του Χριστόδουλου Δολαψάκη*
Η πρώτη φάση της πανδημίας Covid-19 δίνει τη θέση της σε μια μακρά περίοδο όπου η «κανονικότητα» περιλαμβάνει κρούσματα από τον ιό και αναλόγως των συνθηκών νέες μικρές ή μεγάλες «πανδημίες». Ο κορωνοϊός ήρθε για να μείνει και η διάδοσή του θα συνδυαστεί με ήδη γνωστά εποχιακά παθογόνα (ιός Δυτικού Νείλου το καλοκαίρι, ο οποίος το 2019 προκάλεσε 227 σοβαρά κρούσματα και 35 θανάτους – γρίππη τους χειμερινούς μήνες η οποία το 2019-2020 προκάλεσε 253 νοσηλείες και 113 θανάτους). Ασθενείς με οξέα ή χρόνια προβλήματα υγείας «έμειναν σπίτι» και η διάγνωση και παρακολούθηση νοσημάτων πλην Covid-19 ουσιαστικά σταμάτησε. Οι συνέπειες αυτού του «παγώματος του χρόνου» στη σωματική και ψυχική υγεία των ασθενών –υγεία η οποία ούτως ή άλλως είναι υποβαθμισμένη όπως δείχνουν όλες οι στατιστικές– θα φανούν την επόμενη περίοδο που το σύστημα υγείας θα προσπαθήσει να ξαναλειτουργήσει σε κανονικούς ρυθμούς.
Η κυβέρνηση πέρα από το να πανηγυρίζει (με ανακούφιση) επειδή δε θρηνήσαμε εκατόμβες νεκρών όπως άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οφείλει να αποδείξει αν λαμβάνει υπόψη της τους παραπάνω προβληματισμούς και να απαντήσει σε ορισμένα εύλογα ερωτήματα:
Θα υπάρξει αλλαγή πολιτικής στο χώρο της υγείας, θα σταματήσει η διαρκής υποχρηματοδότηση της δημόσιας περίθαλψης και η «επένδυση» στις υπηρεσίες του ιδιωτικού κεφαλαίου; Πόσα χρήματα θα διαθέσει η κυβέρνηση για τα νοσοκομεία; Τι συμπεράσματα έβγαλε το υπουργείο Υγείας από το γεγονός ότι μόνο χάρις στη μείωση της κίνησης στα νοσοκομεία «εξοικονομήθηκε» χώρος για δημιουργία των κλινικών αφιερωμένων στον κορονοϊό; Τι δίδαξε η «απουσία» του ιδιωτικού τομέα από τη διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού;
Ολόκληροι τομείς που αφέθηκαν στο ιδιωτικό κεφάλαιο και αποδείχθηκαν κρίσιμοι στην παρούσα υγειονομική κρίση, από τις υπηρεσίες καθαριότητας των νοσοκομείων έως την ψυχική υποστήριξη ασθενών και εργαζομένων, θα συνεχίσουν να λειτουργούν με τέτοια κριτήρια;
Επιμένει ο υπουργός Υγείας στην άποψή του ότι «δεν μπορεί να σκεφτεί τίποτα καλύτερο από τον τουρισμό υγείας, που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί έτσι ώστε να συμβάλλει ικανά για να αναστραφούν οι τραυματικές επιπτώσεις της εθνικής κρίσης στην Υγεία της χώρας», όπως δήλωνε τον Σεπτέμβριο του 2019; Μήπως σήμερα που μάλλον και χάρις στην απουσία ιατρικού τουρισμού το πρώτο κύμα κορονοϊού μας «άγγιξε» ελαφρά, πρέπει να σκεφτεί κάτι καλύτερο;
Εξακολουθεί το πολιτικό σύστημα να πιστεύει ότι ορισμένα νοσοκομεία δε χρησιμεύουν και πρέπει είτε να οδηγηθούν στο κλείσιμο; Θυμάται κανείς τους «στόχους» των κυβερνώντων για τα νοσοκομεία «Παμμακάριστος» και «Αγία Βαρβάρα» που μεταμορφώθηκαν σε νοσοκομεία αποκλειστικά αφιερωμένα στον Covid-19 (χωρίς ΜΕΘ);
Μπορεί να ανακοινώσει η κυβέρνηση τι συγκεκριμένα μέτρα έλαβε για την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου θα υπάρξουν μικρές ή μεγάλες εξάρσεις κορωνοϊού; Μπορεί να απαντήσει αν τελικά έχουμε πολλούς γιατρούς ή όχι στην Ελλάδα, αν η μετανάστευση γιατρών ωφελεί τον τόπο; Πόσοι νέοι και μόνιμοι γιατροί και νοσηλευτές ήρθαν στα νοσοκομεία; Οι 300 «νέες» κλίνες ΜΕΘ που διαφημίζει ο υπουργός συνοδεύονται από προσλήψεις του αντίστοιχου απαιτούμενου προσωπικού ή απλά μετράμε αναπνευστήρες (και ευχαριστούμε για τις δωρεές);
Θα υπάρξει πρόνοια για την επανέναρξη της εγχώριας παραγωγής «απλών» αλλά ζωτικά απαραίτητων υλικών και εξοπλισμού; Πέρα από το να δηλώνεται διαρκώς ο «παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος» γύρω από τις μάσκες και τα γάντια, είναι δύσκολο η χώρα να παράγει μόνη της τέτοια υλικά ή δεν αφήνει ο Σόιμπλε;
Η κυβέρνηση δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι δεν μπορούμε να ζούμε και να δρούμε «όπως πριν» γιατί ο κορωνοϊός καραδοκεί. Το ίδιο ισχύει και για την ίδια.
* Ο Χριστόδουλος Δολαψάκης είναι γιατρός