Του Μιχάλη Λυμπεράτου*.
Οι δημοτικές εκλογές του Απριλίου του 1951 αναδείχθηκαν σε ορόσημο για την ανασύνταξη της μετεμφυλιακής Αριστεράς.

Κυρίως γιατί έδωσαν τη δυνατότητα να εφαρμοστεί μια ενδοαριστερή πολιτική συμμαχιών που είχε δρομολογηθεί από τα τέλη του εμφυλίου και αφορούσε στην αναπαραγωγή και την αναπροσαρμογή των όρων σύγκλισης του πολιτικού παραδείγματος του ΕΑΜ της Κατοχής. Πράγματι, έναντι του μετεμφυλιακού κράτους μόνο αυτή η προϋπόθεση θα μπορούσε να υπερκεράσει τους περιορισμούς που όριζαν οι νέες συνθήκες και να προσδιορίσει τις πιθανότητες επιβίωσης της επιχειρούμενης ανασύνταξης.
Αντίθετα, η απόπειρα που έγινε με αφορμή τις πρώτες μετεμφυλιακές βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου του 1950 δεν κατόρθωσε παρά να παραγάγει μια «στενή» Αριστερά, όπως αυτή μορφοποιήθηκε με τη «Δημοκρατική Παράταξη» (Δ.Π.), η οποία επιχείρησε να αποκλείσει τις συγκλίσεις με τους κομμουνιστές από το εσωτερικό της. Όμως, οι πολύ πιο χαλαροί στόχοι των δημοτικών εκλογών επέτρεψαν να αναιρεθούν αυτοί οι πολιτικοί αποκλεισμοί, δεδομένου ότι η κρίση της Δ.Π. ανέδειξε την απαίτηση ευρύτερων συγκλίσεων.
Με το σχηματισμό του «Δημοκρατικού Συναγερμού» (Δ.Σ.) που κατήλθε στις δημοτικές εκλογές, όπου ο Ν. Μπελογιάννης έπαιξε καθοριστικό ρόλο, η Αριστερά μετέθεσε τον άξονα της εκλογικής αντιπαράθεσης στην απαίτηση να αποκατασταθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες και να επανέλθει η κομμουνιστική αριστερά στην πολιτική σκηνή και μάλιστα διεκδικώντας μια εκτεταμένη ανασύνθεση των πολιτικών της συμμαχιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι η δυνατότητα που διάνοιγε αυτή η σύγκλιση προκάλεσε μια συνολική αναδίπλωση του αστικού πολιτικού κόσμου υπό ένα κλίμα πανικού το οποίο συμμερίζονταν ακόμα και οι Αμερικανοί. Παρά τα προβλήματα και τις υπαναχωρήσεις επιλέχθηκε στην Αθήνα ως υποψήφιος ο γιατρός Γ. Σπηλιόπουλος, οπαδός των συγκλίσεων χωρίς περιορισμούς, και η εν γένει παρουσία του Δ.Σ., στις εκλογές πέτυχε να καταδείξει ότι δεν μπορούσε να αγνοηθεί η συμπαγής εκλογική βάση του ΚΚΕ στα αστικά κέντρα. Σε όλους τους μεγάλους δήμους ο Δ.Σ. συγκέντρωσε αισθητά πάνω από το 20% των ψήφων (στη Νίκαια και το Κερατσίνι εξελέγησαν δήμαρχοι υποστηριζόμενοι από αυτόν). Και αυτό παρότι στην Αθήνα αναθεωρήθηκαν ξαφνικά οι εκλογικοί κατάλογοι για να αποκλειστούν από την ψηφοφορία χιλιάδες αριστεροί.  
