Εδώ και χρόνια γίνεται προσπάθεια να υποβαθμιστεί το ζήτημα του τουρκικού επεκτατισμού και των διεκδικήσεων που προωθεί σε βάρος γειτονικών του χωρών, και πιο συγκεκριμένα της Ελλάδας. Πότε αναφέρονται οι τρομερές δυσκολίες που έχει η Τουρκία, πότε τα εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Ερντογάν, πότε η υγεία του, χωρίς να λείψουν και οι απόψεις ότι πάλι καλά που κυβερνά αυτός, γιατί αν ήταν άλλοι τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα. Στους χώρους της συστημικής αριστεράς όλα αυτά θυμίζουν «εθνικισμό» (άλλωστε και ο πατριωτισμός είναι εντελώς ξεπερασμένη έννοια γι’ αυτούς), το δε ΚΚΕ κάτι λέει, αλλά βλέπει σαν αιτία τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε δύο αστικές τάξεις που τσακώνονται για την ιμπεριαλιστική λεία… Η δε εξωκοινοβουλευτική αριστερά δεν ασχολείται με το ζήτημα: καταγγέλλει γενικά το κεφάλαιο και τον πόλεμο, ζητά (μαζί με τη συστημική αριστερά) «σύνορα ανοιχτά» και καταγγέλλει σε όλους τον τόνους τον «εθνικισμό» και «ιμπεριαλισμό» της Ελλάδας. Επομένως για όλους αυτούς τους χώρους υπάρχουν μεν προβλήματα με την Τουρκία, αλλά δεν υπάρχει πραγματική απειλή. Κάθε άλλη εκτίμηση τους φαίνεται υπερβολική, και πάντως δηλώνουν με μεγάλη σιγουριά ότι δεν υπάρχει κίνδυνος μεγάλης εμπλοκής ή πολέμου ανάμεσα στις δύο χώρες.
Ο λαϊκός παράγοντας
Σε αντίθεση με όλα αυτά που υποστηρίζονται, ο λαός, και ιδιαίτερα οι κάτοικοι των παραμεθόριων περιοχών, ανησυχούν ιδιαίτερα, και εύχονται να μην μας βρει και ένα τέτοιο κακό. Με άλλους όρους, ο λαός έχει πιο σαφή εικόνα του κινδύνου και της απειλής, παρόλο που αυτή η αίσθηση συνυπάρχει με μια τάση να διωχθεί –ακόμα και σαν σκέψη– το ενδεχόμενο ενός πολέμου με την Τουρκία. Αναγνώριση του κινδύνου, αλλά και απώθησή του στη συνείδηση του κόσμου. Γιατί συμβαίνουν αυτά τα δύο συγχρόνως;
Τον λαό δεν μπορείς να τον κοροϊδεύεις για καιρό. Καταλαβαίνει ότι η Τουρκία ανεβάζει στροφές σε όλα τα επίπεδα, ότι ισχυροποιείται, ότι ήδη διεξάγει 2-3 πολέμους, ότι εξοπλίζεται και διαθέτει πολεμική βιομηχανία, ότι συμμετέχει στο G20 (δηλαδή στο κλαμπ των 20 ισχυρότερων χωρών του πλανήτη), ότι έχει σαν στρατηγική την «Γαλάζια Πατρίδα», ότι αμφισβητεί διεθνείς συμβάσεις, αδιαφορεί για το διεθνές δίκαιο, και τώρα θέτει μαξιμαλιστικούς στόχους για το γκριζάρισμα των μεγάλων ελληνικών νησιών στο Ανατολικό Αιγαίο και στα Δωδεκάνησα. Γνωρίζει ακόμα το τι έγινε στα Ίμια, τι έγινε παλιότερα (και τι γίνεται μέχρι σήμερα) στην Κύπρο. Γνωρίζει τι έγινε το 2020 στον Έβρο και στο Αιγαίο, και πόσο κοντά ήμασταν πάλι σε πολεμική εμπλοκή.
