«…Από τη ρουφήχτρα της ηττοπάθειας ώς τον πάτο ενός πηγαδιού, ένας πεζογράφος σαν εμένα ξεθαρρεύει προτείνοντας δράσεις ατομικές, που αποφέρουν λύσεις…». Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

Ήταν μια παράξενη βραδιά. Από την παρουσίαση του βιβλίου της Νάντιας Βαλαβάνη Ψωμί και τριαντάφυλλα, έχοντας στο νου μου θραύσματα από τις εξαιρετικές εισηγήσεις και ειδικότερα από τα λόγια της Έλενας Πατρικίου, που με έσπρωχναν σε νέους δρόμους προβληματισμού πάνω στην τέχνη, κατηφόριζα προς το Μοναστηράκι. Βρέθηκα, ξαφνικά, σε ένα μπαρ όπου γινόταν η παρουσίαση ενός άλλου βιβλίου, Ζωή με λες του Γιάννη Φιλιππίδη. Μια τολμηρή πρόταση με κείμενα πεζογραφικά, μακριά από μόδες και συρμούς σε μια έκδοση από αυτές που απολαμβάνουμε όσοι αγαπάμε το βιβλίο. Και η ίδια η παρουσίαση με ηθοποιούς που εναλλάσσονταν στο διάβασμα κειμένων, με τραγούδια που ακούγαμε ζωντανά, με εικόνες από το βιβλίο να προβάλλονται, ένιωθα πως έπαιζα μέσα σε ένα θεατρικό έργο με αυτοσχεδιασμό…
Αργότερα, μέσα στο μετρό άρχισα να διαβάζω. Σταθμό, το σταθμό μού γεννιόντουσαν ερωτήματα. Κανείς δεν ήταν καταλληλότερος να μου απαντήσει από τον ίδιο το συγγραφέα!
Πώς θα χαρακτήριζες το καινούργιο σου βιβλίο; Είναι κάτι που ξεφεύγει πολύ από την«πεπατημένη»…
Αποτελεί ένα ενδιαφέρον εκδοτικό σκάνδαλο, λόγω του θεωρητικά απλησίαστου κόστους παραγωγής του. Είναι κάτι λιγότερο από 200 σελίδες, σκληρόδετο, σ’ ακριβό χαρτί πεζογραφίας, που κερδίζει την εκτίμηση των βιβλιοπωλείων μέσα από μεγάλες παραγγελίες και διατίθεται σε τιμή που μάλλον εντυπωσιάζει ευχάριστα. Αλλά έτσι ονειρευτήκαμε τυπωμένα τα χειρόγραφά μας στον «Άνεμο», την ολοδική μας εκδοτική συνθήκη. Γιατί σε μας, κάθε σχέδιο αποτελεί όνειρο. Και μόνο έτσι μας εμπνέει τον αγώνα του ταξιδιού του προς τους αναγνώστες.
Το ουσιαστικό κομμάτι του βιβλίου, η ύλη του δηλαδή, έχει να κάνει με μικρές ανθρώπινες ιστορίες που ξετυλίγονται, είτε ως διηγήματα, είτε μέσα από στιχομυθίες και κείμενα σε δεύτερο ενικό. Αυτά είναι τα σημαντικότερα για μένα, αφού επιχειρούν ν’ απεικονίσουν την πραγματική ζωή γύρω μας με θάρρος και καλή πίστη, οραματίζονται λύσεις εφικτές, επαναπροσδιορίζουν την άποψή μας στο λήμμα «μέλλον».
