Επιτακτική ανάγκη η ανάπτυξη ενός νέου πολιτικού κινήματος
Του Βασίλη Ξυδιά
Η πολύ άσχημη εξέλιξη της διαπραγμάτευσης μάς φέρνει αντιμέτωπους με το στρατηγικό αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή με το γενικό αδιέξοδο μιας στρατηγικής που θεωρούσε -και εξακολουθεί να θεωρεί- ότι η πολιτική και οικονομική κρίση της χώρας μπορεί να αντιμετωπιστεί παρακάμπτοντας το σύνολο των μεγάλων, ιστορικής κλίμακας, προβλημάτων που έφερε στο προσκήνιο η κρίση· κι ότι είναι εφικτή μια «συμβιωτική» συνύπαρξη μ’ αυτούς στο εξωτερικό και στο εσωτερικό της χώρας που προκάλεσαν την κρίση και εφάρμοσαν τα μνημόνια, στον βαθμό που κι αυτοί θα μπορούσαν να αποδεχθούν μια κάπως πιο ευνοϊκή αντιμετώπιση του λαού που υπέφερε ως τώρα απ’ όλα αυτά.
Βασισμένη σ’ αυτές τις υποθέσεις η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ συρρίκνωσε, προεκλογικά, το πολιτικό της πρόγραμμα σε δύο κυρίως αιχμές: (α) στην ιδέα της «πραγματικής διαπραγμάτευσης» με τους απ’ έξω και (β) στην εφαρμογή του περίφημου «Προγράμματος της Θεσσαλονίκης», ενός ελάχιστου προγράμματος αντιμετώπισης της λεγόμενης «ανθρωπιστικής κρίσης» και κάποιων πολιτικών μέτρων στο εσωτερικό μέτωπο (πολιτικό σύστημα, διαπλοκή, Μέσα Ενημέρωσης, κρατική Διοίκηση κ.λπ.). Αποδεικνύεται τώρα ότι τα παραπάνω απετέλεσαν μεν έναν αποτελεσματικό επικοινωνιακό χειρισμό για να κερδηθούν οι εκλογές, ήταν όμως μια έωλη πολιτική βάση για τις μάχες που θα έρχονταν μετά.
Έτσι, δυστυχώς και για την κυβέρνηση και για τον ελληνικό λαό που την εμπιστεύθηκε, τα πράγματα οδηγούνται τώρα σε παταγώδη αποτυχία. Και το ζήτημα, τούτη την ώρα, δεν είναι να ψάξει κανείς να βρει τις έξυπνες ή τις ριζοσπαστικές λύσεις που θα μπορούσαν υποτίθεται να βγάλουν την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ από το άμεσο αδιέξοδο (κάτι τέτοιο θα ήταν από ματαιοπονία έως επικίνδυνος τυχοδιωκτισμός). Ούτε είναι εύκολο να υπάρξει άμεση αλλαγή στρατηγικής επειδή κάποιες από τις ομάδες εντός ή εκτός ΣΥΡΙΖΑ ή ένα με δύο στελέχη, θα μπορούσαν ενδεχομένως να προτείνουν ορισμένες ευφυείς ιδέες. Δυστυχώς τα πράγματα είναι αρκετά πιο πολύπλοκα. Διότι -ας μην έχουμε αυταπάτες- η συζήτηση διεξάγεται με σαφείς όρους ισχύος. Και από την άποψη αυτή το πολιτικό κεφάλαιο του Αλέξη Τσίπρα, τόσο μέσα στην κοινωνία, όσο και σε διάφορα κέντρα ισχύος εντός και εκτός της χώρας, είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από το πολιτικό μέγεθος ολόκληρου του ΣΥΡΙΖΑ. Παρ’ όλη την αφύπνιση και την αγανάκτηση που εξαπλώνεται με ραγδαίους, πλέον, ρυθμούς ανάμεσα στα κομματικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, οι άμεσες πολιτικές εξελίξεις θα κριθούν από τις επιλογές του ηγετικού επιτελείου.
Το ζήτημα είναι η ανασυγκρότηση του πολιτικού κινήματος σε μια νέα στρατηγική βάση, τα χαρακτηριστικά της οποίας δεν μπορούμε να προβλέψουμε εντελώς, μπορούμε όμως να σκιαγραφήσουμε τους βασικούς άξονες πάνω στους οποίους οφείλουμε να δώσουμε νέες απαντήσεις.
α) Γεωπολιτικός αναπροσανατολισμός της χώρας. Μπορούν να αντιμετωπιστούν οι δανειστές και το νέο ευρωγερμανικό κατεστημένο χωρίς τη ριζική επανεξέταση του στρατηγικού γεωπολιτικού προσανατολισμού της χώρας;
β) Πολιτειακό-πραγματική δημοκρατία. Μπορεί να υπάρξει πολιτική δικαιοσύνη και πραγματική δημοκρατία χωρίς τη ριζική δημοκρατική ανασυγκρότηση του πολιτικού συστήματος; Πώς θα αντιμετωπιστεί ο ολιγαρχικός έλεγχος στα Μέσα Ενημέρωσης και στις τράπεζες;
γ) Σεισάχθεια-παραγωγική ανασυγκρότηση. Μπορεί να υπάρξει κοινωνική και οικονομική ανασυγκρότηση χωρίς μια γενικευμένη σεισάχθεια; Και μπορεί να υπάρχει ανόρθωση της οικονομίας χωρίς μια στρατηγική ενδογενούς παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας;
Καθώς στον ορίζοντα των τριών αυτών αξόνων αναδεικνύονται κρίσιμα ζητήματα παιδείας και ταυτότητας, καθώς και η ανάγκη ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στο σχετικό προβληματισμό, το ερώτημα είναι αν μια τέτοια στρατηγική επανεξέταση μπορεί να έρθει σε συνέχεια της απογοήτευσης που θα ακολουθήσει το στρατηγικό αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ερώτημα δεν μπορεί να απαντηθεί με ένα απλοϊκό «ναι», αλλά ούτε και με ένα εύκολο «όχι». Ασφαλώς το σοκ θα είναι μεγάλο. Και ήδη οι αντίπαλοι, έξω και μέσα απ’ τη χώρα, φροντίζουν ώστε η απογοήτευση να μετατραπεί σε απελπισία και συλλογική κατάθλιψη. Όμως, ας θυμηθούμε ότι κάπως έτσι προχώρησε η αντιμνημονιακή ωρίμανση του λαού τα τελευταία πέντε χρόνια.