Ήρθαμε στη Wall Street πρόσφυγες από τη μητρική μας ονειροχώρα, αναζητώντας άσυλο στη χώρα του πραγματικού. Αυτή είναι που θέλουμε να καταλάβουμε. Αναζητούμε να ξαναανακαλύψουμε και να επαναδιεκδικήσουμε τον κόσμο.
Γεννηθήκαμε σε έναν κόσμο φαντασμάτων και ψευδαισθήσεων που στοιχειώνουν το μυαλό μας μια ολόκληρη ζωή. Αυτές οι σκιές μάς φαίνονται πιο ζωντανές απ’ ό,τι η πραγματικότητα, και ίσως κατά μία έννοια είναι πιο πραγματικές, υπερ-πραγματικές. Μεγαλώσαμε σε έναν κόσμο οθόνων, υπερβολής και σουρεαλιστικών εικόνων και δεν σκεφτόμαστε τίποτα για τον εδώ και καιρό νεκρό ηθοποιό που εμφανίζεται σε κάποιον τοίχο του σπιτιού μας και μας παροτρύνει να αγοράζουμε ή να ζούμε με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Κάποιες γενιές πριν ίσως μας καίγανε όλους -μπορεί ορθά- σαν μάγισσες. Στο κάτω-κάτω, ποιος γνωρίζει από πού προέρχονται αυτές οι εικόνες;
Δεν έχουμε ξεκάθαρη ιδέα για το πώς θα πρέπει να είναι η ζωή. Το μυαλό προσαρμόζεται το ίδιο εύκολα τόσο στις κοινοτοπίες όσο και στους παραλογισμούς, έτσι ώστε ένα παιδί που μεγάλωσε μέσα σε ένα φαντασματικό παιχνιδόσπιτο να υποθέτει ότι είναι φυσιολογικό, ειδικά αν δεν μπορεί να βρει την πόρτα. Αισθανόμαστε ότι κάτι πάει στραβά μόνο μέσω αταίριαστων ενδείξεων. Οι διακοπές του ηλεκτρικού λόγω μιας ασυνήθιστα βίαιης καταιγίδας όταν, συγχυσμένοι κοιτάμε πέρα από τις μαύρες οθόνες ένα αληθινό άτομο μαθαίνουμε κάτι για τη χειροτέρευση του κλίματος. Διακρίνουμε μία αόριστη πνευματική ναυτία, δύσκολο να συζητήσεις σε έναν κόσμο όπου οι σοβαροί, σκληρά εργαζόμενοι άνθρωποι έχουν λίγο χρόνο για να πιστέψουν στην ύπαρξη της ψυχής. Τα φαντάσματα που μας πλησιάζουν δεν μας προσφέρουν το λεξιλόγιο να περιγράψουμε την κενότητα που βοηθάνε να δημιουργηθεί μέσα μας.
Ήρθαμε στη Wall Street σαν πρόσφυγες από αυτήν τη μητρική ονειροχώρα, αναζητώντας άσυλο στη χώρα του πραγματικού. Αναζητούμε να ξανα-ανακαλύψουμε και να επανα-διεκδικήσουμε τον κόσμο. Πολλοί πιστεύουν ότι ήρθαμε στη Wall Street για να διαπραγματευτούμε με τους θαμώνες της για κάποια δουλειά, για να πετύχουμε μια συμφωνία. Αλλά δεν έχουμε έρθει για να διαπραγματευτούμε. Έχουμε έρθει να αντιμετωπίσουμε το σκότος στην πηγή του, εδώ, όπου το Μεγάλο Μήλο (1) ρουφάει από το δέντρο του έθνους περισσότερο χυμό από όσο χρειάζεται ή δικαιούται, σα να προέρχεται από κάποιον πρόγονο της Εδέμ. Σκουλήκια στο μέγεθος φιδιών το κατατρώνε από μέσα, καταβροχθίζουν ένα πρησμένο δέντρο. Εδώ ο κόσμος καταβροχθίζεται και αποσυντίθεται σε κομματάκια τόσο μικρά και ρευστά όσο τα ηλεκτρόνια που οι χρηματιστές χρησιμοποιούν για να γονατίσουν έθνη και νοικοκυριά.