Γιατί σήμερα χρειάζεται να «γυρίσουμε πίσω στις λέξεις», όπως γράφεις ήδη στο πρώτο κείμενο του βιβλίου;
Είναι αναγκαίο να επιστρέψουμε για λίγο στον εαυτό μας. Η ζωή μας αλλάζει με τρόπο που δεν είχαμε προβλέψει, επιβάλλεται να πάρουμε μια δυνατή αναπνοή, να κοιτάξουμε λίγο εντός, να επαναπροσδιορίσουμε έννοιες και στόχους. Κι αυτό είναι καλό να γίνει ήπια κι ανθρώπινα, στο δικό μας αντικείμενο τα βιβλία, αυτό επιτυγχάνεται μ’ αυτά τα λίγο πιο τολμηρά παιχνίδια πεζογραφίας. Έτσι ονομάσαμε, στο σύνολο τους, τα κείμενα αυτού του βιβλίου, που στοχεύει να λειάνει λιγάκι ανήσυχες σκέψεις εσωτερικές κι επιμένει να θεωρεί την ανθρώπινη ύπαρξη σαν την πιο σημαντική, ξεπλένοντας λεκέδες από παραπανίσιες ή εικονικές ειδήσεις που, εντέλει, ίσως και να μας αφορούν λιγότερο απ’ όσο πιστεύουμε.
Οι λέξεις είναι τα κλειδιά των αναγκών και των συναισθημάτων μας, επεμβαίνουν και ψιθυρίζουν αλήθειες, άλλες φορές πάλι απλά θεραπεύουν. Γιατί η ανάγνωση ενός βιβλίου -φαντάσου τι συμβαίνει όταν παντρεύεται με μια σιωπηλή εσκεμμένη εικόνα- μας αξίζει να ‘ναι διαδικασία καθημερινή και οριστική, αφού αποτελεί ψυχαγωγία που παρέχει μοναχικότητα αναγκαία αλλά και χρόνο. Γιατί, διαβάζοντας καλή πεζογραφία, νιώθουμε σαν ν’ ακούμε ξανά καλύτερα, τον εαυτό μας.
Οι φωτογραφίες της Ρενέ Ρεβάχ στάθηκαν και πηγή έμπνευσης για κάποια κείμενα; Πώς νιώθεις, γενικά, γι’ αυτό το «πάντρεμα» κειμένου και φωτογραφίας; Δεν ερμηνεύει κατά κάποιον τρόπο το ένα το άλλο;
Τα τελευταία χρόνια το αυξημένο ενδιαφέρον μου να μπερδευτώ με τον φανταστικό κόσμο των εικαστικών, μου επέτρεψε να ονειρευτώ σχέδια βιβλίων πεζού λόγου παντρεμένα με εικόνα. Εκτιμούσα τη Ρενέ γιατί διέκρινα απ’ την αρχή της φιλίας μας ανήσυχο πνεύμα, ζεστασιά κι αληθινό κέφι στο βλέμμα. Προσπαθήσαμε στις πρώτες συναντήσεις μας να συνδέσουμε μια σειρά από κείμενα, βουτώντας μέσα σε αμέτρητα αρχεία φωτογραφικών άλμπουμ της. Τότε ένιωσα έναν απρόσμενο μαγνητισμό με εικόνες που δεν «έδεναν» με το σύνολο των κειμένων. Έτσι, μια σειρά από μικρές φράσεις ή αδιαμόρφωτες παράγραφοι έγιναν η αφορμή να υπάρξουν καινούργια απρόβλεπτα κείμενα, ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στο σύνολο τους. Το υλικό της Ρενέ διαμόρφωσε μέσα από το δικό της πρίσμα το ίδιο το ύφος του βιβλίου. Δεν έχω σταθεί να σκεφτώ την αλληλεπίδραση εικόνας και πεζού λόγου στην οπτική του αναγνώστη, για μένα που συνέβη να ερωτευτώ την αίσθηση, του ν’ απολαμβάνουν οι ιστορίες μου τη συλλειτουργία του φόντου μιας μαγικής εικόνας, με αποτέλεσμα από ενδιαφέρον μέχρι και εκρηκτικό.