Τελικά, μπορεί στο εκλογικό αποτέλεσμα να μην αποτύπωσε ευθέως τη δυναμική της Αριστεράς, λόγω κυρίως αστικών αντισυσπειρώσεων, όπως στην περίπτωση του εντελώς ανυπόληπτου μεταξικού υποψηφίου και μετέπειτα δημάρχου Κ. Κοτζιά, ο οποίος συγκέντρωσε στην Αθήνα όλες τις ψήφους του αστικού κόσμου, όμως ανέδειξε εύγλωττα την κυριαρχία της Αριστεράς έναντι του Κέντρου, ιδίως στην περιφέρεια πρωτευούσης αλλά και στη Θεσσαλονίκη. Επιπλέον, στους 4 από τους 5 μεγάλους δήμους της χώρας (Πάτρα, Λάρισα, Βόλο και Καβάλα), υποχρέωσε τους κεντροαριστερούς υποψηφίους (ΕΠΕΚ) να προκρίνουν ως κύριο διεκδικητικό τους στόχο την παροχή εκτεταμένης ειρήνευσης και βάσει αυτού να εξασφαλίσουν την απόλυτη πλειοψηφία.
Δεδομένου ότι το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών, μεταξύ άλλων, κατάφερε μια καταφανέστατη ήττα της λογικής της «στενής» Αριστεράς, δρομολογήθηκαν στο επόμενο διάστημα σειρά διαδικασιών αποκρυστάλλωσης και μονιμοποίησης μιας ευρύτερης αριστερής σύγκλισης. Ανάμεσα στα άλλα ήταν η έκδοση νέας εφημερίδας, η δημιουργία νέας κοινοβουλευτικής ομάδας της Αριστεράς σε αντικατάσταση της καταρρέουσας «Δημοκρατικής Παράταξης» αλλά και η διενέργεια αλλεπάλληλων συσκέψεων ώστε να μορφοποιηθεί το νέο κόμμα της Αριστεράς, η ΕΔΑ.

Οι δημοτικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 21 και 28 Νοεμβρίου 1954 επιτάχυναν την δρομολογημένη προαγωγή της Αριστεράς σε κύριο συντελεστή των πολιτικών εξελίξεων. Η κρίση του Κέντρου μετά την ήττα στις εκλογές του 1952 επιβοήθησε τη διάλυση όλων των κεντροαριστερών σεναρίων και διευκόλυνε τη μετακίνηση δυνάμεων προς τα Αριστερά, είτε σε πρώτη φάση με τη δημιουργία του «Δημοκρατικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού» (ΔΚΕΛ) που στέγασε τους σοσιαλιστές της εποχής (Γ. Καρτάλη, Α. Σβώλο, Στ. Αλλαμανή), είτε με την μετέπειτα στροφή τους προς τη συνεργασία με την ΕΔΑ, που επιστεγάστηκε με τη μυστική συμφωνία Καρτάλη-Ζαχαριάδη (Φεβρουάριος 1954).
Σε συνδυασμό με έντονες ενδοαστικές αντιθέσεις και κυβερνητικούς διαγκωνισμούς (Α. Παπάγος-Σπ. Μαρκεζίνης), η όξυνση των αγώνων για το Κυπριακό, αλλά κυρίως η παρέμβαση της ίδιας της Αριστεράς μέσω μιας εκτεταμένης συνεργασίας των δυνάμεων της, δημιούργησαν όρους για να δρομολογηθεί η ηγεμονία της ΕΔΑ στο εσωτερικό του αντισυναγερμικού μετώπου. Αυτήν, ακριβώς, την εξέλιξη διείδε ο Γ. Παπανδρέου, που αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκλογική συνεργασία του ΔΚΕΛ, τμήματος των Φιλελευθέρων με την ΕΔΑ, καταγγέλλοντας τη συγκρότηση ενός «νέου ΕΑΜ». Γιατί οι δημοτικές αυτές εκλογές προσέλαβαν ένα σαφές πολιτικό περιεχόμενο, αποκαλύπτοντας την κρίση του μέχρι τότε παντοδύναμου Συναγερμού και υποσκελίζοντας τις απόπειρες του Κέντρου να εκφράσει την κοινωνική δυσαρέσκεια και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ στα 1958.
