του Γιώργου Κυριακού

Η Τουρκία, κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν ο τελευταίος ιδιοκτήτης των Βαλκανίων. Σήμερα είναι ο ένας από τους «Τρίτους Παράγοντες», με τη Ρωσία και την Κίνα, που παρεμβαίνουν η καθεμία με τον ιδιαίτερο ρόλο τους. Η σημερινή Pax Ottomana εδραιώνεται ως περιφερειακή δύναμη στα Βαλκάνια και στη Μέση και Κεντρική Ανατολή. Ο Δρόμος έχει ασχοληθεί στο παρελθόν με τον ξεχωριστό ρόλο της Κίνας (φύλλα 550, 551, 552) και της Ρωσίας (φύλλα 576, 577, 578) στα Βαλκάνια.

Από τον Κεμάλ…

Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τη Μικρασιατική Καταστροφή, η ειρήνευση στα μεσοπολεμικά Βαλκάνια εκδηλώθηκε με εσωστρεφείς προσανατολισμούς. Μια σειρά από διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες φιλίας συνάφθηκαν μεταξύ της Ελλάδας, της Γιουγκοσλαβίας, της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Τουρκίας. Ο Βενιζέλος αποκάλεσε τον Κεμάλ Ατατούρκ «εμπνευστή της Βαλκανικής Ομοσπονδίας», αναγνωρίζοντας έμμεσα την «ευρωπαϊκή» Τουρκία. Με ένα σοβινιστικό καθεστώς βίαιου και συνταγματικού εκτουρκισμού όλων των πολιτισμικών, εθνικών, θρησκευτικών μειονοτήτων, με χαρακτηριστικό τον στρατιωτικό αποκλεισμό των κουρδικών περιοχών που επαναστάτησαν διεκδικώντας αυτονομία, η Άγκυρα τυπικά απεμπόλησε κάθε διεκδικητική στρατηγική.

Η επεκτατική Τουρκία ξύπνησε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου με μια επιτήδεια διπλωματία ουδετερότητας ζύγιζε τη δύναμή της, λαμβάνοντας υποσχέσεις κι από τις δύο πλευρές. Νησιά του Αιγαίου και η Θράκη μπήκαν στα τραπέζια διαπραγματεύσεων, ενώ στο εσωτερικό της επέβαλε με φωτογραφικό νόμο στους Ρωμιούς επαχθή φορολογικά μέτρα. Με τη μεταπολεμική της στράτευση στους νικητές[1] απέκτησε, μέσω του Δόγματος Τρούμαν-Βοήθειας Μάρσαλ, συνεργατική σχέση με την Ελλάδα στο πλαίσιο της «άμυνας κατά του κομμουνισμού».

…στους Ετζεβίτ-Ερμπακάν

Το Κυπριακό ζήτημα ήταν η αφορμή και η αιτία για τις οποίες στήθηκε ένα πρότυπο αδιάσπαστης εξωτερικής πολιτικής επεκτατισμού με βάση τα «σημεία»[2] του νομικού Νιχάτ Ερίμ το 1956, πρωθυπουργού το 1971 μετά το δεύτερο πραξικόπημα του Στρατού. Η Ελλάδα ήταν η βαλκανική χώρα, εξάρτημα της Δύσης, που άρχισε να δέχεται τις πιέσεις της Τουρκίας μετά το 1955 (Σεπτεμβριανά), και να δημιουργούνται κίνδυνοι για την ενότητα του ΝΑΤΟ.

Μετά την εισβολή στην Κύπρο (1974), η οποία πραγματοποιήθηκε με αντιπρόεδρο τον ισλαμιστή Ερμπακάν, η Τουρκία άπλωσε την ατζέντα της στο Αιγαίο και στη Δυτική («της») Θράκη. Όμως μέχρι το 1990 ήταν αδύνατον να αντιδράσει σθεναρά, όπως π.χ. στη σφοδρή καταπίεση των Τούρκων της Βουλγαρίας η οποία, μετά τη δεύτερη κρίση στο Αιγαίο (1987), απέκτησε χαρακτηριστικά πογκρόμ (δεκάδες νεκροί, εκατοντάδες φυλακισμένοι, χιλιάδες εκτοπισμένοι), με στόχο τον πλήρη εκβουλγαρισμό τους. Τότε πραγματοποιήθηκε η πρώτη προσέγγιση Ελλάδας-Βουλγαρίας, καθώς η τελευταία αισθάνθηκε τον κοινό κίνδυνο.