«Να μην ξεχνάς να προτιμάς τη δράση απ’ την απόγνωση», γράφεις στην προμετωπίδα του βιβλίου. Είναι αυτό ένα δικό σου μήνυμα που σχετίζεται με τους καιρούς που ζούμε;
Είναι η απόλυτη προτροπή μου προς τον αναγνώστη του Ζωή με λες. Όλο και συχνότερα ανταμώνουμε δικούς μας ανθρώπους σε κατατονία, κατάθλιψη που ‘χει να κάνει άμεσα με την αλλαγή των συνθηκών ζωής, που συντρίβουν κάθε υγιές θυμικό. Από τη ρουφήχτρα της ηττοπάθειας ώς τον πάτο ενός πηγαδιού, ένας πεζογράφος σαν εμένα ξεθαρρεύει προτείνοντας δράσεις ατομικές που αποφέρουν λύσεις. Η κοινωνική κατάσταση δεν θ’ αλλάξει, αλλά ο καθένας ως μονάδα, φρονώ πως μπορεί να λειτουργήσει ευέλικτα κι εναλλακτικά, ξεφεύγοντας από το τέλμα της αδράνειας.
«Αλλάζουμε, λες; Σιγά μην αλλάζουμε. Ρίχνουμε μοναχά ένα χέρι μίνιο στις απειλές από σκουριά παραπανίσια…». Δεν είναι πολύ απαισιόδοξο; Έχουμε ελπίδα τελικά αν δεν αλλάξουμε;
Το πέρασμα στην επόμενη εποχή μετατοπίζει σταθερές κι αναιρεί πολλά απ’ όσα πιστεύαμε. Είναι μονόδρομος η προσπάθεια μας να εκμεταλλευόμαστε κάθε περιθώριο βελτίωσης μέσα μας. Αυτό, τακτικά, έρχεται με την ωρίμανση κι αυτή δεν είναι μονάχα η ηλικιακή, αφού συχνά προκύπτει γρηγορότερα μετά από περιπέτειες ή πολυεπίπεδες κρίσεις, η οποίες αλλάζουν την οπτική μας απέναντι σε γεγονότα. Αν αυτό δεν συμβεί τη στιγμή που μας είναι αναγκαίο, φοβάμαι πως θα ξεμείνουμε αβοήθητοι με μόνο όπλο μας την αδιάλλακτη πλευρά μας, που επιμένει να μην προοδεύει, να μην ονειρεύεται δημιουργικά, απολαμβάνοντας τις παρενέργειες ελαττωμάτων ή λαθών που λογικά θα ‘πρεπε να χρεώνονται στην προηγούμενη εποχή.
«Ζωή με λες…». Εσύ τι λες ζωή; Τι μπορούμε να κάνουμε σήμερα για να μη την ευτελίσουμε;
Στο άκουσμα της λέξης «ζωή», συνειρμικά δενόμαστε ο καθένας με μια διαφορετική εικόνα, συνθήκη, σκέψη ή πρόσωπο. Είναι μια από τις δέκα σημαντικότερες λέξεις/έννοιες. Δεν φθείρεται στο χρόνο, αφού αναφέρεται στο παν της ύπαρξης μας. Περιφερόμαστε καθημερινά μ’ ένα ρόπαλο, διεκδικώντας τροφή κι εξουσία, χάριν επιβίωσης ή ασυγκράτητης ματαιοδοξίας. Έχοντας απολέσει, σε γενικές γραμμές, την ψυχραιμία μας, ζούμε κυριολεκτικά μονάχα όταν προλαβαίνουμε. Χάνουμε ή προσπερνάμε τις μικρές στιγμές τρέχουσας ευτυχίας. Δικαιούμαστε ν’ ανακτήσουμε τη σταθερή μας αναπνοή εστιάζοντας στα σημαντικότερα γεγονότα της προσωπικής μας επικαιρότητας. Χρειάζεται να επικεντρωθούμε στα σημαντικά, να κερδίσουμε την ομορφιά που καταλήξαμε να προσπερνάμε, γιατί η ζωή ξετυλίγεται πάντα ενδιαφέρουσα και συναρπαστική όσο ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα ή μια συναρπαστική ταινία στον κινηματογράφο. Αξίζει ν’ αφεθούμε στο ταξίδι της.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!