του Θανάση Μουσόπουλου

 

Το 1993 με την ευκαιρία της επετείου των πενήντα χρόνων από τον θάνατο του Κωστή Παλαμά, εκτός των άλλων εργασιών, δημοσίευσα στην εφημερίδα Εμπρός της Ξάνθης επτά κείμενα με κεντρικό θέμα «Ο Κωστής Παλαμάς και το 1821». Αναδημοσιεύω αποσπάσματα από τα πέντε πρώτα κείμενα. Ήδη στον φιλόξενο Δρόμο της Αριστεράς προσεγγίσαμε στα δύο προηγούμενα μέρη του άρθρου «Ο Κωστής Παλαμάς (1859-1943) και η ελληνική διαχρονία» τη σχέση του Κ. Παλαμά με τους Αρχαίους και το Βυζάντιο.

 

Βασικό στοιχείο, κοντά σε αρκετά άλλα, για να κατανοήσουμε τη μεγάλη προσφορά και τη σημαντική θέση του Κωστή Παλαμά στο νεοελληνικό πρόσωπο, είναι η τοποθέτησή του σχετικά με τον Αγώνα του 1821. Σε μια περίοδο «εθνικού μεταίχμιου», όπως ήταν τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα και τα πρώτα του 20ού, ο εθνικός ποιητής σε πολλά επίπεδα διατύπωσε τον ριζοσπαστικό, συνθετικό, δημιουργικό λόγο του.

Πολλοί λογοτέχνες και διανοούμενοι τόνισαν τον ρόλο του Κωστή Παλαμά, παλιότεροι και σύγχρονοί μας. Παρ’ όλα αυτά δεν προβάλλουν τον πρωτοποριακό λόγο του Παλαμά στο θέμα «ξαναδιαβάσματος» του Αγώνα του 1821.

Ο Ε.Π. Παπανούτσος στο γνωστό δοκίμιό του «Παλαμάς – Καβάφης – Σικελιανός» παρατηρεί: «Ο νους του [ενν. του Παλαμά] δούλευε με απληστία και πυρετό απάνω στα μεγάλα ζητήματα, τα ειδικότερα του καιρού του, αλλά και τα γενικότερα, που κρατούν σε αγωνία τον άνθρωπο όλων των εποχών», ενώ σε άλλο σημείο εξειδικεύει: «Από τον Παλαμά ο Ελληνισμός αντικρίζεται όχι στατικά αλλά δυναμικά, σα φαινόμενο ιστορικό, σαν κάτι που μέσα στη ροή του χρόνου παθαίνει μεταπτώσεις και μοιραία αλλοιώνεται, αλλά μένει και θα μείνει ορμή αγωνιστική και λάμψη του δημιουργικού πνεύματος».

«Ποιητικός χρονογράφος της φυλής», όπως λέγει ο Νίκος Βέης. «Ποιητής όλων των περιόδων του Ελληνισμού» προσθέτει ο Θ. Ξύδης, στο αξιόλογο βιβλίο του για τον Παλαμά.

Αν σήμερα πολλά φαντάζουν φυσιολογικά ή αυτονόητα, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά πριν από εκατό χρόνια περίπου. Δεν θα παρασυρθούμε από τον πειρασμό να μιλήσουμε εκτεταμένα ιστορικά για την πρώτη μετεπαναστατική πεντηκονταετία (1830-1880). Οφείλουμε, πάντως, να αναλογιστούμε τα χάλια του ελληνικού κράτους οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτιστικά.

***

Ο Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στην Πάτρα, τα παιδικά χρόνια του τα έζησε στο Μεσολόγγι, χώρο καθαγιασμένο από τον Αγώνα του 1821, όπου ακόμη ζούσε ο ηρωισμός εκείνων των χρόνων.

«Η θρυλική πόλη του 1821 ηλέκτριζε τη φαντασία του» (όπως παρατηρεί ο Μ. Μερακλής), ενώ ο Κ.Θ. Δημαράς σημειώνει «Ρομαντικός και πατριωτικός ήταν ο αέρας που ανέπνεε στο Μεσολόγγι ο Κωστάκης Παλαμάς, η πολιτεία που την είχε θερμάνει το πέρασμα του Βύρωνος και την είχε φωτίσει ο στέφανος της μεγάλης στιγμής ήταν ακόμη ζωντανή στα παιδικά χρόνια του Παλαμά».

Ο ίδιος ο ποιητής αργότερα επιβεβαιώνει: «Πρωτόζησε σε μία ατμόσφαιρα κορεσμένη από τις ενθυμήσεις κι από τα καυχήματα του ’21. [Το Μεσολόγγι] Βωμός της Μεγάλης Ιδέας».