Αποκομμουνιστοποίηση και ισλαμισμός στα Βαλκάνια

Ο αναπροσανατολισμός της Τουρκίας στη σύνθεση κοσμικού-θρησκευτικού στερεοποιήθηκε μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, και η αργή προσέγγιση της Άγκυρας με τα Βαλκάνια εξελίχθηκε σε στρατηγικές σχέσεις. Η περίοδος συνέπεσε με μία από τις πρώτες απόπειρες των τουρκο-ελίτ να «συνθέσουν γόνιμα» το κεμαλικό με το ισλαμικό στοιχείο κατά τη διάρκεια της επιτυχημένης πρωθυπουργίας Τουργκούτ Οζάλ. Κάτω από το αυστηρό βλέμμα των στρατηγών, το Ισλάμ έγινε βασικό στοιχείο προσέγγισης με τις χώρες που είχαν ισλαμική-οθωμανική ιστορία, αλλά και με τις μουσουλμανικές ή τουρκόφωνες μειονότητες.

Η Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο, οι μουσουλμανικές ή «τουρκικές» κοινότητες ή μειονότητες στη Βουλγαρία, στα Σκόπια, στο Σαντζάκ και στο Πρέσεβο της Σερβίας, στη Βοσνία και στην Ελλάδα[3] έγιναν το πεδίο αποκρυστάλλωσης διεισδύσεων στην «πίσω αυλή» της παλιάς Αυτοκρατορίας[4]. Μέσω των ιδρυμάτων ΤΙΚΑ-DIYANET ξεκίνησε μεθοδικά η αποκατάσταση Οθωμανικών τζαμιών και μνημείων και το χτίσιμο νέων, καθώς και η οικοδόμηση ιδρυμάτων, σχολείων, πανεπιστημίων – δράσεις οι οποίες μονοπωλούσαν τις συμφωνίες των βαλκανικών χωρών με την Τουρκία. Μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016 η Τουρκία έχει προβεί σε πολλές παρεμβάσεις για την «απογκιουλενοποίηση» των μουσουλμανικών κοινοτήτων. Χαρακτηριστική ήταν η απαγωγή, από το Κόσοβο, 6 Τούρκων Γκιουλενιστών το 2018. 

Τούρκος, αλλά και Ευρωπαίος ο Σουλτάνος

Η Τουρκία σε αυτό διάστημα ξεκίνησε τις ενταξιακές διαδικασίες για την Ε.Ε. Ήταν μια επόμενη αναγνώριση της Τουρκίας ως ευρωπαϊκής χώρας με τη συναίνεση της Ελλάδας, παρά την τρίτη κρίση στο Αιγαίο (1996). Στις προσπάθειες ισλαμικής επέκτασης δεν συνάντησε αντιδράσεις από τη Δύση, αφού ωφελιμιστικά συνέβαλε στην ένταξη των βαλκανικών χωρών στη διεθνή αγορά και στους Δυτικούς οργανισμούς. Άλλωστε, ειδικά οι ΗΠΑ, χρηματοδοτούσαν διαχρονικά το Ισλάμ απέναντι σε φιλοσοβιετικές ή κοσμικές ανησυχίες (κινήματα ενάντια στον παναραβισμό, Ταλιμπάν ενάντια στο φιλοσοβιετικό Αφγανιστάν, ισλαμικές ομάδες ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα της Τουρκίας κ.λπ.).

Η συστηματική προσέγγιση των ηγεσιών στις νέες χώρες ή στις αναβαπτισμένες με τα άγια ύδατα της Αγοράς εν μέσω των γιουγκοσλαβικών κρίσεων, συναντήθηκε με την αλλαγή του πολιτικού παραδείγματος. Μετά το ξεκαθάρισμα που διενήργησε ο Ερντογάν, περιορίζοντας τον ρόλο των στρατηγών από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, προβλήθηκε ως «Ευρωπαίος ηγέτης». Η ανάληψη της ηγεσίας της Ισλαμικής Διάσκεψης, που τον καθιστούσε πολιτικό και θρησκευτικό ηγέτη της Ούμα (απανταχού κοινότητα των πιστών), υποβαθμίστηκε ως μια ευνοϊκή εξέλιξη για ένα «φιλικό» Ισλάμ. 

