Μετά τη γοητευτική ταινία ενηλικίωσης Λευκός Θεός (2014), ο 43χρονος Ούγγρος σκηνοθέτης Κορνέλ Μουντρούτσο επανέρχεται με την αλληγορική ταινία καταδίωξης Το Φεγγάρι του Δία, με θεματική κοινωνικής ευαισθησίας και εξαιρετική παρακμιακή βροχερή ατμόσφαιρα κιτρινωπών φωτισμών, ανάμεσα σε αισθητική επιστημονικής φαντασίας και φιλμ νουάρ. Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, ο συμβολικός τίτλος αναφέρεται, σε ένα από τα φεγγάρια του πλανήτη Δία, την Ευρώπη, για να σχολιάσει στη συγκυρία της ευρωπαϊκής κρίσης τη διαφθορά και τον κυνισμό μιας κοινωνίας που μεταχειρίζεται παντοιοτρόπως ναυαγισμένες ψυχές ως αντικείμενα εκμετάλλευσης.

***

Κατά την άγρια καταδίωξη προσφύγων που προσπαθούν να περάσουν το ποτάμι στα ουγγρικά σύνορα, ένας αστυνομικός πυροβολεί εν ψυχρώ έναν νεαρό Σύριο, τον Άριαν, που όχι μόνο δεν σκοτώνεται, αλλά αρχίζει να ανυψώνεται στον αέρα, σαν από θαύμα. Θανάσιμα τραυματισμένος, μεταφέρεται στον προσφυγικό καταυλισμό, όπου ο καιροσκόπος Στερν, γιατρός που έχει χάσει τη θέση του, λόγω σοβαρού ιατρικού σφάλματος υπό την επήρεια αλκοόλ, συνειδητοποιεί κατάπληκτος τη μεταφυσική ικανότητα του νεαρού. Στην προσπάθειά του να συγκεντρώσει χρήματα για την αποκατάσταση της θέσης του, ο Στερν παίρνει μαζί του τον Άριαν σ’ ένα περίεργο οδοιπορικό στις παρακμιακές γειτονιές της πόλης, επιδεικνύοντάς τον ως πνευματικό θεραπευτή με οικονομικό αντίτιμο. Όταν όμως βρεθεί στο κατόπι τους ένας δαιμόνιος ντετέκτιβ, αρχίζει μια ανελέητη καταδίωξη που κρατάει την αδρεναλίνη στα ύψη. Παράλληλα, στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό, ένας Ισλαμιστής που σκοπεύει να βάλει βόμβα στο μετρό της Βουδαπέστης κυκλοφορεί με τα κλεμμένα χαρτιά του Άριαν.

Η αρχιτεκτονική αίσθηση με τα παλιά αρ νουβό κτίρια της Βουδαπέστης και τα εξαιρετικά σκηνικά εσωτερικών χώρων φέρνουν στο νου τόσο τους 12 Πίθηκους (Τέρι Γκίλιαμ / 1995), όσο και Τα παιδιά των ανθρώπων (Αλφόνσο Κουαρόν / 2006), με συνεχόμενες λήψεις διαρκείας και την εφιαλτική αποτύπωση καταστολής ενός αστυνομοκρατούμενου καθεστώτος, με τα ελικόπτερα να παρακολουθούν στενά τους πολίτες, όταν οι ραδιοφωνικές ειδήσεις, που ακούει ο Στερν ενώ οδηγάει, αναφέρονται σε ρεκόρ προσφύγων που πέρασαν τα σύνορα. Η βίαιη καταδίωξη προσφύγων καθώς και ο ασφυκτικά γεμάτος προσφυγικός καταυλισμός με τα διαχωριστικά συρματοπλέγματα, ανακαλούν εικόνες εξαθλιωμένων αιχμαλώτων στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η απόδοση της ανύψωσης του νεαρού Άριαν αποπνέει βιβλικό δέος καθώς συνοδεύεται από έναν διαρκώς εντεινόμενο βόμβο ενώ η γη σείεται. Εξαιρετική η σκηνή με τον Άριαν να ίπταται πάνω από μια οκτάγωνη πισίνα, σε χώρο που θυμίζει παλιό χαμάμ με γεμάτους υγρασία τοίχους, ενώ η μουσική του Αυστραλού κινηματογραφικού συνθέτη Τζεντ Κούρτζελ χαρακτηρίζεται από πρωτότυπα ρυθμικά κρουστά και μυστηριακά έγχορδα σε στυλ θρίλερ.

***

Στο Λευκός Θεός, ο Μουντρούτσο συνδύαζε στη νεανική ταινία περιπλάνησης στοιχεία σπλάτερ, ενώ στο Φεγγάρι του Δία, εντάσσει μια ταρκοφσκική θρησκευτική αλληγορία σε μια ιστορία καταδίωξης με μεταφυσικά στοιχεία και περιτύλιγμα νουάρ ατμόσφαιρας, θίγοντας ταυτόχρονα ισλαμοφοβία και προσφυγικό.

Η σκηνοθετική επιδεξιότητα του Μουντρούτσο αναδεικνύεται κυρίως στις εντυπωσιακές σκηνές περιστροφικής κίνησης του ήρωα, που ίπταται καταργώντας μαγικά τη βαρύτητα, με την κάμερα σε κυκλική τροχιά να δείχνει σε πλάνα από ψηλά τις περίπλοκες περιστροφές γύρω από άξονα και προς κάθε κατεύθυνση, αντίστοιχα με την πλανητική κίνηση που αναστοχάζεται και ο επίσης Ούγγρος Μπέλα Ταρ, στις Αρμονίες του Βερκμάιστερ (2000).