Από την όλη πνευματική πορεία του Παλαμά, μπορούμε να διαβλέψουμε τη στάση του που οδήγησε σε μια κριτική ματιά όχι στον αγώνα του ’21, αλλά για τη στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στον αγώνα και στα επακόλουθά του. «Μαζί με την εθνική ανάταση στα χρόνια της επαναστάσεως, σημειώνει ο Θ. Ξύδης, ο Παλαμάς βλέπει την ψυχική και πνευματική δύναμη της φυλής». Όχι μόνο ότι γεννήθηκε και ανδρώθηκε σε χώρους ηρωικούς, αλλά και η επαφή του με Σολωμό, Κάλβο, δημοτικό τραγούδι και Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, συντέλεσε στο να προσεγγίσει και να αναγνώσει το 1821 με έναν νέο τρόπο.

Θα πρέπει να τονίσουμε, όσο περίεργο κι αν φαίνεται, ότι στην πρώτη πεντηκονταετία του λεγόμενου «ελεύθερου ελληνικού βίου (1830-1880)», ο αγώνας του 1821 «μουσειοποιείται», ιδίως στην ποίηση. Η καθαρεύουσα γλώσσα που επιβάλλεται, ο ξενόφερτος ρομαντισμός, ο φαναριώτικος συντηρητισμός βλέπουν το 1821 ωσάν προθάλαμο της αρχαιότητας –των αρχαίων ημών προγόνων– που οφείλουμε να ομοιάσουμε. Αυτή η φθορά συνεχίζεται, με αποτέλεσμα να ξεχνιέται το πραγματικό 1821.

Η γενιά του 1880 παίζει καίριο ρόλο στην αναστροφή της κατηφορικής πορείας. Ο Ε.Π. Παπανούτσος επιγραμματικά παρατηρεί:

«“Η Φλογέρα του Βασιλιά” του Κ. Παλαμά, η “Ιστορία του ελληνικού έθνους” του Κ. Παπαρρηγόπουλου και οι “Παραδόσεις του ελληνικού λαού” του Ν. Πολίτη, ιστορικά και ψυχολογικά γεννήθηκαν από τον ίδιο πόνο και πόθο: Να ξυπνήσουν μέσα στην ψυχή του Έθνους και να διαπαιδαγωγήσουν την ιστορική του μνήμη. Να θεμελιώσουν μέσα στην ψυχή του λαού μας στερεά και ακλόνητα τη συνείδηση της ιστορικής του διάρκειας.»

Στην τελευταία εικοσαετία του 19ου αιώνα είναι έντονα τα αντιρομαντικά φανερώματα (π.χ. Γ. Βιζυηνός), η στροφή στην καθημερινή ζωή, ο εκδημοκρατισμός, η γοητεία του λαϊκού-παραδοσιακού πολιτισμού, η λατρεία του σώματος και ο ερωτισμός. Η γενιά του 1880 συντελεί σε μια γενική πολιτική και πολιτιστική ανάπλαση, μέσω και του δημοτικισμού. Η Γενιά της Ρωμιοσύνης, όπως θα λέγαμε, με πρωτοπαλίκαρο τον Κωστή Παλαμά.

***

Ο άτυχος ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επανατοποθέτηση από τον Κωστή Παλαμά των εθνικών θεμάτων και προοπτικών. Όπως σημειώνει ο Ε.Π. Παπανούτσος «ύστερα απ’ τη ντροπή του ενενήντα εφτά δεν έμεινε άλλη παραμυθία και εγκαρδίωση για τον σκληρά δοκιμασμένο τόπο». Και ο Κ. Βάρναλης «Ο Παλαμάς ωριμάζει ύστερ’ από το 1897, ύστερα από το ξεφτίλισμα της Μεγάλης Ιδέας».

Ο Νίκος Βέης (στο Αφιέρωμα της Νέας Εστίας στον Παλαμά, Χριστούγεννα 1943) αναφέρει μια μαρτυρία χαρακτηριστική για το όλο κλίμα. «Η 25η Μαρτίου 1898, με τη Θεσσαλία σκλαβωμένη, με τους Τούρκους απόξω από τη Λαμία, πέρασε χωρίς επίσημα να γιορταστεί, μάιδε στην Αθήνα, μάιδε στις επαρχίες. Λες κι αντήχησαν παντού τα λόγια του ποιητή Γεράσιμου Μαρκορά :

Αχ! Με σκυμμένο μέτωπο / γυμνό από περηφάνεια […]

Χαρά στους πεθαμένους! Αλίμονο σ’ εμάς!

