Του Μάρκου Δεληγιάννη. Μας κούρασε η κάψα του καλοκαιριού. Τις θωπείες της δροσιάς λαχταρίσαμε. Το ψηλάφημά της επιθυμήσαμε. Την έξοδο απ’ τη χαύνωση ποθήσαμε.

Να κατηφορίσουμε και πάλι το γνωστό δρομάκι της άδειας πόλης μας, εκείνο που οδηγεί στο λιμάνι, κρατώντας το μπράτσο του διπλανού, σαν να ‘μαστε κυματοθραύστης σάρκινος, τη φουσκοθάλασσα της απραξίας να αποτρέψουμε. Να αρματώσουμε, χωρίς χρονοτριβή, εκείνο το πλοίο που προσμένει ανυπόμονα στον ντόκο, ούριο άνεμο τα πανιά του να φουσκώσει. Ας αψηφήσουμε, επιτέλους, τις προειδοποιήσεις των μετεωρολογικών δελτίων κι ας βγούμε στο πέλαγος το ανοιχτό. Καιρός να κινήσουμε για το ταξίδι το ποθητό χωρίς τη θυσία κάποιας Ιφιγένειας.
Υπομονή. Όπου να ‘ναι, σε λίγο, το φθινόπωρο καταφθάνει με τη μελαγχολική περπατησιά. Και τότε οι νύχτες θ’ απλώσουν τα φτερά τους κι οι μέρες θα αποδώσουν το κερδισμένο έδαφος. Τα δέντρα, αφού δώρισαν αφειδώλευτα τους καρπούς, θα απαλλαχτούν απ’ τη θερινή τους φορεσιά. Την άνοιξη που θα ξαναρθεί, θα ράψουνε καινούργιες. Και τα φύλλα, θα στροβιλιστούν γύρω απ’ τους κορμούς, γύρω απ’ τις μήτρες που τα γέννησαν, θα πέσουν στο χώμα κουρελιασμένα, σαν τις υποσχέσεις που ειπώθηκαν από χείλη πλάνα. Υποσχέσεις σε παιδιά που κλαίγανε μες το βράδυ γιατί τους έλειψε το ψωμί, το χάδι, το ταξίδι πάνω στα φτερά μιας γλυκόλαλης νεράιδας.
Υποσχέσεις σε ξωμάχους της ζωής, ήρεμα να αναπολούν τα περασμένα, γαλήνια την σπορά τους να καμαρώνουν. Λόγια ψεύτικα, από σάπια δόντια αρθρωμένα. Πόσο παράξενα ηχούσαν τότε. Τώρα αποκομμένα από τη ζωή μοιάζουν σα να μην τα ’χε πει κανείς, σα να ’χαν ειπωθεί από μόνα τους. Γι’ αυτό γλίστρησαν, σα λουλούδια ξεραμένα, στα βρομόνερα. Προορισμός η αποχέτευση.
Υποσχέσεις στη νιότη, να μπορεί να ατενίζει άφοβα του ορίζοντα τα βάθη. Να χαράξει δρόμους μοναδικούς. Λόγια-λόγια. Σάπια φύλλα που ζυμώθηκαν με τη λάσπη του δρόμου και προσμένουν το σάρωθρο του οδοκαθαριστή. Μα η αλήθεια θυμώνει, ενοχλείται αφάνταστα, όταν η ψευτιά, η ανειλικρίνεια τρυπώνει ανάμεσά της.
Το φθινόπωρο θα μας κεράσει τα πρωτοβρόχια, θα ξεπλύνει τις αυλές μας από τη σκόνη του καλοκαιριού. Κάθε τέτοια εποχή, έθιμο παλιό είναι οι άρχοντες του τόπου τη ΔΕΘ να εγκαινιάζουν και τ’ αχνάρια της οικονομικής πολιτικής ν’ αποκαλύπτουν. Όμως, φέτος, η εγχώρια τρόικα το έθιμο δεν τήρησε.