Βιώνει επίσης, εδώ και μια δεκαετία και βάλε, την υποβάθμιση της χώρας, τη συρρίκνωση του ΑΕΠ, την υποθήκευση της Ελλάδας στους Δανειστές και «Συμμάχους». Βιώνει τη λεηλασία μισθών, συντάξεων και περιουσιών, τη διάλυση της κοινωνικής πρόνοιας, τη μετανάστευση 500.000 νέων, τις καραντίνες και τον εγκλεισμό λόγω πανδημίας, τη μετατροπή της χώρας σε ΝΑΤΟϊκό ορμητήριο. Και τώρα γνωρίζει ότι πρέπει να πληρώσει αυτός το κόστος της «πολεμικής οικονομίας» (ακρίβεια, πληθωρισμός κ.λπ.), όπως και ότι οι πόλεμοι μάλλον έχουν μπει στην ημερήσια διάταξη. Το «μη μας βρει κι άλλο κακό» είναι μια σκέψη που γίνεται σε ατομικό αλλά και συλλογικό επίπεδο συνείδησης, και εκφράζει μια κουρασμένη και ταλαιπωρημένη επί 12 χρόνια κοινωνία. Η οποία δεν καταπίνει αμάσητες τις μπούρδες του πολιτικού κόσμου: ανησυχεί πολύ, αλλά και αποδιώχνει το ζήτημα σαν μια υπόρρητη ευχή να μην συμβεί το κακό…
Το κεφαλοκλείδωμα της Ελλάδας
Η βαθιά πολυοργανική κρίση που μαστίζει όλα τα καπιταλιστικά κέντρα του πλανήτη (σε διαφορετικό βαθμό και σε άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον ανάμεσά τους) οδηγεί στην ανάγκη παρεμβάσεων μεγάλου βεληνεκούς. Πρόσφατα είδαμε την ανάδυση δύο τέτοιων παρεμβάσεων: πρώτα τους πλανητικούς εγκλεισμούς πληθυσμών με πρόσχημα την αντιμετώπιση της πανδημίας, και στη συνέχεια τους πολέμους (με πρώτον αυτόν στην Ουκρανία) που μας εισάγουν σε στρατοπεδεύσεις (και ίσως αντιπαραθέσεις-πολέμους) παγκόσμιων διαστάσεων. Αυτά τα δύο (πανδημία και πόλεμος) μοιάζουν ασύνδετα. Διεξάγονται όμως σε ένα κοινό πλαίσιο, μέσω του οποίου οι ιθύνουσες παγκόσμιες δυνάμεις έχουν αποφασίσει να «προχωρήσουν».
Η προθυμοποιημένη Ελλάδα εφάρμοσε με ζήλο όλες τις συνταγές διαχείρισης της πανδημίας, και μάλιστα με τρόπο που καταγράφει τεράστιες απώλειες σε ζωές και διάλυση του συστήματος υγείας (απολύσεις 7.500 υγειονομικών και γιατρών, ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών κ.λπ.). Αμέσως μετά, άρπαξε την ευκαιρία να ταχθεί με τη «σωστή πλευρά της ιστορίας» και να μετατρέψει την Ελλάδα σε ορμητήριο των ΗΠΑ, να αποστέλλει βαρύ οπλισμό στην Ουκρανία αδυνατίζοντας την άμυνα της χώρας σε ευαίσθητες περιοχές (σιωπηρή αποστρατιωτικοποίηση νησιών). Παλιά –το 1974– μιλάγαμε για προδοσία και εγκατάλειψη της Κύπρου. Σήμερα τι θα λέγαμε για όσα γίνονται;
Όμως η Ελλάδα είναι και από άλλη πλευρά ειδική περίπτωση. Παλιά είχαμε κάνει λόγο για «μέγγενη», δηλαδή μια διπλή πίεση: από τη μια από τους Γερμανούς και Ευρωπαίους Δανειστές (μνημόνια και αποικία-χρέους), και από την άλλη από την Τουρκία (απειλή πολέμου και προκλητικές διεκδικήσεις). Αυτή η ιδιομορφία κλιμακώνεται μέσα στη νέα συγκυρία που έχει δημιουργηθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και την είσοδο σε μια νέα γεωπολιτική φάση. Τώρα το χρέος της χώρας (μέγεθος που αυξάνεται, αλλά κυρίως ζήτημα που χωρά πολιτική χρησιμοποίηση ευρύτατου φάσματος για τον στραγγαλισμό της Ελλάδας) είναι στα χέρια διεθνών οίκων, οι ΗΠΑ παίζουν το δικό τους παιχνίδι με τη μετατροπή της χώρας σε κόμβο (στρατιωτικό, επικοινωνιακό και ενεργειακό), δηλαδή χωρίς να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην κυριαρχία και ακεραιότητά της, και οι Τούρκοι επεκτατιστές βλέπουν και επιδιώκουν έναν ευρύτερο αναδασμό υπέρ των σχεδίων τους και σε βάρος μιας αντικειμενικά αδυνατισμένης κατά την τελευταία 12ετία Ελλάδας. Επομένως από την κατάσταση της «μέγγενης» προχωρούμε σε αυτήν του «κεφαλοκλειδώματος» ανάμεσα στον οικονομικό στραγγαλισμό (χρέος, πληθωρισμός, «οικονομία πολέμου», φτωχοποίηση), την πλήρη ΝΑΤΟϊκή ευθυγράμμιση και επιστροφή σε μια νέα μορφή αμερικανοκρατίας, και την ευθεία αμφισβήτηση και διεκδίκηση εδαφών και θαλασσών της χώρας από την Τουρκία.