Στην Αθήνα εκλέχτηκε ο ανεξάρτητος Φιλελεύθερος Π. Κατσώτας, και μάλιστα από τον πρώτο γύρο, δίνοντας στο σχηματισμό της Αριστεράς ένα ποσοστό της τάξης του 41%, καταβαραθρώνοντας τους τρεις συναγερμικούς υποψηφίους που περιορίστηκαν σε ποσοστά του 10% ο καθένας. Στον Πειραιά εκλέχτηκε, επίσης από τον πρώτο γύρο, ο Δ. Σαπουνάκης της ΕΔΑ και μάλιστα κατατροπώνοντας και τον υποψήφιο των Φιλελευθέρων. Στη Θεσσαλονίκη αναδείχθηκε δήμαρχος ο Μ. Πατρίκιος, στέλεχος της ΕΠΕΚ, με σαφείς αριστερές θέσεις. Αλλά και στους 5 από τους 8 δήμους με πληθυσμό μεγαλύτερο των 40.000 κατοίκων (Βόλο, Λάρισα, Καβάλα, Νίκαια, Κερατσίνι) εκλέχτηκαν στελέχη της Αριστεράς.
Η επιτυχία αυτή επιβοήθησε να εδραιωθεί ο δεσπόζων ρόλος της ΕΔΑ και στο μετέπειτα αντικαραμανλικό μέτωπο, σε πρώτη φάση με την «Εθνική Κίνηση Αλλαγής», τον Ιανουάριο του 1956, η οποία διέσπασε τον χώρο των Φιλελευθέρων και υποχρέωσε στη δημιουργία της «Δημοκρατικής Ένωσης», μια εκλογική συμπαράταξη του συνόλου του αντιδεξιού χώρου, που επέβαλε νέους όρους πολιτικής πόλωσης, προσδίδοντας στις αντιπαραθέσεις έναν έντονο αντιμοναρχικό χαρακτήρα. Σημειωτέον ότι η «Δημοκρατική Ένωση» πήρε περισσότερους ψήφους από την ΕΡΕ στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1956 (δεν σχημάτισε κυβέρνηση λόγω εκλογικού νόμου), κατέστησε όμως την ΕΔΑ συντελεστή των πολιτικών εξελίξεων, όπως διαπίστωναν έντρομοι και οι Αμερικανοί.

Η κατάκτηση της ηγετικής θέσης της ΕΔΑ στο αντιμοναρχικό στρατόπεδο συνέτεινε και στη μεγαλειώδη εμφάνιση της Αριστεράς στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 1958, όπου αυτή κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση. Μάλιστα, ενιαίο πια κόμμα, εξελισσόταν ραγδαία σε σχηματισμό που ταυτιζόταν πλέον με το ΚΚΕ, ιδίως όταν αποφασίστηκε η διάλυση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ ενώ συνέχισε να απορροφά όλες τις σοσιαλίζουσες δυνάμεις της εποχής (διάλυση του ΔΚΕΛ στα 1958). Η νέα πόλωση που προκλήθηκε, η ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων που επέφερε η κυριαρχία της ΕΔΑ στον χώρο της Αριστεράς και η κρίση του Κέντρου στην ουσία αποτυπώθηκαν και στις δημοτικές εκλογές του Απριλίου του 1959. Ήταν τέτοια η δυναμική που είχε αποκτήσει η ΕΔΑ, ώστε οι Αμερικανοί αποφάσισαν να επέμβουν άμεσα, αφού εκτιμούσαν ότι πλέον κινδύνευε το αστικό πολιτικό μέλλον της χώρας με απαρχή το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών. Έτσι, πέραν της κινητοποίησης των ίδιων των Αμερικανών (πρεσβεία, CAS, USIS κ.λπ.) ενεργοποιήθηκαν δεκάδες κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί τύπου ΕΚΟΦ, συγκροτήθηκαν επιτροπές αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, άρχισαν να συλλαμβάνονται και να εκτοπίζονται δεκάδες στελέχη της ΕΔΑ και σημειώθηκαν εμπρησμοί, εκρήξεις ακόμα και δολοφονίες στελεχών της.
