Πιο θλιβερή «γιορτή» από την τελετή αποχαιρετισμού της Άγγελα Μέρκελ στο Βερολίνο δεν έχω ξαναδεί, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια που πολλά θλιβερά πράγματα έχουν συμβεί στη ζωή μας. Το υπαίθριο σκηνικό ως εξής: ένα υποφωτισμένο νεκρό τοπίο από ουδέτερα κτήρια για να αναδεικνύονται οι πυρσοί που κρατούσαν με γάντια παγωμένοι από τη χαμηλή θερμοκρασία στρατιώτες με κράνη και μακριές γκρίζες χλαίνες, χωρίς ένα χαμόγελο σε ένα έστω χείλος, έστω για μια στιγμή, για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, με την καγκελάριο καθισμένη μόνη ανάμεσα σε δύο απομακρυσμένους συγκαθήμενους, ακίνητη και ωχρή χωρίς μάσκα να της κρύβει το ανέκφραστο πρόσωπο, με τους επίσημους πίσω, στριμωγμένους, μασκοφορεμένους, αγνώριστους μέσα στα ακριβά παλτά τους κι επίσης αμίλητους και ακίνητους. Καμία επαφή της τιμώμενης με τους παριστάμενους. Με την προσοχή όλων επικεντρωμένη στη φιλαρμονική του γερμανικού στρατού που –στην κυριολεξία– σκότωνε τα κομμάτια που είχαν διαλέξει η Μέρκελ και ο μαέστρος για την τιμητική βραδιά. Παιγμένα όλα χωρίς ίχνος ανθρώπινου συναισθήματος, χωρίς χαρά, ούτε καν λύπη, νότα-νότα αλλά χωρίς χροιά, χωρίς ύφος, ισοπεδωτικά, άψυχα, άοσμα και άχρωμα. Μάλιστα, το μοναδικό κομμάτι που σχολιάστηκε από τους δημοσιογράφους στα κανάλια ήταν αυτό που διάλεξε η Μέρκελ από τις εφηβικές της αναμνήσεις στην Ανατολική Γερμανία, όταν η συμπατριώτισσά της Νίνα Χάγκεν έκανε ντόρο στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη με το σκληρό γερμανοειδές της πανκ, που το ερμήνευε διαστέλλοντας στο έπακρο τις φωνητικές της χορδές και συσπώντας τα χαρακτηριστικά της πίσω από το υπερβολικό της μακιγιάζ.

Το αποτέλεσμα της διασκευής τραγικό. Ούτε πανκ θύμιζε ούτε για μουσική σε σουπερμάρκετ έκανε. Αλλά, εξετάζοντάς το από μια άλλη, πιο ρεαλιστική σκοπιά, αυτή η εκτέλεση του κομματιού ίσως, άθελά τους, αποτύπωνε καλύτερα την πορεία αυτής της γυναίκας – από τα νιάτα της που ανέμελα κολυμπούσε γυμνή με τις φίλες της στις λίμνες κοντά στις κατασκηνώσεις που πήγαιναν οι νέοι στην Ανατολική Γερμανία τα καλοκαίρια, ως την τυποποιημένη συμπεριφορά και στολή εργασίας που φορούσε χωρίς εξαίρεση όλα αυτά τα δεκαέξι χρόνια που κατείχε την ύψιστη θέση στην καγκελαρία.
Καμία φαντασία στην τελετή, καμία ελευθερία στις κινήσεις, καμία ανάταση, καμία χαρά. Ένας κόσμος τραγικά επίπεδος, πιο κρύος κι από την ψύχρα του χειμωνιάτικου καιρού, ένας πολιτισμός σκοτεινιασμένος, μια γιορτή που είχε όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά μιας κηδείας. Και, μάλιστα, μιας κηδείας χωρίς καν δάκρυα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!