Γράφει ο Αλέξης Θεοδωρίδης*

«Αφού το κεφάλαιο δε μπορεί να θέσει όρια στον εαυτό του, δε μπορεί να διακρίνει μεταξύ της ανάπτυξης ενός παιδιού και της ανάπτυξης ενός καρκίνου»
István Mészáros – Beyond Capital

Κρίση ή φυσική καταστροφή;

Στα τέλη του 18ου αιώνα ο Malthus δημοσίευσε το «Δοκίμιο για την Αρχή του Πληθυσμού». Σε αυτό αναφέρει μία αρχή, που ισχυρίζεται ότι προκύπτει από την ίδια την φύση, η οποία περιγράφεται ως εξής: Ο πληθυσμός αυξάνεται γεωμετρικά ενώ η αύξηση των μέσων συντήρησης είναι μόνο γραμμική, επομένως ελλείψει πολιτικών περιορισμού του πληθυσμού, η φτώχεια μαστίζει κατ’ ανάγκη τις μάζες των ανθρώπων. Ακόμα κι αν ο τρόπος ανάπτυξης αυτής της θεωρίας έχει ελάχιστη αποδεικτική αξία και η ίδια έχει μηδαμινή προβλεπτική ικανότητα, ωστόσο αποτελεί μία πρώιμη εμφάνιση μιας ιδεολογικής συμπεριφοράς του κεφαλαίου που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αυτή η συμπεριφορά αφορά αφενός την αντιμετώπιση ενός πραγματικού προβλήματος σαν να είναι αποτέλεσμα ενός φυσικού νόμου και αφετέρου τη νομιμοποίηση των πολιτικών που εγείρονται δήθεν για αυτήν την αντιμετώπιση, ως εξισορροπιστικές αυτής της φυσικής τάσης. Αυτή η τάση φυσικοποίησης αποκτά στις μέρες μας πρωτόγνωρες διαστάσεις.

Η ενεργειακή κρίση και το περιβαλλοντικό πρόβλημα αντιμετωπίζονται με παρόμοιο τρόπο: Οι αυξανόμενες ανάγκες του αυξανόμενου πληθυσμού χρειάζονται όλο και περισσότερους από τους μη ανανεώσιμους πόρους του πλανήτη μέχρι που αυτοί γίνονται ανεπαρκείς, προκαλώντας νέα είδη φτώχειας όπως και την υπερθέρμανση του πλανήτη η οποία είναι αποτέλεσμα της εκπομπής συγκεκριμένων ρύπων. Λύση: Η πράσινη ανάπτυξη, πράσινη ενέργεια, πράσινες πολυεθνικές. Προκαλεί έκπληξη το πόσο επιμελώς αποκρύβεται από τη συζήτηση για τους ενεργειακούς πόρους η τεράστια σπατάλη και το πτωτικό ποσοστό χρήσης των παραγόμενων προϊόντων πάσης φύσεως. Σαν η παραγωγή να είναι αποτέλεσμα των «αυθόρμητων» καταναλωτικών αναγκών και όχι της αναγκαιότητας της εκθετικής ανάπτυξης που το κεφάλαιο επιβάλλει στην κοινωνία, παράγοντας την απαιτούμενη προσφορά και τη ζήτηση ταυτόχρονα. Εξού και η ψευδής αντίληψη ότι η πράσινη ενέργεια αντικαθιστά την μη-πράσινη, ενώ στην πραγματικότητα απλώς ανταποκρίνεται στις αυξανόμενες ανάγκες του κεφαλαίου για ενέργεια (ασχέτως από το πόσο πράσινη είναι όντως).

Αντίστοιχα, η πανδημία του Covid-19 με την επιστημονικά προσδιορισμένη επικινδυνότητά της, δεν επιδέχεται άλλων αντιλήψεων ή συμπεριφορών πέρα των επιστημονικά ορθών: καθολικός και στην τροχιά της υποχρεωτικότητας εμβολιασμός, πιστοποιητικά συμμόρφωσης, επικοινωνιακός βομβαρδισμός. Γίνεται σκόπιμη αφαίρεση από την σχέση του ιού με τις υπάρχουσες κοινωνικές συνθήκες και την αλληλεπίδραση του ανθρώπου με τη φύση, χωρίς τις οποίες δε μπορεί να γίνει κατανοητή ούτε η εμφάνιση της πανδημίας, ούτε η επικινδυνότητά της, ούτε η αξιοποίησή της ως επιταχυντή κοινωνικών εξελίξεων.

