«Όταν όλα γκρεμίζονταν, άρχισε η αυτοπεποίθηση.
Το μέλλον λέει ότι ίσως μπορέσω. Εγώ ξέρω ότι μπορώ.»

(Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Οκτ. 1918)

«Αδέρφια, τις γροθιές ψηλά! Και τραγουδήστε,
ήρθε η φωτιά , ήρθε η χαρά, ήρθε η ανάσταση!
Στην ελεύθερη πατρίδα μας βαδίζει
ανεμπόδιστη, ακράτητη η Επανάσταση!»

(Ερνστ Τόλλερ, 1918)

«Στις κινητοποιήσεις και τις εξεγέρσεις στη βιομηχανική Ρουρ, στη Δρέσδη, στο Μόναχο κι αλλού, έστειλαν όχι μόνο τον αυτοκρατορικό στρατό, αλλά και τους «εθελοντές» των Freikorps που αποτελούνταν κυρίως από πρώην στρατιωτικούς που νοσταλγούσαν τους βασιλιάδες και δεν ήθελαν τη δημοκρατία, αλλά περισσότερο μισούσαν τον κομμουνισμό. Το 1919, σε ολόκληρη τη Γερμανία γίνονταν απεργίες, διαδηλώσεις και εξεγέρσεις με ριζοσπαστικά αιτήματα, αλλά το Πλειοψηφικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας ήταν αποφασισμένο να τα καταπνίξει στο αίμα χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα εναντίον των εξεγερμένων αντιφρονούντων. Με τανκς, πολυβόλα, ολμοβόλα και αεροπλάνα σκότωσαν πάνω από χίλια άτομα μόνο στο Βερολίνο!» (Στέλιος Ελληνιάδης, «Ευρώπη 1918-1923: Δημοκράτες και μοναρχικοί καταπνίγουν τα κινήματα αλλαγής»,Περίπτερο Ιδεών, Δρόμος της Αριστεράς, Νοεμ. 2019)

«Ήταν οι πρώτοι. Κι εντελώς απροετοίμαστοι για όλα αυτά, μετά από εννιακόσια χρόνια με τους Βίτελσμπαχ στο θρόνο, μετά το ολέθριο τέλος ενός πολέμου που είχε ξεκινήσει σίγουρος για τη νίκη. Δεν υπήρχε ιστορικό προηγούμενο, να στηριχτούν. Δεν υπήρχε εμπειρία άμεσης, διαρκούς δημοκρατίας, όπου θα συμμετείχαν όλοι σε όλες τις αποφάσεις. Όπου θα κυβερνούσε η φαντασία και οι ιδέες. Ήθελαν το καλύτερο και κατέληξαν στη φρίκη.»(Φόλκερ Βάιντερμαν, 2017)

Ο Volker Weidermann, συγγραφέας, λογοτεχνικός συντάκτης του περιοδικού DerSpiegel και οικοδεσπότης τηλεοπτικής εκπομπής για τη λογοτεχνία, ασχολείται με την ιστορία της λογοτεχνίας και γράφει «ιστορικοποιώντας» τη λογοτεχνία ή «λογοτεχνοποιώντας» την ιστορία. Αυτή η μορφή που συνήθως αποκαλείται «ιστορικό μυθιστόρημα» έχει γνωρίσει τεράστια διάδοση και χαρακτηρίζεται από ευανάγνωστα και συναρπαστικά αφηγήματα, αλλά και από τερατώδεις παραχαράξεις της ιστορίας με πρόσχημα τη «λογοτεχνική ελευθερία». Ένα από τα αποτελέσματα, λόγω του μεγαλύτερου εύρους αναγνωστών που έχει η λογοτεχνία από την ιστορία, είναι να μαθαίνει πολύς κόσμος «ιστορία» μέσα από το μυθιστόρημα, εν ολίγοις να μαθαίνει μια «πειραγμένη» ιστορία που αποτελείται από ένα μίγμα ιστορικών γεγονότων και φανταστικών προσθηκών και αναπλάσεων.