Βρισκόμαστε σε κατάσταση «κεφαλοκλειδώματος» ανάμεσα στον οικονομικό στραγγαλισμό (χρέος, πληθωρισμός, «οικονομία πολέμου», φτωχοποίηση), την πλήρη ΝΑΤΟϊκή ευθυγράμμιση και επιστροφή σε μια νέα μορφή αμερικανοκρατίας, και την ευθεία αμφισβήτηση και διεκδίκηση εδαφών και θαλασσών της χώρας από την Τουρκία
Λογικά ερωτήματα
Αν ισχύουν τα παραπάνω, προκύπτουν τα ακόλουθα (λογικά) ερωτήματα: Πρώτο, προσφέρει πράγματι μια «ομπρέλα» η Δυτική συμμαχία απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα, και ειδικά απέναντι στις επεκτατικές μεθοδεύσεις της; Δεύτερο, με πόση σιγουριά μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η Τουρκία, ειδικά στις σημερινές συνθήκες, δεν θα προχωρήσει και σε μεγαλύτερες (και έμπρακτες) αμφισβητήσεις της εδαφικής ακεραιότητας και της ελληνικής κυριαρχίας; Τρίτο, σε ποιο σημείο βρίσκονται οι σχέσεις των δύο χωρών, Ελλάδας και Τουρκίας, αντικειμενικά;
Ας ξεκινήσουμε από το τρίτο. Εδώ και καιρό διεξάγεται στην ουσία ένας υβριδικός πόλεμος, και η Τουρκία προβαίνει σε κινήσεις που δημιουργούν τετελεσμένα αμφισβητήσεων κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Για παράδειγμα, δεν είναι μόνο οι υπερπτήσεις και οι συνεχείς ναυτικές ασκήσεις, είναι και το τουρκολιβυκό σύμφωνο, είναι και οι γεωτρήσεις εντός κυπριακής ΑΟΖ, και τώρα η ανοιχτή αμφισβήτηση της κυριαρχίας στα μεγάλα νησιά. Διαρκώς και καθημερινά ο Ερντογάν και άλλοι Τούρκοι επίσημοι ονοματίζουν νησιά και δηλώνουν σε όλους τους τόνους ότι θα θέσουν θέμα κυριαρχίας. Το πώς θα το θέσουν, θα το δούμε. Ήδη κυκλοφορούν διάφορα σενάρια (π.χ. αποκλεισμός νησιών, παρεμπόδιση ελληνικών επισήμων να τα επισκέπτονται, ασκήσεις κατάληψης ελληνικών νησιών, γεωτρήσεις σε ελληνικές θαλάσσιες περιοχές κ.λπ.). Όλα αυτά δείχνουν ότι βρισκόμαστε λίγο πριν από θερμό επεισόδιο, λίγο πριν από τον πόλεμο. Αυτή είναι η κατάσταση. Φυσικά η τουρκική πλευρά έχει κι άλλα σχέδια στην φαρέτρα της, όπως το προσφυγικό, την ανοικτή προσάρτηση ή μια βιομηχανία «αναγνωρίσεων» του ψευδοκράτους στα κατεχόμενα της Κύπρου, την υποδαύλιση ζητημάτων στη Θράκη, τη συνεργασία με Αλβανία και κάποιον αντιπερισπασμό στο Ιόνιο κ.ο.κ.
Οι ΗΠΑ θα ήθελαν μια περιπλοκή στην περιοχή αυτή, θα επιθυμούσαν ένα θερμό επεισόδιο ή και πόλεμο ανάμεσα στις δύο χώρες; Η λογική απάντηση είναι πως δεν το θέλουν. Αλλά το πιο σημαντικό ερώτημα είναι αν μπορούν σήμερα (όπως μπορούσαν χθες ή προχθές) να το αποτρέψουν. Πιέζουν για διάλογο και συνεννόηση ανάμεσα στις δύο χώρες, στέλνουν μηνύματα, πιθανόν να απειλούν κιόλας, αλλά δεν ελέγχουν την τουρκική πλευρά όπως άλλοτε. Η Τουρκία θα ζυγίσει όλες τις πλευρές, και είναι αυτή που θα πάρει τις αποφάσεις για το τι ακριβώς και πότε θα το πράξει. Ήδη όμως καταγγέλλει την Ελλάδα ότι έχει γίνει 51η πολιτεία των ΗΠΑ, ότι υπάρχουν 6-12 αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα που στρέφονται κατά της Τουρκίας, και παζαρεύει (με όλους τους τρόπους) ώστε να πετύχει τους στρατηγικούς της στόχους.