Μόνο ολίγοι φοιτητές κι ολιγότεροι μαθητές των γυμνασίων της Αθήνας, το πρωί της Εθνικής Γιορτής, εστεφάνωσαν το μνημείο των Ιερολοχιτών κι έπειτα ένας κάποιος μαθητής του Βαρβάκειου μ’ άτρεμη φωνή είπε το Παλαμικό ακριτικό τραγούδι, διαλαλώντας μαζί με τον μεγαλόστομο ποιητή την κοινή της Νεολαίας πίστη στην ακατάλυτη ψυχή της φυλής:

Είμ’ εγώ η ακατάλυτη / ψυχή των Σαλαμίνων

(Κ. Παλαμάς 1897)».

***

Ήδη από το 1886, στη συλλογή «Τα τραγούδια της πατρίδος μου», προβάλλει το όνειρο της ελληνικής ενότητας. Στη συνέχεια ανακαλύπτει τον Διονύσιο Σολωμό, το 1886 μιλά στον Παρνασσό για τον Ανδρέα Κάλβο, έρχεται επίσης σε επαφή με τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη και το δημοτικό τραγούδι. Όλα τούτα αποτελούν τη βάση για την παραπέρα πνευματική πορεία του Κ. Παλαμά.

Το 1896, στο βαρύ και ρευστό κλίμα που προηγείται από το 1897, κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή «Ίαμβοι και ανάπαιστοι», που ανταποκρίνεται στο χρέος της ιστορικής στιγμής.

Στις 27 Μαρτίου 1897, γράφοντας ορισμένες «απλές σκέψεις» για το 1821, διακηρύσσει «Η νεότης μόνη αυτή σοφή και μεγαλουργός!». Τα χρόνια που ακολουθούν το 1897, είναι χρόνια αγωνίας και ζύμωσης, αναζήτησης και εξανάστασης της Ελληνικής ταυτότητας – της στραπατσαρισμένης όλον τον 19ο αιώνα.

Η «Ασάλευτη ζωή» (1904) ανοίγει δρόμους διαφυγής: «ακόμα το έλατο της λεβεντιάς φουντώνει!», διακηρύσσει αγωνιστικά και αισιόδοξα ο ποιητής.

Και ακολουθεί το 1907 ο «Δωδεκάλογος του Γύφτου», που κατά τον Κ. Βάρναλη πηγάζει από την αποκαρδίωση του 1897. Ο Φάνης Μιχαλόπουλος ανάλογα σημειώνει ότι με το έργο αυτό «αρχίζει η απολύτρωση και η ελπίδα από το καταθλιπτικό γκρέμισμα όλων των παλιών αξιών». Θα λέγαμε πως στο έργο αυτό παρουσιάζεται ο κόσμος μετά το 1453, μετά την εισβολή των Τούρκων στην Ευρώπη. Ο Κωστής Παλαμάς είναι πολύ σαφής στη στάση του απέναντι στο παρελθόν:

«Το λιβάνι δε με μέθυσε / καμιάς δόξας

περασμένης / και λατρείας καμιάς».

Στην «Ακρόπολη», την εφημερίδα του κουμπάρου του μεγάλου θρακιώτη Βλάση Γαβριηλίδη, στις 25 Μαρτίου 1908, ο Κωστής Παλαμάς δημοσιεύει έναν υποθετικό πανηγυρικό του 1821, όπου συγκρίνει το 1821 με το 1908 και ανάμεσα σ’ άλλα σημειώνει: «Το ’21! Σταθμός, αρχή, ηρωική αστραπή. Ο σταθμός προσωρινός, η αρχή χρειάζεται να ξετυλιχθεί, το θετικό της αστραπής βροχή ευεργέτρα. Τώρα αναβροχιά και ύπνος. Ο ελληνικός λαός και ο λευτερωμένος τάχα και ο τουρκοπατημένος, ίσως πιο πολύ ο πρώτος, ραγιάς ακόμα κάθε λογής τυράννων».

Η «Νέα ανάγνωση» του παρόντος και διάγνωση του μέλλοντος οριστικοποιείται στα 1910, με την «Φλογέρα του Βασιλιά». «Είναι το κατ’ εξοχήν έπος της ελληνικής διάρκειας, που πάντα θα δίνει στην ψυχή του λαού μας βεβαιότητα και πίστη, παραμυθία και υπερηφάνεια, αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία», σημειώνει ο Ε.Π. Παπανούτσος.

Ο ποιητής εκφράζει με το έργο του την πίστη στην ανάσταση του λαού, ενώ παράλληλα δοξολογείται η ελληνική γη. Δίνεται κι ο στόχος: η Ελλάδα πρέπει να μπει στην πρωτοπορία των γραμμάτων και τεχνών.

«Είπα: Ρωμαίικο όπου φυσά κι όπου παλεύει, Ελλάδα,

Κι όπου σταυρώνεται η φυλή, κι όπου είν’ ορμή στο Γένος

Σε γενιές γενεών, παντού, σ’ αιώνες αιώνων πάντα».