Στη Wall Street βλέπουμε ότι η αγοραπωλησία έχει γίνει η βασική μονάδα της ανθρώπινης εμπειρίας ότι ο κεντρικός σκοπός της ζωής είναι να μετατρέψει όλη την ύπαρξή μας σε ανταλλάξιμο νόμισμα. Η σημασία των φαντασμάτων των παιδικών μας χρόνων γίνεται πιο καθαρή. Τα αντιλαμβανόμαστε σαν ψυχές αποσπασμένες από τους προηγούμενους εαυτούς τους και νοήματα υποβαθμισμένα σε αγγελιοφόρους. Στάλθηκαν σε μας από ανθρώπους με σκοπό να προσδέσουν τη ζωή σε μια πεμπτουσία αποθησαυρισμού που μας παρακινεί μονάχα να καταναλώνουμε και να «συνεισφέρουμε το κατά δύναμη» στη διαρκή χρηματοποίηση της ζωής.
Η τηλεόραση, ένας από τους βασικούς ενόχους για την πνευματική μας κενότητα, έχει αποκαλύψει ότι κεντρική πράξη του καιρού μας είναι να συνδυάζεις τα διάφορα κομμάτια της ύπαρξης: οικογένειες, άτομα, έννοιες, ψυχές. Οι διαφημιστικές καμπάνιες έχουν γίνει η κύρια τέχνη της γενιάς μας. Η καλλιτεχνική φαντασία, που πριν ασχολούνταν με το να μεταφράζει τον παράδεισο και να αφουγκράζεται σιωπηλά το άυλο μέσα και τριγύρω μας, έχει ανταλλάξει αυτά τα ιδανικά της με σταθερή εργασία, παράγοντας φετιχιστικές διαφημίσεις αυτοκινήτων. Όλα μοιάζουν να είναι ένα και το αυτό: οι εικόνες συνωστίζονται μέσα μας τόσο φθηνές και άψυχες όσο και τα προϊόντα που αντιπροσωπεύουν, φτιαγμένα σε εργοστάσια που ανήκουν σε κούφιους ανθρώπους που προσπαθούν να γεμίσουν την κενότητά τους με αρχοντικά και θησαυρούς που έχουν αποστραγγίσει από εμάς. Και με αυτόν τον τρόπο κάνουν τον υπόλοιπο κόσμο τόσο μαύρο και νεκρό όσο είναι οι ίδιοι. Και όπως θα περίμενε κανείς, ενώ ο κόσμος είναι πλέον πολύ μολυσμένος για να ζήσει, η φαντασία μας έχει αποικισθεί από κοινοτοπίες, και οι ψυχές μας είναι ξεζουμισμένες και στεγνές, έχουμε γίνει απρόσβλητοι στους βρικόλακες. Η Wall Street μάς λέει, πάντα μας το έλεγε, ότι υπάρχει ένα σχέδιο και ότι είναι καθήκον μας να ακολουθούμε αυτό το σχέδιο. Ήρθαμε εδώ για να αμφισβητήσουμε και να αντιπαλέψουμε αυτό το σχέδιο. Όταν κρυφοκοιτάζουμε τα βασικά σημεία του πλάνου βλέπουμε ζωγραφισμένη εκεί μία φανταστική χώρα με φανταχτερά κάστρα, περιτριγυρισμένα από προστατευτικούς φράχτες με αγκαθωτό σύρμα, και έξω από αυτό το έδαφος μία τεράστια απογυμνωμένη έκταση με κακογραμμένες τις λέξεις “Όχλος,” “Κορόιδα,” “Καταναλωτές,” “Αυτοί.”
