Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Κυβερνητικές παλινωδίες ανικανότητας ή σκοπιμότητας;
Ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε. Στην περίπτωση των τραγελαφικών χειρισμών της κυβέρνησης για να «σώσει» την επόμενη παρτίδα δανεισμού από τις αγορές, οι οποίοι γίνονται μέσω ειδησεογραφικών πρακτορείων και «βαθιών λαρυγγιών», ισχύουν και τα δύο.
Πρώτον, γιατί ο περίφημος ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης, που διαφημίστηκε ως μικρός ελληνικός θρίαμβος στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, χλευάστηκε επιδεικτικά από τις αδηφάγες αγορές με την απογείωση των spreads. Και δεύτερον, γιατί ακόμη και τα ελάχιστα περιθώρια επικοινωνιακών χειρισμών που διαθέτει η κυβέρνηση για να πείσει την ελληνική κοινωνία πως «οι θυσίες πιάνουν τόπο» ακυρώνονται από ένα ρεσιτάλ διαχειριστικής ανικανότητας – εκτός αν πρόκειται απλώς για σκοπιμότητα. Ενώ οι κυβερνητικοί και μιντιακοί Κλουζό αναζητούσαν το «βαθύ λαρύγγι» που λέγεται πως πυροδότησε τον τελευταίο γύρο κερδοσκοπικής επίθεσης στα ελληνικά ομόλογα, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι συναγωνίζονταν σε αντιφατικές και αλληλοαναιρούμενες δηλώσεις σε σχέση με τις προθέσεις της κυβέρνησης να ενεργοποιήσει τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης. Πρωταγωνιστής ο αρμοδιότερος όλων υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου που μόλις χθες (9/4), αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, δήλωσε πως η κυβέρνηση δεν θα κάνει χρήση του μηχανισμού.
Και μέσα σ’ αυτό το κομφούζιο, το Reuters μετέδωσε εποπισης χθες (9/4) το απόγευμα, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, ότι οι υφυπουργοί Οικονομικών και αξιωματούχοι των Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωζώνης συμφώνησαν για τους όρους ενός πιθανού δανείου προς την Ελλάδα με επιτόκια ίδια μ’ αυτά του ΔΝΤ. Η Κομισιόν ούτε επιβεβαίωσε, αλλά ούτε διέψευσε την είδηση. Απ’ την άλλη, απαιτείται αίτημα της Ελλάδας για την ενεργοποίηση του μηχανισμού. Αν επιβεβαιωθεί η είδηση του Reuters, είναι άραγε τυχαίο που η κίνηση έγινε αμέσως μετά την επίσκεψη των ελεγκτών του ΔΝΤ και ποια θα είναι τα ανταλλάγματα;
Η δε στάση της κυβέρνησης, που έχει να αντιμετωπίσει μια μεγάλη «δόση» δανεισμού το Μάιο (ύψους τουλάχιστον 18 δισ. ευρώ) και τον κίνδυνο να πληρώσει στους απρόθυμους επενδυτές επιτόκια ακόμη και πάνω από 7%, φαινόταν τουλάχιστον παράδοξη. Κυρίως γιατί ερχόταν σε κραυγαλέα αντίφαση με τις ευθείες ή έμμεσες πιέσεις που ασκούνται από ποικίλες πλευρές να ζητήσει εδώ και τώρα ενεργοποίηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης. Όμως, το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι τι είδους δημοκρατία έχουμε, στο βαθμό που είτε η ελληνική κυβέρνηση δεν γνωρίζει το μεσημέρι τι της μέλλεται το απόγευμα ή απλώς το αποκρύπτει.
Τη λύση της προσφυγής στο μηχανισμό υποδείκνυαν τις προηγούμενες ημέρες πάμπολλα δημοσίευματα σε αμερικανικά και βρετανικά ΜΜΕ που απηχούν τις διαθέσεις του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου (Wall Street Journal, Financial Times, New York Times κ.ά.) Την ίδια κίνηση υποδείκνυαν εκπρόσωποι της ελληνικής επιχειρηματικής ελίτ (π.χ. ο διευθυντής του ΙΟΒΕ, Ι. Στουρνάρας). Και την ίδια κίνηση υπέδειξε εμμέσως πλην σαφώς ο άρχων του ευρώ Ζαν Κλοντ Τρισέ. Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αφού διαβεβαίωσε ότι θέμα ελληνικής χρεοκοπίας δεν τίθεται, δήλωσε «πίστη στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Κορυφής» για το μηχανισμό δανειοδότησης και, αποκρούοντας τη γερμανική προσέγγιση ότι αν η Ελλάδα πάρει ευρωπαϊκά δάνεια θα τα πάρει με επιτόκιο 6,3%, υποστήριξε ότι αν ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός τα δάνεια θα δοθούν με επιτόκια «όχι κατώτερα απ’ αυτά που ισχύουν για την αναχρηματοδότηση του χρέους κάθε χώρας της ευρωζώνης». Ουσιαστικά, ο κ. Τρισέ οριοθέτησε το κόστος του ελληνικού δανεισμού ανάμεσα στο χαμηλότερο γερμανικό όριο 3,3% και το υψηλότερο πορτογαλικό 4,9%. Και πέραν αυτού, σηματοδότησε την πλήρη παλινόρθωση της εξουσίας της Φρανκφούρτης στην ευρωζώνη. Η ΕΚΤ, αφού «τιμώρησε» την Ελλάδα για τη δημοσιονομική της απειθαρχία πυροδοτώντας -σε απόλυτη συμμαχία με τις αγορές- το Δεκέμβριο την κούρσα των ελληνικών spread, έστειλε μήνυμα συμμόρφωσης και στις άλλες χώρες υπενθυμίζοντας πως «όποιος είναι έξω από το μαντρί του Συμφώνου Σταθερότητας τον τρώει ο λύκος».