Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο
Ο Βαγγέλης Μπέκας στο νέο του μυθιστόρημα Ο γιoς μας που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ψυχογιός, μας χαρίζει ένα ιδιαιτέρως ατμοσφαιρικό θρίλερ γεμάτο αγωνία και ανατροπές.
Η δράση ξετυλίγεται σε ένα χωριό της παραμεθορίου, σκεπασμένο από τη βροχή και την ομίχλη, όπου τα σύνορα και η γειτονία με ένα μουσουλμάνικο χωριό οδηγούν σε συγκρούσεις, αλλά και στην ανάπτυξη κάθε είδους λαθρεμπορίου. Από ζώα μέχρι ναρκωτικά.
Η διαπλοκή των εξουσιών με το εξαιρετικό πορτρέτο του τοπικού άρχοντα/προέδρου και της αστυνομίας, αλλά και του οργανωμένου εγκλήματος παρουσιάζεται με εξαιρετικό τρόπο και υπηρετείται από τη γραφή του συγγραφέα που δίνει κι ένα έντονο κινηματογραφικό στοιχείο με πλάνα και οπτικές που εναλλάσσονται και μας κρύβουν την αλήθεια μέχρι την τελευταία σελίδα.
Έντονο το κοινωνικό και πολιτικό στοιχείο σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα, αλλά και διαφορετικά αστυνομικά μυθιστορήματα, που ξεφεύγει από τα του «συρμού» και της μόδας. Ούτε κατά συρροήν δολοφόνο θα βρείτε, ούτε τον καλό αστυνομικό.
Κι αυτό το κάνει να ανήκει σε ένα είδος ρεαλισμού που προτιμάμε!
Με εκπλήσσει κάθε νέο σου μυθιστόρημα γιατί αλλάζεις εντελώς τόπο, θεματολογία, εποχή… Από την Ήπειρο και το «Φυλακτό» μας φέρνεις στο σήμερα με αναφορές στην επικαιρότητα. Ποια είναι η κλωστή που συνδέει τα βιβλία σου;
Η σχέση του χριστιανισμού με τον μουσουλμανισμό στα Βαλκάνια συνδέει το «Μαύρο φυλαχτό» της προεπαναστατικής περιόδου του 1821 με τον «Γιο μας» του σήμερα. Επίσης, όλα τα βιβλία μου νομίζω πως διαθέτουν κοινωνικοπολιτική ματιά και αστυνομική πλοκή, μυστήριο, αγωνία, ενώ παράλληλα με ενδιαφέρει η καταβύθιση στις ψυχές των ηρώων, οι ανθρώπινες σχέσεις.
Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Το αφηγηματικό μοτίβο στο οποίο ένας αστυνομικός προσπαθεί να διαλευκάνει ένα έγκλημα με γοητεύει ακόμα αναγνωστικά, αλλά όχι για να δημιουργήσω. Η «αστυνομική πλοκή» που με προκαλεί συγγραφικά είναι εκείνη τύπου Οιδίποδα ή Άμλετ. Βέβαια, από τότε που γράφτηκαν αυτά τα αριστουργήματα έχουν περάσει αιώνες και οι αφηγήσεις έχουν εξελιχτεί, αλλά το στοίχημα παραμένει. Ο συνδυασμός μυστηρίου, αγωνίας, η καταβύθιση μες στους ήρωες και η εξέλιξης των σχέσεων μεταξύ τους. Ταυτόχρονα με ενδιαφέρει να επαναπροσδιορίσουμε τις συμβάσεις του αστυνομικού. Για παράδειγμα στον «Γιο μας» προαναγγέλλεται ένας φόνος στην πρώτη αράδα, αφού ο τίτλος του κεφαλαίου λέει: «Πέντε μέρες πριν τον φόνο». Και ακολουθεί η αντίστροφη μέτρηση ως το γεγονός, χωρίς να ξέρουμε το θύμα ή τον φονιά. Ξέρουμε απλώς ότι θα γίνει φόνος. Στα κλασικά αστυνομικά γνωρίζουμε το θύμα από την αρχή, ενώ στο «Γιο μας» χρησιμοποιώ την εξαφάνιση του παιδιού ως κορμό της αφήγησης.
«Για να πεις ένα ψέμα πειστικά πρέπει να το μπολιάσεις με αλήθειες»
Πόσο δύσκολο είναι να γράψεις μια πολυπρόσωπη αφήγηση;
Όχι και τόσο, αν δεν σε ενδιαφέρει η εστίαση, ο πυρήνας της ιστορίας, αν δεν θες το μυθιστόρημα να είναι δραματουργικά δεμένο, αν δεν σε νοιάζει όταν λιμνάζει η πλοκή, αν δεν σκοτίζεσαι για τις αφηγηματικές κοιλιές. Αν όμως θες το μυθιστόρημα να είναι σφιχτοδεμένο, να ανεβάζει διαρκώς στροφές, η μία ιστορία να επηρεάζει την άλλη σε σημεία κλειδιά και να λειτουργεί ως βατήρας σασπένς, αν θες να υπάρχει δυναμική εξέλιξη χαρακτήρων και σχέσεων, τότε έχεις μπλέξει ως δημιουργός. Είναι πολύ δύσκολο. Πάρα πολύ. Παίρνεις ρίσκα. Οπότε, όσο πιο σύνθετο το οικοδόμημα, τόσο πιο προσεχτικά πρέπει να σχεδιάσεις το αρχιτεκτονικό σχέδιο πριν την κατασκευή. Τολμάς, δημιουργείς κι ελπίζεις να αρέσει.