Το αν οι δυναμικές της μετάβασης θα οδηγήσουν σε μία δυστοπική πραγματικότητα ή αν η ανθρωπότητα θα κατορθώσει να εφεύρει νέους τρόπους αλληλεπίδρασης με τη φύση και τον εαυτό της, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από ένα νέο κοινό νου που μέλλει να αναδυθεί.

Η Επιστήμη πίσω από την «ουδετερότητα»

Παρά τα συσσωρευόμενα κρισιακά συμπτώματα που προδιαγράφουν μία ζοφερή κατάσταση, διατηρείται μία ισχυρή αισιοδοξία αναφορικά με την λειτουργία και την προσφορά της επιστήμης ως αντίδοτο στους κινδύνους. Η επιστήμη αφού είναι αντικειμενική και αφού αναπτύσσεται ραγδαία δε μπορεί παρά να βρίσκει λύσεις σε αυξανόμενο ρυθμό στα προβλήματα που προκύπτουν. Πράγματι, το κεφάλαιο απελευθέρωσε νέες ποιότητες εξερεύνησης και κατανόησης του κόσμου, σπάζοντας τα εμπόδια που εγείρονταν από την αντίσταση της προηγούμενης τάξης πραγμάτων. Ωστόσο, το ότι η επιστήμη αν και προϊόν του ανθρώπου αντιτίθεται σε αυτόν ως ξένη δύναμη, μας θέτει προ της πρόκλησης να σκιαγραφήσουμε τα όρια που την περιβάλλουν, τα κίνητρα που τη διέπουν και τελικά τον κοινωνικό της ρόλο όπως αυτός διαμορφώνεται σε μία διαδικασία εντεινόμενης υπαγωγής της στο κεφάλαιο. Ο αυξανόμενος καταμερισμός εργασίας και ο κατατεμαχισμός των επιμέρους ερευνητικών διαδικασιών, προκαλούν την ολοένα και μεγαλύτερη απομάκρυνση του παραγόμενου αποτελέσματος από τις συστατικές του εργασίες (διανοητικές και χειρωνακτικές). Αυτή η διαδικασία είναι που κάνει την επιστήμη περισσότερο ελέγξιμη τόσο με την έννοια της πειθάρχησης των λειτουργών της όσο και με την έννοια του συνολικού προσανατολισμού της. Με αυτόν τον τρόπο αποκτά τη λειτουργία του μετροπόντικα που ανοίγει στα τυφλά νέες διαδρομές για την αυτο-αξιοποίηση του κεφαλαίου, ισοπεδώνοντας κάθε εμπόδιο και αγνοώντας τις συνέπειες, ενώ ταυτόχρονα είναι ανήμπορη για ποιοτικά άλματα που θα έθεταν σε αμφισβήτηση τα εκάστοτε επιστημονικά δόγματα.

«Μεγάλη Επανεκκίνηση» μέσα στον κλειστό ορίζοντα της κρίσης

Είναι πασιφανές πλέον ότι η κρίση δεν είναι στενά οικονομική. Δεν είναι απλώς ακόμα μία κυκλική κρίση που με το πέρας της θα αναζωογονήσει την κερδοφορία του κεφαλαίου μέχρι την επόμενη. Ζούμε εδώ και δεκαετίες αλλεπάλληλες φάσεις και σταθμούς μίας δομικής, πολυοργανικής κρίσης η οποία δε μπορεί να ξεπεραστεί παρά μόνο να παραταθεί. Είναι δομική επειδή πλέον έχουν αγγιχτεί απόλυτα (για την λειτουργία του κεφαλαίου) όρια τα οποία δε μπορούν να ξεπεραστούν χωρίς να αμφισβητηθεί ριζικά το υπάρχον πλαίσιο αναπαραγωγής των κοινωνικών σχέσεων. Είναι πολυοργανική επειδή λειτουργεί διαταρακτικά στις στοιχειωδέστερες αναπαραγωγικές λειτουργίες του κεφαλαίου απειλώντας συνεχώς την κοινωνία με συμπτώματα οργανικής «ανεπάρκειας» και «βλάβης». Και όσο η κρίση βαθαίνει τόσο πιο τυφλή γίνεται η αντιμετώπιση από την μεριά των ελίτ, των «προσωποποιήσεων του κεφαλαίου». Αυτή η τυφλότητα συνοψίζεται εύληπτα στο μανιφέστο του Klaus Schwab με τίτλο «Η Μεγάλη Επανεκκίνηση», το οποίο σκιαγραφεί μία στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης η οποία συνίσταται στην επιτάχυνση των εξελίξεων προς την ίδια κατεύθυνση που έχει δημιουργήσει την παρούσα ασφυξία, δηλαδή το περαιτέρω άνοιγμα χώρων αυτο-αξιοποίησης του κεφαλαίου και την ανάπτυξη μέσων για τη διαχείριση των εκρηκτικών κοινωνικών συνθηκών που θα προκύψουν από την παραπάνω κίνηση.

