Του Θόδωρου Τσελεπή

 Ήταν άλλη μια κουραστική μέρα στη δουλειά. Ευτυχώς τα πράγματα πηγαίναν από το καλό στο καλύτερο και άξιζε τον κόπο αυτή η κούραση. Πάρκαρε το τζιπ του στο υπόγειο γκαράζ, πήρε τις τσάντες με τα δώρα για τα παιδιά, τα λουλούδια για τη γυναίκα του και το ακριβό κόκκινο κρασί, για το μεσημεριανό τραπέζι. Ανέβηκε με το εσωτερικό ασανσέρ και χτύπησε το κουδούνι. Του άνοιξε η γυναίκα του, γιατί τα παιδιά του έπαιζαν στην πισίνα. Την φίλησε και κάθισε στον καναπέ. Στα πόδια του ήρθε ο σκύλος. Ήθελε χάδια και βόλτες το καημένο. Το καλό με τον σκυλάκο, ήταν πως βρήκαν τι έφταιγε οι γιατροί, του άλλαξαν την τροφή με μια πιο ακριβή και φινετσάτη και του πέρασαν οι αδιαθεσίες.

Άνοιξε την τηλεόραση και έψαξε για ειδήσεις. Έπεσε πάνω σε κάποιο ρεπορτάζ για τη μακρινή Ελλάδα. Μιλούσαν για χρεοκοπία, για φτώχεια, για φασίστες ρατσιστές που δολοφονούν μετανάστες, για την αριστερή κυβέρνηση της χώρας. Χαμήλωσε τη φωνή για να μην ακούσει η γυναίκα του. Δεν θέλει και πολύ ν’ αλλάξει γνώμη και να αναβάλουν το ταξίδι για Ελλάδα.

Κάθισαν στο τραπέζι και η κουβέντα αυτόματα πήγε στο αυριανό τους ταξίδι. Ήταν όλα κανονισμένα. Μόνο η γυναίκα του είχε ακόμη κάποιες επιφυλάξεις. Τι τους έπιασε τώρα και ήθελαν ν΄ αφήσουν μια στρωμένη ζωή στη Συρία, για την Ελλάδα της κρίσης; Μια ζωή με πλούτη, δίχως άγχος, με ανέσεις. Κι όμως πήραν την απόφαση να τα αφήσουν όλα αυτά και να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Είχαν κλείσει θέση με κάποιο σαπιοκάραβο, δεν θα έπαιρναν μαζί τους τίποτε και θα ξεκινούσαν τα χαράματα. Είχαν βάλει σκοπό της ζωής τους να ζήσουν την περιπέτεια. Ήταν πλέον της μόδας αυτά τα ταξίδια με τα πρακτορεία δουλεμπόρων. Συρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, ολάκερη η Αφρική, συμμετείχαν στο παιχνίδι «live your myth in Greece». Παρατούσαν στρωμένες ζωές, δουλειές κερδοφόρες, χώρες με ειρήνη και γαλήνη και επιβιβάζονταν στα σαπιοκάραβα για τη Μεσόγειο. Είχαν ακούσει βέβαια για πνιγμούς, για κρατικούς υπαλλήλους που τους έπνιγαν, για στρατόπεδα συγκέντρωσης, για υστερίες των ντόπιων που μισούσαν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Δεν έδιναν σημασία και πίστευαν πως είναι ακόμη μια άθλια προπαγάνδα των κυβερνήσεών τους, για να τους αποτρέψουν από το ταξίδι.

Στην Ελλάδα της κρίσης, ένας αντίστοιχος νοικοκύρης οικογενειάρχης ζούσε μια ήσυχη ζωή. Την προηγούμενη εβδομάδα, Μεγάλη Εβδομάδα για τους Χριστιανούς Ορθόδοξους, νήστευε και ξημεροβραδιαζόταν στην εκκλησία. Έφαγε τη μαγειρίτσα του, έψησε το αρνάκι του, αντάλλαξε δώρα με τους δικούς του, μα κάτι του χαλούσε τη διάθεση. Όχι, δεν ήταν που δεν είχε δουλειά. Αυτό το είχε πάρει απόφαση πια. Δεν ήταν που δεν είχε λεφτά και αναγκαζόταν πάλι να δανειστεί. Δεν ήταν που τον ενοχλούσαν καθημερινά από την τράπεζα για το δάνειο. Δεν ήταν που ζούσε με τον φόβο να μη χρεοκοπήσει η Ελλάδα. Δεν καταλάβαινε τι σήμαινε αυτό, αλλά για να το λένε τα κανάλια, δίκιο θα έχουν. Κι ας μην είχε τίποτε να χάσει, γιατί τίποτε δεν του είχε απομείνει. Τελικά ήξερε τι του έφταιγε. Ήταν αυτές οι εικόνες στην τηλεόραση, με όλους εκείνους τους αλλόθρησκους μαύρους λαθρομετανάστες, που κατέκλυσαν τη χώρα του. Αυτό τον ενοχλούσε.

ΥΓ. Αν η παραπάνω ιστορία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, τότε η πραγματικότητα έχει πρόβλημα. Πάντως, αν καταστραφούμε ως χώρα γιατί θα δώσουμε ένα πιάτο φαΐ σε όλους αυτούς, της γης τους κολασμένους, αξίζει να καταστραφούμε βρε αδερφέ. Αρκεί να παραμείνουμε Άνθρωποι.

[email protected]

www.facebook.com/TheodorosTselepis

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!