Η στάση του Παλαμά, στα χρόνια αυτά του αναβρασμού, του επαναστατικού κλίματος του 1909 είναι συνολική. Να σημειώσουμε ότι με άρθρο του στα 1911 προκαλεί συζήτηση στη Βουλή για το γλωσσικό, ενώ βουλευτές και φοιτητές επιτίθενται εναντίον του Παλαμά για τις θέσεις του. Πολλές φορές, λαός και φοιτητές φώναζαν «κάτω ο Παλαμάς» για τις γλωσσικές θέσεις του.

Το 1911 είναι σημαντικό για πολλά γεγονότα στην πορεία και θέση του Παλαμά.

«Το 1911 εντοπίζει τις αρχές της ελληνικής (:νεοελληνικής πεζογραφίας) στα “Απομνημονεύματα των Αγωνιστών του 1821”. Ο Παλαμάς είναι ίσως ο πρώτος που ανακάλυψε την αξία που έχουν αυτά όχι μόνο για την Ιστορία, αλλά κυρίως για την εξέλιξη της νεοελληνικής πεζογραφίας. Ιδιαίτερα προσέχει τα “Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη”» (από το σημαντικό, νέο βιβλίο της Β. Αποστολίδου «Ο Κ. Παλαμάς Ιστορικός της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας»).

Το 1911 έχουμε και την κυκλοφορία των ποιητικών συλλογών «Σατυρικά Γυμνάσματα» και «Καημοί της Λιμνοθάλασσας», που εντάσσονται στο κλίμα αναθεώρησης που περιγράψαμε.

Τα «Σατυρικά γυμνάσματα» είναι κατ’ εξοχήν καυστικά ως προς το ιδίωμα του 1821. Μερικοί στίχοι, σκόρπιοι το επιβεβαιώνουν:

– Κέρνα, ρούφα, ξεφάντωνε και ξέρνα

– Η σκέψη νούλα. Η Τέχνη πατσαβούρα

– Ο ψευτοαττικιστής και ψηφοφόρος

– Βάρβαροι σε ναούς τις προσκυνάνε

– Τ’ άτι σου ακόμα μας πατά, Μπραΐμη!

– Στο αίμα μου κρατώ κι από μια στάλα

– Ξένες κι οχτρές κάθε λογής πατρίδας.

Πράγματι με το έργο του, πολλές φορές, ο Κωστής Παλαμάς «έγινε τιμωρός των εμπόρων του ναού» (Κ. Βάρναλης).

Οι «καημοί της λιμνοθάλασσας» έχουν διαμορφώσει την καινούρια αντίληψη για τα πράγματα.

Του βιολιτζή του Μπαταριά το εγκώμιο:

«με το βιολί σου ξύπνησε τη λεβεντιά του κόσμου

Κι η Ρωμιοσύνη, μια φωτιά, μες στο βιολί σου ζει».

Το 1912 κυκλοφορεί η συλλογή «Πολιτεία και Μοναξιά», μέσα από την οποία ξεπροβάλλει το ανανεωμένο πρόσωπο του Κ. Παλαμά.

«Από το στίχο μου έβγαλα του στολιδιού τον όγκο

Χρυσάφι και μετάξι και γουναρικό.

Γυμνό κορμί τον άφησα, με το φιλί του, με το βόγγο

Στ’ αφτί, στο βλέμμα το στοχαστικό».

Στις επόμενες συλλογές συναντούμε αξιόλογα δείγματα της παλαμικής ευαίσθητης προσέγγισης στην επανάγνωση του 1821. Ο Κωστής Παλαμάς έχει διαρκή και ζωντανή επικοινωνία με τον ελληνικό Αγώνα. Αυτή η ζωντανή σύνδεση αναδύεται μέσα από το γνωστό, επίγραμμα θα έλεγα, που συνέθεσε ο Κ. Παλαμάς στην 1η Νοεμβρίου 1940, με την κήρυξη του πολέμου:

Στη Νεολαία μας

Αυτό κρατάει ανάλαφρο μες στην ανεμοζάλη

Το από του κόσμου τη βοή πρεσβυτικό κεφάλι,

Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα,

Μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!

***

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι κάθε εποχή διαβάζει και ξαναδιαβάζει το παρελθόν. Το ίδιο έχει συμβεί στα διακόσια χρόνια που πέρασαν από το 1821. Ο Κωστής Παλαμάς έπαιξε σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό του «αθάνατου κρασιού του Εικοσιένα». Έχω τη βαθύτατη αίσθηση ότι μεγάλο βάρος ευθύνης πέφτει και σε μας, στου 2021 τους οδοιπόρους της Αριστεράς, πώς διαβάζουμε τον Αγώνα…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!