Μία από αυτές τις συνθήκες, που είναι ικανή να δυναμιτίσει πολλές περιοχές του παγκόσμιου οικοδομήματος, είναι η παραγωγή πλεονάζουσας εργασίας σε έναν πρωτοφανώς τεράστιο βαθμό, η διαχείριση της οποίας είναι ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα που όμως εξηγεί τη στροφή προς νέες μορφές πειθάρχησης και την επιβολή του ψηφιακού κόσμου ως τον κύριο διαμεσολαβητή της εργασιακής, εκπαιδευτικής, κοινωνικής και ατομικής ζωής. Ο μαγικός νέος ψηφιακός κόσμος μπορεί και απορροφά τόσο τον εργασιακό όσο και τον «ελεύθερο» χρόνο σε έναν διαδικτυακό βίο που διατρέχεται από χρόνο ταυτόχρονα παραγωγικό και καταναλωτικό. Με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο αποκτάται καλύτερος έλεγχος των κατακερματισμένων παραγωγικών / καταναλωτικών διαδικασιών, αλλά επίσης διευρύνεται η κουλτούρα του θεάματος στο σύνολο των ιδεολογικών αναπαραστάσεων και των καταναλωτικών απολαύσεων, στην πολιτική, στον πολιτισμό, στις κοινωνικές σχέσεις. Επομένως αυτή η ψηφιακή διαμεσολάβηση μικραίνει στο ελάχιστο τους χρόνους παραγωγής / κατανάλωσης και ταυτόχρονα εκμηδενίζει τους χώρους διεξαγωγής αυτών των διεργασιών περιορίζοντάς τους στα θραύσματα του ψηφιακά αναδιπλασιασμένου κόσμου, κάτι που προσδιορίζει ανάλογα και την κοινωνική συνείδηση, τουλάχιστον των πιο νέων ανθρώπων στις καπιταλιστικές «μητροπόλεις».

Κάπως έτσι αναδύεται ένας κόσμος διαδικτυακών παρίων, διευρυμένων παραγκουπόλεων, αποκλεισμένων στις σκιές των αστικών κέντρων, μεταναστευτικών ρευμάτων, νομαδισμού και γεωπολιτικού αναβρασμού που κάνουν ακόμα πιο ποικίλες και διαμεσολαβημένες τις μορφές εμφάνισης των ταξικών αγώνων από αυτό που ίσχυε μέχρι στιγμής (με κύριες στιγμές τον αγώνα των εργατών, των γυναικών και των καταπιεσμένων εθνών). Παρά το γεγονός ότι όλα αυτά δεν εξελίσσονται απρόσκοπτα και χωρίς αντιδράσεις και αντιστάσεις, αυτές παραμένουν απομονωμένες στα στενά χωρικά και χρονικά τους πλαίσια χωρίς τη δυνατότητα επικοινωνίας με πιο διευρυμένα κοινωνικά στρώματα. Υπό αυτές τις συνθήκες, το αν οι δυναμικές της μετάβασης θα οδηγήσουν σε μία δυστοπική πραγματικότητα ή αν η ανθρωπότητα θα κατορθώσει να εφεύρει νέους τρόπους αλληλεπίδρασης με τη φύση και τον εαυτό της, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την υπέρβαση αυτού του κατακερματισμού, από τη δημιουργία νέων χώρων εκδημοκρατισμού, από έναν νέο κοινό νου που μέλλει να αναδυθεί.

* Ο Αλέξης Θεοδωρίδης είναι προγραμματιστής Η/Υ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!