Εν μέσω προεκλογικού πυρετού, διεξάχθηκε το 2ο φεστιβάλ «Evia Film Project», ο τρίτος πόλος δράσεων του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, σε Αιδηψό, Λίμνη και Αγία Άννα, για να υποστηρίξει την ανάπτυξη στη Βόρεια Εύβοια, δυο χρόνια μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές. Αυτό που τονίζεται ιδιαίτερα είναι η ελπίδα ενίσχυσης της οικολογικής συνείδησης, μέσα από τον πολιτισμό, με δωρεάν προβολές μυθοπλαστικών ταινιών και ντοκιμαντέρ, ενός «πράσινου» οικολογικού σινεμά. Θα καταφέρουν όμως οι πολιτισμικές δράσεις να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά συμφέροντα που επιδιώκουν την εκμετάλλευση αυτής της βαλλόμενης περιοχής; Ελπίζουμε να κερδηθεί αυτό το στοίχημα, ώστε να μην καταλήξει άλλο ένα φεστιβάλ εξευγενισμένου ακτιβισμού.
Στην τελετή έναρξης, στο θερινό σινεμά «Απόλλων» της Αιδηψού, τιμώμενο πρόσωπο ήταν ο διάσημος Ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης Αλεξάντερ Πέιν, που προλόγισε την ταινία του «Μικρόκοσμος» (2017) και απάντησε στις ερωτήσεις του κοινού. Σε αυτή την παραγνωρισμένη κοινωνική σάτιρα, σχεδόν μια δεκαετία μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς και τις παγκόσμιες επιπτώσεις, ο σκηνοθέτης έχει την αθεόφοβη έμπνευση να προτείνει ως λύση στην ολοένα αυξανόμενη πτώχευση της μικρομεσαίας τάξης, τη συρρίκνωση, στα όρια ειρωνείας, σουρεαλιστικής επιστημονικής φαντασίας και κοινωνικού προβληματισμού. Η ταινία επεκτείνεται με σχετική ελαφρότητα σε πολλαπλά κοινωνικά, υπαρξιακά, οικονομικά και οικολογικά ζητήματα.
Ο σαραντάρης εργοθεραπευτής Πολ (Ματ Ντέιμον), που συνεχίζει να αποπληρώνει το δάνειο των σπουδών του, αποφασίζει και αυτός, όπως πολλοί φίλοι του στο κατώφλι της ανεργίας, να μειώσει την ύπαρξη του κατά 2744 προς 1, ώστε μειώνοντας το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα, να επωφεληθεί από το πακέτο προσφοράς, με απαλλαγή φορολογικών υποχρεώσεων, πολλαπλασιασμό περιουσίας και διαβίωση σε ονειρεμένη πολυτελή κατοικία, σε μέγεθος κουκλόσπιτου. Ωστόσο, η αγαπημένη του σύζυγος δεν πείθεται να τον ακολουθήσει, τη στιγμή που ο Πολ έχει ύψος μόλις 12,5 εκ. Ένα χρόνο μετά, προσπαθώντας να συνέλθει από την κατάθλιψη σε μια περιορισμένη και απόλυτα ρυθμισμένη κοινωνία λιλιπούτειων χαμογελαστών πλούσιων, ο Πολ συναντά τον Ντούσαν (Κρίστοφερ Βαλτς), για να ανακαλύψει έκπληκτος, πως τίποτα δεν έχει αλλάξει. Ανέχεια, ρατσισμός, μετανάστευση και εργασιακή εκμετάλλευση εξακολουθούν να μαστίζουν και τη μικροσκοπική κοινωνία. Ο Πολ ενθουσιασμένος με τη γνωριμία της φημισμένης Βιετναμέζας ακτιβίστριας και νυν καθαρίστριας Λιοκ Λαν, σε μια απροσδόκητη τροπή, ταξιδεύει στη Νορβηγία, αναζητώντας την ιστορική πρώτη αποικία μικροσκοπικών ανθρώπων, μια χίπικη ουτοπική κοινωνία με χαρακτηριστικά θρησκευτικής αίρεσης, που ετοιμάζεται να εγκαταλείψει τον παρόντα κόσμο που αυτοκαταστρέφεται, για να ζήσει και να διασώσει την ανθρωπότητα, σε ένα ειδικά διαμορφωμένο λιλιπούτειο καταφύγιο, στη λιθόσφαιρα της Γης.