Κόντρα στη θυματοποιημένη εικόνα του πρόσφυγα, που καλλιεργείται συστηματικά από τα Μέσα Ενημέρωσης, ο Μουντρούτσο επιλέγει την ενσάρκωση ενός Μεσσία με μεταφυσικές ιδιότητες από έναν πρόσφυγα, σε μια αλληγορία αναζήτησης πίστης και ελπίδας, στα χνάρια του Παλαιστίνιου Ελία Σουλεϊμάν, στη Θεϊκή Παρέμβαση (2003), όπου μια Θεά με παλαιστινιακή μαντίλα ίπταται και τα βάζει με τους ισραηλινούς, εμψυχώνοντας την αντίσταση του παλαιστινιακού αγώνα.

Η αγγελική υπόσταση του Άριαν κυοφορεί μήνυμα ανά(σ)τασης, σε αντιδιαστολή με τη γενικευμένη αίσθηση πτώσης, που σηματοδοτεί ηρωικό θάνατο. Η πτώση σε γκρεμό, τόσο στο Θέλμα και Λουίζ (1991 / Ρίντλεϊ Σκοτ), όπου δηλώνεται και μια μέχρι τέλους ανένδοτη στάση, όσο και στο δικό μας χορό του Ζαλλόγου, εκφράζει το δίπολο «ελευθερία ή θάνατος», ενώ η χειρονομία του Σύριου που πηδάει στο κενό και ίπταται προς την ελευθερία αποτελεί στοιχείο ελπίδας. Στην καθηλωτική αίσθηση αιχμαλωσίας των εγκλωβισμένων στις ευρωπαϊκές χώρες προσφύγων, αντιπαραβάλλεται η από αέρος διαφυγή του Άριαν, όπως στη σκηνή που το σκάει από το παράθυρο στο διαμέρισμα του Στερν, και ενώ κατεβαίνει πετώντας, παρακολουθούμε τη σκιά του στον τοίχο να κοντοστέκεται σε έναν-έναν όροφο –εφέ ασανσέρ– παρατηρώντας τους ανθρώπους στις καθημερινές τους ασχολίες, μέχρι να αγγίξει το έδαφος, ανακτώντας τους νόμους της βαρύτητας.

Εκτός από την ανύψωση, ταρκοφσκική αναφορά διαφαίνεται και στον τρόπο που ο Μουντρούτσο εντάσσει το εξωτερικό αστικό τοπίο στον προσωπικό χώρο του γιατρού Στερν, μέσα σε ένα μονοπλάνο, όπου από τον ουρανό με τα ελικόπτερα, η κάμερα μεταφέρεται σε μια βεράντα και από εκεί, ανάμεσα σε γάτες που ορέγονται ένα νεκρό πουλάκι στο διαφανές στέγαστρο, η κάμερα μπαίνει από το ανοιχτό παράθυρο στο διαμέρισμα του Στερν.

***

Σε πολλά ντοκιμαντέρ, η επίκαιρη θεματική προσφύγων που θαλασσοπνίγονται στη Μεσόγειο εξαντλείται συνήθως σε ένα ανθρωπιστικό πρίσμα καταγραφής δεινών, χωρίς να θίγονται ούτε τα πραγματικά αίτια του φαινομένου ούτε η αλήθεια για τις δομές υποδοχής, που αποτελούν επικερδή βιομηχανία, ενώ αποσιωπάται η προδιαγεγραμμένη προλεταριακή μοίρα των ανθρώπων αυτών. Στο μυθοπλαστικό σινεμά αντιμετωπίζεται πληρέστερα το περίπλοκο αυτό φαινόμενο, τόσο υπό ρεαλιστικό κοινωνικό πρίσμα, με το σινεμά εργαλείο πολιτικής σκέψης, όπως στη βέλγικη ταινία Παράνομη (2010 / Ολιβιέ Μασέ), όσο και μέσα από την επιστημονική φαντασία, καταγγέλλοντας σκοταδιστικά σενάρια μαζικής καταπάτησης πολιτικών δικαιωμάτων σε στοχευμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως στη νοτιοαφρικανική ταινία District 9 (2009 / Νιλ Μπλόκαμπ).

Στην τελική σεκάνς στο Φεγγάρι του Δία, ο Άριαν συνεχίζει να ίπταται στο κέντρο του κάδρου, με τους ανθρώπους να κοιτάνε το θαύμα με δέος, ενώ η κάμερα αιχμαλωτίζει στο μπλουζάκι ενός, τη λέξη «revolution». Εξαιρείται ένα μικρό αγόρι που μετρά αντίστροφα, με σκεπασμένα μάτια, παίζοντας κρυφτό, που με το «φτου ξελευτερία» τα ανοίγει, σε ένα ελπιδοφόρο κλείσιμο της ταινίας, που ανακαλεί ακόμα και την παιχνιδιάρικη τρυφερότητα του Φρανσουά Τρυφώ στα 400 χτυπήματα (1959), με τον νεαρό πρωταγωνιστή-παραβάτη που ελεύθερος πλέον, τρέχει προς τη θάλασσα, κοιτώντας κατάματα το φακό.

*Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com

INFO
Η ταινία Το Φεγγάρι του Δία παίζεται αποκλειστικά στις αίθουσες ΑΣΤΥ και ΠΤΙ ΠΑΛΑΙ. Κριτική της ταινίας Λευκός Θεός υπάρχει στο φύλλο 241 (13/12/2014)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!