Τι θέλουμε από τη Wall Street; Τίποτα, γιατί δεν έχει τίποτα να μας προσφέρει. Δεν θα ήμασταν εδώ αν η Wall Street ήταν αυτοσυντηρούμενη, είμαστε εδώ γιατί ζει εις βάρος των άλλων. Συντηρεί τα φαντάσματα που πάντα γνωρίζαμε και τη σημασία των οποίων καταλαβαίνουμε τώρα. Έχουμε έρθει εδώ για να εξαφανίσουμε αυτά τα φαντάσματα, για να διεκδικήσουμε τους πραγματικούς μας εαυτούς και τις ζωές μας, για να οικοδομήσουμε πραγματικές σχέσεις μεταξύ μας και με τον κόσμο, και για να θυμίσουμε στους εαυτούς μας πως ένας άλλος δρόμος είναι εφικτός. Αν τα φαντάσματα της Wall Street σαστίζουν με την παρουσία μας στο όνειρό τους, τόσο το καλύτερο. Ήρθε η στιγμή το μη-πραγματικό να εκτεθεί/εμφανιστεί/παρουσιαστεί ως αυτό που είναι.
Δεν έχουμε ξεκάθαρη ιδέα για το πώς θα πρέπει να είναι η ζωή. Το μυαλό προσαρμόζεται το ίδιο εύκολα τόσο στις κοινοτοπίες όσο και στους παραλογισμούς, έτσι ώστε ένα παιδί που μεγάλωσε μέσα σε ένα φαντασματικό παιχνιδόσπιτο να υποθέτει ότι είναι φυσιολογικό, ειδικά αν δεν μπορεί να βρει την πόρτα. Αισθανόμαστε ότι κάτι πάει στραβά μόνο μέσω αταίριαστων ενδείξεων. Οι διακοπές του ηλεκτρικού λόγω μιας ασυνήθιστα βίαιης καταιγίδας όταν, συγχυσμένοι κοιτάμε πέρα από τις μαύρες οθόνες ένα αληθινό άτομο μαθαίνουμε κάτι για τη χειροτέρευση του κλίματος. Διακρίνουμε μία αόριστη πνευματική ναυτία, δύσκολο να συζητήσεις σε έναν κόσμο όπου οι σοβαροί, σκληρά εργαζόμενοι άνθρωποι έχουν λίγο χρόνο για να πιστέψουν στην ύπαρξη της ψυχής. Τα φαντάσματα που μας πλησιάζουν δεν μας προσφέρουν το λεξιλόγιο να περιγράψουμε την κενότητα που βοηθάνε να δημιουργηθεί μέσα μας.
Ήρθαμε στη Wall Street σαν πρόσφυγες από αυτήν τη μητρική ονειροχώρα, αναζητώντας άσυλο στη χώρα του πραγματικού. Αναζητούμε να ξανα-ανακαλύψουμε και να επανα-διεκδικήσουμε τον κόσμο. Πολλοί πιστεύουν ότι ήρθαμε στη Wall Street για να διαπραγματευτούμε με τους θαμώνες της για κάποια δουλειά, για να πετύχουμε μια συμφωνία. Αλλά δεν έχουμε έρθει για να διαπραγματευτούμε. Έχουμε έρθει να αντιμετωπίσουμε το σκότος στην πηγή του, εδώ, όπου το Μεγάλο Μήλο (1) ρουφάει από το δέντρο του έθνους περισσότερο χυμό από όσο χρειάζεται ή δικαιούται, σα να προέρχεται από κάποιον πρόγονο της Εδέμ. Σκουλήκια στο μέγεθος φιδιών το κατατρώνε από μέσα, καταβροχθίζουν ένα πρησμένο δέντρο. Εδώ ο κόσμος καταβροχθίζεται και αποσυντίθεται σε κομματάκια τόσο μικρά και ρευστά όσο τα ηλεκτρόνια που οι χρηματιστές χρησιμοποιούν για να γονατίσουν έθνη και νοικοκυριά.
Στη Wall Street βλέπουμε ότι η αγοραπωλησία έχει γίνει η βασική μονάδα της ανθρώπινης εμπειρίας ότι ο κεντρικός σκοπός της ζωής είναι να μετατρέψει όλη την ύπαρξή μας σε ανταλλάξιμο νόμισμα. Η σημασία των φαντασμάτων των παιδικών μας χρόνων γίνεται πιο καθαρή. Τα αντιλαμβανόμαστε σαν ψυχές αποσπασμένες από τους προηγούμενους εαυτούς τους και νοήματα υποβαθμισμένα σε αγγελιοφόρους. Στάλθηκαν σε μας από ανθρώπους με σκοπό να προσδέσουν τη ζωή σε μια πεμπτουσία αποθησαυρισμού που μας παρακινεί μονάχα να καταναλώνουμε και να «συνεισφέρουμε το κατά δύναμη» στη διαρκή χρηματοποίηση της ζωής.