Ο Weidermann έχει πολλά προτερήματα. Στο βιβλίο του «Ονειροπόλοι – Όταν οι συγγραφείς πήραν την εξουσία, Γερμανία 1918» (μετ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Άγρα, 2019) περιγράφει μια ατμόσφαιρα, φωτίζει τη συμμετοχή ορισμένων σημαντικών προσώπων της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, όπως είναι ο Ρίλκε και οι Μαν, πατέρας και γιος, αλλά και ο Τόλλερ, ο Γκραφ κ.ά., υπεισέρχεται σε κύκλους, οικογένειες και ομάδες που αναδεικνύουν πλευρές της κοινωνικής δομής της εποχής και δείχνει συμπάθεια για τους μετριοπαθείς και τους ειρηνιστές που είχαν και σημαντική ευθύνη για την αρχική επιτυχία και την τελική αποτυχία της προσπάθειας από την πλευρά των εξεγερμένων, ενώ είναι συγκρατημένα επιφυλακτικός έως αρνητικός για τους επαναστάτες και δη τους κομμουνιστές που σήκωσαν μεγάλο βάρος του αγώνα και υπέστησαν τα φρικτότερα δεινά. Υστερεί στο να ξεγυμνώσει σε βάθος και να αποδοκιμάσει εντονότερα το ρόλο των σοσιαλδημοκρατών που συνταυτίστηκαν με τους ακροδεξιούς εθνικιστές, μοναρχικούς και φασίστες, για να συντρίψουν όλες τις λαϊκές εξεγέρσεις –όχι μόνο του Μονάχου- που ξέσπασαν στην ηττημένη Γερμανία και να στρώσουν ουσιαστικά το δρόμο για την επέλαση του ναζισμού.

Ο Weidermann παρουσιάζει με ζωηρότητα τα γεγονότα κυρίως μέσα από τη δράση και το ρόλο που έπαιξαν ορισμένοι συγγραφείς που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συμμετείχαν στα δραματικά γεγονότα του 1918-19 στο Μόναχο, συναρμολογώντας στοιχεία που συγκέντρωσε από μαρτυρίες, άρθρα, ημερολόγια, ανακοινώσεις, επιστολές, ποιήματα, πεζά και ιστορικά έργα, αξιοποιώντας τη γνώση και το λογοτεχνικό του ταλέντο. Η «ιστορία» του αναφέρεται στους πρωταγωνιστές της με τα πραγματικά τους ονόματα και γι’ αυτό είναι δύσκολο να την εκλάβεις ως καθαρή λογοτεχνία, ενώ είναι εύκολο να την ταυτίσεις με την πραγματική ιστορία εάν από άγνοια παραβλέψεις τα σημεία στα οποία ο συγγραφέας στενεύει το ιστορικό πλαίσιο και μεροληπτεί ερμηνεύοντας τις εξελίξεις και δικαιώνοντας ή απαξιώνοντας πρόσωπα σύμφωνα με τις δικές του αντιλήψεις καλυπτόμενος πίσω από την ελευθερία που απολαμβάνει ως μυθιστοριογράφος. Αυτό, βέβαια, ισχύει για κάθε «ιστορικό μυθιστόρημα» που υπερβαίνει την ιστορία αναμιγνύοντας τα πραγματικά περιστατικά με μυθοπλαστικά που γεννάει η φαντασία του συγγραφέα.

Δια της λογοτεχνικής οδού, ο Weidermann επικαιροποιεί μια σημαντική πτυχή της γερμανικής και ευρωπαϊκής ιστορίας, ακριβώς στο πέρασμα από τον Μεγάλο Πόλεμο στον Μεσοπόλεμο, που σκόπιμα έχει υποβαθμιστεί ή παραχαραχτεί από την κυρίαρχη πολιτική ιστορία, επειδή η αλήθεια ενοχοποιεί αυτούς που μεταπολεμικά φορώντας «κεντρώο» προσωπείο, ενώ είχαν υποστηρίξει τον πόλεμο, μετά την ήττα της Γερμανίας, χρησιμοποίησαν τους παράγοντες και τους θιασώτες του εθνικισμού και συντηρητισμού για να εξολοθρεύσουν σπουδαία πρόσωπα και να καταπνίξουν τις λαϊκές εξεγέρσεις, ακόμα και τις πιο ειρηνικές, ακόμα και τις πιο ήπιες και δημοκρατικές, προκειμένου να μην διαταραχτεί το αστικό καθεστώς και θιγούν τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας, προετοιμάζοντας εκούσια ή ακούσια το έδαφος για την άνοδο του Χίτλερ.

Ένα βιβλίο που διαβάζεται στοχαστικά και ανοίγει την όρεξη για να ψάξει να μάθει κανείς περισσότερα για τα επαναστατικά κινήματα και τις σφαγές που διέπραξε η συμμαχία σοσιαλδημοκρατών-ακροδεξιών στη Γερμανία και σε άλλες χώρες για να καταπνίξει τη λαϊκή συμμετοχή. Και για να συνειδητοποιήσουμε ότι επαναστάτες στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο δεν ήταν μόνο η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπκνεχτ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!