Γράφουμε όλοι πολύ λίγες επιστολές στις μέρες μας
– στον Αλ Αλβάρεζ, 16 Σεπτεμβρίου 2016

Διαβάζοντας τις επιστολές του Τζον λε Καρρέ, ένιωσα λες και διάβαζε ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, σαν αυτά που ήξερε πολύ καλά να γράφει.

«Η ιδιωτική ζωή ενός κατασκόπου – Οι επιστολές του John le Carré» είναι μια εξαιρετική έκδοση που είχε επιμεληθεί ο γιος του Tim Cornwell. Κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Bell σε μετάφραση της Βεατρίκης Κάντζολα-Σαμπατάκου.

Στις τραγικές συμπτώσεις που συμβαίνουν στη ζωή, και ο θάνατος του επιμελητή λίγο μετά την ολοκλήρωση της δουλειά που έφερε σε πέρας όχι μόνο με ευσυνειδησία αλλά και με άψογη τεκμηρίωση.

Χωρίς να κουράζει τον αναγνώστη μας δίνει ανάγλυφα τις συνθήκες που γράφτηκαν oι επιστολές αλλά και τη σχέση του πατέρα του με τους παραλήπτες.

Στην πραγματικότητα καταλήγει αν είναι ένα είδος αυτοβιογραφίας, αφού ταξινομούνται ανάλογα με τις περιόδους της ζωής του και κυρίως με τα βιβλία τα οποία έγραφε την εποχή των επιστολών.

Δεν μπαίνεις μόνο στην «κουζίνα» του συγγραφέα αλλά αποκτάς ένα εργαλείο που σου επιτρέπει να κατανοήσεις τη διαδρομή και τη στάση του. Στην ουσία δεν υπάρχει ένας λε Καρρέ αλλά πολλοί.

Από την εποχή που λειτουργούσε ως κατάσκοπος και παρακολουθούσε αριστερές ομάδες στο πανεπιστήμιο, μέχρι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όπου πραγματοποιεί μια στροφή –αν και μη ευθέως ομολογημένη– στις πολιτικές του απόψεις, βρίσκεται να αντιδρά στον πόλεμο του Ιράκ με μεγάλη ένταση, να αναδεικνύει την αθλιότητα του Γκουαντάναμο και τέλος αν τα βάζει και με τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες προκαλώντας την οργή τους.

Ωστόσο είναι πάντα συνεπής με τον εαυτό του:

«Όμως, αν ένας συγγραφέας έχει κάποια χρησιμότητα είναι το να λέει φωναχτά αυτό που οι άλλοι αισθάνονται αλλά δεν μπορούν να πουν. Έτσι προσθέτει κι αυτός το λιθαράκι του –ελπίζουμε– στο σύνολο της ανθρώπινης συμπόνιας και κατανόησης»

Για τα βιβλία και την ανάγνωση:

«Μεγάλωσα σε ένα σπίτι χωρίς βιβλία και νιώθω μια φυσική κατανόηση και συμπόνια για όσους μεγαλώνουν χωρίς κάποιο καλό παράδειγμα που θα τους έκανε ν’ αγαπήσουν το διάβασμα ή ανακαλύπτουν αργά τη χαρά του διαβάσματος ή δεν την ανακαλύπτουν ποτέ»

Και σε ό,τι αφορά στην πολιτική ορθότητα είναι ξεκάθαρος:

«Δεν νομίζω ότι έχει γραφτεί ποτέ ποιοτικό μυθιστόρημα που δεν πρόσβαλε κάποιον»

Και για το Βραβείο Νόμπελ, ιδιαιτέρως καυστικός:

«…Είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους σας που ζητάτε τη γνώμη μου για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά πρέπει να σας πω ειλικρινά ότι το θέμα δεν με έχει απασχολήσει ποτέ, παρά μόνο ίσως για να αναλογιστώ ότι, όπως και οι Ολυμπιακοί Αγώνες, είναι μια σπουδαία ιδέα που την κατέστρεψε η πολιτική απληστία»

Όσο για την κατάσταση στα εκδοτικά:

«…θέλω να μπορέσω να ξεκινήσω ένα καινούργιο βιβλίο, αλλά το όλο σύγχρονο εκδοτικό σύστημα το κάνει απαγορευτικό. Ένα μυθιστόρημα –και όχι μόνο τα μυθιστορήματα– έχει τόσο λίγο χρόνο δημοσιότητας, που ο μόνος τρόπος να μάθει ο κόσμος γρήγορα (ότι υπάρχει) είναι να βάλεις τον άμοιρο το συγγραφέα να το υποστηρίξει, συμμετέχοντας στις πιο εξευτελιστικές εκπομπές…»

Παρ’ όλα αυτά συνέχισε να γράφει μέχρι τέλος της ζωής του. Άλλωστε όπως έλεγε, «πρέπει να συνεχίσουμε να γράφουμε, να συνεχίσουμε να δημιουργούμε. Είναι το μόνο όπλο ενάντια στον θάνατο»…

Έχω κρατήσει ατέλειωτες σημειώσεις από την έξοχη γραφή του. Όμως από τα πιο εντυπωσιακά γράμματα είναι αυτό με τα οποίο απαντά σε μια πρόσκληση-πρόκληση της περιβόητης και στη χώρα μας Novartis. Διότι με συνέπεια και συνέχεια, ξεκινώντας από τις έρευνες του για τον «Επίμονο κηπουρό» πολέμησε τις πρακτικές και την πολιτική των εταιρειών της Big Farma. Στήριξε και χρηματοδότησε ακτιβιστές και δράσεις, μίλησε με σθένος και δημόσια.

Όταν του λένε από τη Novartis πως τα κάνει όλα αυτά για εμπορικούς λόγους, απαντά:

«…Δεδομένου ότι οι γράφοντες εργάζονται σε μια εταιρεία με ετήσια δηλωμένα κέρδη ούτε κι εγώ δεν ξέρω πόσων εκατομμυρίων αμερικανικών δολαρίων, δεν νομίζω ότι δικαιούνται να τους απασχολεί αυτό… Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω το θάρρος που σου προσδίδει το αν ανήκεις σε μια πανίσχυρη βιομηχανία η οποία έχει τη δύναμη να αποφασίζει για τη ζωή και τον θάνατο μεγάλου τμήματος του κόσμου… Δεν με έχει προσλάβει μια βιομηχανία που κατηγορείται, από τους πλέον σοβαρούς κριτές, ότι συσσωρεύει τεράστια πλούτη εις βάρος των δυστυχισμένων και εξαθλιωμένων της Γης… Κανένας δεν αγοράζει τις απόψεις μου. Στον δικό σας κόσμο, αυτό είναι ασυνήθιστο και ίσως ανησυχητικό…

…σας χτύπησα εκεί που πονάτε και σας θύμωσα. Και αυτό, είτε το πιστεύετε είτε όχι, είναι μια από τις χρήσιμες λειτουργίες που μπορεί να επιτελέσει ένας ελεύθερος συγγραφέας σε μια εποχή αφόρητης εταιρικής αλαζονείας…»

Είναι πολλά ακόμη τα όσα γράφει και για την προσωπική του ζωή, τις σχέσεις με φίλους, εχθρούς και οικογένειας και κυρίως για την τραυματική παιδική του ηλικία με μια μητέρα που τον εγκατέλειψε κι ένα πατέρα στον ρόλο ενός «γοητευτικού» απατεώνα.

Είναι κρίμα που δεν γράφουμε πια γράμματα και συνοψίζουμε τις απόψεις σε μικρά ή μεγά μηνύματα, σε σύντομα σχόλια.

Ο Τζον λε Καρρέ μας αποκαλύπτει μέσα από τις επιστολές την τέχνη της γραφής και μάλλον μας δίνει ένα πιο ακριβές πορτρέτο από μια οποιαδήποτε βιογραφία.

Να σημειώσω πως ήταν κι εξαιρετικός σκιτσογράφος κι έτσι συχνά συνόδευε τα γράμματα και με μικρές ζωγραφιές.

Ένας κόσμος που χάνεται;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!