Η τηλεόραση, ένας από τους βασικούς ενόχους για την πνευματική μας κενότητα, έχει αποκαλύψει ότι κεντρική πράξη του καιρού μας είναι να συνδυάζεις τα διάφορα κομμάτια της ύπαρξης: οικογένειες, άτομα, έννοιες, ψυχές. Οι διαφημιστικές καμπάνιες έχουν γίνει η κύρια τέχνη της γενιάς μας. Η καλλιτεχνική φαντασία, που πριν ασχολούνταν με το να μεταφράζει τον παράδεισο και να αφουγκράζεται σιωπηλά το άυλο μέσα και τριγύρω μας, έχει ανταλλάξει αυτά τα ιδανικά της με σταθερή εργασία, παράγοντας φετιχιστικές διαφημίσεις αυτοκινήτων. Όλα μοιάζουν να είναι ένα και το αυτό: οι εικόνες συνωστίζονται μέσα μας τόσο φθηνές και άψυχες όσο και τα προϊόντα που αντιπροσωπεύουν, φτιαγμένα σε εργοστάσια που ανήκουν σε κούφιους ανθρώπους που προσπαθούν να γεμίσουν την κενότητά τους με αρχοντικά και θησαυρούς που έχουν αποστραγγίσει από εμάς. Και με αυτόν τον τρόπο κάνουν τον υπόλοιπο κόσμο τόσο μαύρο και νεκρό όσο είναι οι ίδιοι. Και όπως θα περίμενε κανείς, ενώ ο κόσμος είναι πλέον πολύ μολυσμένος για να ζήσει, η φαντασία μας έχει αποικισθεί από κοινοτοπίες, και οι ψυχές μας είναι ξεζουμισμένες και στεγνές, έχουμε γίνει απρόσβλητοι στους βρικόλακες. Η Wall Street μάς λέει, πάντα μας το έλεγε, ότι υπάρχει ένα σχέδιο και ότι είναι καθήκον μας να ακολουθούμε αυτό το σχέδιο. Ήρθαμε εδώ για να αμφισβητήσουμε και να αντιπαλέψουμε αυτό το σχέδιο. Όταν κρυφοκοιτάζουμε τα βασικά σημεία του πλάνου βλέπουμε ζωγραφισμένη εκεί μία φανταστική χώρα με φανταχτερά κάστρα, περιτριγυρισμένα από προστατευτικούς φράχτες με αγκαθωτό σύρμα, και έξω από αυτό το έδαφος μία τεράστια απογυμνωμένη έκταση με κακογραμμένες τις λέξεις “Όχλος,” “Κορόιδα,” “Καταναλωτές,” “Αυτοί.”
Τι θέλουμε από τη Wall Street; Τίποτα, γιατί δεν έχει τίποτα να μας προσφέρει. Δεν θα ήμασταν εδώ αν η Wall Street ήταν αυτοσυντηρούμενη, είμαστε εδώ γιατί ζει εις βάρος των άλλων. Συντηρεί τα φαντάσματα που πάντα γνωρίζαμε και τη σημασία των οποίων καταλαβαίνουμε τώρα. Έχουμε έρθει εδώ για να εξαφανίσουμε αυτά τα φαντάσματα, για να διεκδικήσουμε τους πραγματικούς μας εαυτούς και τις ζωές μας, για να οικοδομήσουμε πραγματικές σχέσεις μεταξύ μας και με τον κόσμο, και για να θυμίσουμε στους εαυτούς μας πως ένας άλλος δρόμος είναι εφικτός. Αν τα φαντάσματα της Wall Street σαστίζουν με την παρουσία μας στο όνειρό τους, τόσο το καλύτερο. Ήρθε η στιγμή το μη-πραγματικό να εκτεθεί/εμφανιστεί/παρουσιαστεί ως αυτό που είναι.
(1) “Big Apple” (Μεγάλο Μήλο) αποκαλείται η Νέα Υόρκη.
Σχόλια