Ευρωπαίος, αλλά και Τούρκος ως «Τρίτος Παράγοντας»

Εν μέσω ευρωπαϊκής κρίσης και αμερικανικής αποδρομής, η Ρωσία και η Τουρκία, σε συμφωνία 30 σημείων το 2012, αυτο-ορίστηκαν τοποτηρητές της συμφωνίας του Ντέιτον για τη Βοσνία και της υποστήριξης στο διάλογο Σερβίας-Κοσόβου. Ρίχνοντας τους τόνους για την τουρκική μειονότητα των Ουιγούρων στην Κίνα, η Άγκυρα ανέπτυξε παράλληλους και ενίοτε τεμνόμενους διαδρόμους μαζί της στα Βαλκάνια. Έτσι, από το 1990 μέχρι σήμερα, ένα πλήθος δράσεων ξεκίνησαν για να ενισχυθούν. Ο απόλυτος έλεγχος των θρησκευτικών ιδρυμάτων και οθωμανικών μνημείων, οι στρατιωτικές συνεργασίες που έφτασαν μέχρι και στη δημιουργία προσβάσεων στην Αδριατική, οι εμπορικές σχέσεις με φτηνά προϊόντα, η προώθηση της τουρκικής γλώσσας και «κουλτούρας» στα ιδρύματα που έχτιζε ή στα υπάρχοντα σχολεία και πανεπιστήμια, τα τουρκοσίριαλ που αναβάθμισαν τη διείσδυση, η επέκταση των τραπεζών, οι επενδύσεις σε υγειονομικές υποδομές, στον κατασκευαστικό τομέα, στα αεροδρόμια και στις εξορύξεις, οι διάδρομοι του φυσικού αερίου, οριστικοποίησαν τον ρόλο της Τουρκίας ως διαμεσολαβητή σε σοβαρές κρίσεις και εδραίωσαν την –όχι μόνο– ιδεολογική παρουσία της στα Βαλκάνια.

Η στρατηγική σχέση που απέκτησε με τη Ρωσία μετά το πραξικόπημα του 2016 αναβάθμισε την προοπτική της. Και εν μέσω πανδημίας έγινε παραγωγός-εξαγωγέας των κινεζικών εμβολίων, όταν ο ευρω-COVAX έστελνε μηδαμινά περισσεύματα εμβολίων και υγειονομικού υλικού. Η σημερινή κρίση της Ουκρανίας την τοποθετεί ως μια ισχυρότατη περιφερειακή δύναμη-ερωτηματικό για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει και το πώς θα επεκταθεί στα Βαλκάνια, τα οποία θεωρεί ζωτικό της χώρο.

Συνεχίζεται

Σημειώσεις:

[1] Η Τουρκία πήρε το μέρος των συμμαχικών δυνάμεων το 1945, ελάχιστο χρονικό διάστημα πριν την επίσημη ήττα του Άξονα.

[2] Α. Αγνόηση της συνθήκης της Λωζάνης 2. Πίεση στη Θράκη, στα νησιά του Αιγαίου και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Γ. Απόδοση της Κύπρου στην Τουρκία, ή διχοτόμηση (Taxim) και κήρυξη αυτοδιάθεσης. Δ. Μαξιμαλισμός στις διεκδικήσεις και διαρκής παρουσία στη διεθνή διπλωματία. Βλ. και «Η υψηλή στρατηγική της Τουρκίας στο Κυπριακό από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα» (φύλλο 341).

[3] Στην Ελλάδα, όπως και στα Βαλκάνια, ιδρύθηκε φιλοτουρκικό κόμμα (ΚΙΦΑ) στη Θράκη από τον Αχμέτ Σαδίκ, ο οποίος εισήλθε στο ελληνικό Κοινοβούλιο με τουρκικές θέσεις, ιδρύθηκε η Τουρκική Ένωση Ξάνθης, και προωθήθηκαν από το τουρκικό κράτος τουρκόφρονες μουφτήδες, κατά παράβαση συμφωνιών.

[4] Η τουρκική αφήγηση για την «εθνοκάθαρσή» τους τον 20ό αιώνα αναφέρει την παρουσία έως «1.500.000 Τούρκων στα Βαλκάνια».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!