Ξαναβλέποντας μετά από επτά χρόνια την ταινία, που υπήρξε εμπορική αποτυχία, ο Αλεξάντερ Πέιν παραδέχτηκε πως το πρόβλημά της ίσως είναι η αρχική ιδέα, που αναπτύσσεται ανεξέλεγκτα, συνδέοντας το νόημά της με το τετράωρο ντοκιμαντέρ του Μαρσέλ Οφύλς «Hotel Terminus» και καταλήγει πως ο «Μικρόκοσμος» υποφέρει από εσωτερική σύγκρουση, αναζητώντας ισορροπία ανάμεσα σε υψηλές και μικρές ιδέες.
Στο ντοκιμαντέρ «Η ορχήστρα της ανακύκλωσης», (2015/Μπραντ Όλγκουντ, Γκράχαμ Τάουνσλι), που προβλήθηκε στη Λίμνη Ευβοίας, τη βραδιά της Γιορτής της Μουσικής, ένας εμπνευσμένος δάσκαλος στην Παραγουάη,
αποφασίζει να διδάξει μουσική στα παιδιά μιας παραγκούπολης σε σκουπιδότοπο. Αλλά, επειδή ένα βιολί κοστίζει παραπάνω από ένα σπίτι, σε συνεργασία με έναν καλόκαρδο ξυλουργό πετυχαίνουν το ακατόρθωτο: φτιάχνουν αυτοσχέδια μουσικά όργανα για όλους τους μαθητές, με υλικά από τη χωματερή. Μια πεταμένη ακτινογραφία γίνεται μεμβράνη τυμπάνου, ενώ ένα τσέλο κατασκευάζεται από έναν τενεκέ λαδιού, μια ξύλινη κουτάλα, μια βρύση και 12ποντο γυναικείο τακούνι, με καβαλάρη από πιρούνι. Σε κοφτά κοντινά πλάνα μεταφέρονται οι κατασκευαστικοί πειραματισμοί, όπου ισιώνουν λαμαρίνες, μεταποιούν και προσαρμόζουν διαφορετικά υλικά, μετρώντας, κόβοντας, τρυπώντας και βιδώνοντας, σε ένα πρωτότυπο, άρτιο υβριδικό αποτέλεσμα, όπου η ανθρώπινη εφευρετικότητα αναδεικνύει το νόημα της ανακύκλωσης. Τα παιδιά μιλάνε στην κάμερα για τα όνειρά τους και το πόσο η μουσική άλλαξε τη ζωή τους, ενώ έφηβες μαθήτριες, που είναι βιολονίστριες και τσελίστριες στην «Ορχήστρα της ανακύκλωσης» ερμηνεύουν έργα των Μπετόβεν, Μότσαρτ και Βιβάλντι. Παράλληλα, μετά τη συνεργασία με τους Megadeath, τους δόθηκε η ευκαιρία να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, δίνοντας συναυλίες σε Αμερική, Καναδά και Ιαπωνία. Στοχεύοντας να αναδείξουν στον αναπτυγμένο κόσμο το μοναδικό αυτό εγχείρημα, οι σκηνοθέτες δίνουν βάρος στο εντυπωσιακό αποτέλεσμα, αποφεύγοντας ωστόσο, να αναφερθούν στις αιτίες της ανέχειας.
Μετά το τέλος της προβολής ξεπροβόδισε το κοινό η μπάντα χάλκινων πνευστών «Αγία Φανφάρα», σε μια μαγική λιτανεία προς το λιμάνι, με μουσικές από τις ταινίες του Κουστουρίτσα, ενώ το πανηγυριώτικο ξεφάντωμα συνεχίστηκε μέχρι αργά, με παραδοσιακά.