Αβάσταγος είναι ο πόνος τους. Σε ποιο ακροατήριο να εμφανισθούν; Και πώς την εξόντωση του κοινωνικού ιστού ν’ ανακοινώσουν;
Η συγκίνηση πνίγει του ύπατου τη φωνή. Σε ποιον να τα πει και ποιος να τον πιστέψει; Ο Γερμανός, τον κτύπησε φιλικά στον ώμο, όταν με άλγος ψυχικό, του ανακοίνωνε το θάνατο της σύνταξης, των μισθών το πετσόκομμα, την εργασιακή ζούγκλα, το ξεπούλημα της αξιοπρέπειας ενός λαού! Βέβαια, δεν είναι εύκολο για έναν ηγέτη να παίρνει τέτοιες αποφάσεις. Αλλά τι να γίνει, καμιά φορά διαφυγή δεν υπάρχει. Το σκάφος της τριανδρίας θα πλεύσει κόντρα στη θύελλα. Είναι μονόδρομος. Μόνο έτσι θα αναχαιτιστεί η χρεοκοπία. Αστείο πράγμα, η κυβερνητική τριανδρία δεν θα οδηγήσει τη χώρα σε πολιτικό αδιέξοδο, όπως ευελπιστεί η Αριστερά και οι λοιποί εκπρόσωποι του «λόμπι της δραχμής».
Μπορεί η εξαθλίωση να τρύπωσε για τα καλά ανάμεσά σας. Μα, υπεύθυνοι είναι οι ξένοι! Υπομονή, σε λίγο ραβδούχοι με τις φαιές στολές θα τους εξαερώσουν και τότε όλα θα πάνε κατ’ ευχήν.
Σύμφωνοι είναι κι οι τρεις κι ας ματώνει η ψυχή τους! Έχουν καρδιά κι αυτοί. Κάθε φορά που ο πέλεκυς πέφτει πάνω στα κεφάλια των εργαζόμενων, των συνταξιούχων θλίβεται η ψυχή τους. Αλλά, προς Θεού, δεν είναι ώρα για κυβερνητική κρίση, δεν θα ανοίξουν αυτοί το δρόμο που οδηγεί στη χρεοκοπία. Όχι. Απεναντίας, θα προσπαθήσουν αλλαγές να επιβάλουν. Και πρώτα-πρώτα στο θέμα της εφεδρείας. Την μετονόμασαν σε προσυνταξιοδοτικό στάδιο. Το υπέρτατο αγαθό, είναι η παραμονή της χώρας στο ευρώ. Βέβαια οι προεκλογικές υποσχέσεις τους ήταν επαναδιαπραγμάτευση και απαγκίστρωση απ’ το μνημόνιο. Αυτά τα έλεγαν πριν δυο μήνες. Σήμερα προέχει η σωτηρία, η διάσωσή τους από το πολιτικό ναυάγιο που επέρχεται, που κοντοζυγώνει.
Τόσα ψέματα μέσα σε τόσο λίγο χρόνο. Τόση υποκρισία, τόση αναλγησία για μια καρέκλα, για ένα οφίτσιο. Η αλήθεια, εκλαμπρότατοι άρχοντες, δεν συγχωρεί. Θα είναι ανελέητη.
Σύντροφοι, τα περιθώρια στένεψαν, καιρός των μεγάλων αλλαγών, της αντίστασης στον επερχόμενο βαρβαρισμό. Καιρός να βγούμε στις γειτονιές του κόσμου και να κηρύξουμε πόλεμο ανυποχώρητο ενάντια στις ύαινες του νεοφιλελευθερισμού, μέχρι να εξαφανιστούν απ’ τη Ζωή μας.
Όχι λόγια. Φουρτουνιασμένο είναι το πέλαγος, μα η απόδραση όνειρο μεθυστικό πάντα θα μας ερεθίζει και, σύντροφε, μην υψώσεις/οργισμένη γροθιά/μπροστά από/δολοφονημένα χρώματα/θα γίνει αφίσα.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!