Περιγράφεις πολύ ζωντανά το κλίμα του ορεινού χωριού. Έχεις κάποιες τέτοιες εμπειρίες;
Δεν έχω ζήσει σε χωριό, αλλά έχω πάει πολλές φορές στα χωριά όπου έχουν γεννηθεί οι γονείς μου και έχω ταξιδέψει σε πολλά βουνά. Πιστεύω ότι για να πεις ένα ψέμα πειστικά πρέπει να το μπολιάσεις με αλήθειες. Οπότε χρησιμοποιείς διαρκώς τα βιώματά σου ή αναπλάθεις τα βιώματα των άλλων, εστιάζοντας σε κλειδιά που θα στηρίξουν την αληθοφάνεια της μυθοπλασίας. Έχω δουλέψει πολύ πάνω σε αυτή τη διεργασία.
Πιστεύω πως βιβλία σαν τα δικά σου θα είχαν τύχη και στο εξωτερικό. Τι πρέπει να γίνει για να μπορέσει να βγει το ελληνικό μυθιστόρημα από τα σύνορα;
Αυτή είναι μεγάλη κουβέντα. Σίγουρα κάποια βιβλία προχωράνε από μόνα τους, αλλά αν θέλουμε να δούμε το θέμα συνολικά, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπάρχει πολιτική βούληση. Και για να υπάρχει πολιτική βούληση θα πρέπει να γίνει κατανοητό τι ακριβώς ρόλο παίζει ο πολιτισμός στην κοινωνία. Νομίζω πως ο Γκράμσι και οι σύγχρονες πολιτισμικές σπουδές έχουν απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα, ενώ αμέτρητες χώρες χρησιμοποιούν τον πολιτισμό προσπαθώντας να επιβάλουν πολιτισμικές ηγεμονίες. Το κάνουν οι ΗΠΑ, η Ε.Ε., η Γαλλία, η Τουρκία, οι σκανδιναβικές χώρες και τόσες άλλες. Τώρα, αν για εμάς πολιτισμός είναι μόνο τα αρχαία μνημεία για να ανέβει ο τουρισμός, τότε είμαστε πραγματικά πολύ πίσω και αυτό πρέπει να αλλάξει. Οπότε, χρειάζεται έρευνα, σχεδιασμός, πολιτική βούληση και δράσεις.
Θα ήθελες να μας μιλήσεις και για την κινηματογραφική σου δραστηριότητα;
Ασχολούμαι χρόνια με το σενάριο, ενώ τελευταία σκηνοθέτησα ένα ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, το «Athens Beat», και μια ταινία μυθοπλασίας μικρού μήκους, το «Under». Πρόκειται για ένα νεονουάρ που έκανε πρεμιέρα πριν λίγες μέρες στο φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας στην Αθήνα. Παράλληλα, συνεργάζομαι με μια γαλλική εταιρεία προώθησης των βαλκανικών ποιοτικών σειρών, τη Series Balkan, και έχω προχωρήσει ως σεναριογράφος στο development του «Γιου μας» σε σειρά νέου τύπου, στα πρότυπα του Netflix και του HBO. Ομολογώ ότι βρίσκω πολύ ενδιαφέρον τον διάλογο μεταξύ των διαφορετικών αφηγηματικών ειδών, με γεμίζει έμπνευση και ενέργεια, νομίζω ότι είναι το μέλλον. Κι εξάλλου, μην ξεχνάμε ότι το μυθιστόρημα ενηλικιώθηκε ως σειρά σε εφημερίδες.
Είσαι μέλος της ΕΛΣΑΛ. Πώς δημιουργήθηκε και ποια είναι η δράση της;
Η Λέσχη απαρτίζεται από συγγραφείς και φίλους της crime λογοτεχνίας, οι οποίοι αγαπούν αυτό το είδος, τους δημιουργούς και τα έργα, που είτε έχουν καθαρά αστυνομική πλοκή είτε χαρακτηρίζονται ως νουάρ ή ως θρίλερ. Δημιουργήθηκε πριν δέκα περίπου χρόνια από τις «παλιές καραβάνες» της αστυνομική λογοτεχνίας στη χώρα μας, όπως είναι ο Φιλίππου, ο Αποστολίδης, ο Γκάκας, η Δανέλη, η Κακούρη, ο Καλφόπουλος, ο Μιχαηλίδης, ο Μαμαλούκας, ο Πιμπλής, ο Πανούσης και άλλοι σημαντικοί. Εγώ ανήκω στα νεότερα μέλη.