Στα πλαίσια αυτά, τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι υπόλοιποι Δυτικοί δεν έχουν κανένα σοβαρό λόγο να μην παραχωρήσουν πολλά από αυτά που θέλει η Τουρκία στην περιοχή, και μάλιστα σε βάρος της Ελλάδας – την οποία θεωρούν χώρα εντελώς «δεδομένη» και «δεμένη» στο άρμα τους. Σιγά μην νοιάζονται για την εδαφική ακεραιότητα και την εθνική κυριαρχία της Ελλάδας, που ήδη έχουν αυτοί πρώτοι κουρελιάσει. Αν το «ρεγάλο» στην Τουρκία τους βοηθά να κρατηθεί καλύτερα η Τουρκία στο δυτικό μαντρί, τότε no problem.
Μένει βέβαια το ζήτημα πώς θα παρουσιαστεί η όλη «επιχείρηση», πώς θα γίνει δεκτή και από την ελληνική πλευρά. Εδώ φυσικά θα λειτουργήσει ιδιαίτερα το «κεφαλοκλείδωμα», δηλαδή η αποφυγή χρεοκοπίας της χώρας και η αποφυγή του πολέμου με κάθε κόστος, ακόμα και με μεγάλες υποχωρήσεις – που βέβαια θα παρουσιαστούν σε ένα αξιοπρεπές περιτύλιγμα, το οποίο θα αποδεχθούν οι ελληνικές ελίτ για να μην υποβαθμιστούν κι άλλο. Βέβαια αυτά μπορούν να γίνουν πριν, μετά, συγχρόνως με κάποιο θερμό επεισόδιο. Ήδη προετοιμάζονται οι όροι για τέτοιες λύσεις και το «κόμμα της Χάγης» είναι ήδη ενεργοποιημένο στην κατεύθυνση αυτή. Πιθανόν να κληθούν κυβερνήσεις συνεργασίας και ειδικού σκοπού για να σηκώσουν τα βάρη των υποχωρήσεων…
Επομένως, για να φθάσουμε και στο πρώτο ερώτημα: η Δυτική «ομπρέλα» δεν προστατεύει από τα «εγκαύματα» και τις εθνικές περιπέτειες, όπως δεν προστάτευσε και στο παρελθόν (π.χ. 1922, Κύπρος 1974, Ίμια 1996, Χρεοκοπία 2010, Μνημόνια, Υπερταμείο, Πρέσπες 2018 κ.λπ).
Επομένως;
Άμεση συνειδητοποίηση ότι η χώρα και η κοινωνία τελούν εν κινδύνω! Ότι εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας μια μεγάλη εθνική και κοινωνική κρίση διαστάσεων απρόβλεπτων, όσον αφορά τις επιπτώσεις της. Τα μεγέθη και γεγονότα θα ξεπερνούν αυτά που είχαμε συνηθίσει (και στα οποία είχαμε προσαρμοστεί) μέχρι τώρα. Τα πολεμικά διαγγέλματα της Τουρκίας πρέπει να τα πάρουμε σοβαρά υπόψη μας. Όχι για να φοβηθούμε, αλλά επειδή, ότι και να γίνει, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε έναν επεκτατικό και βουλιμικό γείτονα, που θέλει να αναδειχθεί σε μεγάλη ηγεμονική περιφερειακή χώρα (και μάλιστα σε βάρος μας). Η εναλλακτική που μας αφήνει η Τουρκία είναι να υποταχθούμε και να δορυφοροποιηθούμε.
Τέλος, για όσους ακόμα και τώρα αρνούνται να δουν την απειλή και βαυκαλίζονται με διάφορες θεωρίες και ανυπόστατα ξόρκια, τι να κάνουμε; Υπάρχουν κι αυτές οι καταστάσεις…
Ένας λαός, μια χώρα, μια κοινωνία, ένα έθνος αν θέλει να υπάρχει πρέπει να βρίσκει τους τρόπους και τα μέσα για να το διασφαλίσει. Πρέπει να είναι σε θέση να αγωνιστεί, να προασπιστεί την ύπαρξή του, να πολεμήσει ενάντια σε όποιον επιβουλεύεται την ύπαρξή του. Πρέπει να θυμηθεί την ιστορία, πρόσφατη και παλιότερη, και να καταλάβει βαθιά πως, αν δεν αποφασίσει να αντισταθεί, θα τον «φάνε λάχανο» στους αναδασμούς που είναι σε πλήρη εξέλιξη – και θα γίνουν και δια των όπλων και με τον εκβιασμό του πολέμου.
Στόχος της αντίστασης του λαού, της χώρας, της κοινωνίας, του έθνους είναι να βάλει τέλος στο «κεφαλοκλείδωμα» και να βρει τρόπους ύπαρξης της Ελλάδας σε ένα ταραγμένο σκηνικό, κατανοώντας ότι οι βαθμοί κυριαρχίας είναι εντελώς απαραίτητοι για την επιβίωσή μας, και όχι η κάθε είδους σκλαβιά σε πλανητάρχες και σε επίδοξες περιφερειακές επεκτατικές δυνάμεις.