Ο καταξιωμένος Αυστριακός κινηματογραφιστής Χούμπερτ Ζάουπερ (Ο εφιάλτης του Δαρβίνου/2004), παρευρέθηκε στην Εύβοια για να προλογίσει την προβολή του ντοκιμαντέρ του «Ερχόμαστε εν ειρήνη» (2014). Με ένα σχεδόν «χάρτινο» αεροπλάνο, που έφτιαξε ο σκηνοθέτης με την ομάδα του ειδικά για την ταινία, ο Ζάουπερ πετάει πάνω από το Νότιο Σουδάν και ανάμεσα σε πειραματικές εναέριες λήψεις καταγράφει τη διχοτόμηση μιας χώρας σε δυο ηγέτες, έναν χριστιανό και έναν μουσουλμάνο, που ξεπουλούν το πλούσιο υπέδαφος σε πετρελαιοπαραγωγικές εταιρείες Αμερικανικών και Κινεζικών συμφερόντων, μετά από ένα αποσχιστικό δημοψήφισμα που καταλήγει σε εμφύλιο. Οι εξαθλιωμένοι Αφρικανοί παρακολουθούν από τα πλινθόκτιστα χωριά τους, τους λευκούς να κυκλοφορούν ανενόχλητα στη χώρα τους, σαν τρελοί εξωγήινοι κατακτητές, αρπάζοντας τα πάντα, αφήνοντας κρανίου τόπο, μετά τις εξορύξεις, γεμάτο επικίνδυνα απόβλητα και σκουπίδια. Υιοθετώντας ο ίδιος ο σκηνοθέτης την περσόνα ενός λευκού κυβερνήτη για να υπερβεί γραφειοκρατικά εμπόδια, ο Ζάουπερ επιχειρεί με φαντασία και πολύ ειρωνεία να καταγράψει το αλισβερίσι και την γενικευμένη παράνοια σε ένα ντοκιμαντέρ-καυστικό σχόλιο για τη συνεχιζόμενη αποικιοκρατία. Στον πρόλογό του επέμεινε πως η ταινία δεν έγινε για να καταλάβουμε, αλλά για να νιώσουμε τι συμβαίνει εκεί. Μετά την προβολή ανέφερε πως έμεινε δυο χρόνια στο Σουδάν και πως αρκετές φορές τον συνέλαβαν. Εξηγώντας πώς κατάφερε να επικοινωνήσει με τους χαρακτήρες, αναφέρθηκε στις λέξεις-κλειδιά «εμπιστοσύνη» και «πρόσβαση». Αναφερόμενος στη σημασία που δίνει στον ήχο, τόνισε πως «στο σινεμά δεν ακούς τον ήχο, τον νιώθεις». Κατά τη διάρκεια των πτήσεων ακούγανε Πινκ Φλόυντ και Μότσαρτ σε μια μεταβατική κατάσταση και σε κάποιες σκηνές χρησιμοποίησε τη μουσική που ακούγανε εκείνη τη στιγμή.
Στη διάλεξη που έδωσε, ανέφερε πως επηρεάστηκε από το «σινεμά της επαφής» του Ζαν Ρους, τον οποίο είχε γνωρίσει στο Παρίσι, ενώ επέμεινε στο πόσο σημαντική είναι η θέση της κάμερας στην καταγραφή του βλέμματος, γιατί ό,τι φαίνεται στην ταινία αντανακλά το βλέμμα του κινηματογραφιστή. Ο ίδιος κινηματογραφεί πολλές εκδοχές της ίδιας σκηνής, ενώ θεωρεί το μοντάζ μακρόχρονη απαιτητική διαδικασία, όπου δημιουργείται μια νέα ανακατασκευασμένη πραγματικότητα.
Στο κυκλικό περίπτερο «Το Κύμα», σε προβλήτα πάνω απ’ τη θάλασσα, όπου φιλοξενείται το γραφείο Τύπου, σε ξεχωριστό δωματιάκι γίνονταν καθημερινά VR μικρού μήκους προβολές, όπου με ειδική κάσκα και ακουστικά ο θεατής βυθιζόταν στο θαυμαστό κόσμο της εικονικής πραγματικότητας, με πανοπτική θέαση 360ο, μια βιωματική εμπειρία με το θέαμα ολόγυρά σου. Στο «Genesis» (2021/Γιόργκ Κούρτιαλ), με εικόνες της προϊστορικής εποχής, πολύ πριν την εμφάνιση του Ανθρώπου στη Γη, πότε μοιάζει να κολυμπάς ανάμεσα σε κοπάδια ψαριών και γιγάντια κήτη, πότε να περνούν από πάνω σου τρομακτικοί δεινόσαυροι.
Στην παραλία της Αγίας Άννας εκλεκτοί ξένοι και Έλληνες σκηνοθέτες έδωσαν μάστερκλας όπως Ζαχαρίας Μαυροειδής, Λευτέρης Χαρίτος, Ελίνα Ψύκου και Γιώργος Τσεμπερόπουλος, ενώ στη γιορτινή βραδιά λήξης του φεστιβάλ, αναμένεται απόψε στην Αιδηψό συναυλία του Νίκου Πορτοκάλογλου.
* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου,