Ο 49χρονος Ναβίντ Λαπίντ, κάτοικος Παρισιού, όπως και άλλοι αυτοεξόριστοι Ισραηλινοί σκηνοθέτες, στη νέα του ταινία «Το γόνατο της Αχέντ» επιλέγει ήρωα σε αναζήτηση ταυτότητας, για να αποκηρύξει τη χώρα του, κλείνοντας οριστικά τους δεσμούς με το φασιστικό κράτος του Ισραήλ, μια πατρίδα που θεωρεί ανεπιθύμητο και προδότη όποιον έχει αντίθετη άποψη.

Ένας πρωτοποριακός αλλά άσημος Ισραηλινός σκηνοθέτης, ο Γιουντ (Αβσαλόμ Πόλακ) οραματίζεται να ονοματίσει τη νέα του ταινία «Το γόνατο της Αχέντ», εμπνευσμένος από την πραγματική λαμπερή 23χρονη Παλαιστίνια ακτιβίστρια Αχέντ Ταμίμι, για την οποία, όντας σε κατ’ οίκον περιορισμό, ένας Ισραηλινός υπουργός είχε δηλώσει ότι «θα έπρεπε να της φυτέψουν μια σφαίρα στο γόνατο». Όταν ο Γιουντ ταξιδεύει σε ένα απομακρυσμένο χωριό του Ισραήλ, στην έρημο Αραβά, προσκαλεσμένος για την προβολή μιας παλιότερης ταινίας του, συναντά την όμορφη Γιαλόμ (Νουρ Φίμπακ), υποδιευθύντρια Βιβλιοθηκών στο ΥΠΠΟ, η οποία τον πληροφορεί πως ο όρος για την αποζημίωσή του είναι η υπογραφή ενός εντύπου, στο οποίο πρέπει να προσδιορίσει το θέμα της ταινίας που προβάλλεται και το θέμα της συζήτησης που ακολουθεί, μέσα από προτεινόμενα θέματα «πολλαπλής» επιλογής, πράγμα που ισοδυναμεί με δήλωση πολιτικών φρονημάτων. Αμφιταλαντευόμενος αν θα υποκύψει στις πιέσεις, εν όψει χρηματοδότησης της νέας ταινίας του, επικοινωνεί με έναν φίλο του δημοσιογράφο, ώστε να αποκαλυφθεί ο ανήθικος εκβιασμός.

Με αρκετές ομοιότητες με τον πρωταγωνιστή της προηγούμενης ταινίας του «Συνώνυμα» (2019 / Χρυσή Άρκτος 69ης Μπερλινάλε), έναν επαναστατημένο ήρωα-άλτερ έγκο του σκηνοθέτη- που απηυδησμένος από την παράνοια της πατρίδας του, αναζητά θέση και ταυτότητα σε ξένη χώρα, έτσι και ο τωρινός πρωταγωνιστής βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση ταυτότητας, αλλά και ηλικίας. Ο γκριζομάλλης Γιουντ αιωρείται ανάμεσα σε αναμνήσεις, αμφιβολίες, επιθυμίες και ιδέες για τη νέα ταινία του, ενώ περιφέρεται μαυροντυμένος και αξύριστος, με μαύρα γυαλιά ηλίου -σαν ξεπεσμένος ροκστάρ- για να κρύψει εκτός από τα κουρασμένα, αλλά γοητευτικά μπλε μάτια του, την πίκρα και την αηδία στο βλέμμα. Το ανώδυνο αρχικά φλερτ μεταξύ Γιουντ και Γιαλόμ, παρά την εικοσαετία που τους χωρίζει, γρήγορα καταλήγει στην πίεση να υπογράψει το έντυπο «υποταγής, δουλοπρέπειας και ταπείνωσης». Βαθιά απογοητευμένος από μια χώρα που φιμώνει καλλιτέχνες, ο Γιουντ επιχειρεί να πατσίσει με ένα ενοχικό παρελθόν, σε διφορούμενο ρόλο ενός σπαρακτικά σατανικού και βαθιά οργισμένου χαρακτήρα.

Ο συγκαλυμμένος ερωτισμός των δυο πρωταγωνιστών μπλοκάρεται από την οδυνηρή πραγματικότητα της ανείπωτης ισραηλινής κατοχής, που διερευνάται από την μεριά των Ισραηλινών, οι οποίοι εξαναγκάζονται σε αποσιώπηση, λήθη και ταπείνωση, καταλήγοντας στην παράνοια, δίχως κουβέντα για το σφαγιασμό των Παλαιστινίων. Οι συζητήσεις των πρωταγωνιστών παρουσιάζουν σε βερμπαλιστικό εκτονωτικό χείμαρρο νοσταλγικές αναμνήσεις, προσωπικές εξομολογήσεις και οδυνηρές αποκαλύψεις για τη μιλιταριστική καταπίεση και τη λογοκρισία. Όπως σε αρκετές ισραηλινές ταινίες, επιλέγεται ο σουρεαλισμός και το παράλογο, για να αναδειχτεί η αλήθεια, ακόμα και με μουσικοχορευτικές επιλογές σαν μιούζικαλ, όπως στο «Foxtrot» (2017/Σαμιουέλ Μαόζ). Έτσι, η δήλωση του υπουργού για τη σφαίρα στο γόνατο της Αχέντ, αρχικά συλλαβίζεται ρυθμικά, θυμίζοντας μιούζικαλ, ενώ αργότερα επαναλαμβάνεται στα γερμανικά, ανακαλώντας ηχητικά ναζιστικές διαταγές. Ωστόσο η ένταση στην παραληρηματική ομολογία του Γιουντ ενισχύεται με την επανάληψη λέξεων όπως «αλήθεια», δημιουργώντας λεκτικό ρυθμό σε στυλ μπιτ ποίησης, όπως και στα «Συνώνυμα», με το εξίσου εντυπωσιακό σκηνοθετικό στυλ νουβέλ βαγκ επιρροής και αίσθηση μπεκετικού παραλόγου.

Στα πλαίσια σκηνής κατά το κάστινγκ της ταινίας του Γιουντ, με ρομερικής έμπνευσης τίτλο, επιλέγεται το «Welcome To The Jungle» (1987/Guns N’ Roses), σε εμπνευσμένη μεταφορά των στίχων του τραγουδιού. Εύστοχες είναι και οι επιλογές τραγουδιών, πριν η ταινία κλείσει στη σιωπή. Το «Be my baby» πρόσχαρο ποπ του ’60 σε διασκευή της Βανέσα Παραντί, που ακούει με ακουστικά και το χορεύει σε ψηλοκρεμαστά πλάνα κάτοψης ο πρωταγωνιστής στη βόλτα του στην έρημο, όσο και το «Lovely Day» (1977/Μπιλ Γουίδερς), κατά την μετακίνησή του προς το χώρο της προβολής, ως τραγούδι που ο οδηγός χορεύει σε οραματική εικόνα, αγγίζουν το μιούζικαλ, δημιουργώντας συναισθηματική αντίφαση με τον καταρρακωμένο ψυχισμό του πρωταγωνιστή, υπονομεύοντας την κρατική αναλγησία. Λειτουργώντας αντίστοιχα, οι μουσικοί της πρωτότυπης σύνθεσης εμφανίζονται ζωντανά στην οθόνη, θυμίζοντας την «Γυναίκα σε πόλεμο» (2018/Μπένεντικτ Έρλινγκσον). Έτσι, η παιδική ανάμνηση της πρόσφατα θανούσας μητέρας του Γιουντ ζωντανεύει όταν στο ίδιο κάδρο περνά μια ποδηλάτισσα με τον γιο της σε ειδικό καρεκλάκι από πίσω. Το εβραϊκό ροκ που ακούγεται, ερμηνεύεται ζωντανά, καθιστώντας ορατούς στον πρωταγωνιστή τους μουσικούς, σε ένα παιχνίδι πραγματικότητας-φαντασίας. Ανακαλώντας σκηνή από την «Ανωτέρα βία» (2015/Ρούπερ Έστλουντ), το σκληρό χιπ-χοπ των Ισραηλινών Shabak Samech, που χορεύουν για εκτόνωση οι νεοσύλλεκτοι φαντάροι, κατά την αφήγηση εφιαλτικών αναμνήσεών του Γιουντ από τη στρατιωτική του θητεία, αποκαλύπτει μέσα από αναπαραστατικά φλασμπάκ, την επιβεβλημένη παράνοια και τα ψυχολογικά βασανιστήρια.

Η κάμερα μέσα από μεγάλης διάρκειας λήψεις, πότε ακολουθεί το βλέμμα ή τις κινήσεις του Γιουντ, καταγράφοντας την αδιάκοπη τροχιά της μέσα από μεγάλα άλματα, όπως στη σκηνή πολυλογίας της Γιαλόμ και πότε αυτονομείται από την υποκειμενική οπτική και κινείται βουστροφηδόν, από τον έναν ομιλητή στον άλλον, στους αντιπαραθετικούς διαλόγους των πρωταγωνιστών, σαν αόρατος παρατηρητής. Συχνά καταγράφεται η πορεία του πρωταγωνιστή μέσα από εξεζητημένες διαφορετικές ψηλοκρεμαστές τροχιές αλά Κιούμπρικ, όταν ο Γιουντ βαδίζει στην έρημο, θυμίζοντας σε συνδυασμό με το ερημικό τοπίο, τα ονειρικά τοπία ενδοσκόπησης στο «Μπάρντο, το ψευδές χρονικό ενός σωρού αλήθειες» (2022/Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου), με κοινή την αναφορά στο «8 1/2» (1963/Φελίνι). Αξιοπρόσεχτες και οι μεταβάσεις με τα κλοζ απ και τα κοντινά πλάνα στα πρόσωπα, ποπ-σουρεαλιστικής αισθητικής, που τονίζουν σε συγκεκριμένες λέξεις γκρο πλάνο στο στόμα, υπογραμμίζοντας υπονομευτική χυδαιότητα. Σε μια ταινία αφηγηματικής ποικιλομορφίας, ο χρόνος διαστέλλεται σε φλασμπάκ μέσα από λεκτική αφήγηση και αναπαραστατικές σκηνές ή μέσα από ονειρική διάσταση, με σκηνές που εικονοποιούν εν τη γενέσει τις δημιουργικές ιδέες ενός σκηνοθέτη.

Παραπαίοντας από τον συναισθηματισμό στον κυνισμό, ως μεταφορά του Ισραήλ, ο Γιουντ βιντεοσκοπεί στο κινητό σωρούς από σάπιες πιπεριές στην έρημο, καθώς «κάθε νέα γενιά εμφανίζεται, μεγαλώνει, μα δεν εξελίσσεται, μόνο μαραίνεται και σαπίζει, αδαής ακόμα πιο δειλή από την προηγούμενη». Αργότερα παραλληλίζει το «άθλιο, εθνικιστικό, ρατσιστικό, σαδιστικό εβραϊκό κράτος» με «θανάσιμη μολυσματική ασθένεια» και καγχάζει μπροστά από την δακρυσμένη Γιαλόμ «Να ξεράσω το Ισραήλ ουρλιάζοντας από τα βάθη της ύπαρξής μου και να φτύσω το πρόσωπο ενός υπουργού πολιτισμού που μισεί τον πολιτισμό, μιας κυβέρνησης που μισεί την ομορφιά της ανθρώπινης ύπαρξης».

Σε μια πράγματι σπάνια απολογητική πολιτική κορύφωση-ομολογία του ίδιου του σκηνοθέτη, η ταινία αυτή, γυρισμένη το 2021, αποκτά πολιτικό νόημα ως δημόσια καταγγελία του Λαπίντ ενάντια στο κράτος του Ισραήλ. Ωστόσο, στο πλαίσιο της τωρινής συγκυρίας, με την προβολή της ταινίας τέλη του 2024 στις ελληνικές αίθουσες, η βερμπαλιστική της ένταση αποδυναμώνεται, μπρος στη συνεχιζόμενη εδώ και πάνω από ένα χρόνο γενοκτονία των Παλαιστινίων στη Γάζα και στο Λίβανο. Μακρινές είναι και οι αντίστοιχες προσπάθειες αξιόλογων Ισραηλινών σκηνοθετών, όπως του Αμός Γκιτάι, όταν αναλογιζόμαστε ότι εδώ και πάνω από 25-30 χρόνια, τέτοιες απολογητικές και όχι τόσο καταγγελτικές ταινίες, λειτούργησαν περισσότερο λυτρωτικά για τους ίδιους τους σκηνοθέτες, οι οποίοι συμμετείχαν ακούσια στις πολεμικές συρράξεις του Ισραήλ, πριν εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com

 INFO

  • Οι τρεις πρώτες ταινίες της Φρίντας Λιάππα, ψηφιακά αποκατεστημένες, θα προβληθούν στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, Δευτέρα 18/11 στις 20:00, με ελεύθερη είσοδο, για τα 30 χρόνια από το θάνατο της.
  • To 37o Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου (21/11-27/11/2024) με 11 ταινίες στο Διαγωνιστικό και αφιέρωμα στον Κασσαβέτη φιλοξενείται σε ΤΡΙΑΝΟΝ, NEWMAN, STUDIO και την ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ. Περισσότερα: panoramafest.gr
  • 4ο «Cinema made in Italy» στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (21-27/11/2024).
  • 8ο Φεστιβάλ WIFT GR – 50/50 Ισότητα και στον Κινηματογράφο, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (28/11-1/12/2024), με προβολές και συζητήσεις.
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!