας:
Συμφωνούνται σε επίπεδο επιχείρησης, έχουν τη δυνατότητα απόκλισης από τις κλαδικές συμβάσεις και είναι ετήσιες, με απεριόριστη δυνατότητα ανανέωσης. Μοναδικός περιορισμός τα κατώτερα επίπεδα αμοιβών της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης (739 ευρώ σήμερα).
Μπορούν να ρυθμίζουν τον αριθμό των θέσεων εργασίας, ζητήματα όπως η μερική απασχόληση, η εκ περιτροπής εργασία και οι διαθεσιμότητες.
Υπάρχει δυνατότητα να καταρτίζονται και σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 εργαζόμενους, όπου δεν υπάρχει σωματείο. Σε αυτή την περίπτωση, τη σύμβαση υπογράφει το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή η ομοσπονδία.
Για τη σκοπιμότητα της κατάρτισή τους υποβάλλεται κοινή αιτιολογημένη έκθεση στο Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας, το οποίο όμως έχει μόνο γνωμοδοτικό χαρακτήρα.
Παράλληλα, με το ίδιο νομοσχέδιο:
Θεσμοθετείται δοκιμαστική περίοδος εργασίας μέχρι 12 μήνες, στη διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος μπορεί να απολυθεί χωρίς αποζημίωση.
Ακόμα και το δεύτερο χρόνο εργασίας του ο εργαζόμενος μπορεί με προειδοποίηση ενός μηνός να απολύεται χωρίς αποζημίωση.
Η επιχείρηση μπορεί να θέτει σε διαθεσιμότητα τον εργαζόμενο μέχρι και 9 μήνες (αντί των 6 που ίσχυε μέχρι σήμερα).
Η ενοικίαση εργαζόμενου σε έμμεσο εργοδότη μπορεί να φθάνει μέχρι 36 μήνες (αντί για 18 που ισχύει).
Στους μερικώς απασχολούμενους καταργείται η προσαύξηση (10%) του ωρομισθίου για τις επιπλέον ώρες από αυτές που έχουν συμφωνηθεί, ενώ καθίσταται υποχρεωτική η παροχή της πρόσθετης εργασίας.
Αλλάζει και ο ρόλος του ΟΜΕΔ
Εκεί που το νομοσχέδιο επιφέρει πλήρη ανατροπή του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας, είναι στη διαδικασία μεσολάβησης και διαιτησίας. Τροποποιώντας 4 άρθρα του ιδρυτικού νόμου (1876/1990) αλλάζουν ο χαρακτήρας, οι αρμοδιότητες και η δομή του ΟΜΕΔ. Βασικό κριτήριο για τις αποφάσεις των μεσολαβητών και των διαιτητών είναι η «εξέταση της οικονομικής κατάστασης και της εξέλιξης της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικής δραστηριότητας», δηλαδή τα οικονομικά στοιχεία που θα προσκομίζει η επιχείρηση. Άρα, από θεσμός προστασίας του πιο αδύνατου μέρους μιας διαπραγμάτευσης των εργαζομένων, ο Οργανισμός περιορίζεται σε αναλυτή και υπηρέτη της οικονομικής κατάστασης μιας επιχείρησης.
Μάλιστα, ο εργοδότης είναι πλέον ενισχυμένος αφού θα μπορούν και οι δυο πλευρές να προσφεύγουν στη μεσολάβηση, αλλά και στο επόμενο στάδιο της διαιτησίας, ενώ εισάγεται και η δικαστική αμφισβήτηση των αποφάσεων των διαιτητών και μάλιστα με διαδικασίες-εξπρές.