Όμως, η ΕΔΑ αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά ικανή να μετατοπίσει τον πολιτικό άξονα των δημοτικών εκλογών, προσδίδοντας σε αυτές το χαρακτήρα αναμέτρησης ανάμεσα στις δυνάμεις της δημοκρατίας εναντίον της εθνικοφροσύνης και της αμερικανοκρατίας. Βεβαίως, τα τρομοκρατικά μέτρα εις βάρος της, που κορυφώθηκαν κατά την προεκλογική περίοδο με τη μορφή κύματος συλλήψεων των οπαδών της και απαγόρευση των συγκεντρώσεών της, είχαν τα αποτελέσματά τους, ανάμεσα στα οποία ήταν και ότι τμήμα του σοσιαλδημοκρατικού χώρου αποσπάστηκε από τους συνδυασμούς της, «ανακαλύπτοντας» προσχηματικά τον αυτοδιοικητικό χαρακτήρα των εκλογών, που υποτίθεται παραβίαζε με τη λογική της η ΕΔΑ. Παράλληλα, το κλίμα αυτό πέτυχε να εξασφαλιστούν ανοικτές συμμαχίες και συνεργασίες μεταξύ της Δεξιάς και τμήματος του Κέντρου.
Ειδικά στην επαρχία όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει η ΕΔΑ όλους τους μικρούς και μεσαίους δήμους αλλά και τους 5 επαρχιακούς δήμους στους οποίους είχε πλειοψηφήσει στα 1954 και μάλιστα προς όφελος Φιλελεύθερων πολιτευτών. Εντούτοις, κατόρθωσε να διατηρήσει από τους τρεις μεγάλους περιφερειακούς δήμους της πρωτεύουσας τους δύο (Νίκαια και Κερατσίνι). Κυρίως, όμως, πέτυχε να εκλέξει δημάρχους υποψηφίους που υποστήριξε, αν και του ευρύτερου χώρου των Φιλελευθέρων, στους τρεις μεγάλους δήμους της χώρας. Στην Αθήνα ο Αγ. Τσουκαλάς, στη Θεσσαλονίκη ο Ι. Παπαηλιάκης και στον Πειραιά ο Π. Ντεντιδάκης.
Οι εκλογές αυτές, αν και η συνολική δύναμη της ΕΔΑ μειώθηκε, έδειξαν την αστάθεια του πολιτικού συστήματος που αναγκάστηκε να επιστρατεύσει την ωμή βία για να επιβιώσει, όσο και το γεγονός ότι ο μετριοπαθής αστικός κόσμος, υπό το φόβο της Αριστεράς, αναδιπλώθηκε και σταμάτησε να αξιοποιεί ευκαιριακές και μη συμμαχίες της ΕΔΑ. Επιπλέον, ότι συσπειρώθηκαν τα συντηρητικά πολιτικά στοιχεία και δημιουργήθηκαν όροι ενοποίησης στη βάση της Δεξιάς. Δημιουργήθηκαν, δηλαδή, οι προϋποθέσεις να συμπαραταχθεί ο χώρος του Κέντρου για να αποτελέσει το αντίβαρο στην ανάπτυξη της Αριστεράς, η «Ένωση Κέντρου», να συνδεθεί η ΕΡΕ με την ανασύνταξη του αντικομμουνιστικού κράτους (που δημιούργησε, μεταξύ άλλων, και τους όρους για να επιβληθεί αργότερα στο στράτευμα η ομάδα του Γ. Παπαδόπουλου) και να διεξαχθούν οι επόμενες βουλευτικές εκλογές του 1961 με τη γνωστή βία και τη νοθεία, (που μόνο παρεμπιπτόντως αφορούσε το Κέντρο, έχοντας ως  κύριο και αποκλειστικό στόχο την εκλογική συρρίκνωση της Αριστεράς).

* Ο Μιχάλης Λυμπεράτος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!